Οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους
Αρθρογράφος:
Χρήστος Κυργιάκης
Σε τούτη εδώ τη χώρα τα τελευταία πέντε χρόνια οι λέξεις έχασαν το νόημά τους και καινούργια νοήματα αναζητούν λέξεις για να τις εκφράσουν.
Πριν από χρόνια, λίγο καιρό μετά από την ανάδειξη του Γιωργάκη Παπανδρέου σε πρόεδρο του ΠαΣοΚ και επί πρωθυπουργίας του Κωστάκη Καραμανλή, είχα βρεθεί στο χωριό μου και βρέθηκα να ακούω τη συζήτηση μεταξύ δύο γερόντων.
«Ξεφτιλιστήκαμε. Μας κυβερνάει κάποιος που δεν έχει κολλήσει ούτε ένα ένσημο», είπε ο ένας γέροντας και ο άλλος του απάντησε:!
«Τη μεγαλύτερη ξεφτίλα θα την πάθουμε όταν θα μας κυβερνήσει ο Γιωργάκης! Τότε θα είναι να φύγουμε όλοι μετανάστες».
Ουδέν σχόλιον…
Και ήρθε ο καιρός που ο Γιωργάκης, σύμφωνα με τα ΜΜΕ της εποχής, έγινε Γιώργος.
Ο Γιώργος κέρδισε τις εκλογές με «λεφτά που υπήρχαν» και χωρίς να καθυστερήσει ούτε στιγμή «έπιασε δουλειά». Μέχρι το Καστελόριζο χρειάστηκε να ταξιδέψει το παλικάρι, μέσα στον αέρα και την αλμύρα για να μάθουμε με τι ακριβώς ασχολείται.
Κι ακολούθησε αυτό που είχε περιγράψει ο ένας γέροντας πιο πάνω. Οι υπουργοί πάθανε τενοντίτιδα με τόσες υπογραφές σε μνημόνια και νόμους. Μερικοί υπουργοί, το πόσοι ακόμη διερευνάται, δεν διάβαζαν καν. Απλώς ψήφιζαν. Σε δουλειά να βρισκόμαστε δηλαδή.
Κάποιοι άλλοι έβγαιναν κάθε βράδυ και έκλαιγαν σαν τον Σήφη. Οι περισσότεροι έπεσαν σε βαριά κατάθλιψη και συνέχιζαν να ψηφίζουν νόμους και μνημόνια λέγοντας πως κάνουν ψυχανάλυση. Βέβαια, κανένας μυς δεν εγκατέλειπε ακόμη το τρύπιο πλοίο (ίσως να ήταν και υποβρύχιο).
Για να καταπολεμήσουν τη θλίψη τους άρχισαν τη δράση.
Ο Λοβέρδος το βράδυ έκλεγε μπρος τις καλόψυχες τηλεοπτικές κάμερες και το πρωί έκλεινε κι ένα νοσοκομείο.
Η Διαμαντοπούλου έκλεινε σχολεία ενώ ο Παπακωνσταντίνου και ο Βενιζέλος έσωζαν τράπεζες.
Οι άνθρωποι άρχισαν να αυτοκτονούν ο ένας μετά τον άλλον αλλά ποιος νοιάζεται για το αν αυτοκτονούν τα μυρμήγκια;
Μόνο ο Παπανδρέου έδειχνε να τα έχει χαμένα μέσα σε τόση θλίψη. Του είχαν υποσχεθεί ότι θα πήγαινε σε παιδικό πάρτι που θα είχε και κλόουν.
Ακόμη ψάχνει να βρει ποιος ήταν ο κλόουν.
Και τότε επέστρεψε ο Αντώνιος, αυτός που ούτε ως αρχηγός δεν θα επέστρεφε στη ΝΔ. Επέστρεψε και άρπαξε την αντιμνημονιακή και αντιευρωπαϊκή παντιέρα σαν δεύτερος Ανδρέας Παπανδρέου. Αργότερα, αφού του τράβηξαν τα αυτιά, για να μην του πέφτουν τα γυαλιά και τον χτύπησαν φιλικά στον δεξιό του ώμο, αυτόν που γέρνει με χάρη όταν απαγγέλει λόγους, έβαλε νερό στο κρασί του. Τόσο πολύ που το κρασί του ήταν λες και έβγαινε από ορεινή πηγή.
Μετά, ζήσαμε την κατάργηση των πρωθυπουργών και την αντικατάστασή τους με τραπεζίτες. Η δουλειά πλέον θα γινόταν χωρίς μεσάζοντες. Έτσι ήταν πιο συμφέρουσα.
Ο κόσμος άρχισε να βγαίνει στους δρόμους και να διαμαρτύρεται. Εκατοντάδες χιλιάδες ζητούσαν το δίκιο τους και τα κλεμμένα από τις τράπεζες, την τρόικα και την κυβέρνηση. Μαζί τους βγήκαν στους δρόμους και οι βρικόλακες του φασισμού.
Όμως, το δρομολόγιο Ομόνοια-Σύνταγμα και επιστροφή στην Ομόνοια ή στροφή προς τις Στήλες του Ολυμπίου Διός, μάλλον ήταν κουραστικό και αναποτελεσματικό.
Μετά είδαμε κι άλλα «ωραία». Είδαμε μια Αριστερά Δημοκρατική, λες και μπορεί να υπάρξει και μη Δημοκρατική, να φέρεται «υπεύθυνα» και να βοηθάει στο πλιάτσικο χωρίς να την ενδιαφέρει το γεγονός ότι την ίδια στιγμή έκαναν σ’ εκείνη πλιάτσικο. Είχε αποδεχτεί, όπως και οι σύμμαχοί της στην κυβέρνηση, το ρόλο του αναλώσιμου.
Τότε οι μύες άρχισαν να εγκαταλείπουν το καράβι και να πηδάνε στο πλεούμενο που τους προσπερνούσε πλέοντας δίπλα τους «σύριζα».