Σκέψεις με αφορμή ένα συνέδριο στο Παρίσι
από Σωτήρης Γουνελάς -16 Σεπτεμβρίου 2024
Σημείωμα
Το κείμενο που ακολουθεί στάλθηκε στη «Σύναξη» και δημοσιεύτηκε στο 116 τεύχος (Οκτώβριος -Δεκέμβριος 2010, σ.75-80). Επειδή ούτε τότε υπήρξε κάποιου είδους απάντηση ή σχολιασμός και επειδή βρίσκω τα ερωτήματα και το περιεχόμενο του κειμένου απολύτως επίκαιρα-ειδικά σήμερα που ο δυτικός κόσμος βρίσκεται υπό κατάρρευσιν-αποφάσισα να το γνωστοποιήσω στο φιλόξενο «Αντίφωνο»._______***________
Θα μπορούσα να αρχίσω με τη φράση: πολύπαθος ο χώρος της θεολογίας. Το γνωρίζω όχι βέβαια από τη συμμετοχή μου σε αυτό το συνέδριο (μεταφορά στα γαλλικά μέρους του συνεδρίου με τίτλο «Αναταράξεις στη μεταπολεμική Θεολογία- η ‘Θεολογία του ’60’, εκδ. Ίνδικτος 2009, που έλαβε χώρα στην Ακαδημία του Βόλου το 2005) αλλά από τα δεκαέξη χρόνια στη ‘Σύναξη’. Η θητεία εκείνη (μέχρι το 1997) και η πορεία μου απο εκεί και πέρα με υποχρεώνουν σε μια σειρά σκέψεων και συγκρίσεων, καθώς απλώνεται μπροστά μου ο κάμπος της λεγόμενης γενιάς του 60 και τώρα της λεγόμενης γενιάς του 90. Θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι μετέχω κάπως και των δύο. Γι’ αυτό και γράφω όσα ακολουθούν.
Το συνέδριο αυτό ως προς ορισμένες πλευρές του φαντάζει σαν μια συμφιλίωση με τη Δύση. Εάν είναι έτσι προκύπτουν τα ακόλουθα ερωτήματα:
Α) Γίνεται λόγος για πόλωση Ανατολής–Δύσης, για αντιδυτικισμό από πλευράς γενιάς του 60, για ελληνοκεντρισμό κλπ. Τίθεται το ερώτημα: πόσα χρόνια υπάρχει στη Δύση, μέσα στους χώρους σπουδής και μελέτης, η χιλιετία του Βυζαντίου ή σωστότερα της Ρωμανίας, ως θεολογική, ιστορική, πολιτιστική, κοινωνική πραγματικότητα και το σημαντικότερο ως η περίοδος που συνδέει τον σημερινό χριστιανισμό –ορθόδοξο και μη ορθόδοξο– με τις απαρχές της χριστιανικής Αλήθειας; Θέλω να πω ότι για τη Δύση, το Βυζάντιο ως πνευματική πραγματικότητα είτε παρουσιαζόταν ως ‘παρακμή’, ή ‘θλιβερή συνέχεια’ της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (Γίββωνας), είτε, από τους διαφωτιστές, κάτι μεταξύ δολοπλοκίας και ρητορισμών, για να μη πούμε τίποτε για την άποψη του Χέγκελ που είναι αχαρακτήριστη. Δεν αποκλείεται μετά από αυτόν να φτάνει ο πολύς Καστοριάδης στη διατύπωση: «ο βυζαντινός πολιτισμός είναι πολιτισμός θεοκρατικής ετερονομίας, αυτοκρατορικού αυταρχισμού και πνευματικού δογματισμού». Ο Κλεμάν, που μας άφησε πρόσφατα, συνοψίζει άριστα τα πράγματα στο ακόλουθο (αδιάβαστο;) απόσπασμα: «Εμφανίστηκε, λοιπόν, και αναπτύχθηκε προοδευτικά μια θεωρία για τον Θεό, που παραμέριζε ταυτόχρονα την αποφατική προσέγγιση και το συμβολισμό, και που γρήγορα χωρίστηκε αυτή η θεωρία από την εκκλησιαστική εμπειρία. Θεολογία των εννοιών και των συστηματοποιήσεων, αφημένη, με την παρακμή του Θωμισμού, στην αυτάρκεια της λογικής που χωρίζει και αντιθέτει, που αντικειμενοποιεί και κατέχει – αντί να πεθάνη και να ξαναγεννηθή μέσα στο νερό του Βαφτίσματος, για να ιερουργήση ταπεινά το μυστήριο, να στοχαστή μέσα στα όρια του μυστηρίου και όχι π ε ρ ί του μυστηρίου» (Η θεολογία μετά τον ‘θάνατο του Θεού’, εκδ. ‘Αθηνά’, σειρά ‘σύνορο’, 1973, σ. 76). Αυτά σημαίνουν ότι ο τρόπος ή οι τρόποι με τους οποίους οι ευρωπαίοι προσέγγισαν το χριστιανισμό, εκκλησιαστικά και θεολογικά, εξ ορισμού πάσχει. Όχι μόνο λόγω της παραπάνω εξέλιξης, αλλά και λόγω της συσσώρευσης διαφορετικών εμπειριών και πεποιθήσεων στη διάρκεια των αιώνων.
Β) Μήπως η προσπάθεια καθ’ όλα γόνιμη και ουσιαστική αλλά και ορθόδοξη της γενιάς του 60, όπως λέγεται, να ‘επιστρέψει’ στην πατερική παράδοση κάθε άλλο παρά αντιγραφικά και αγκυλωτικά, περνά στη φάση της ‘αποδόμησης’ και ξαναβρισκόμαστε στην αγκαλιά του περιβόητου δυτικού πολιτισμού τον οποίο μια σειρά από θεολόγους, φιλόσοφους, ποιητές κλπ. είχαν καταγγείλει από χρόνια ως στερημένο πνευματικού προσανατολισμού; Τί έκανε τον Μπωντλαίρ, βλέποντας την εξέλιξη της Ευρώπης σε επίπεδο τεχνικής, να διατυπώνει την τρομερή φράση «πολιτισμός δεν είναι ο ηλεκτρισμός και το γκάζι αλλά η ελάττωση των ιχνών του προπατορικού αμαρτήματος»; Τί ήταν αυτό που έκανε τον Πάουντ να γυρεύει πνευματικότητα στην αρχαία Κίνα, τι έκανε τον Αρτώ να ζητά καταφυγή στα μυστήρια των ινδιάνων στο Μεξικό; Τί είναι αυτό που κάνει τον θαυμάσιο Νοβάλις να μιλά για ‘μετατροπή της άπειρης δημιουργικής μουσικής του σύμπαντος σε μονότονο κροτάλισμα ενός τερατώδους νερόμυλου’, στο άγνωστο σχεδόν βιβλίο του Η χριστιανοσύνη ή άλλως Ευρώπη (μετ. στα ελληνικά: Ν. Μ. Σκουτερόπουλου, Εκκρεμές 2004); Γιατί ο Σεφέρης στρέφεται μέσω Έλιοτ στην παράδοση –όσο και όπως στράφηκε– και γιατί ο φίλος του ο Λορεντζάτος (που ήξερε τη Δύση απέξω και ανακατωτά) προχώρησε όντως πέρα από εκεί που σταμάτησε ο Σεφέρης;