Μέλος ανεκτίμητο μιας εθνικής ταυτότητας είναι οι λεγόμενοι «εθνικοί μύθοι», δηλαδή οι σύντονες αφηγήσεις λογίων συνήθως ανδρών του παρελθόντος, οι οποίες οικοδόμησαν την έννοια της εθνικής ταυτότητας ως διαχρονικού ιδιώματος. Κι είναι γνωστό ότι μια ηγεμονική σήμερα ακαδημαϊκή και δημοσιογραφική γραφή καταφέρεται συστηματικά εναντίον της, χρησιμοποιώντας ευρύτατα την απαξίωση αυτών των μύθων. Επισείοντας μάλιστα τη σημαία του σολωμικού προτάγματος ότι «το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθές», ισχυρίζεται ότι έχει πλέον απεμπλακεί από αντι-επιστημονικά σχήματα ερμηνειών, κατηχώντας με τη σειρά της συστηματικά την εκπαιδευτική και όχι μόνο κοινότητα στα υποτιθέμενα θέσφατα της ιστοριογραφικής επιστήμης, που ευνοούν, το λιγότερο, έναν «νέο πατριωτισμό», μακριά από «νατιβιστικές» προκαταλήψεις…
Δεν θα ασχοληθούμε εδώ με την ανασκευή της απαξίωσης αυτών των μύθων, αλλά θα στρέψουμε την προσοχή μας σε μια αποσιωπημένη διάσταση του ζητήματος, που αποτελεί και το θεωρητικό του υπόβαθρο: τον υποχρεωτικά ανθρώπινο χαρακτήρα της μυθοπλασίας και τη θετικιστική ιστοριογραφική αντίληψη που εμφιλοχωρεί πίσω από την προγραμματική άρνησή της.
1. Όταν κατά το 19ο αιώνα αποφάσισαν οι ιστορικοί ότι η ιστοριογραφία πρέπει επιτέλους να περιβληθεί την τήβεννο μιας επιστημονικής «πειθαρχίας» (discipline), το πλέον πρόσφορο παράδειγμα που είχαν ήταν αυτό των φυσικών επιστημών που άρχιζε με τα συναρπαστικά τότε επιτεύγματά του να επιβάλλεται στις συνειδήσεις, αλλά και στο ίδιο το ασυνείδητο των ανθρώπων. Η εποχή του ατμού και του ηλεκτρισμού «γέννησε» μια θετικιστική ιστοριογραφία, η οποία ήταν βέβαιη ότι, αν μελετούσε εξαντλητικά τις ιστορικές πηγές και αν ευφυώς τις συνέδεε, θα μπορούσε να αποτυπώσει τα έργα του παρελθόντος «όπως πραγματικά συνέβησαν» («wie es eigentlich gewesen», κατά τη διάσημη έκφραση του Leopold von Ranke). Αυτή η αντίληψη περί της άκρως εφικτής δυνατότητας να υπάρξει αντικειμενικότητα και απροσωποληψία στην ιστοριογραφία άρχισε να αμφισβητείται ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, παρ’ όλα αυτά παραμένει μέχρι σήμερα για τους ιστορικούς «το ευγενές όνειρό» τους (P. Novick), αν και είναι «ένας διάσημος κόμβος» (E. Carr).