Γιώργος Καραμπελιάς, «25 μαθήματα ελληνικής ιστορίας»
Μέρος 1ο: Τα τρία στάδια του Ελληνισμού
Η επιχείρηση της απόρριψης της συνέχειας, και κατά συνέπεια της ίδιας της ύπαρξης, του ελληνικού έθνους από τους αποδομητές ιστορικούς και διανοουμένους, χρησιμοποιεί το γεγονός ότι το ελληνικό έθνος δεν συγκροτεί μια ενιαία κρατική υπόσταση από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Άλλωστε, η ελληνική ιστορία, σε αντίθεση με την κινεζική, παρουσιάζει πολλές ασυνέχειες και θεσμικές-πολιτειακές ανατροπές, εξαιτίας και της ριζικά διαφορετικής γεωγραφικής θέσης των Ελλήνων. Συναφώς, ενώ, πριν από ελάχιστα χρόνια, η αναφορά στους Έλληνες ως Ρωμαίους ή Ρωμιούς εθεωρείτο αυτονόητη, και λέξεις όπως η «ρωμιοσύνη» εξέφραζαν την ελληνικότητα, τα τελευταία χρόνια, μέσα στα πλαίσια της αποδόμησης της ελληνικής ταυτότητας, προωθείται μια αστήρικτη καινοφανής αντίληψη, ότι δηλαδή οι «Ρωμιοί» δεν είναι Έλληνες, διότι αυτοί εξαφανίστηκαν από το ιστορικό προσκήνιο μετά το 146 π.Χ. και την οριστική κατάληψη της Ελλάδας από τους Λατίνους-Ρωμαίους.
Σύμφωνα με αυτό το αφήγημα, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, που συνέχιζε να αποκαλείται «ρωμαϊκή», δεν διατηρεί πλέον οργανική σχέση με τους Έλληνες, παρότι οι Βυζαντινοί μιλούσαν ελληνικά και μελετούσαν τους αρχαίους Έλληνες. Καθώς η Κωνσταντινούπολη αποσπά την πρωτοκαθεδρία από τη Ρώμη, οι Έλληνες εγκολπώνονται τη ρωμαϊκότητα, ενώ η επωνυμία Έλληνας ταυτίζεται συχνά με τον «εθνικό», δηλαδή τον ειδωλολάτρη.
Όσο για τους νεώτερους ¨Έλληνες, αυτοί αποτελούν ένα «νεαρό έθνος» που συγκροτήθηκε από διάφορους λαούς και εθνοτικές ομάδες και δεν διατηρεί καμιά ουσιαστική συγγένεια με τους αρχαίους Έλληνες. Μάλιστα, για πολλούς, ούτε καν οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες, και θα το διατυμπάνιζαν πολύ πιο υψηλόφωνα, εάν δεν φοβόντουσαν ότι θα ταυτίζονταν ανοιχτά με τους Σλαβομακεδόνες.Όμως κατασκευάζουν ένα φανταστικό σχήμα, διότι η συνέχεια του ελληνισμού δεν αποτελεί μια γραμμική πορεία χωρίς τομές και ρήξεις, αλλά μία εξέλιξη με αναβαθμούς, μεταλλαγές και μετατοπίσεις, οι οποίες, ενώ δεν αναιρούν την πραγματικότητα της συνέχειας, ωστόσο την ιστορικοποιούν και τη σχετικοποιούν. Γι’ αυτό και χρησιμοποιούν τις προφανείς διαφορές ανάμεσα στους αρχαίους Έλληνες, τους Βυζαντινούς και τους νεώτερους, ώστε να αποσιωπήσουν το πλήθος των κοινών χαρακτηριστικών και της συνέχειας της γλώσσας και του πολιτισμού και να μεταβάλουν αυτές τις πραγματικές διαφορές σε διαφορές είδους: διαφορετικό έθνος οι αρχαίοι Έλληνες, άλλο οι Βυζαντινοί, άλλο οι νεώτεροι.