του ΧΡΟΝΗ ΒΑΡΣΟΥ
Φιλολόγου-Ιστορικού ερευνητή
Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Στρατιωτική Ιστορία (τεύχος 316, Δεκεμβρίου 2023)
Η Αλεξάνδρεια σε γαλλικό χάρτη με τα δύο λιμάνια της. Διακρίνεται καθαρά το δυτικό λιμάνι του Ευνόστου, όπου και ο αιγυπτιακός ναύσταθμος, που σημειώθηκαν οι δυο επιθέσεις του ελληνικού ναυτικού το 1825 και το 1827.
Η ναυτικός αγώνας στα χρόνια της Παλιγγενεσίας έλαβε νέες διαστάσεις με την είσοδο του ισχυρότατου αιγυπτιακού στόλου στο θαλάσσιο πεδίο αντιπαράθεσης το 1824. Η απόβαση του Ιμπραήμ στη Μεσσηνία, η κατάληψη της Μεθώνης και του Νεόκαστρου και η ταχεία προέλασή του στο εσωτερικό της Πελοποννήσου την άνοιξη του 1825, δημιούργησαν νέα δεδομένα και απειλές. Οι αλλεπάλληλες αρχικές αποτυχίες αναχαίτισής του, η παράλληλη έναρξη της πολιορκίας του Μεσολογγίου από τον Κιουταχή και η έξοδος του σουλτανικού στόλου στο Αιγαίο έθεταν την επανάσταση σε τεράστιο κίνδυνο. Ήταν σαφές ότι η γραμμή ανεφοδιασμού των αιγυπτιακών δυνάμεων Αλεξάνδρεια – Σούδα – Ναβαρίνο, έπρεπε να πληγεί αποφασιστικά με ένα εντυπωσιακό χτύπημα στην καρδιά της ναυτικής ισχύος του αντιπάλου, τον ναύσταθμο της Αλεξάνδρειας. Σχεδιάστηκαν και υλοποιήθηκαν έτσι δύο επιχειρήσεις τον Ιούλιο του 1825 και τον Ιούνιο του 1827, που αν και απέτυχαν, εντούτοις αποτέλεσαν την κορύφωση της ναυτικής τόλμης και ικανότητας των ελληνικών πληρωμάτων.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η αποτυχία του σουλτάνου Μαχμούτ Β΄ (1808-1839) να καταστείλει την Ελληνική Επανάσταση τον οδήγησε τον Μάρτιο του 1824 να ζητήσει τη βοήθεια του πανίσχυρου και φιλόδοξου πασά της Αιγύπτου, Μεχμέτ Αλή που απέστειλε τον θετό γιό του Ιμπραήμ στην Ελλάδα για να υποτάξει τους «απείθαρχους ραγιάδες» με αντάλλαγμα την Κρήτη και τον Μοριά. Η Επανάσταση θα αντιμετώπιζε πλέον έναν νέο αντίπαλο με τεράστιες στρατιωτικές δυνατότητες, εκσυγχρονισμένο στρατό, διαρθρωμένο και εκπαιδευμένο σε ευρωπαϊκά πρότυπα, διοικούμενο από βετεράνους αξιωματικούς των Ναπολεοντείων πολέμων, σαφώς ισχυρότερο στόλο, ανεξάντλητες εφεδρείες και απεριόριστες δυνατότητες ανεφοδιασμού.