Ο Luigi Pirandello γεννήθηκε 28 Ιουνίου 1867 – 10 Δεκεμβρίου 1936
Αναστασία Παπαϊωάννου 3.11.2020
Μάνος Χατζιδάκις
Σκοπός μου ετούτη τη φορά, και μ’ αφορμή ένα θαυμάσιο έργο, ίσως το πιο θαυμαστό του Πιραντέλλο, είναι να φτιάξω πάλι τραγούδια, μα που να πηγαίνουν πιο μπροστά, απ’ ό,τι μέχρι τώρα έχω φτιάξει. Η φιλοδοξία μου, καθώς βλέπετε, δεν είναι καθόλου μικρή. Γιατί αξίζει κανείς να φτιάχνει τραγούδια λαϊκά, που να μη καμώνονται τα λαϊκά με τη φτωχοντυμένη και λαϊκοφανή τους παρουσία. Κι ύστερα, είναι ενδιαφέρον να δοκιμάζεις ν’ αφαιρείς την ελληνικότητα που τόσο σε χαρακτηρίζει, και στο τέλος να παραμένεις ίδιος κι απαράλλαχτος αυτός που είσαι.
Η Μεσόγειος, βλέπετε, θα μου επιτρέψετε να πω, χάρισε την ίδια θάλασσα και σε μένα και στον Πιραντέλλο.
Άλλωστε, μ’ ενδιαφέρει να πω περισσότερα με το τραγούδι, σχεδόν πιο πολλά απ’ ό,τι χωράει. Τώρα, αν τα τραγούδια μου αυτά είναι λαϊκά ή όχι, το θέμα χωράει συζήτηση. Γιατί, τι συνηθίσαμε να λέμε λαϊκό και τι είναι πραγματικά το λαϊκό; Και για να εξηγηθούμε. Όταν λέω κάτι λαϊκό δεν το εννοώ και για τον Λαό. Κατά σύμπτωση, ο Λαός κάθε άλλο παρά λαϊκός είναι. Τα μπουζούκια, οι μπαγλαμάδες και οι ζουρνάδες είναι η συνήθειά του.
Εμένα μ’ ενδιαφέρουν εκείνες οι λίγες, οι μοναδικές του στιγμές που ζει, χωρίς καλά-καλά να το καταλαβαίνει, την αλήθεια του.
Είναι οι στιγμές που είναι σκέτα Άνθρωπος, χωρίς την βία του Χρόνου, χωρίς την αγωνία του Χώρου, χωρίς την φθορά της τάξης του.
Είναι, με δυο λόγια, λιγάκι Νέος, λιγάκι δεκαοχτάχρονος.
Μόνο σ’ αυτές του τις στιγμές ο Λαός δέχεται και εκπέμπει σωστά.
Όλα τ’ άλλα είναι φιλολογία.