Γιώργος Παύλος
Ένας διάλογος επιστήμης και θεολογίας
Ζούμε σε έναν κόσμο απολύτως ιστορικό και εφήμερο. Και αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος μαζί με τα όντα και τον χρόνο, ενώ δεν υπήρχε, αναπάντεχα άρχισε να υπάρχει. Πέρασε από το μη είναι στο είναι. Ο κόσμος σήμερα αριθμεί δεκαπέντε περίπου δισεκατομμύρια χρόνια. Αυτό είναι μια συγκλονιστική εμπειρία για τον ευαίσθητο άνθρωπο. Όλα τα άλλα είναι μετά από αυτό.
Νιώθω μεγάλη τιμή μου να είμαι σήμερα εδώ, μαζί σας, λίγο πιο πέρα από το χωριό μου, όπου μικρό παιδί θυμάμαι τα πρώτα μου χρόνια, και έτσι νιώθω και ιδιαίτερη συγκίνηση. Μάλιστα δε, θα ‘θελα αυτή τη σημερινή διάλεξη να την αφιερώσω με τη ευχή των Επισκόπων, στους γονείς μου που κοιμούνται λίγο πιο κάτω από τον Πύργο και σας ζητώ να τους μνημονεύετε.
Όλο αυτό το ζήτημα περί επιστήμης και θεολογίας για το οποίο ακούσαμε και χθες τόσο θαυμαστές εισηγήσεις, ήταν πρόκληση να σκεφτούμε κάποια επιπλέον πράγματα, που μας επαναφέρουν στο δικό μας τόπο και τον δικό μας τρόπο. Στον τόπο και τον τρόπο δηλαδή, που ο άνθρωπος παλεύει για τα μέγιστα. Αυτό νομίζω είναι χαρακτηριστικό αυτού του τόπου που γέννησε και γεννά αυτόν τον πολιτισμό, από πολύ παλιά από τον Όμηρο μέχρι και σήμερα. Θυμάμαι μια σκηνή, όταν ο Καραϊσκάκης με το άλογό του κατέβηκε από ένα καΐκι ερχόμενος στο Μεσολόγγι όπου τον συνάντησε ο Άγγλος γιατρός του και όλος έκπληξη, του είπε: « Στρατηγέ καλά, ακόμη ζεις; Διότι σου είπα ότι πρέπει να ξαπλώνεις και να τρως καλά και να μην κουράζεσαι». Και με υψηλό πυρετό ο Καραϊσκάκης βεβαίως, του είπε ότι: «Εμάς η δουλειά μας είναι αυτή». Δηλαδή, με πυρετό ή χωρίς, να αγωνιζόμαστε έως θανάτου γι’ αυτόν τον τόπο και αυτόν τον λαό.