Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡΩΜΑΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡΩΜΑΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 1 Μαΐου 2024

Ρωμανία μια νέα πόλη

του Μ. Χαραλαμπίδη, 

από το Άρδην τ. 12, Φεβρουάριος-Μάρτιος 1998




Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 ήταν φανερό ότι οι απόγονοι του Προμηθέα στον Καύκασο, οι Πόντιοι, βρίσκονταν κοντά στην νέα έξοδο προς τη νέα τους Οδύσσεια. Οι διωγμοί οι εκτοπίσεις προς την Κεντρική Ασία της σταλινικής περιόδου δημιούργησαν συνθήκες ψυχικής, ηθικής ανασφάλειας και τάσεις φυγής προς την Ελλάδα. Tο επερχόμενο τέλος του διπολισμού, του διαχωρισμού του κόσμου σε συνασπισμούς και η δυνατότητα επαναεπικοινωνίας με την Ελλάδα αύξανε αυτές τις τάσεις.

Η ιδέα, λοιπόν, της δημιουργίας μιας πόλης ανάμεσα στην αρχαία ελληνική πόλη Μαρώνεια και την αρχαία Μεσημβρία, εκεί όπου η θρακική γη συναντά το θρακικό Πέλαγος, γεννήθηκε μέσα από αυτές τις ανατροπές και τις κινήσεις που προκαλούσαν.

Οι λόγοι όμως ίδρυσης της πόλης δεν αποτελούσαν μόνον μια απάντηση στο αίτημα της αποκατάστασης των νέων Ποντίων προσφύγων -η πόλη ως φιλόξενη Ιθάκη- αλλά είχαν μεγαλύτερο βάθος.

Οι Πόντιοι, ακόμη μια φορά στην ιστορία τους, την Οθωμανική περίοδο, μια περίοδο συνεχούς φυγής και εξόδου από τον Πόντο, απάντησαν στο ιστορικό υπαρξιακό ερώτημα και δίλημμα «τι πρέπει να κάνουμε, για να συνεχίσουμε να υπάρχουμε» με τη δημιουργία μιας νέας πόλης στη θέση της αρχαίας Διοσκουριάδος στο νοτιοανατολικό Εύξεινο. Ουσιαστικά μετέβαλαν ένα τουρκικό κάστρο το Σοχούμ-καλέ σε πόλη, το Σοχούμι. Μια όμορφη ποντιακή πόλη που δυστυχώς τους τελευταίους καιρούς υπέστη πολλές καταστροφές.

Η ιδέα όμως της πόλης δεν ερχόταν μόνο από την ιστορία, τις μνήμες, την ανάγκη της ταυτότητας. Είχε ένα ρόλο, μια δυναμική προέκταση προς το μέλλον.

Το Αιγαίο επανενώνονταν με τη Βαλκανική και τον Εύξεινο. Βρισκόμασταν μπροστά σε διαδικασίες επιστροφής της ιστορίας, της γεωγραφίας, της οικονομίας και όχι του τέλους τους.

Μια περιοχή, αυτή της Θράκης, που δεκαετίες γεωπολιτικού διαχωρισμού μετέβαλλαν σε υποανάπτυκτη περιοχή συνόρων, επέστρεφε και ανακτούσε την θέση της ως μια κεντρική περιοχή, ως κέντρο όπως υπήρξε πάντοτε στην ιστορία. Από τον Όμηρο, τον Θουκυδίδη, τον θεμελιωτή της νέας Ρώμης της Κωνσταντινούπολης, Μέγα Κωνσταντίνο, μέχρι τις προτροπές ενός βεζύρη προς τον Σουλτάνο τον 17ο αιώνα να χτίσει μια πόλη σ’ αυτήν την περιοχή.

Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2017

Η Χριστιανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (II)


Ο Γεώργιος Οστρογκόρσκι (Гео́ргий Алекса́ндрович Острого́рский, Αγία Πετρούπολη, 19 Ιανουαρίου 1902 – Βελιγράδι, 24 Οκτωβρίου 1976) ήταν Ρώσος βυζαντινολόγος. Θεωρείται ως ένας από τους γνωστότερους βυζαντινολόγους τους 20ου αιώνα. θεωρείται ως ο τελευταίος εκπρόσωπος της σειράς των Ρώσων Βυζαντινολόγων του 19ου-20ου αιώνα.
Το δεύτερο μέρος μπορείτε να το διαβάσετε εδώ: Η Χριστιανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (IΙ)
Κείμενο: Georg Ostrogorsky
Η ρωμαϊκή πολιτική θεωρία, ο ελληνικός πολιτισμός και η χριστιανική πίστη αποτελούν τα κύρια στοιχεία που καθώρισαν την εξέλιξη του Βυζαντίου. Χωρίς αυτά τα τρία στοιχεία είναι αδύνατο να κατανοήσουμε το Βυζάντιο. Η σύνθεση του ελληνικού πολιτισμού με τη χριστιανική θρησκεία στο πλαίσιο της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας οδήγησε στη γένεση του ιστορικού εκείνου φαινομένου που ονομάζουμε βυζαντινή αυτοκρατορία. Η σύνθεση αυτή πραγματοποιήθηκε όταν η ρωμαϊκή αυτοκρατορία μετατόπισε το κέντρο της στην Ανατολή, μετά την κρίση που ξέσπασε τον τρίτο αιώνα. Συγκεκριμένη μορφή έλαβε με την αναγνώριση του χριστιανισμού από το Imperium romanum και την ίδρυση της νέας πρωτεύουσας στον Βόσπορο. Τα δύο αυτά γεγονότα, δηλ. η νίκη του χριστιανισμού και η οριστική μετάθεση του πολιτικού κέντρου του κράτους στην εξελληνισμένη Ανατολή, εγκαινιάζουν τη βυζαντινή εποχή.
Στην πραγματικότητα η βυζαντινή ιστορία είναι μία νέα φάση της ρωμαϊκής ιστορίας, όπως και το βυζαντινό κράτος είναι βασικά η συνέχεια του imperium romanum. Βέβαια το επίθετο «βυζαντινός» χρησιμοποιήθηκε σε μεταγενέστερους χρόνους και ήταν άγνωστο στους ονομαζόμενους «Βυζαντινούς». Αυτοί χρησιμοποιούσαν συνήθως το όνομα «Ρωμαίοι», τον αυτοκράτορα τους θεωρούσαν ρωμαίο ηγεμόνα, διάδοχο και κληρονόμο των παλαιών ρωμαίων καισάρων. Έμειναν πιστοί στο όνομα της Ρώμης όσο χρόνο διήρκεσε η αυτοκρατορία, και οι ρωμαϊκές πολιτικές παραδόσεις κυριάρχησαν ως το τέλος στην πολιτική τους συνείδηση και βούληση. Η ρωμαϊκή πολιτική θεωρία συνένωσε τα ετερογενή εθνικά φύλα της αυτοκρατορίας και η ρωμαϊκή ιδέα της παγκόσμιας κυριαρχίας καθώρισε τη θέση της αυτοκρατορίας απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο.
Αναθηματικό ανάγλυφο. Πέλλα, τέλη 4ου αιώνα π.Χ. Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης
Αναθηματικό ανάγλυφο. Πέλλα, τέλη 4ου αιώνα π.Χ. Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Votive relief. Pella, late 4th century BC Archaeological Museum of Thessaloniki

Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2017

Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος: Απόπειρα εθνικής αυτοκτονίας




Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος

Απόπειρα εθνικής αυτοκτονίας

(Η σχέση του Νέου Ελληνισμού με το Βυζάντιο)


Ότε προ ημιολίας εκατονταετηρίδος ήρχισε προαγομένη η του νέου Ελληνισμού παίδευσις, οι σημαιοφόροι της μεγάλης ταύτης πνευματικής αναβιώσεως επεδόθησαν φυσικώ τω λόγω προ πάντων εις την μελέτην των διανοητικών και πολιτικών μεγαλουργημάτων του αρχαίου Ελληνισμού. Παιδευόμενοι δε και εν τη νεωτέρα της Δύσεως επιστήμη, ενισχύοντο μεν περί την προς τους προπάτορας εκείνους λατρείαν αυτών, εδιδάσκοντο όμως δυστυχώς ενταυτώ να περιφρονώσι και να μυκτηρίζωσι τους μεσαιωνικούς ημών χρόνους. Η Εσπερία είχε προ καιρού διατεθή δυσμενώς προς την ημετέραν εν Κωνσταντινουπόλει μοναρχίαν. Συμφέροντα θρησκευτικά και πολιτικά πολλάς παρήγαγον αμοιβαίας αιτιάσεις μεταξύ Ανατολής και Δύσεως, επι τέλους δε επήγαγον και τας ολεθρίας σταυροφορικάς καθ' ημών επιδρομάς. Όθεν πάσαι σχεδόν αι χρονογραφίαι ημών όσαι εγράφησαν έκτοτε και μέχρις εσχάτων υπό των Δυτικών, εγελοιογράφησαν μάλλον ή απετύπωσαν πιστώς τους χαρακτήρας του μεσαιωνικού ημών κράτους. 

Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2017

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΩΝ


Περί της Καταγωγής των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων – μέρος Ζ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΩΝ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ (ΜΕΡΟΣ Ζ’)
Μανώλης ΚαρακώσταςMSc Διοίκησης Επιχειρήσεων
Επαγγελματίας Υγείας – Ερευνητής
Αφού ολοκληρώθηκε η έρευνα για την καταγωγή των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων, με βάση τις ιστορικές πηγές και την σχετική βιβλιογραφία, ήρθε η ώρα να προβούμε σε ορισμένες παρατηρήσεις. Βλέπουμε λοιπόν, πως από την μεταφορά της πρωτεύουσας στην Κωνσταντινούπολη μέχρι και την βασιλεία του Θεοδοσίου Β’, οι Αυτοκράτορες ήταν Ιλλυριοί και Ίβηρες, ενώ από τα τέλη της Δυναστείας του Θεοδοσίου με τον Μαρκιανό έως και τον Τιβέριο Κωνσταντίνο οι Βασιλείς ήταν εκλατινισμένοι/λατινίζοντες Έλληνες, για να ακολουθήσει η περίοδος της βασιλείας του Μαυρικίου, που από αυτήν και έπειτα όπως είδαμε όλοι οι Αυτοκράτορες ήταν Έλληνες, ελληνιστές ή εξελληνισμένοι.

Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 2017

Αλέξιος Β’ Κομνηνός (1169 – 1183)



Αυτοκράτορας του Βυζαντίου, που βασίλεψε για τρία χρόνια (1180 – 1183), αλλά δεν κυβέρνησε ποτέ. Ανήκε στη δυναστεία των Κομνηνών.

Ο Αλέξιος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 10 Σεπτεμβρίου 1169 και ήταν γιος του αυτοκράτορα Μανουήλ Α' Κομνηνού και της δεύτερης συζύγου του Μαρίας, κόρης του γάλλου πρίγκηπα της Αντιοχείας Ραϊμούνδου του Πουατιέ. Στις 2 Μαρτίου 1180 και για λόγους πολιτικής του πατέρα του, ο δεκαετής Αλέξιος παντρεύτηκε την οκταετή πριγκίπισσα Αγνή, κόρη του φράγκου βασιλιά Λουδοβίκου του 7ου, η οποία έλαβε το όνομα Άννα.
Λίγους μήνες αργότερα, στις 24 Σεπτεμβρίου 1180, ο Μανουήλ Α' πέθανε και τον διαδέχθηκε ο εντεκάχρονος γιος του, Αλέξιος. Επειδή ήταν ανήλικος τον κηδεμόνευε η βασιλομήτωρ Μαρία, η οποία γρήγορα τον παραγκώνισε, αναθέτοντας την εξουσία στον εραστή της Αλέξιο Πρωτοσέβαστο, εξάδελφο του αυτοκράτορα Αλέξιου Β'. Η απροκάλυπτα φιλοδυτική στάση της Μαρίας και του ευνοούμενού της, καθώς και η ασυδοσία των λατίνων εμπόρων (Γενουατών και Πισατών) που κυριαρχούσαν στο θαλάσσιο εμπόριο και τις χρηματοοικονομικές δραστηριότητες στην αυτοκρατορία, προκάλεσαν την έξαρση των αντιδυτικών αισθημάτων του λαού και την αντίδραση της οικογένειας των Κομνηνών. Η ετεροθαλής αδελφή του ανήλικου αυτοκράτορα Μαρία Κομνηνή ή Πορφυρογέννητη και ο φράγκος σύζυγός της Καίσαρ Ιωάννης (Ρενιέ ντε Μονφερά, το γαλλικό όνομά του), προσπάθησαν να ξεσηκώσουν τον λαό της Κωνσταντινούπολης κατά του μισητού ζεύγους της Μαρίας και του Αλέξιου, αλλά απέτυχαν.
Τότε φάνηκε δυναμικά στο προσκήνιο ο Ανδρόνικος Κομνηνός, εξάδελφος του αποθανόντος αυτοκράτορα, που είχε πέσει σε δυσμένεια επί Μανουήλ Α', ως σφετεριστής του θρόνου και είχε απομακρυνθεί στον Πόντο. Με την προτροπή της Μαρίας Κομνηνής, την άνοιξη του 1182 στρατοπέδευσε στη Χαλκηδόνα (σημερινό Καντίκιοϊ), στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης, προκαλώντας στάση μέσα στη Βασιλεύουσα.

Τρίτη 29 Αυγούστου 2017

Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΦΥΣΕΩΣ ΜΕΤΑΞΥ (ΜΕΤΑ-ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ) ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ



ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΗΜ. ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ

Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΣΤΟ ΝΕΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟ[1]
-------------------------------------------------------------------------------------


Α.Η φύση του ευρωπαϊκού διαφωτισμού και η ελληνική απογείωση.

1. Το ζή­τη­μα της ελ­λη­νι­κής α­πο­γεί­ω­σης που ολοκληρώνεται κα­τά τον 18ο και τον 19ο αιώ­να, γνω­στή ως "νε­ο­ελ­λη­νι­κός δια­φω­τι­σμός", ε­γεί­ρει έ­να μεί­ζον πρό­βλη­μα ταυ­τό­τη­τας. Ε­χει πράγ­μα­τι α­πο­τε­λέ­σει α­ντι­κεί­με­νο διε­ρεύ­νη­σης ως αυτο­τε­λές φαι­νό­με­νο, έ­χουν α­πο­δελ­τιω­θεί και α­να­δει­χτεί ο­ρι­σμέ­νες ση­μα­ντι­κές πτυ­χές του. Ε­χει τέ­λος α­ντι­με­τω­πι­σθεί, ως έ­να βαθ­μό, η σχέ­ση του με τις ευ­ρύ­τε­ρες ευ­ρω­πα­ϊ­κές ε­ξε­λί­ξεις και συ­γκε­κρι­μέ­να με τον ευ­ρω­πα­ϊ­κό διαφω­τι­σμό ε­νώ οι ει­δι­κοί έ­χουν κα­τα­λή­ξει στο συ­μπέ­ρα­σμα ό­τι η ελ­λη­νι­κή "εκδο­χή" του α­πο­τέ­λε­σε έ­να εί­δος ο­χή­μα­τος για τη με­τα­κέ­νω­ση της ευ­ρω­πα­ϊ­κής δυ­να­μι­κής στη ζω­τι­κή πε­ριο­χή του ελ­λη­νι­σμού, δη­λα­δή στη Βαλ­κα­νι­κή, τη Μικρα­σί­α και τις πα­ρευ­ξεί­νιες α­κτές.
Η προ­σέγ­γι­ση αυ­τή, ω­στό­σο, εμ­φα­νί­ζει την ελ­λη­νι­κή πε­ρί­πτω­ση πε­ρί­που ως δη­μιούρ­γη­μα εν κε­νώ, ως α­πόρ­ροια της στιγ­μής και κυ­ρί­ως ως α­πλό γέν­νη­μα και προ­έ­κτα­ση της ευ­ρω­πα­ϊ­κής δια­δι­κα­σί­ας. Α­που­σιά­ζει πλή­ρως η α­να­δρο­μι­κή αναφο­ρά δη­λα­δή η προ­βλη­μα­τι­κή για την προέλευση και την ε­ξέ­λι­ξη των δύ­ο αυ­τών κό­σμων, του δυ­τικο­ευ­ρω­πα­ϊ­κού και του ελ­λη­νι­κού, και ο­πωσ­δή­πο­τε η ε­πι­σή­μαν­ση των ι­διαι­τερο­τή­των της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας. Συμ­βαί­νει μά­λι­στα οι δια­φο­ρο­ποι­ή­σεις, ό­που κα­τα­γρά­φο­νται, της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας α­πό το ευ­ρω­πα­ϊ­κό "πρό­τυ­πο", να α­ξιο­λο­γού­νται ως συ­να­φές μειο­νέ­κτη­μα που κα­λεί­ται να ε­ξη­γή­σει αυ­τό καθ'ε­αυ­τό τις ό­ποιες α­πο­κλί­σεις του νε­ό­τε­ρου ελ­λη­νι­σμού α­πό την ευ­ρύ­τε­ρη ευ­ρω­πα­ϊ­κή δυ­να­μι­κή. Δια­πι­στώ­νε­ται, ε­πο­μέ­νως, ό­τι α­που­σιά­ζει το συ­στα­τι­κό ε­κεί­νο εγ­χεί­ρη­μα που θα α­πο­κω­δι­κο­ποιού­σε τη θε­με­λιώ­δη ι­διο­συ­στα­σί­α της νε­ο­ελ­λη­νι­κής απο­γεί­ω­σης και θα α­πο­κα­θι­στού­σε την αι­τιώ­δη συ­νά­φειά της με την εν γέ­νει εξέ­λι­ξη του κό­σμου και του ελ­λη­νι­σμού.

Δευτέρα 17 Απριλίου 2017

Η ελληνική παιδεία και ο πολιτισμός στο Βυζάντιο

ἀρχιμ. Κύριλλου Κεφαλόπουλου

Στὴ βυζαντινὴ παιδεία ἡ Ἐκκλησία κατεῖχε σημαντικὸ ρόλο. Τὰ πρῶτα γράμματα τὰ μικρὰ παιδιὰ τὰ μάθαιναν σὲ σχολεῖα ποὺ διατηροῦσε ἡ Ἐκκλησία (ἀνάγνωση, γραφή, γραμματική, ψαλμούς, μουσική, ἱερὰ ἱστορία). Μετὰ τὴ βασικὴ αὐτὴ ἐκπαίδευση ἀκολουθοῦσε ἡ γενικὴ ἐγκύκλιος παιδεία, ὅπου τὰ μεγαλύτερα παιδιὰ διδάσκονταν γραμματική, ρητορική, ποιητική, ἱστορία, φιλοσοφία καὶ μαθηματικά. Ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους συγγραφεῖς διδάσκονταν Ὅμηρο, Ἡσίοδο, Πίνδαρο, κείμενα τοῦ Δημοσθένους, τοῦ Λυσίου, βασικὲς φιλοσοφικὲς ἀρχὲς τοῦ Πλάτωνος καὶ τοῦ Ἀριστοτέλους, παράλληλα μὲ κείμενα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ (Ψαλτήριο, Παροιμίαι Σολομῶντος κ.ἄ.) καὶ τοὺς Πατέρες. Ὅσοι ἐπιθυμοῦσαν ἀνώτερες σπουδὲς μποροῦσαν νὰ φοιτήσουν σὲ πανεπιστημιακὰ ἱδρύματα ποὺ διατηροῦσαν τὸ κράτος καὶ ἡ Ἐκκλησία. Οἱ αὐτοκράτορες μερίμνησαν ἰδιαιτέρως γιὰ τὶς ἀνώτερες σπουδές. Ἤδη ἀπὸ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο εἶχε ἱδρυθεῖ καὶ λειτουργοῦσε στὴν Κων/πολη ἀνώτερο ἐκπαιδευτήριο, τὸ ὁποῖο ἐπὶ Θεοδοσίου Β’ (425) ἀναδιοργανώθηκε καὶ ἔμελλε νὰ ἀποτελέσει κορυφαῖο ἐκπαιδευτικὸ ἵδρυμα πανεπιστημιακοῦ ἐπιπέδου, γνωστὸ ὡς Πανδιδακτήριον, μὲ συνεχῆ λειτουργία ὣς τὴν Ἅλωση τῆς Πόλεως. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι πρὶν ἀπὸ τὴν ἵδρυση τοῦ Πανδιδακτηρίου ὑπῆρχαν σὲ ἄλλες πόλεις τῆς Αὐτοκρατορίας ἀνώτερες σχολὲς φημισμένες, ὅπως οἱ σχολὲς Φιλοσοφίας καὶ Ρητορικῆς στὴν Ἀθῆνα, τὸ «Μουσεῖον» τῆς Ἀλεξάνδρειας, ἡ Νομικὴ Σχολὴ τῆς Βηρυττοῦ, ἡ Ἀντιόχεια, ὅπου δίδασκε ὁ μέγας διδάσκαλος τῆς ρητορικῆς Λιβάνιος. 
Διδασκόταν στὸ Πανδιδακτήριον ἑλληνικὴ καὶ λατινικὴ ρητορική, γραμματικὴ καὶ φιλολογία, ἡ νομικὴ ἐπιστήμη καὶ ἡ φιλοσοφία (στὰ πλαίσια τῆς ὁποίας ἐντασσόταν καὶ ἡ ἰατρική, οἱ ἰατροφιλόσοφοι). Ἡ νομοθεσία προέβλεπε κτηριακὴ ὑποδομή, κρατικὴ μισθοδοσία τῶν καθηγητῶν, τίτλους καὶ προνόμια κοινωνικά. Ἡ ἐπιλογὴ τῶν καθηγητῶν γινόταν μὲ αὐστηρὰ κριτήρια ἐπιστημονικῆς γνώσης καὶ ἤθους. Μεγάλες μορφὲς σπούδασαν καὶ ἐδίδαξαν ὡς καθηγητὲς τοῦ Πανδιδακτηρίου, ὅπως ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ Λέων ὁ Φιλόσοφος καὶ Μαθηματικὸς (9ος αἰ), ὁ Μιχαὴλ Ψελλός, ὁ μετέπειτα Πατριάρχης Ἰω. Ξιφιλίνος (11ος αἰ), ὁ Εὐστάθιος, μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (12ος αἰ), οἱ Γεώργιος ὁ Ἀκροπολίτης καὶ Θεόδωρος Μετοχίτης, ἀμφότεροι Μεγάγοι Λογοθέτες τοῦ κράτους, ὁ Γεώργιος Σχολάριος, γιὰ νὰ ἀναφέρουμε μερικὰ ἀπὸ τὰ πιὸ γνωστὰ ὀνόματα.

Κυριακή 9 Απριλίου 2017

Οι Αυτοκράτορες από τον Κωνσταντίνο Η’ μέχρι το 1453 (Μέρος Α)

Περί της καταγωγής των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων
Οι Αυτοκράτορες από τον Κωνσταντίνο Η’ μέχρι το 1453 (Μέρος Α)
Μανώλης Καρακώστας
MSc Διοίκησης Επιχειρήσεων
Επαγγελματίας Υγείας – Ερευνητής
Μέσα στα πλαίσια της γενικότερης αμφισβήτησης της ελληνικής ιστορίας, ένα καίριο θέμα που θίγεται συχνά είναι η βυζαντινή περίοδος, ότι δήθεν δεν αποτελεί μέρος της ευρύτερης ιστορίας των Ελλήνων, και ένα σημείο το οποίο υπερτονίζεται είναι η καταγωγή των Αυτοκρατόρων, αφού διατυπώνεται η άποψη ότι κανείς ή σχεδόν κανείς από αυτούς δεν ήταν Έλληνας. Η παρούσα έρευνα έχει σκοπό να δείξει την καταγωγή των Αυτοκρατόρων, μέσα από τα ιστορικά στοιχεία και τις πηγές, και να ανασκευάσει αυτές τις θεωρίες, έτσι ώστε να φανεί η αλήθεια για το εν λόγω κομμάτι της ελληνικής ιστορίας.
Στην ιστορική περίοδο που εξετάζεται βασίλευσαν 5 Βασιλικοί Οίκοι και 9 μεμονωμένοι Αυτοκράτορες. Οι Οίκοι αυτοί είναι των Κομνηνών (1057 – 1185), των Δουκών (1059 – 1078 και 1204), των Αγγέλων (1185 – 1204), των Λασκαριδών (1204 – 1261) και των Παλαιολόγων (1259 – 1453), και οι Αυτοκράτορες εκτός δυναστείας οι Ρωμανός Γ’ Αργυρός (1028 – 1034), Μιχαήλ Δ’ Παφλαγών (1034 – 1041), Μιχαήλ Ε’ Καλαφάτης (1041 – 1042), Κωνσταντίνος Θ’ Μονομάχος (1042 – 1055), Μιχαήλ ΣΤ’ Βρίγγας (1056 – 1057), Ρωμανός Δ’ Διογένης (1068 – 1071), Νικηφόρος Γ’ Βοτανειάτης (1078 – 1081), Ιωάννης Γ’ Δούκας Βατάτζης (1222 – 1254) και Ιωάννης ΣΤ’ Καντακουζηνός (1347 – 1354).