Αθήνα, 14/11/2024
Του Γεωργίου Παπασίμου
Ο εκλογικός θρίαμβος του επανακάμψαντος Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, αλλά και η πλήρης υπερίσχυση του ρεπουμπλικανικού κόμματος στη Γερουσία και πιθανότατα στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ενώ ελέγχεται ήδη το ανώτατο δικαστήριο από ισχυρή συντηρητική πλειοψηφία, που είχε τοποθετηθεί στη προηγούμενη προεδρική περίοδο Τραμπ έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις προβλέψεις των δημοσκόπων, των διαφόρων ακαδημαϊκών και των κεντρικών ΜΜΕ που προέβλεπαν αν όχι νίκη των Δημοκρατικών, ένα εκλογικό θρίλερ. Τελικά το αποτέλεσμα αυτό αποτελέσε συντριπτικό χτύπημα σε όλους αυτούς και κυρίως στρατηγική ήττα του Δημοκρατικού κόμματος, αφού για πρώτη φορά ο Τραμπ κέρδισε όχι μόνο τους εκλέκτορες, αλλά και τη λεγόμενη λαϊκή ψήφο με 50,8% επί του συνόλου των ψηφοφόρων. Επανέρχεται συνεπώς στην προεδρία των ΗΠΑ πανίσχυρος για όλη την προεδρική του θητεία και τουλάχιστον για τα επόμενα δύο χρόνια μέχρι τις ενδιάμεσες εκλογές, που θα κριθεί η τότε πλειοψηφία στη Γερουσία. Αποτελεί πραγματικά για κάποιον που δεν έχει πληροφόρηση για την πραγματική κατάσταση και τις διαμορφούμενες ισορροπίες στην αμερικανική κοινωνία λόγω της παγκοσμιοποίησης, που επέφερε αποβιομηχάνιση σε πολλές πολιτείες των ΗΠΑ, αλλά και της μεγάλης ακρίβειας που κατατρώει τα εισοδήματα των μεσαίων και κατωτέρων στρωμάτων, έκπληξη η συντριπτική αυτή νίκη ενός αμφιλεγόμενου προσώπου, που φαινόταν να έχει τελειώσει πολιτικά όταν στις προηγούμενες εκλογές του 2020 οι φανατικοί οπαδοί του είχαν εισβάλει στο Καπιτώλειο και κατέλυσαν έστω και λίγη ώρα τον σπουδαιότερο αντιπροσωπευτικό θεσμό του αμερικανικού πολιτικού συστήματος.
Η πανηγυρική επάνοδος όμως του Τραμπ πέραν της ισχυρής προσωπικής του ιδιοσυγκρασίας
οφείλεται στην κατάρρευση της οικονομικής δύναμης των μεσαίων κυρίως στρωμάτων, που λόγω του μεγάλου πληθωρισμού και της ακρίβειας έχουν φτάσει σε οριακό σημείο επιβίωσης. Το βασικό συνεπώς κριτήριο της ψήφου αποτέλεσε η οικονομία. Και ενώ κατά την προηγούμενη τετραετία με τις πολιτικές Μπάιντεν που ήταν ο δανεισμός και η μεγάλη κρατική ενίσχυση των επιχειρήσεων με συνέπεια να υπάρχουν πολύ καλοί δείκτες για την ανεργία, αλλά και την ανάπτυξη έναντι του παγκόσμιου ανταγωνισμού, αυτό δεν ήταν απτό στην πλειοψηφία των πολιτών που με τη μεγάλη ακρίβεια και τις τεράστιες ανισότητες βιώνουν καθημερινά μια σκληρή πραγματικότητα.
Πέραν όμως της οικονομίας, τομείς που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη ψήφο υπέρ Τραμπ αποτέλεσαν οι
υπερβολές της woke ατζέντας , που υιοθετήθηκε με φανατισμό και ως πρώτιστη προτεραιότητα από μεγάλη μερίδα του Δημοκρατικού Κόμματος, καθώς και το μεταναστευτικό που έχει λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις στις ΗΠΑ με χαρακτηριστικότερο σημείο την υποστήριξη αυτού, παρά τις ρατσιστικές και ακραίες δηλώσεις του, από τους Ισπανόφωνους. Σημαντική τέλος δήλωση που φωτογραφίζει την ανατροπή των κοινωνικών ισορροπιών είναι αυτή του Γερουσιαστή
Μπέρνι Σάντερς, ηγέτη της αριστερής πτέρυγας το Δημοκρατικού Κόμματος, που εξελέγη για τέταρτη φορά ότι
«δεν αποτελεί μεγάλη έκπληξη που οι ψηφοφόροι της εργατικής τάξης εγκατέλειψαν το κόμμα, αφού η ηγεσία των Δημοκρατικών υπερασπίζεται το κατεστημένο και ο αμερικανικός λαός είναι θυμωμένος και ήθελε αλλαγή. Και σε αυτό έχουν δίκιο». Όλα τα παραπάνω όμως αποτελούν επιμέρους πτυχώσεις και απόρροια της μεγάλης εικόνας του αμερικανικού δράματος, που έχει δύο κυρίαρχες συνιστώσες, αφενός την βαθιά εσωτερική κοινωνική διαίρεση μεταξύ των ελίτ πάσης φύσεως και της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας, που τελεί υπό οικονομική κατάρρευση και αισθάνεται περιθωριοποιημένη και απομονωμένη και αφετέρου την επιταχυνόμενη καθοδική πορεία της αμερικανικής ισχύος.
Η οξύτατη αυτή πολιτική και κοινωνική κρίση φωτογραφίζει την
μεγάλη παρακμή των ΗΠΑ, που δεν μπορούν πλέον να διεκδικούν τον ρόλο της ηγέτιδας δύναμης στον πλανήτη. Η αμερικανική πλανητική ηγεμονία, που ξεκίνησε από το 1945 και κορυφώθηκε το 1989, μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, μέσω της προσπάθειας επιβολής σε παγκόσμιο επίπεδο της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας, και μέσα από την διατύπωση των θεωριών περί του «τέλους της Ιδεολογίας» και του «τέλους της Ιστορίας του ανθρώπου», έφτασε στο τέλος της.
Η νεοφιλεύθερη παγκοσμιοποίηση, που επέβαλαν ως νικητές το 1989, αποτέλεσε τον «δούρειο ίππο» για την αυτοαναίρεση τους.