Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΑΤΖΗΔΑΚΙΣ ΜΑΝΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΑΤΖΗΔΑΚΙΣ ΜΑΝΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

02 Νοεμβρίου 2025

Η νύχτα που γεννήθηκε «Το Χαμόγελο της Τζοκόντας»





✒️ Μια νύχτα στη Νέα Υόρκη, όπου ο Μάνος Χατζιδάκις συνάντησε την αιωνιότητα της σιωπής του.

Ήταν χειμώνας του 1965. Σ’ ένα μικρό διαμέρισμα στο Μανχάταν, ανάμεσα σε κουτιά δίσκων, σημειώσεις και ένα παλιό πιάνο, ο Μάνος Χατζιδάκις ξαγρυπνούσε.
Η Αμερική τον είχε δεχθεί με θόρυβο — ο δημιουργός του “Never on Sunday” ήταν διάσημος, βραβευμένος, ένας Έλληνας που είχε μαγέψει το Χόλυγουντ.
Κι όμως, εκείνη τη νύχτα, ο Χατζιδάκις δεν ήθελε τίποτα απ’ όλα αυτά.
Ήθελε απλώς να ακούσει τη σιωπή μέσα του.

Στην ξένη πόλη, ανάμεσα σε χιλιάδες φώτα και κανένα βλέμμα, γεννήθηκε Το Χαμόγελο της Τζοκόντας — όχι σαν μουσική παραγγελία, αλλά σαν προσευχή ενός ανθρώπου που πονά για την ομορφιά.
«Ήθελα να μιλήσω για το χαμόγελο που βλέπει πίσω από τον πόνο», θα πει αργότερα.
Έτσι έγραψε τις δέκα μικρές «εικόνες»: Ο Στρατιώτης, Η Παρθένα, Το Όνειρο, Ο Θρήνος της Μάνας, Η Επιστροφή.
Μικρές μουσικές ιστορίες για ανθρώπους που υπήρξαν ή που θα μπορούσαν να υπάρξουν.

29 Ιουνίου 2025

Ο Luigi Pirandello γεννήθηκε 28 Ιουνίου 1867 – 10 Δεκεμβρίου 1936

Μάνος Χατζιδάκις 

Σκοπός μου ετούτη τη φορά, και μ’ αφορμή ένα θαυμάσιο έργο, ίσως το πιο θαυμαστό του Πιραντέλλο, είναι να φτιάξω πάλι τραγούδια, μα που να πηγαίνουν πιο μπροστά, απ’ ό,τι μέχρι τώρα έχω φτιάξει. 

Η φιλοδοξία μου, καθώς βλέπετε, δεν είναι καθόλου μικρή. Γιατί αξίζει κανείς να φτιάχνει τραγούδια λαϊκά, που να μη καμώνονται τα λαϊκά με τη φτωχοντυμένη και λαϊκοφανή τους παρουσία. Κι ύστερα, είναι ενδιαφέρον να δοκιμάζεις ν’ αφαιρείς την ελληνικότητα που τόσο σε χαρακτηρίζει, και στο τέλος να παραμένεις ίδιος κι απαράλλαχτος αυτός που είσαι. 

Η Μεσόγειος, βλέπετε, θα μου επιτρέψετε να πω, χάρισε την ίδια θάλασσα και σε μένα και στον Πιραντέλλο.

Άλλωστε, μ’ ενδιαφέρει να πω περισσότερα με το τραγούδι, σχεδόν πιο πολλά απ’ ό,τι χωράει. Τώρα, αν τα τραγούδια μου αυτά είναι λαϊκά ή όχι, το θέμα χωράει συζήτηση. Γιατί, τι συνηθίσαμε να λέμε λαϊκό και τι είναι πραγματικά το λαϊκό; Και για να εξηγηθούμε. Όταν λέω κάτι λαϊκό δεν το εννοώ και για τον Λαό. Κατά σύμπτωση, ο Λαός κάθε άλλο παρά λαϊκός είναι. Τα μπουζούκια, οι μπαγλαμάδες και οι ζουρνάδες είναι η συνήθειά του. 

16 Ιουνίου 2025

Μάνος Χατζιδάκις

[ Οὐδὲν γὰρ ἄλλο ἔχουσα εἰς Ἅδου ἡ ψυχὴ
ἔρχεται πλὴν τῆς παιδείας τε καὶ τροφῆς
ΠΛΑΤΩΝ, Φαίδων ]


Ἦθος, Λόγος, Πάθος. Τὸ τρισυπόστατο τῆς δυνάμεως τοῦ Μάνου Χατζιδάκι. Τῆς δυνάμεως ποὺ ὁλοένα ἀνεβαίνει, ἐκτείνει τὰ ὅριά της καὶ ἀγγίζει τὰ θεμέλια τοῦ οὐράνιου κύκλου.

Μελωδίες πλασμένες ἀπὸ Γῆ, Ὕδωρ καὶ Φῶς. Ἀπὸ Ψυχή. Ἀπὸ ἀνθρώπινη, Ἑλληνικὴ Οὐσία.

Κλασσικοί, βυζαντινοί, παραδοσιακοὶ καὶ νέοι ρυθμοί, σὲ τέλεια ἁρμονία, τεχνικῶς ἀσύγκριτα ἀριστουργήματα ποὺ συγκροτοῦν ἕνα εὔθραυστο μὰ καὶ ρωμαλέο, γήινο καὶ οὐράνιο Σῶμα. Δίνουν τὸ μέτρο τοῦ πνευματικοῦ μεγαλείου.

Τὸ ἄστρο του φανερώθηκε σὲ μιὰ ἐποχὴ τεκτονικῶν -κοινωνικῶν καὶ πνευματικῶν- σεισμῶν.

Ἡ βαθειὰ Πίστη πρὸς τὴν Ἑλληνικὴ Παράδοση καὶ ἡ δίψα γιὰ Πνευματικὴ Ἀναγέννηση τῆς Ἑλλάδος γέννησαν τὸ φαινόμενο Μάνος Χατζιδάκις.

Τὸ Ἔργο του εἶναι ἡ ἀπόδοση τῆς Ἑλλάδος στὴν Οἰκουμένη. Ἕνα πλατὺ ἄνοιγμα πνευματικῶν ὁριζόντων. Ἡ προσωπικότητά του, ἡ ἀκατάβλητη αὐτὴ δύναμη, ἦλθε σὲ αὐτὸν τὸν Κόσμο γιὰ νὰ παράξει Λόγο, Ἔργο, Νόημα. Ὅραμα.

Ἄνθρωπος ἐλεύθερος καὶ ἀδέσμευτος, μὲ τρόπους ἀριστοκρατικούς, ὁ Μάνος Χατζιδάκις εἶχε ζήσει τὴν Ἑλλάδα τῶν Τριῶν Κόσμων. Πείνασε, ἐργάστηκε, ἐρωτεύτηκε, πόνεσε, πολέμησε, μεγαλούργησε, δίδαξε. Μέσα ἀπὸ τὴν Ἰδέα τοῦ δοκιμασμένου Ἔθνους φωταγώγησε ὄχι μόνον τὴν Πνευματικὴ Ἑλλάδα ἀλλὰ ὁλόκληρη τὴν Οἰκουμένη.

Απόψε πονάω σ’ όλες μου τις απογνώσεις κάνει πολύ κρύο κάτω απ’ τη σκιά της ζωής μου που γέρασε

Ανδριανόπουλος Μπάμπης


Ο Μάνος Χατζηδάκις σε ένα σχόλιό του στο Γ' Πρόγραμμα για τη Μάτση Χατζηλαζάρου:

«Σαν ήμουν πολύ νέος, τη ζούσα από μακριά. Ήταν φίλη του φίλου μου Ανδρέα Καμπά. Και ήταν απλησίαστη. Ένα αληθινό ερωτικό όνειρο, έτσι καθώς γελούσε, γέρνοντας το κεφάλι της στον ώμο του Ανδρέα. Πάντα ξεχνούσε τ᾽όνομά μου. Δεν ήμουν μέσα στην τροχιά της. Μα εγώ τη ζούσα από μακριά κι επαναλάμβανα τους στίχους της, την ώρα που επέστρεφα το βράδυ σπίτι μου...

Γεννήθηκε δεν ξέρω πού. Έζησε, όπως κι εγώ, στην Κατοχή. Κι έφυγε από την Ελλάδα, λίγο μετά το τέλος του πολέμου. Χάθηκε μες στην κατεστραμμένη Ευρώπη –τότες που η Ελλάδα ήταν Ελλάδα και η Ευρώπη, Ευρώπη. Χάθηκε… που λέει ο λόγος. Γιατί τα αληθινά κορίτσια, δεν χάνονται ποτέ. Δεν τ’ αρπάζει ο καιρός. Ξανάρχονται με τη μορφή βιβλίων, προσευχών και τραγουδιών ...
Γυναίκα αθάνατη και Μάτση των ονείρων. Σ' αναγνωρίζω ολόκληρη μες απ' αυτό το απελπισμένο κέφι σου που μ' εξοντώνει. Και τραγουδώντας τα οράματά σου, σ' ακολουθώ. Μήπως και ξαναγεννηθεί ο χρόνος που μας γέννησε, που θα τον λεν Ιούς, Μανιούς, ίσως και Άκουα Μαρίνα.»

23 Φεβρουαρίου 2025

Μάνος Χατζιδάκις: Σκέψεις και παρατηρήσεις για το αναζωογονημένο φαινόμενο του νεοναζισμού

Του Μπάμπη Ανδριανόπουλου 

22 Φεβρουαρίου 1993 

H Ορχήστρα των Χρωμάτων υπό τη διεύθυνση, για τελευταία φορά, του ιδρυτή της Μάνου Χατζιδάκι δίνει συναυλία διαμαρτυρίας κατά του Νεοναζισμού με έργα Βάιλ, Λιστ και Μπάρτοκ στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Το πρόγραμμα της συναυλίας περιέχει ένα κείμενο - μανιφέστο του μεγάλου έλληνα συνθέτη κατά του νεοναζισμού που κατά την άποψή μου πρέπει να διδάσκεται στα σχολεία όλων των βαθμίδων.
Ας το ξανα-διαβάσουμε καθώς σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, είναι επίκαιρο όσο ποτέ...

«Σκέψεις και παρατηρήσεις για το αναζωογονημένο φαινόμενο του νεοναζισμού».

Ο νεοναζισμός, ο φασισμός, ο ρατσισμός και κάθε αντικοινωνικό και αντιανθρώπινο φαινόμενο συμπεριφοράς δεν προέρχεται από ιδεολογία, δεν περιέχει ιδεολογία, δεν συνθέτει ιδεολογία.

Είναι η μεγεθυμένη έκφραση-εκδήλωση του κτήνους που περιέχουμε μέσα μας χωρίς εμπόδιο στην ανάπτυξή του, όταν κοινωνικές ή πολιτικές συγκυρίες συντελούν, βοηθούν, ενισχύουν τη βάρβαρη και αντιανθρώπινη παρουσία του.

Η μόνη αντιβίωση για την καταπολέμηση του κτήνους που περιέχουμε είναι η Παιδεία. Η αληθινή παιδεία και όχι η ανεύθυνη εκπαίδευση και η πληροφορία χωρίς κρίση και χωρίς ανήσυχη αμφισβητούμενη συμπερασματολογία. Αυτή η παιδεία που δεν εφησυχάζει ούτε δημιουργεί αυταρέσκεια στον σπουδάζοντα, αλλά πολλαπλασιάζει τα ερωτήματα και την ανασφάλεια. Όμως μια τέτοια παιδεία δεν ευνοείται από τις πολιτικές παρατάξεις και από όλες τις κυβερνήσεις, διότι κατασκευάζει ελεύθερους και ανυπότακτους πολίτες μη χρήσιμους για το ευτελές παιχνίδι των κομμάτων και της πολιτικής. Κι αποτελεί πολιτική «παράδοση» η πεποίθηση πως τα κτήνη, με κατάλληλη τακτική και αντιμετώπιση, καθοδηγούνται, τιθασεύονται.

Ενώ τα πουλιά… Για τα πουλιά, μόνον οι δολοφόνοι, οι άθλιοι κυνηγοί αρμόζουν, με τις «ευγενικές παντός έθνους παραδόσεις».

Κι είναι φορές που το κτήνος πολλαπλασιαζόμενο κάτω από συγκυρίες και με τη μορφή «λαϊκών αιτημάτων και διεκδικήσεων» σχηματίζει φαινόμενα λοιμώδους νόσου που προσβάλλει μεγάλες ανθρώπινες μάζες και επιβάλλει θανατηφόρες επιδημίες.

24 Δεκεμβρίου 2024

Τα Χριστούγεννα του Μάνου Χατζιδάκι: Ο μύθος των Χριστουγέννων και η σιωπηλή Γέννηση του Χριστού ★ Αέναη επΑνάσταση



Επιμέλεια Σοφία Ντρέκου, Αρθρογράφος

(Sophia Drekou, BSc in Psychology)

Χωρίς τίτλο και ημερομηνίες, θα νόμιζε κανείς ότι γράφτηκε σήμερα το πρωί. Αυτό δείχνει πόσο παρών είναι ο Χατζιδάκις. Όχι, δεν ήταν μπροστά από την εποχή του. Γιατί και τότε μπορούσε κανείς να δει τη φενάκη που κουκούλωνε την αστική μας θλίψη. Τότε η φωτεινή βιτρίνα λεγόταν ΜΙΝΙΟΝ, Αδελφοί Λαμπρόπουλοι, Άκρον Ίλιον Κρυστάλ. Σήμερα, είναι τα Mall, σύγχρονα στρατόπεδα μαζικής κατανάλωσης. Τελικά, ο Χατζιδάκις ήταν και τότε παρών, είναι και σήμερα παρών. Κι αυτός, μαζί με άλλα άχρονα και μαζί διαχρονικά ξωτικά, είναι το αντίδοτο στην ψεύτικη χαρά, στη μασκαρεμένη θλίψη... στα Χριστούγεννα χωρίς Χριστό.

ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΜΙΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ

Μάνος Χατζιδάκις: Σαν άρχισα τα «Σχόλια» στο Τρίτο το '78, δεν είχα αποσαφηνίσει μέσα μου ούτε το ύφος της γραφής τους, ούτε καλά-καλά τους στόχους μου. Γνώριζα βέβαια πως θά 'πρεπε να ξεκινήσω απ' την πραγματικότητα του τόπου μας, αλλά όχι με τον τρόπο της «βραδυνής» και «μεσημβρινής» παραδημοσιογραφίας - τρόπος και είδος γραφής πού απεχθάνομαι από νέος και περιφρονώ.

Σχόλιο με σχόλιο λοιπόν σχημάτιζα τον τρόπο, τη γραφή και το επίπεδο μέσα απ' το όποιο έβλεπα τον νεοελλαδικό κόσμο μας και επικοινωνούσα ολοένα με ένα πλατύτερο κοινό ή καλλίτερα με ένα μεγαλύτερο κοινό, γιατί ποτέ είναι αλήθεια δεν υπήρξα κατάλληλος για το πλατύ κοινό. Φυσικά επικοινωνούσα με όλους, εκτός από τους παραδημοσιογράφους και τον αρμόδιο υφυπουργό - ανίκανους, για μια οποιαδήποτε επικοινωνία.

06 Δεκεμβρίου 2024

Η περίφημη ομιλία του Μάνου Χατζιδάκι: Το Ρεμπέτικο, θεμέλιος λίθος της λαϊκής μουσικής



Στις 31 Ιανουαρίου του 1949 ο συνθέτης Μάνος Χατζιδάκις δίνει την περίφημη διάλεξή του για το Ρεμπέτικο στο «Θέατρο Τέχνης» του Κάρολου Κουν. Με τη διάλεξή του ο Μάνος Χατζιδάκις επαναπροσδιορίζει τη θέση του ρεμπέτικου. Εκείνη την περίοδο, το ρεμπέτικο εξαπλωνόταν στις λαϊκές γειτονιές και σταδιακά σπάει τα όρια τους. Η εξουσία και οι αρχές το κυνηγούσαν. Οι αστοί και οι διανοούμενοι το περιφρονούσαν.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο Μάνος Χατζιδάκις, νεαρός τότε συνθέτης, τόλμησε να δώσει μια διάλεξη για την ανάδειξη του ρεμπέτικου ως θεμέλιου λίθου της σύγχρονης ελληνικής λαϊκής μουσικής. Παρουσιάζει τον Μάρκο Βαμβακάρη και τη Σωτηρία Μπέλλου, οι οποίοι τραγούδησαν μπροστά στο έκπληκτο κοινό του Θεάτρου Τέχνης. Η διάλεξη προκαλεί αντιδράσεις. Μέχρι που αστυνομία ειδοποιεί τη μητέρα του Χατζιδάκι να προσέχει για λίγο καιρό ο γιος της όταν κυκλοφορεί στη γειτονιά τους, στο Παγκράτι.


Η διάλεξη του Μάνου Χατζιδάκι


EΡΜΗΝEΙΑ ΚΑΙ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ (PEΜΠΕΤIKΟ)

«Θα ήθελα προκαταβολικά να σας πληροφορήσω, πως μ’ όλη μου την καλή διάθεση, δεν είμαι σε θέση να πω, ούτε καινούργια πράγματα, ούτε κι όσα μιλήσω απόψε να τα δώσω με σοφία. Θα προσπαθήσω όμως, κι όσο μπορώ πιο καλά, να σας μεταδώσω αυτό που με κάνει να ζω και να βλέπω την αξία του μέχρι σήμερα περιφερόμενου λαϊκού σκοπού της πόλης.

Τώρα, αν τούτη η πανηγυριώτικη ομιλία για το ρεμπέτικο, γινόταν πριν δυο χρόνια, ίσως να ΄χε κάπως διαφορετικό χαρακτήρα, δηλαδή να ΄ταν, πιο μεροληπτική –μπορούμε να πούμε – και συγχρόνως πιο ενθουσιαστική για το θησαυρό που κλείνουν οι ρυθμοί του ζεϊμπέκικου και του χασάπικου. Δεν θα μπορούσαμε ίσως να ξεφύγουμε από τη γοητεία του γυαλένιου ήχου ενός μπουζουκιού για να κοιτάξουμε το θέμα μας στη ρίζα του κι ακόμη να μείνουμε όσο χρειάζεται ψυχροί κι αντικειμενικοί για μια τέτοια δουλειά. Αυτό -θα πείτε- μπορεί να γίνει σήμερα; Είναι κάτι που δεν μπορώ να προεξοφλήσω με βεβαιότητα. Όσο νά ΄ναι όμως, η μεγάλη διάδοση που πήρε τα δύο τελευταία χρόνια το ρεμπέτικο, μας αφήνει περιθώριο για μια τέτοια, επικίνδυνα πρώιμη, ομολογώ εργασία.

Το ρεμπέτικο, κι αυτό είναι γεγονός αναμφισβήτητο, έχει πια επιβάλλει τη δύναμή του, λίγο – πολύ σ΄ όλους μας, είτε θετικά, είτε αρνητικά, είτε δηλαδή γιατί το παραδεχόμαστε, είτε όχι, ενώ συγχρόνως βλέπουμε να έχει δημιουργηθεί γύρω του μια επιπόλαιη κατάσταση μόδας, που μας κάνει ν’ αντιδρούμε δικαιολογημένα σ’ αυτήν και ν’ αμφιβάλλουμε για τη μελλοντική και ποιοτική εξέλιξη του είδους. (Εδώ πέρα βέβαια παίρνω σαν δεδομένο την ποιοτική του αξία). Και στον τόπο μας καθώς κι έξω, όλα περνούν απ’ αυτήν την περίοδο που ονομάζουμε μόδα. Μήπως απέφυγε κάτι τέτοιο το δημοτικό μας τραγούδι πριν 50 χρόνια, σαν φούντωνε το κίνημα των δημοτικιστών; Κι ακόμη πριν δύο χρόνια, το ίδιο δεν είχε συμβεί με τις λαϊκές εικαστικές τέχνες, όπου ο Θεόφιλος και ο Παναγής Ζωγράφος προβάλλονται στο ίδιο πλάνο με τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα;

Ποιος μπορεί να σταματήσει μια τέτοια κατάσταση, κι ακόμη ποιος μπορεί να μην παραδεχτεί ίσως την αναγκαιότητα αυτήν της περιόδου μόδας -ας την πούμε- ωσότου τα πράγματα κατασταλάξουν κι έλθουν στη φυσική τους θέση; Το ίδιο πρέπει -νομίζω- να περιμένουμε και με τα ρεμπέτικα. Γιατί θά ΄ναι κάπως ανόητο αν νομίσουμε, ότι ο χασάπικος μπορεί ή πάει ν΄αντικαταστήσει το ταγκό. Οι λαϊκοί τούτοι ρυθμοί έχουν κάτι πολύ, περισσότερο απ’ όσο χρειάζεται για να καλυφθούν οι βραδινές μας διασκεδαστικές ώρες – άσχετα αν αυτός ο χαρακτήρας επιβάλλεται κι επικρατεί στις λαϊκές τάξεις. Ύστερα για μας θά ΄ναι μεγάλο ψέμα αν ισχυρισθούμε ότι είναι δυνατόν να εκδηλωθούμε μ’ αυτούς τους τόσο γυμνούς κι απέριττους ρυθμούς. Κάτι τέτοιο μόνο για αυτούς, που με κρασί ή με άλλα μέσα, στέλνουν στο διάβολο – που λεν- κάθε κοινωνικό φραγμό και κάθε σύμβαση, έστω και για μια ώρα.

Παρατηρώντας όμως μια ιδιότητα αυτών των ρυθμών, ήδη δημιουργείται μέσα μας ένας θαυμασμός για τη δύναμη που περιέχουν και που μας κινεί το ενδιαφέρον να γνωρίσουμε από κοντά τούτη τη δύναμη που από ΄δω και πέρα λες και σαν μαγεία μας φέρνει σ΄ άμεση επαφή με το μελωδικό της στοιχείο. Αυτά όμως όλα κουράζουν σαν δεν τα δεις έξω απ’ την καθημερινότητά τους. Κάθε απόπειρα που θα κινήσει να φέρει το ρεμπέτικο τραγούδι σε καθημερινή χρήση, και επιπόλαια και καταδικασμένη είναι.

Αλλά το ίδιο μήπως δεν συμβαίνει και με την άλλη μουσική, αυτήν που ονομάζουμε σοβαρή; Μπορεί κανείς να φανταστεί ποτές, πως μια βραδιά κεφιού του, είναι δυνατόν να την καλύψει με την Σονάτα 110 του Mπετόβεν; (Δικαιολογημένα τώρα ίσως να σας γεννηθεί απορία για τη σχέση που μπορεί να έχει το ρεμπέτικο με τον Μπετόβεν. Παρ΄ όλο που και αργότερα θα επανέλθω σε παρόμοιους παραλληλισμούς σας προειδοποιώ πως δεν υπάρχει απολύτως καμία σχέση).

Λοιπόν δεν νομίζω, πως ο σνομπισμός αυτός γύρω από το ρεμπέτικο τραγούδι είναι δυνατό να μας σταθεί εμπόδιο, για να κοιτάξουμε προσεκτικά την αξία του και ν΄αγαπήσουμε την αλήθεια και τη δύναμη που περιέχει. Αυτά τα τραγούδια είναι τόσο κοντινά σε μας και σε τέτοιο σημείο δικά μας, που δεν έχoμε νομίζω σήμερα τίποτ΄ άλλο για να ισχυριστούμε το ίδιο.

25 Οκτωβρίου 2024

Λουδοβίκε, η παραίσθηση είναι η πολυτέλεια των μοναχικών ανθρώπων.



Μια φορά πήγα στην Αθήνα
και μου λέει ο Μάνος Χατζιδάκις:
- Τί φέρνεις από κάτω Λουδοβίκε;

- Έχω μια γειτόνισσα, τη Μαριώ,
του λέω, που είναι ενενήντα ετών,

μοναχή στη ζωής της
και την συμπαθώ πολύ.

Της πήρα μια συνέντευξη κι έχω 
την κασέτα και άκου τί μου είπε:

Ότι της έβαλαν, τα ανίψια της, 
ένα ακουστικό στο αυτί,

κι άνοιξε το μυαλό της και ακούει
φωνές από τότε που ήτανε μικρή,

ακούει μαντινάδες, ακούει παράξενα
πράγματα, και μου έλεγε μάλιστα:

- Αν μπορούσε ένας γιατρός να βάλει
ένα ακουστικό να ακούσει τί ακούω,
θα είχε πολύ ενδιαφέρον, για το γιατρό. 

- Σαν τί ακούς; τη ρωτάω.

- Τις προάλλες, που ξύπνησα το πρωί,
άκουσα της μάνας μου τη φωνή
να μου λέει:

''Αχ, παιδί μου, Μαριωράκι μου...
Αχ, παιδί μου, Μαριωράκι μου...''

- Γιώργη, 
ένα σταμνί δάκρυα έχυσα
εκείνη τη μέρα για τη μάνα μου.

Με ακούει προσεκτικά ο Χατζιδάκις
και μου λέει:

- Πριν κάποιο καιρό
καθόμουνα στο γραφείο
κι εκεί που δουλεύω, λέω ξαφνικά:

''Μητέρα, 
θα μου κάνεις έναν καφέ;''

Και τρομάζω... Η μητέρα μου
είχε πεθάνει πριν δεκαπέντε χρόνια.

Λουδοβίκε,
η παραίσθηση είναι η πολυτέλεια
των μοναχικών ανθρώπων.

Γιώργης Δραμουντάνης
(Λουδοβίκος των Ανωγείων)

Σαν σήμερα, το 1925,
γεννήθηκε ο Μάνος Χατζιδάκις.

21 Ιουλίου 2024

Ὁ Γιάννης ὁ φονιάς



από π. Μιλτιάδης Ζέρβας


Σὲ μιὰ ἄλλη ἐποχή, ὄχι τόσο μακρινή, τὰ πρόσωπα μιλοῦσαν μὲ φειδὼ καὶ πολὺ συχνὰ σιωποῦσαν μπροστὰ στὴν τραγικότητα τοῦ πολύπαθου βίου τῶν ἀνθρώπων. Πίστευαν οἱ παλιοὶ πὼς τὰ «πολλὰ λόγια εἶναι φτωχὰ» κι ἀνήμπορα νὰ χωρέσουν τὴν ὀδύνη, τὴ συμφορὰ καὶ τὸ κρίμα.

Δὲν κατανοοῦμε σήμερα τούτη τὴ στάση. Συχνὰ τὴν ἑρμηνεύουμε ὡς παθητικὴ καὶ συνένοχη. Κάποιοι ἀπὸ ἐμᾶς τελικά, δὲν διστάζουν νὰ καταγγείλουν μὲ φωνὴ σθεντόρια τὶς παλαιότερες γενιὲς ὡς ὑπαίτιες τῆς καλλιέργειας τῆς ἔμφυλης βίας, γιατὶ «ἡ σιωπὴ σημαίνει συγκάλυψη».

Κι ὅμως οἱ ἄνθρωποι κάποτε, ἀπὸ τὶς σιωπές τους φτιάχναν λόγια ἀκριβά. Λόγια ποὺ θέλαν νὰ κατανοήσουν τὴν ἀνθρώπινη φύση, λόγια ποὺ ἐπιχειροῦσαν νὰ αἰσθανθοῦν τὴν ἀνθρώπινη καρδιά, λόγια ποὺ γονάτιζαν γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὸν ἀνθρώπινο πόνο. Λόγια ποὺ δὲν εἶχαν τὴν ἔπαρση ὅτι εἶναι ἱκανὰ νὰ ἀλλάξουν τὸν κόσμο, ὅμως καλλιεργοῦσαν τὴν ἐλπίδα πὼς μπορεῖ τοῦτος ὁ κόσμος νὰ γίνει λίγο πιὸ φωτεινός. Ἔφτιαχναν, τότε, οἱ ἄνθρωποι μὲ τὶς σιωπές τους στίχους καὶ ποιήματα καὶ τραγούδια.

Ἕνα τέτοιο τραγούδι ἀκούστηκε τὸ 1975 ἀπὸ τὸν Μανώλη Μητσιά. Εἶχε γράψει τοὺς στίχους ὁ Νίκος Γκάτσος καὶ τὴ μουσικὴ ὁ Μάνος Χατζιδάκις. Τὸ τραγούδι φέρει τὸν τίτλο «Ὁ Γιάννης ὁ φονιάς».

«Ὁ Γιάννης ὁ φονιάς παιδὶ μιᾶς Πατρινιᾶς καὶ ἑνὸς Μεσολογγίτη»
.

Ἔτσι ξεκινᾶ τὸ τραγούδι, μὲ τοῦτα ἀκριβῶς τὰ λόγια. Ἔχει προηγηθεῖ μιὰ μικρὴ μουσικὴ εἰσαγωγὴ, στὴν ὁποία κυριαρχεῖ ὁ ἦχος τοῦ μπουζουκιοῦ. Τὸ λαϊκὸ αὐτὸ ὄργανο στὸ ρυθμὸ τοῦ χασάπικου μὲ ἔνταση ἀποκαλύπτει μυστικά, ὅλα ὅσα οἱ στίχοι δὲν ἀφηγοῦνται. Ὁ Γιάννης ἔχει σκοτώσει τὴ γυναίκα του, ἐκείνη ποὺ ἔφερε στὸν κόσμο τὰ ἑπτὰ παιδιά τους, ἕξι ἀγόρια καὶ ἕνα μοναχὰ κορίτσι. Τὴν σκότωσε γιατὶ ἐκείνη τὸν ἀπάτησε μὲ τὸν καλύτερό του φίλο. Τὰ πρῶτα μουσικὰ μέτρα τοῦ τραγουδιοῦ ὑπονοοῦν τὴ βία, μιλοῦν γιὰ τὸ κακὸ ποὺ ἔχει συντελεστεῖ, ξεδιπλώνουν τὴν τραγωδία, ὄχι μὲ κάμερες καὶ αὐτόπτες μάρτυρες, ὄχι μὲ δημοσιογράφους καὶ εἰδήμονες, ἀλλὰ μὲ ἕναν τρόπο κατὰ τὸν ὁποῖο ἡ ψυχὴ πληροφορεῖται γιὰ τὴν ἀλήθεια ποὺ τὰ γεγονότα φέρουν καὶ ὄχι γιὰ τὰ ἐπιφαινόμενα. Ξέρει ὁ ποιητὴς πὼς οἱ λόγοι ἐνδέχεται νὰ προσβάλλουν τὴν ἱερότητα τοῦ δράματος, νὰ ὑποκινήσουν τὴ φτηνὴ περιέργεια, νὰ χρησιμοποιηθοῦν ὡς ἄναρθες κραυγὲς χωρὶς νόημα· γι’ αὐτὸ παραχωρεῖ τὴ θέση τους στὸ μέλος.

Μὰ ὅταν τὰ λόγια τελικὰ προβάλλουν καὶ συναντοῦν τὴ μουσική, ἡ ἔνταση τοῦ μπουζουκιοῦ ὑποχωρεῖ, ὁ ἦχος γίνεται πιὸ λυρικός. Κι ὅμως, τὸ πρῶτο πράγμα ποὺ ἀκοῦμε μέσα σ’ αὐτὴ τὴ νέα μουσικὴ ἀτμόσφαιρα εἶναι ἡ σκληρὴ ἀποκάλυψη πὼς ὁ Γιάννης εἶναι φονιάς. Ὁ Γκάτσος δὲν στρογγυλεύει τὰ πράγματα, δὲν κρύβεται, δὲν λέει μισόλογα: ὁ Γιάννης σκότωσε τὴ γυναίκα του καὶ γι’ αὐτὸ εἶναι φονιάς. Μπορεῖ τὸ δικαστήριο νὰ τὸν ἀθώωσε, θεωρώντας πὼς ἡ δολοφονία ἔγινε «ἐν βρασμῷ ψυχῆς», μὰ τοῦτο δὲν ἀλλάζει τὰ πράγματα. Ὁ ποιητὴς δὲν καταγγέλλει τὸν Γιάννη, δὲν ἔρχεται νὰ τὸν δικάσει ἐκ νέου, ἁπλὰ περιγράφει τὴν πραγματικότητα. Μιλᾶ μονάχα γιὰ τὴν ἀλήθεια ποὺ βλέπει. Ἡ πράξη τοῦ Γιάννη εἶναι ἀπὸ ἐκεῖνες ποὺ ἀμαυρώνουν τὴν ψυχή. Εἶναι ἀπὸ ἐκεῖνες ποὺ σὲ ὁρίζουν, ποὺ σὲ μεταποιοῦν ἀπὸ κάτι ποὺ ἦσουν σὲ κάτι ποὺ ἔγινες. Ὁ Γιάννης, λοιπὸν, ἦταν σύζυγος καὶ ἔγινε φονιάς.

28 Ιουνίου 2024

Χατζιδάκις - Πιραντέλο και λαϊκός πολιτισμός

Ο Luigi Pirandello γεννήθηκε 28 Ιουνίου 1867 – 10 Δεκεμβρίου 1936

Αναστασία Παπαϊωάννου 3.11.2020



Μάνος Χατζιδάκις 


Σκοπός μου ετούτη τη φορά, και μ’ αφορμή ένα θαυμάσιο έργο, ίσως το πιο θαυμαστό του Πιραντέλλο, είναι να φτιάξω πάλι τραγούδια, μα που να πηγαίνουν πιο μπροστά, απ’ ό,τι μέχρι τώρα έχω φτιάξει. Η φιλοδοξία μου, καθώς βλέπετε, δεν είναι καθόλου μικρή. Γιατί αξίζει κανείς να φτιάχνει τραγούδια λαϊκά, που να μη καμώνονται τα λαϊκά με τη φτωχοντυμένη και λαϊκοφανή τους παρουσία. Κι ύστερα, είναι ενδιαφέρον να δοκιμάζεις ν’ αφαιρείς την ελληνικότητα που τόσο σε χαρακτηρίζει, και στο τέλος να παραμένεις ίδιος κι απαράλλαχτος αυτός που είσαι. 
Η Μεσόγειος, βλέπετε, θα μου επιτρέψετε να πω, χάρισε την ίδια θάλασσα και σε μένα και στον Πιραντέλλο.

Άλλωστε, μ’ ενδιαφέρει να πω περισσότερα με το τραγούδι, σχεδόν πιο πολλά απ’ ό,τι χωράει. Τώρα, αν τα τραγούδια μου αυτά είναι λαϊκά ή όχι, το θέμα χωράει συζήτηση. Γιατί, τι συνηθίσαμε να λέμε λαϊκό και τι είναι πραγματικά το λαϊκό; Και για να εξηγηθούμε. Όταν λέω κάτι λαϊκό δεν το εννοώ και για τον Λαό. Κατά σύμπτωση, ο Λαός κάθε άλλο παρά λαϊκός είναι. Τα μπουζούκια, οι μπαγλαμάδες και οι ζουρνάδες είναι η συνήθειά του. 

Εμένα μ’ ενδιαφέρουν εκείνες οι λίγες, οι μοναδικές του στιγμές που ζει, χωρίς καλά-καλά να το καταλαβαίνει, την αλήθεια του.
 Είναι οι στιγμές που είναι σκέτα Άνθρωπος, χωρίς την βία του Χρόνου, χωρίς την αγωνία του Χώρου, χωρίς την φθορά της τάξης του. 

Είναι, με δυο λόγια, λιγάκι Νέος, λιγάκι δεκαοχτάχρονος. 
Μόνο σ’ αυτές του τις στιγμές ο Λαός δέχεται και εκπέμπει σωστά. 
Όλα τ’ άλλα είναι φιλολογία.

24 Ιουνίου 2024

Μάνος Χατζηδάκις


Ιάκωβος Καμπανέλλης

Παρίσι 1961, αργά κάποια νύχτα.
Τον συνάντησα όλως τυχαίως 
σ' ένα καφενείο στα Ηλίσια.

Είχε πάρει το Όσκαρ,
είχε γίνει διεθνώς γνωστός,

οι μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες
του κόσμου, τον ήθελαν δικό τους.

Ήταν ολομόναχος,
κάτι που δε το συνήθιζε.

Απόρησα
και του είπα πως δε θα 'θελα
να του χαλάσω τη μοναξιά.

Απάντησε
πως χάρηκε που βρέθηκα εκεί.
''Φτάνει η μοναξιά...''

Και αμέσως μετά άρχισε 
να μου εξομολογείται ότι περνά
τις χειρότερες μέρες τις ζωής του.

Ούτε Όσκαρ ήθελε, 
ούτε διεθνείς επιτυχίες,
ούτε τίποτα.

Τα μισεί και τα περιφρονεί όλα,
του είναι ξένα, δεν είναι ο εαυτός του.

Και αυτό το τραγούδι,
που χαλάει κόσμο, τον ενοχλεί. 

Θα πίστευα
ότι είναι μόνο ένα ξέσπασμα,
μια κατάσταση κρίσης περαστικής,

εάν δεν ήταν μια ομολογία
εκ βαθέων και έως δακρύων.

Αρκετά χρόνια αργότερα,
στις Ηνωμένες Πολιτείες,

η Μελίνα θριαμβεύει με το μιούζικαλ
του Ζυλ Ντασέν ''Ίλια Ντάρλινγκ'',
με μουσική Μάνου Χατζιδάκι.

Ήμουν κι εγώ εκεί. Μεγάλη παραγωγή
του Μπρόντγουεη και του Χόλιγουντ,

διευθυντές δισκογραφικών εταιρειών
ζητούν να τον συναντήσουν.
Αρνείται.

Τελικά κλείνει ένα ραντεβού
με τους πιο σημαντικούς.

Το ραντεβού είναι για κάποιο πρωί 
στις Έντεκα.

23 Ιουνίου 2024

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ, ΚΑΤΩ ΑΠ' ΤΗ ΛΑΣΠΗ ΤΩΝ ΙΝΦΛΟΥΕΝΣΕΡ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΣΟΥΛΟ-ΣΕΛΕΜΠΡΙΤΙ



Του Νίκου Ξυδάκη 

――― 
< Βλέπω το γκλίτερ των ινφλουένσερ και του τικ-τοκ, βλέπω λούμπενο-Φειδίες στο πλυντήριο Κύπρου, Gilbert and George με ξεκάλτσωτο μοκασίνι, τσουλο-σελέμπριτι, γλειφτιάδες, πρακτόρια, hustlers, μια Ελλάδα προτεκτοράτο γκόλντεν βίζα, μια Ευρώπη -Αποικία. > 

Τριάντα χρόνια από την εκδημία του Μάνου Χατζιδάκι, πενήντα χρόνια Μεταπολίτευση. Ο Χατζιδάκις, μούσα πολύτροπος, μάς πήρε μειράκια και μας συνδιαμόρφωσε. Ο μοντερνισμός, ο αισθητισμός, ο βαθύς σεβασμός του λαϊκού, η βασίλισσα ποίηση, η αναίδεια στις εξουσίες, η λατρεία των αισθήσεων και της ζωής, ο ακομπλάριστος κοσμοπολιτισμός, η τελετουργία των καφενείων και των ξενυχτιών.

Ο κόσμος του Χατζιδάκι, λοιπόν. Υπάρχει ακόμη; Αχ, μου φαίνεται ότι βουλιάζει μαζί με όσους γαλούχησε, με όσους νανούρισε, με όσους έβαλε να ονειρευτούν. Πόσο πασέ θα ακουγόταν σήμερα η ελευθεριότητά του, ο αυθάδης δανδισμός και η διαρκής νιότη του… Και πόσο υποκριτικά, πόσο κούφια, μου ακούγονται ήδη όσα γραμμένα από λογογράφους θα εκφωνηθούν, κοπιπέιστ από έναν γκουγκλισμό. Και πόση κατασκευασμένη νοσταλγία, από όσους έκαναν την πάπια στις μεγάλες του συγκρούσεις με τα κρυμμένα πρόσωπα του φασισμού…

Τριάντα χρόνια χωρίς Μάνο Χατζιδάκι, χωρίς τον κόσμο του. Βλέπω τώρα μεσουρανούντες τον τραμπισμό και τον μπερλουσκονισμό, αναβαπτισμένους στο γκλίτερ των ινφλουένσερ και του τικ-τοκ, στους αλγόριθμους κατασκευής υπηκόων, βλέπω λούμπενο-Φειδίες στο πλυντήριο Κύπρου, Gilbert and George με ξεκάλτσωτο μοκασίνι στο ερμπιενμπί Συντάγματος, τσουλο-σελέμπριτι, γλειφτιάδες, πρακτόρια, hustlers, τους βλέπω να ανανοηματοδοτούν μια Ελλάδα προτεκτοράτο γκόλντεν βίζα, μια Ευρώπη -Αποικία, ένα συνονθύλευμα βασάλων που επινοούν εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς και εξωθούνται σε τακτικό πυρηνικό ολοκαύτωμα.

[ Βλέπω… Τον εαυτό μου σαλό προφήτη, στο Οροπέδιο του Μιχ. Κατσαρού, στο Μεσολόγγι του, νωδός ψαλμωδός να απαγγέλω χρησμούς ξηρασίας από το Κατά Σαδδουκαίων, ψαλμούς του soma από τον Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμου του Αλντους Χάξλεϊ. Aκούγεται το “Soma” των Tuxedomoon, από τα βάθη των Holy Wars του 1985. Άρεσαν στον Χατζιδάκι οι Tuxedomoon, είμαι βέβαιος. ]

20 Απριλίου 2024

Μάνος Χατζιδάκης




Ο κυρ Αντώνης πάει καιρός 
που ζούσε στην αυλή

μ' ένα κρεβάτι, ένα κανάτι
και με κρασί πολύ.

Είχε δυο μάτια γαλανά
κι αχτένιστα μαλλιά,

κι ένα λουλούδι πάντα φορούσε
στα ρούχα τα παλιά.

Αχ κυρ Αντώνη πώς σ' αγαπάμε
και μαζί σου τ' άστρα μετράμε,

τις φωτιές για σένα πηδάμε
ώσπου να 'ρθει βροχή

και τον καημό σου πάντα ξεχνάμε,
σαν πουλιά μαζί τριγυρνάμε,

σαν παιδιά με σένα γελάμε
σαν κάνεις προσευχή.

Μα ο κυρ Αντώνης βιάζεται 
να πάει να κοιμηθεί,

γιατί το βράδυ στα όνειρά του
θέλει να θυμηθεί

ό,τι ποτέ δεν έζησε 
μες στ' όνειρό του ζει

μα η νύχτα φεύγει και λυπημένο
τον βρίσκει η χαραυγή.

Μα ένα βράδυ ο κυρ Αντώνης
στρώνει να κοιμηθεί,

κι όταν ξυπνάμε τον καρτεράμε
στην πόρτα να βρεθεί.

Μα ο κυρ Αντώνης δε θα βγει
ποτέ του στην αυλή,

αφού για πάντα μες στ' όνειρό του
θέλησε πια να ζει.

Μάνος Χατζιδάκις

ΠΗΓΗ:https://www.facebook.com/share/p/XktX51qwhvM8rza8/
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

03 Φεβρουαρίου 2023

Η περίφημη ομιλία του Μάνου Χατζιδάκι: Το Ρεμπέτικο, θεμέλιος λίθος της λαϊκής μουσικής





Στις 31 Ιανουαρίου του 1949 ο συνθέτης Μάνος Χατζιδάκις δίνει την περίφημη διάλεξή του για το Ρεμπέτικο στο «Θέατρο Τέχνης» του Κάρολου Κουν.

Με τη διάλεξή του ο Μάνος Χατζιδάκις επαναπροσδιορίζει τη θέση του ρεμπέτικου. Εκείνη την περίοδο, το ρεμπέτικο εξαπλωνόταν στις λαϊκές γειτονιές και σταδιακά σπάει τα όρια τους. Η εξουσία και οι αρχές το κυνηγούσαν. Οι αστοί και οι διανοούμενοι το περιφρονούσαν.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο Μάνος Χατζιδάκις, νεαρός τότε συνθέτης, τόλμησε να δώσει μια διάλεξη για την ανάδειξη του ρεμπέτικου ως θεμέλιου λίθου της σύγχρονης ελληνικής λαϊκής μουσικής. Παρουσιάζει τον Μάρκο Βαμβακάρη και τη Σωτηρία Μπέλλου, οι οποίοι τραγούδησαν μπροστά στο έκπληκτο κοινό του Θεάτρου Τέχνης. Η διάλεξη προκαλεί αντιδράσεις. Μέχρι που αστυνομία ειδοποιεί τη μητέρα του Χατζιδάκι να προσέχει για λίγο καιρό ο γιος της όταν κυκλοφορεί στη γειτονιά τους, στο Παγκράτι.

EΡΜΗΝEΙΑ ΚΑΙ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ (PEΜΠΕΤIKΟ)


«Θα ήθελα προκαταβολικά να σας πληροφορήσω, πως μ’ όλη μου την καλή διάθεση, δεν είμαι σε θέση να πω, ούτε καινούργια πράγματα, ούτε κι όσα μιλήσω απόψε να τα δώσω με σοφία. Θα προσπαθήσω όμως, κι όσο μπορώ πιο καλά, να σας μεταδώσω αυτό που με κάνει να ζω και να βλέπω την αξία του μέχρι σήμερα περιφερόμενου λαϊκού σκοπού της πόλης.

Τώρα, αν τούτη η πανηγυριώτικη ομιλία για το ρεμπέτικο, γινόταν πριν δυο χρόνια, ίσως να ΄χε κάπως διαφορετικό χαρακτήρα, δηλαδή να ΄ταν, πιο μεροληπτική –μπορούμε να πούμε – και συγχρόνως πιο ενθουσιαστική για το θησαυρό που κλείνουν οι ρυθμοί του ζεϊμπέκικου και του χασάπικου. Δεν θα μπορούσαμε ίσως να ξεφύγουμε από τη γοητεία του γυαλένιου ήχου ενός μπουζουκιού για να κοιτάξουμε το θέμα μας στη ρίζα του κι ακόμη να μείνουμε όσο χρειάζεται ψυχροί κι αντικειμενικοί για μια τέτοια δουλειά. Αυτό -θα πείτε- μπορεί να γίνει σήμερα; Είναι κάτι που δεν μπορώ να προεξοφλήσω με βεβαιότητα. Όσο νά ΄ναι όμως, η μεγάλη διάδοση που πήρε τα δύο τελευταία χρόνια το ρεμπέτικο, μας αφήνει περιθώριο για μια τέτοια, επικίνδυνα πρώιμη, ομολογώ εργασία.

25 Δεκεμβρίου 2022

Ο μύθος των Χριστουγέννων

 

ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΙΣ

        Ο μύθος των Χριστουγέννων

"Ο μύθος των Χριστουγέννων κρατιέται με τη βία απ’ τα παράθυρα και από τις πόρτες, κρεμασμένος σε πανύψηλα κι αφιλόξενα σύγχρονα σκυθρωπά κτίρια.

Τον συντηρούν οι δραστηριότητες της αγοράς, τα συμφέροντα των εμπόρων, οι ανελεύθερες κυβερνήσεις και οι ακόμη πιο ανελεύθερες θρησκευτικές οργανώσεις, τέλος, οι αστοί και οι εργατικοί, πρόσφατοι μετανάστες στην αστική τάξη, που κατ’ ουσίαν κυβερνάν τον κόσμο μας, και που επιθυμούν θρησκευτικές αιτιολογίες και παραδόσεις για διασκέδαση, απόλαυση κι’ αμεριμνησία.

Ούτε για τα παιδιά, δεν έμειναν τα σύμβολα ανέγγιχτα. Κι αυτά ακόμη προσπαθούν να ονειρεύονται μέσα από τις εφιαλτικές ειδικές εκπομπές της τηλεόρασης, κι από ένα σπίτι που τις μέρες αυτές, δεν έχει να προσθέσει κανένα αληθινό αγαθό, ούτε υποδομή για μια γενναία ονειροπόληση -ονειροπόληση ενός κόσμου ιδανικού, που να τον κυβερνάει ο Χριστός και οι Άγιοι του, με αρχηγό τον Αη Βασίλη.

Ιδιαίτερα στον τόπο μας, τα Χριστούγεννα γίνανε μέρες συναλλαγής και αυτοϊκανοποίησης. Ευκαιρία για μια ευρωπαϊκή παράσταση...

Η γέννηση του Χριστού παραμένει πια μια επέτειος άγονη και χωρίς αίσθημα.

04 Δεκεμβρίου 2022

«Τα παιδιά της γαλαρίας»



ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ


«Τα παιδιά της γαλαρίας» είναι μια φημισμένη ταινία του Καρνέ. Τα δικά μας παιδιά της γαλαρίας είναι κάπως διαφορετικά. Εκείνα της ταινίας υπήρξαν θεατές από ψηλά, από την ποιο φτηνή θέση, «εγκλημάτων» που διαδραματιζόταν στη σκηνή του θεάτρου. Τα δικά μας υπήρξαν και αυτά θεατές από ψηλά κι από την πιο ασήμαντη και φτηνή θέση, εγκλημάτων που διαδραματίζονταν στην ελληνική γη, ανίκανα να ορίζουν και ν’ αλλάζουν τη μοίρα των όσων έγιναν και γίνονται στον τόπο.

Τα όνειρα σε τούτα τα παιδιά υπήρξαν κυρίαρχα, σημαντικά και διαψευσμένα. Στον καιρό της Κατοχής τα μετέπειτα παιδιά της γαλαρίας ζούσαν απάνω στη σκηνή και παίζανε το ρόλο τους, τον όποιο ρόλο τους, έστω και τον πιο μικρό, με αυταπάρνηση, με το αίμα τους, με τη ζωή τους, χωρίς καιροσκοπισμό και ιδιοτέλεια, χωρίς προοπτική ανταλλάγματος. Μ’ ένα μονάχα στόχο, την επαλήθευση ενός επίμονου ονείρου. Και ήταν το όνειρο για μια ελεύθερη ζωή σχηματισμένη μακριά από απάνθρωπους νόμους, από ανάλγητους κρατικούς μηχανισμούς, από εξορίες και φυλακές και εκτελέσεις. Τίποτα δεν έγινε αλήθεια. 

Μετά τον πόλεμο κυβέρνησαν τον τόπο ξανά φθαρμένοι άνθρωποι, ανίκανοι να συλλάβουν έστω και στο ελάχιστο απ’ ό,τι γεννιόνταν κείνο τον καιρό κι αναρριγούσε ολόκληρο τον κόσμο. Εάν μας λέγαν τότε μερικά από τα ονόματα που κυβερνήσανε κατόπιν ότι θα ξανάβγαιναν στην πολιτική σκηνή να διαφεντέψουνε τη χώρα μας, θα γελούσαμε δίχως τελειωμό με την καρδιά μας. Γιατί πιστέψαμε βαθιά μέσα μας πως όλα αυτά τα ονόματα ήσαν φαντάσματα του παρελθόντος, απόντα στα δύσκολα χρόνια που περνούσαμε, για πάντα απόντα από τον τόπο.

11 Ιουλίου 2022

ΕΝΑΣ ΑΤΡΟΜΗΤΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ...




Σε ένα απάνθισμα από τις πιο ορμητικές και καίριες παρατηρήσεις του για το ΠΑΣΟΚ, τον Σαββόπουλο, τους εκβιαστές εκδότες, τον Αγαπούλα, τον Αχιλλέα Κυριακίδη, το φόβο των οικογενειαρχών για το σεξ, τους θεατρικούς κριτικούς, τον Μητσοτάκη, τον Ιωάννου και πολλά άλλα, ο Μάνος Χατζιδάκις εξακολουθεί να ακούγεται ακόμα ως μια από τις πιο γενναίες και ελεύθερες φωνές που πέρασαν ποτέ από αυτό τον τόπο.

Για να ακούσετε ΕΔΩ

25 Μαΐου 2022

Ζει στα όνειρά μας η Πατρίδα




Να κι ένα περίεργο παιχνίδι της μοίρας, απ' αυτά τα μεταφυσικά που προκαλούσε ο Χατζιδάκις και οι αυθεντικοί ποιητές.
Το 1993 ο Ελύτης και ο Χατζιδάκις νοσηλεύτηκαν στο ίδιο νοσοκομείο σε διπλανά δωμάτια. Ο ποιητικός διάλογος μεταξύ των δύο ανδρών προς το τέλος της ζωής τους είναι συγκλονιστικός: 

Γιατί τα κάναμε όλα αυτά, Μάνο; Κοίταξε γύρω σου την παρακμή λέει ο Ελύτης.

 Και απαντά ο Χατζιδάκις: Τα κάναμε για μας και τους φίλους μας. Άλλωστε η Ελλάδα έχει πεθάνει προ πολλού και ζούσε μόνο μέσα στα όνειρα μας...

24 Δεκεμβρίου 2019

Τα σιωπηλά Χριστούγεννα του Μάνου Χατζιδάκι

Πριν από 40 χρόνια, ο Χατζιδάκις μίλησε για τα Χριστούγεννα. Τα λόγια του είναι εξαιρετικά επίκαιρα


Ας θυμηθούμε την “θεολογία” του Χατζιδάκι για τα Χριστούγεννα, διατυπωμένη σχεδόν 40 χρόνια πριν στα “Σχόλια του Τρίτου” και όμως τόσο σημερινή!

Η σιωπηλή γιορτή του Ιησού και η λιτανεία των δακρυσμένων και των απερχομένων 

Ο κόσμος πια δεν είναι μαγικός. Και τα Χριστούγεννα, μια οργανωμένη μηχανή. Μάταια οι παπάδες προσπαθούν να δώσουν περιεχόμενο στις μέρες, με φραστικούς ξεπερασμένους τύπους της Αγίας Γραφής και άλλων ιερών βιβλίων. Η εκκλησία έγινε τμήμα – σκηνικό μιας τηλεοπτικής σειράς που επιμελώς σκηνοθετείται, πολυτελώς προετοιμάζεται από παραγωγούς ασήμαντους της εθνικής τηλεοράσεως.
Το Άγιον Όρος καιροφυλακτεί να σχηματίσει μια κυβέρνηση. Δεν πείθουνε κανέναν τα διαγγέλματα. Τα φονικά γίναν μια καθημερινή απασχόληση, έτσι για να προσφέρουν ευκαιρίες γι’ αποκάλυψη. Τα πτώματα οδηγούνται στο νεκροτομείο γιορταστικά, με άγγελους χρωματιστούς κι αστέρια χρυσαφιά καρφιτσωμένα στο φορείο ή στο ακίνητον στήθος του δολοφονημένου ανδρός. Μασάνε τσίχλα οι δολοφόνοι και με προσήλωση χορεύουνε θρησκευτικούς ρυθμούς στις ντισκοτέκ. Ο κόσμος πληγωμένος πηγαινοέρχεται κάνοντας ύστατη προσπάθεια να ξεφύγει, να χωθεί. Μα όλα τα σπίτια έχουν επιταχθεί και τα κλειδιά παρέλαβαν χιλιάδες μετανάστες εκ του εσωτερικού, που παθιασμένα επιθυμούν δύναμη, χρήμα και μια σημαντική παράσταση στη δημόσια ζωή. Σκορπίστε πόνον, φωνάζουν οι αστοί. Εις τους αιώνες των αιώνων, ψάλλουν οι πιστοί. Χωρίς αμφιβολία ζούμε την εποχή των δολοφόνων. Ποιος θα τ’ ομολογήσει, και ποιος θα το πει;

Τα κάλαντα, τα δώρα και οι αγιασμοί, δεν πείθουνε κανένα ότι προσφέρουνε αγάπη και παράδοση. Μόνο τα πρόσωπα μερικών παιδιών και μερικών γριών που περιφέρονται θλιμμένες, είναι ό,τι διαθέτει ο κόσμος μας, για ν’ αγαπάς τις μέρες τούτες.