Το 1908 είναι το σημείο, κατά το οποίο το πνεύμα του ακραίου φυλετισμού, που κόμιζε η τριανδρία της Θεσσαλονίκης (Τζεμάλ, Εμβέρ και Ταλαάτ πασάς) υπερίσχυσε του ευρύτατου μεταρρυθμιστικού κινήματος που είχε αναφανεί στην Οθωμανική Αυτοκρατορία από τα τέλη του 19ου αιώνα. Το 1891 είχε δημιουργήσει το
Κομιτάτο Ένωση και Πρόοδος και προσδοκούσε στη μετεξέλιξη της Αυτοκρατορίας σε Κράτος Δικαίου.
Η φιλελεύθερη πτέρυγα, που ηττήθηκε από τους στρατιωτικούς, εξέφραζε τις νεωτερικές απόψεις. Εκπρόσωπός της ήταν ο πρίγκηπας Σαμπαχαεντίν και είχε την αποδοχή και των προοδευτικών στοιχείων από την ελληνική και αρμενική κοινότητα. Ο πρίγκηπας Σαμπαχαεντίν εξέφρασε τις πιο προωθημένες οθωμανικές δυνάμεις που εμφορούνταν από το πνεύμα του Διαφωτισμού και επεδίωκαν τη διαμόρφωση ενός Κράτους Δικαίου.
Ο Ahmet Oral γράφει γι αυτή την τεράστια διαφορά των δύο απόψεων: «Εγκαινίασε (ο Σαμπαχαεντίν) ένα πρόγραμμα μετεξέλιξης της Αυτοκρατορίας σε μια "πολυπολιτισμική" κοινωνία, που θα φιλοξενούσε μέσα στο οθωμανικό μωσαϊκό τους διάφορους συμβατούς μεταξύ τους πολιτισμούς. Με την αντίληψη αυτή ιδρύθηκε το Κομιτάτο Ένωση και Πρόοδος.
»Στην οργάνωση αυτή, σε αντίθεση με τις απόψεις του πρίγκιπα Σαμπαχαεντίν για αποκέντρωση (αντεμί μερκετζί), εμφανίστηκε η ομάδα του Αχμέτ Ριζά, που υποστήριζε τον συγκεντρωτικό έλεγχο (κατί μερκετζί) και εισήλθε δυναμικά στην πολιτική με την υποστήριξη των Γερμανών. Το αποτέλεσμα ήταν η διάσπαση της οργάνωσης… Η γραμμή του Σαμπαχαεντίν είχε τη μεγαλύτερη μαζική αποδοχή. Παρ’ όλη τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση για κάποια περίοδο, δεν κατάφερε να διαμορφώσει την τελική γραμμή και βαθμιαία απομακρύνθηκε από την εξουσία.
»Η ομάδα που πίστευε στο σκληρό κεντρικό έλεγχο, στις βίαιες επεμβάσεις και στη σκληρή καταστολή, ανάπτυξε συμπεριφορά ταύρου εν υαλοπωλείω, εφαρμόζοντας κατά γράμμα τις εντολές της Γερμανίας. Πίστευε απόλυτα ότι τα πάντα πρέπει να εκτελούνται από το κράτος και τις ομάδες εξουσίας. Βάλθηκε με βιασύνη να διαμορφώσει το κράτος, οργανώνοντας τον εαυτό του νόμιμα ή παράνομα.
»Αποφάσισε να αρπάξει την κρατική εξουσία και να ισοσταθμίσει την απώλεια στη Δύση με τα κέρδη στην Ασία, ή τουλάχιστον να μη χάσει άλλα εδάφη. Η ομάδα αυτή του Κομιτάτου Ένωση και Πρόοδος, που δεν είχε φυλετική τουρκική προέλευση, ενστερνίστηκε την πολιτική της άκρατης βίας. Οι Ενωτικοί, όταν πραγματοποίησαν το πραξικόπημα το 1908 προσανατολιζόταν από τον οθωμανισμό προς τον τουρκισμό-τουρανισμό. Στην κατεύθυνση αυτή ονειρεύονταν να εθνικοποιηθούν ως "Τούρκοι". Το Κομιτάτο δεν διέθετε τα εφόδια, ώστε να εκπληρώσει το σκοπό της εθνικοποίησης των Τούρκων ως μια ιστορική εξελικτική διαδικασία.…» (Ahmet Oral, "Για το Αρμενικό, Ελληνικό, Κουρδικό και Αλεβίτικο Ζήτημα", Δρόμος της Αριστεράς, 30 Μαΐου 2011).
Η Λούξεμπουργκ για τους Νεότουρκους
Οι νέες εθνικιστικές απόψεις που εμφανίζονται καθορίζουν ως εθνικό χώρο των Τούρκων μια εκτεταμένη περιοχή από το Αιγαίο έως τη θάλασσα της Κίνας. Το παντουρκιστικό κίνημα στοχεύει ακριβώς στη δημιουργία αυτής της νέας τουρκικής αυτοκρατορίας, όπου δεν θα υπάρχει θέση για κανένα άλλο έθνος, εκτός από αυτό των Τούρκων. Κύριοι υποστηρικτές των τάσεων αυτών θα είναι οι Γερμανοί.
Με μια προνομιακή συμμαχία με το τουρκικό εθνικιστικό κίνημα, θα επιδιώξουν αφενός το ξαναμοίρασμα του παλιού κόσμου των αγορών και των αποικιών, αφετέρου την οικονομική τους κυριαρχία στην Εγγύς Ανατολή με την εξαφάνιση των μόνων ανταγωνιστών τους, των Ελλήνων και των Αρμενίων. (Για τη γερμανική στάση βλέπε: Γ. Μικρασιανός, "Πώς η Γερμανία κατέστρεψε τον ελληνισμόν της Τουρκίας", εκδ. Πετράκου, Αθήνα, 1916, Μιχαήλ Ροδά, "Πώς η Γερμανία κατέστρεψε τον ελληνισμό της Μικράς Ασίας", επανέκδοση, Παρουσία, Αθήνα, 1995).
Ο γερμανικός καπιταλισμός εισδύει στη μικρασιατική ενδοχώρα, επιχειρώντας να εξαρτήσει την αγροτική οικονομία μέσω της Deutsche Bank. Παράλληλα, αναλαμβάνει τον έλεγχο του νεοτουρκικού στρατεύματος. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ που είχε καταγγείλει «την εσωτερική κοινωνική ανωριμότητα της νεοτουρκικής κυβέρνησης και τον αντεπαναστατικό της χαρακτήρα» αναφέρει: «Ο τουρκικός μιλιταρισμός γίνεται εξάρτημα του πρωσσικού-γερμανικού μιλιταρισμού… η αναλαμβανόμενη από τη Γερμανία προσπάθεια αναγέννησης της Τουρκίας, ήταν μια καθαρή τεχνική προσπάθεια γαλβανισμού ενός πτώματος…» (Ρόζα Λούξεμπουργκ, "Η δραστηριότητα των Γερμανών ιμπεριαλιστών στην Τουρκία", περιοδικό "Οι Λαοί", τεύχος 1, Μάιος 1987, σελ. 56-62).
Οι απόψεις των μπολσεβίκων ηγετών για τους Νεότουρκους και τον κεμαλισμό ήταν διφορούμενες. Περιείχαν στοιχεία αποδοχής, αλλά και επιφύλαξης. Ο Λένιν και ο Τρότσκι σε κείμενά τους στα 1910-1912 υποστήριζαν πως οι Νεότουρκοι αποτελούσαν ένα επαναστατικό αστικό κίνημα, που όμως έτεινε προς συμβιβασμό με την παλιά φεουδαρχική δομή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ενδεικτικές είναι οι
εκτιμήσεις του Ζινόβιεφ για τον Κεμάλ τον Σεπτέμβριο του 1920 στο συνέδριο των λαών της Ανατολής στο Μπακού. Όμως, αργότερα η επίσημη σοβιετική άποψη θα είναι απορριπτική των Νεότουρκων. Στη Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια θα αναφερθούν, μερικές δεκαετίες αργότερα από την παραδοχή του Λένιν, ως «
πλαστογράφοι της ιστορίας» και εμπνευστές του «
σωβινιστικού δόγματος» του παντουρκισμού. (Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ, Παγκόσμια Ιστορία, τομ. Η1Η2, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα, σελ 637-650).
Οι Νεότουρκοι και ο Λαός