ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
Τον περασμένο Ιούνιο βρέθηκα στο Δίστομο σε μια συνάντηση ιστορικών και εκπροσώπων μουσείων και μνημείων διατήρησης της μνήμης που οργάνωσε ο εκεί Δήμος με αφορμή τα 80 χρόνια από την εκτέλεση των κατοίκων της μικρής πόλης από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής. Ευθύς εξ αρχής αιφνιδιάστηκα από τον χαρακτηρισμό του γεγονότος ως “τραύμα”.
Τον όρο αυτό δεν τον χρησιμοποίησε κανείς σχεδόν από τους μετέχοντες στη συνάντηση ιστορικούς. Αντίθετα ο όρος αυτός επιστρατευόταν για να αποδοθεί το γεγονός από όλους τους εκπροσώπους των μουσείων, ή των παρεμφερών ιδρυμάτων “διατήρησης της μνήμης”. Υπενθυμίζω ότι στις 10 Ιουνίου 1944 τα γερμανικά στρατεύματα κατέστρεψαν την κωμόπολη και εκτέλεσαν εν ψυχρώ 228 κατοίκους της. Μέσα στους εκτελεσμένους περιλαμβάνονταν 117 γυναίκες και 53 παιδιά ηλικίας μικρότερης των 16 χρόνων. Οι λεπτομέρειες της σφαγής, σε φωτογραφίες ή μαρτυρίες επιζησάντων, προκαλούν αποτροπιασμό.
Η πράξη αυτή έχει περάσει στην ιστορία ως έγκλημα πολέμου και –μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον– αποδιδόταν ως “Ολοκαύτωμα”, ως “σφαγή” ή πιο απλά ως “έγκλημα”. Και οι τρεις αυτές έννοιες καθόριζαν το στίγμα του συμβάντος με τον πλέον απόλυτο και ουσιαστικό τρόπο. Αυτούς τους ορισμούς έρχεται να αντικαταστήσει ο όρος “τραύμα”. Πριν από μερικά χρόνια –όχι πολλά– ο ορισμός των γερμανικών εγκλημάτων πολέμου σαν “τραύμα” θα ήταν ακατανόητος και θα προκαλούσε κύματα αντιδράσεων από τους άμεσα ενδιαφερόμενους αρχικά – τους απογόνους των θυμάτων. Θα θεωρούνταν δε πιθανότατα ως ύβρις για τον μαρτυρικό λαό μας.
Φαίνεται πως πλέον οι ευαισθησίες έχουν αλλοιωθεί και το περιεχόμενο των λέξεων έχει αλλάξει. Το σημείο τομής μπορεί να προσδιοριστεί στην ενεργή παρέμβαση της γερμανικής πρεσβείας και των συμπορευόμενων με αυτήν ιδρυμάτων “αποκατάστασης” του γερμανικού κύρους – ανεξάρτητα εποχής και ιστορίας.