(Δημοσίευση: 30 Μαΐου 2008) Ἕνα σημαντικὸ κείμενο γιὰ τὴν πορεία τῆς ἑλληνικῆς γλῶσσας ἀπὸ τὸν πὰντοτε φωτισμένο Ἀγγελο Ἐλεφάντη. Κρούει τὸν κώδωνα, ἀκούει κανεὶς; Γιὰ πόσο ἆραγε ἀκόμη, θὰ κωφεύουμε, γιὰ πόσο θὰ θεωροῦμε ὅτι μὲ τὴν λαίλαπα τοῦ Κρατικοῦ Δημοτικισμοῦ τάχα "ἔκλεισε τὸ γλωσσικὸ θέμα";
Η ΓΛΩΣΣΑ ΜΑΣ κινδυνεύει! Δεν είναι μόνον γλωσσομύντορες και γνωστοί θρηνωδοί που βλέπουν θανάσιμους κινδύνους να απειλούν τη γλώσσα, όπως η «λεξιπενία» των νέων, ο εκλατινισμός της γραφής, η βίαιη εισβολή ξένων λέξεων, ο αφελληνισμός, το ξέκομμα από τις ρίζες και την τρισχιλιετή διαχρονία της ελληνικής γλώσσας...
...Τώρα προστίθενται και όσοι, όχι χωρίς βάση είναι αλήθεια, βλέπουν ότι οι εθνικές γλώσσες, ιδιαίτερα των μικρών εθνών, όπως το ελληνικό, είναι καταδικασμένες σε αλλοίωση και τελική εξαφάνιση μέσα στη χοάνη της παγκοσμιοποίησης, στην οποία επελαύνει ο οδοστρωτήρας των αγγλικών και η επικράτηση της οικουμενικής «τεχνοαγγλικής».
Και, επιπλέον, επισημαίνεται ο κίνδυνος οτι ακόμη κι αυτή η ίδια η αγγλοφωνία νοθεύεται από μιαν άλλη υπερκείμενη γλώσσα της εικονογραφημένης πληροφορικής. Διότι το νέο επικοινωνιακό ιδεώδες, εικονικό και τυποποιημένο, κωδικό και τεχνικιστικό, στερεότυπο και πάνω απ' όλα «υπερεπικρατειακό» αφαιρεί από τις γλώσσες τον συμβολικό και τον εκφραστικό τους φωτοστέφανο. Αν, ακολουθώντας τον Βάλτερ Μπένγιαμιν, θεωρήσουμε ότι «η γλώσσα είναι, σε κάθε περίπτωση, όχι μόνον κοινοποίηση του κοινοποιήσιμου», τότε η απίσχανση της γλώσσας, ο περιορισμός της σε αποκλειστικά επικοινωνιακές λειτουργίες και η έκπτωση όλων των εκφραστικών της στοιχείων οδηγεί σε μια νέα πραγματικότητα που ο Κων/νος Τσουκαλάς περιγράφει ως εξής: «αποδυναμώνεται η αξία του επιχειρήματος, η δύναμη της ρητορικής, μια ολόκληρη παράδοση λόγου και τέχνης που ανατρέχει στην αρχαία πόλη και στον Μεσαίωνα κινδυνεύοντας να πνιγεί στους τυποποιημένους μαιάνδρους του Microoft. Και εν κατακλείδι, πάλι κατά τον Τσουκαλά, «οι εθνικές γλώσσες κινδυνεύουν να μετατραπούν σε εκλεκτικά παρεφθαρμένες διαλέκτους μιας άτυπης και απλώς «χρηστικής» οικομενικής τεχνοαγγλικής και σε αποδυναμωμένα παιχνίδια που επιβιώνουν προς τέρψιν των φιλολόγων, των ποιητών και των αμετανόητων εκκεντρικών.
ΕΙΝΑΙ ΕΤΣΙ τα πράγματα; Είναι βάσιμη η πρόβλεψη ότι οι εθνικές γλώσσες, άρα και η ελληνική, κινδυνεύουν να μετατραπούν σε παρεφθαρμένες διαλέκτους μιας άτυπης τεχνοαγγλικής και σε αποδυναμωμένα παιχνίδια προς τέρχιν φιλολόγων, ποιητών και εκκεντρικών; Έχει νόημα να αντιπαρατεθεί μια άλλη «πρόβλεψη» ότι η ελληνική γλώσσα ποτέ δεν πεθαίνει και ξανά προς τη δόξα τραβά;
ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΜΕΡΙΚΑ χρόνια σε ένα συνέδριο άκουγα κάποια γλωσσοκοινωνιολόγο και πανεπιστημιακό να προφητεύει ότι σε εκατό χρόνια πάνω-κάτω, ίσως σε διακόσια, τα ελληνικά δεν θα υπάρχουν πια. Δεν με ξένισε τόσο η κατηγορηματικότητα της προφητείας. Άλλωστε, όπως η ίδια η γλωσσοκοινωνιολόγος δεν θα μπορούσε να στοιχειοθετήσει την πρόβλεψή της άλλο τόσο κι εγώ δεν θα μπορούσα να τη διαψεύσω. Ξέρουμε άλλωστε· χιλιάδες γλώσσες, διάλεκτοι, ιδιώματα και ντοπιολαλιές έχουν εξαφανιστεί, αλλοιωθεί ή μεταμορφωθεί, ανάμεσά τους ένδοξες γλώσσες όπως τα λατινικά ή τα αρχαία ελληνικά. Γιατί όχι και οι σύγχρονες εθνικές γλώσσες, ιδίως αυτές με τους λίγους ομιλητές, αν πράγματι υπάρχουν ισχυρές και ακαταμάχητες αιτίες που ωθούν προς την εξαφάνισή τους ή τη μετάλλαξή τους σε «παρεφθαρμένες διαλέκτους μιας άτυπης τεχνοαγγλικής»; Εκείνο όμως που ξενίζει περισσότερο σ' αυτές τις «προβλέψεις», περισσότερο και από ένα είδος προφητισμού που τις διακρίνει, είναι ο τελεολογικός τους χρακτήρας, ένα είδος αναπότρεπτης νομοτέλειας. Κάτι σαν μοίρα που βαραίνει πάνω στις γλώσσες και τους πολιτσμούς, μπροστά στην οποία η οποιαδήποτε αντίσταση είναι μάταιη και εν τέλη η εμμονή ορισμένων, έστω κι αν αυτοί οι ορισμένοι είναι ολόκληρα έθνη, δεν είναι παρά νοσταλγία, ρομαντισμός, αναχρονισμός, εκκεντρικότητα ή και, ευθεώς, συντηρητισμός. Ή διαφορετικά, η ίδια η «πρόβλεψη» δεν προβλέπει την αντίσταση, άρα μια διαφοερτική προοπτική, αλλά την προσαρμογή στη νέα κατάσταση πραγμάτων, ακόμη κι αν, όπως ο Κ. Τσουκαλάς, δεν επιχαίρει για τις μελλούμενες εξελίξεις.