Τον μακρινό Μάρτιο του 1998, ο Μάικ Κάμερον, μαθητής της τρίτης τάξης στο Λύκειο Γκρηνμπράιερ, στο ‘Εβανς της Τζόρτζια εμφανίστηκε στο σχολείο φορώντας ένα μπλε-κόκκινο μπλουζάκι με το λογότυπο της Pepsi Cola. Την ημέρα εκείνη υψηλόβαθμα στελέχη της Coca Cola πραγματοποιούσαν επίσκεψη στο σχολείο στο πλαίσιο της «Ημέρας της Coca Cola στην Εκπαίδευση». Το σχολείο θεώρησε ότι η συμπεριφορά του Μάικ ήταν προσβλητική αφού αποκάλυψε το μπλουζάκι Pepsi που φορούσε την ώρα που έβγαζαν την ομαδική αναμνηστική ομαδική φωτογραφία με τους εκπροσώπους της Coca Cola και τους υπόλοιπους μαθητές, οι οποίοι είχαν στοιχηθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να διαβάζεται η λέξη «Κόκα» (Coke). Αποτέλεσμα: ο Μάικ πήρε ημερήσια αποβολή.
Το περιστατικό αυτό, όσο σουρεαλιστικό κι αν ακούγεται, εγείρει μια σειρά ερωτημάτων σχετικά με τη διείσδυση της αγοράς στα δημόσια σχολεία. Στο κέντρο αυτών των ερωτημάτων βρίσκεται η πεποίθηση ότι το σχολείο αποτελεί άλλη μια σφαίρα εμπορευματοποίησης, ένα σχεδόν «ανεκμετάλλευτο» τοπίο όπου η αγορά επιχειρεί να διεισδύσει επιδιώκοντας το κέρδος. Οι ιδιωτικές εταιρίες διαφημίζουν τις «αγαθές» τους προθέσεις μέσα από χρηματοδοτήσεις για έρευνα, δωρεές εξοπλισμού, υποτροφίες και εκδηλώσεις, πάντοτε με το ανάλογο αντάλλαγμα: πελατεία, καταναλωτές για το προϊόν τους, επιρροή στο αναλυτικό πρόγραμμα, χειραγώγηση της έρευνας, κλπ. Οι μαθητές/φοιτητές αντιμετωπίζονται πλέον ως πελάτες, οι στόχοι της παιδείας αλλάζουν ριζικά για να υπηρετήσουν όχι τη διαμόρφωση ενεργών και κριτικά σκεπτόμενων πολιτών αλλά την απόκτηση πολύ περιορισμένων δεξιοτήτων που δεν εξασφαλίζουν συνήθως παρά μια κακοπληρωμένη και επισφαλή εργασία.