Μικρή σπουδή πάνω στόν Huxley
Προχωρώντας πρός τόν Mετανθρωπικό Kαινούργιο Kόσμο
Γράφει ο Νεκτάριος Δαπέργολας, Διδάκτωρ Ιστορίας
"Διαβάζοντας πρό ἡμερῶν, γιά μία ἀκόμη φορά στή ζωή μου, τόν «Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμο» τοῦ Aldous Huxley (ἡ πρώτη ἦταν πρίν ἀπό σχεδόν σαράντα χρόνια καί φυσικά ἡ διαφορά καταφανής, καθώς τότε ἀκόμη ἐπρόκειτο γιά ἕνα ἔργο μακρινῆς ἐπιστημονικῆς φαντασίας, ἐνῶ τώρα γιά προάγγελο μίας ὄχι καί τόσο μακρινῆς πραγματικότητας), ἔτυχε ἄφνω νά μετάσχω σέ ἕνα ἀπολύτως σουρεαλιστικό σκηνικό τραγικῆς εἰρωνείας.
Ἐνῶ βρισκόμουν σέ κάποια παραλία καί διένυα ἕνα ἀπό τά τελευταῖα κεφάλαια τοῦ βιβλίου, βρέθηκα ξαφνικά σχεδόν περικυκλωμένος ἀπό τίς ἐκδράμουσες καί κατά πλεῖστον μασκοφορεμένες γιαγιάδες κάποιου λεωφορείου (ὁ συνδυασμός μαγιό καί μάσκας ΚΝ-95 πραγματικά ἀνελέητος γιά τά μάτια ὅσων «ψεκασμένων», ὅπως ὁ ὑποφαινόμενος, τόν συναντοῦν αἰφνιδιαστικά μπροστά τους). Ἀλλά καί ὅσες δέν μασκοφοροῦσαν, μετεῖχαν ἐνεργά στό ἀποτρόπαιο σκηνικό διά τοῦ λόγου, καθώς ὅλες οἱ συζητήσεις πού ἔφταναν κατά καιρούς στά αὐτιά μου ἦταν τῆς ἀπόλυτης ἀνοητολογίας καί συνάμα τῆς πλήρους ἀμεριμνησίας. Καί δέν θύμιζε τό σκηνικό οὔτε κἄν διάλειμμα ἀνάμεσα σέ ὅσα δυστοπικά ζήσαμε ἕως τόν Μάϊο καί σέ ὅσα θά ἐπανέλθουν σέ λίγες ἡμέρες ἤ ἑβδομάδες – μέ τό ἤδη γνωστό ἤ μέ κάποιο ἄλλο πρόσχημα. Λές καί κάθε μνήμη εἶχε σβηστεῖ, τά πάντα γύρῳ τελοῦσαν σέ πλήρη μακαριότητα καί ὁ νοῦς τῶν ἰθαγενῶν Eloi (ἐδῶ θυμήθηκα βεβαίως τή «Μηχανή τοῦ Χρόνου» τοῦ Herbert-George Wells) νά ἔχει μεταλλαχθεῖ σέ τρομακτική tabula rasa βλακώδους ἀθωότητας, παντελῶς ἀνίκανος νά διανοηθεῖ τήν ὕπαρξη τῶν ἀνθρωποφάγων Morlock πού ἐλλοχεύουν στά ὑπόγεια.
Τό παραπάνω σκηνικό ἀνάποδου κόσμου φυσικά δέν εἶναι τό μόνο, καθότι καθημερινά ζοῦμε τέτοιες καταστάσεις παράκρουσης, ἁπλῶς μοῦ προκάλεσε ἰδιαίτερη αἴσθηση μέ τήν ἐνάργειά του καί καθώς μοῦ ἀποκαλύφθηκε μάλιστα, ἐνῶ μελετοῦσα τό κατεξοχήν βιβλίο τοῦ ἀνάποδου κόσμου. Θυμήθηκα γιά μία ἀκόμη φορά τήν περίφημη ἐκείνη φράση τοῦ Huxley, ὅτι
«ἡ τέλεια δικτατορία θά ἔχει τήν ἐμφάνιση δημοκρατίας, ἀλλά βασικά θά εἶναι μία φυλακή χωρίς τείχη, μέσα στήν ὁποῖα οἱ κρατούμενοι δέν θά ὀνειρεύονται κἄν τήν ἀπόδραση, θά εἶναι οὐσιαστικά ἕνα σύστημα σκλαβιᾶς, ὅπου οἱ σκλάβοι, μέσῳ τῆς κατανάλωσης καί τῆς διασκέδασης, θά ἀγαποῦν τή δουλεία τους».