ΝΗΣΤΕΙΑ
Της Άννας Στάικου
Γύρισε ο καιρός και γνέφει Ανοιξη.
Παγωμένη παραμένει η ανάσα του στο μέσον του Μάρτη.
Τελευταία, η εναλλαγή των εποχών αποκτά ένα ιδιαίτερο τελετουργικό στις καρδιές μας. Και πώς να είναι αλλιώς… Ο χρόνος βηματίζει κι αυτός, ακόμη άτσαλα. Ο ρυθμικός του τρόπος-απόλυτης τάξης-βαραίνει από αλλεπάλληλα συγκοπτικά. Βλέπεις, εμείς, οι άνθρωποι, μέλη και μέρη του έχουμε αυτόν τον καιρό βαρύνει.
Λες και χάσαμε την ευκινησία μας, την φρεσκάδα, την απέθαντη νιότη.
Βαραίνει η Άνοιξη. Κρένει με λεπτά δακτυλάκια το άνοιγμα, την αγωνιώδη δίοδο. Σπαρταρά για την θλιμμένη έξοδο, ενός ηττημένου στρατιώτη, μιας μάχης που μόνο ο ίδιος γνωρίζει ότι την έδωσε.
Ακολουθεί το τελετουργικό, της μόνης αξιοθρήνητης του ανθρώπου πορείας.
Πορεία αναμέτρησης ενός άθεου πλην ορθόδοξου
Ενός πιστού στο δίκιο πλην άπιστου στην αδικία
Ενός με έρωτα για την πλάση και για τον άλλον, με πεισματική απάρνηση να απέχει από όλη αυτή της τρομερή του ανθρώπου μάχη.
Έφτασε η ώρα του σεπτού κάνιστρου. Στραγγίξαμε με σταγόνες ανεπαίσθητες το μέσα μας.
Το απόσταγμα σκορπά ευωδιές με χιλιάδες αρώματα και μοσχοβολιές ξεπλυμένες από το δίκιο μιάς μάχης.
Εμείς στρατιώτες ενός πολέμου που δώσαμε, θα σταθούμε σ' ένα κατώφλι
Με την ξύλινη τάβλα ενός σταυρού, στρωμένο τραπέζι. Οι ευωδιές θα πλύνουν το μέσα μας. Ένας λεμονανθός θα υπενθυμίζει το δείπνο. Ένα δείπνο δίχως γεννήματα και μόσχους. Το λιγνό γιασεμί θα μας χορτάσει.
Εμείς στρατιώτες, ταγμένοι στα δίκια, με πλήρη αδυναμία και ισχυρή θέληση
να μην εκπέσουμε, ακόλουθοι ενός τυράννου και γίνουμε ουραγοί της φοβερής βίας του. Εμείς αυτή την εποχή την Έξοδο, με στέρηση υλική, με απόσταξη πνευματική ετοιμάζουμε.
Ο ανήφορος είναι σκληρός. Ο αλλόκοτος περίγελως πολλών θα φτιάχνει αχό δύστροπο και θανατηφόρο.
Εμείς στρατιώτες ερωτευμένοι με ότι στην ελάχιστη ζωή συναντήσαμε
Λιγνοί, ασκητές εναντίον της πλεονεξίας, πειθαρχημένοι στο όνειρό μας
Θα νικήσουμε στην Εαρινή Έξοδο είτε ορθοί είτε σωριασμένοι
Αλλά ως ωραίοι νικητές ηττημένοι και αήττητοι .