Η Μικρασιατική Καταστροφή και η αποτύπωση των συνεπειών της στην Συνθήκη της Λωζάννης και την Ελληνοτουρκική Σύμβαση για την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών που ακολούθησαν, διαμόρφωσε μια νέα διαφορετική πραγματικότητα όσον αφορά  τον χώρο της υπό ελληνική, πλέον, διοίκηση Μακεδονίας και Θράκης. Ας δούμε μέσα από ένα κείμενο εποχής που δημοσίευσε ο Α. Α. Πάλλης πώς αποτυπώνεται η πραγματικότητα αυτή.

«Ύστερα ήλθε η Ελληνο-Τουρκική Σύμβαση για την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών που κλείνει τη σειρά των μεγάλων ομαδικών μεταναστεύσεων της εποχής 1912-1924. Η Σύμβαση αυτή είχε ως αποτέλεσμα ν’ αλλάξει πέρα πέρα την εθνολογική σύνθεση όλων των χωρών που βρίσκονται τριγύρω από το Αιγαίο και τη Μαύρη Θάλασσα. Η Μακεδονία άδειασε πια οριστικά από Τούρκους και στη θέση τους μπήκε διπλάσιος αριθμός από Έλληνες της Θράκης και της Μικράς Ασίας. Οι Τούρκοι πήγαν και εγκατεστάθηκαν στην Ιωνία, στον Πόντο, στα περίχωρα της Πόλης και σ’ άλλα μέρη άλλοτε Ελληνικά.

»Η περίοδος αυτή είναι απ’ εκείνες που σημειώνουν το τέλος μιας πράξης στην ιστορία. Έπειτα απ’ αυτήν, η σκηνή παρουσιάζεται εντελώς διαφορετική. Τελειώνει ένας κύκλος στην ιστορία των τριών αυτών λαών, του Ελληνικού, του Τουρκικού και του Βουλγαρικού. Για μας τους Έλληνας, ο κύκλος αυτός αρχίζει στο δέκατο αιώνα π.Χ., όταν οι πρώτοι Ίωνες άποικοι, ακολουθώντας τον Άνδροκλο τον Κοδρίδη, βγήκαν στη Μικρά Ασία, και τελειώνει, ύστερα από τριάντα αιώνες, την ημέρα (17 Δεκεμβρίου 1924) που έφυγε η τελευταία καραβιά ανταλλάξιμους, με το ατμόπλοιο “Αμπάζια”, απ’ τη Μερσίνα.

»Για τους Τούρκους ο κύκλος είναι συντομότερος. Αρχίζει στο 1371, οπότε οι πρώτοι Τούρκοι εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία, μετά την νίκη του Σουλτάν Μουράτ του Α΄ στο Κερμένι της Θράκης, και τελειώνει την 26 Δεκεμβρίου 1924 (ύστερα από 553 χρόνια) την ημέρα που ανεχώρησαν από τη Θεσσαλονίκη, με το ατμόπλοιο “Τσαρ Φερδινάντ”, οι τελευταίοι
ανταλλάξιμοι Μουσουλμάνοι της Μακεδονίας. Επίσης, η ιστορική πάλη μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων για τη Μακεδονία που άρχισε στους Βυζαντινούς χρόνους, πλησιάζει προς το τέλος, χάρι στην ανταλλαγή των πληθυσμών.

»Εάν σήμερα, μετά την καταστροφή του 1922, η Μικρά Ασία και η Ανατολική Θράκη έμειναν έρημες από Ελληνισμό, η μόνη μας παρηγοριά είναι το ότι τουλάχιστο η Μακεδονία έγινε πια καθαρά Ελληνική. Αρκεί να πω –και αυτό θα φανεί από τις στατιστικές που δημοσιεύω παρακάτω– ότι, ενώ, στο 1912, σαν πρωτοπήραμε τη Μακεδονία, η αναλογία μεταξύ Ελλήνων και αλλοφύλων ήτο 43% με 57% (μολονότι και τότε υπερτερούσαμε απέναντι κάθε άλλης εθνικότητας χωριστά), σήμερα έχομε 88% με 12%. Είναι ανάγκη να τονισθεί η ριζική αυτή μεταβολή, ιδίως στο εξωτερικό, όπου πολλοί εξακολουθούν ακόμη να μιλούν για τη Μακεδονία ωσάν να επρόκειτο πάντοτε για την προ του 1912 κατάσταση. Σήμερα καμιά άλλη χώρα δεν μπορεί να διεκδικήσει εθνικά δικαιώματα πάνω στη Μακεδονία βασιζόμενη στον πληθυσμόΑθήναι, 29 Μαρτίου 1925».

Αυτή η αλήθεια, σκληρή και ανελέητη, τόσο γι’ “αυτούς”, που αναγκαστικά ξεριζώνονταν από τα πατρογονικά τους εδάφη σε Μακεδονία και Θράκη, όσο και για τους “άλλους”, που ξεριζωμένοι από τα δικά τους πατρογονικά εδάφη, σε Ιωνία και Πόντο, οδηγούντο σε αναγκαστική εγκατάσταση στη νέα τους πατρίδα, αποτελεί μια σπαρακτική αλλά απτή πραγματικότητα. Αυτή, λοιπόν, η πραγματικότητα ήταν και το αναγκαστικό πεδίο δράσης της τότε κομμουνιστικής και λοιπής Αριστεράς και πάνω σε αυτούς τους συμπαγείς πλέον ελληνικούς πληθυσμούς στην Μακεδονία και την Θράκη, ήταν υποχρεωμένη να στήσει το δικό της μέτωπο απέναντι στο κυρίαρχο συγκρότημα εξουσίας.

Η Βουλγαρία και η Τρίτη Διεθνής