Του Ιάσονα-Σταύρου Γαβριηλίδη*
Η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου από την ελληνική Βουλή υπήρξε ένα κατεξοχήν πολιτικό γεγονός και ως τέτοιο έχει προεκτάσεις στο παρελθόν και κυρίως στο μέλλον. Αποτέλεσε τομή και κορυφαία πράξη αποκατάστασης της ιστορικής μνήμης και συνείδησης του λαού μας, η οποία, για δεκαετίες, υπέστη αλλοιώσεις μέσα από παραχαράξεις και αποσιωπήσεις που καλλιέργησαν μία ψευδή συνείδηση και (κατά συνέπεια) ταυτότητα.
Στην αποκατάσταση αυτή αποσκοπούσε η καθιέρωσης της 19ης Μάη, ως ημέρας μνήμης. Αυτή η μέρα συνιστά πρωτίστως ένα συμβολισμό, ένα σημείο αναφοράς για τη συλλογική μας μνήμη και συνείδηση. Δεν είναι μνημόσυνο, ούτε εμμονή στο παρελθόν. Είναι φάρος για το μέλλον, το οποίο δεν μπορεί να υπάρξει με αγνόηση και παραχάραξη του παρελθόντος. Η Μνήμη είναι ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο χθες, το σήμερα και το αύριο. Αυτή συνέχει κοινωνίες και δομεί ταυτότητες. Είμαστε αυτό που θυμόμαστε και θυμόμαστε τη γενοκτονία, όχι για να θυματοποιούμαστε, αλλά για να αποτρέψουμε ανάλογα εγκλήματα, τόσο όσον αφορά εμάς αλλά και οποιονδήποτε άλλο λαό.
Αυτό σηματοδοτεί η 19η Μάη, πως η Μνήμη αποτελεί το σπόρο της αναγέννησης των απανταχού γενοκτονημένων λαών. Είναι η ελάχιστη συμβολή μας ενάντια σε ανάλογα εγκλήματα που συντελούνται σήμερα και στην αποτροπή τους στο μέλλον. Η μνήμη είναι προϋπόθεση της συνείδησης. Μόνο ένας λαός με συνείδηση μπορεί να προχωρήσει στο μέλλον με όραμα και σχέδιο. Για να προχωρήσει πρέπει να ξεπεράσει, όχι να ξεχάσει, το τραύμα. Η υπέρβαση έρχεται μέσα από τη δικαίωση και η δικαίωση για ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας δεν αφορά μόνο αυτόν που το υπέστη, αλλά όλη την ανθρωπότητα και όλους τους λαούς.