Του Στάθη Κουβελάκη
(δημοσιέυθηκε στην εφημερίδα "Δρόμος της Αριστεράς" , 1-2-2014)
Κάποιο καλοκαίρι της τόσο μακρυνής πλέον προ-μνημονιακής εποχής, προσπαθούσα να εξηγήσω στον ξάδελφο στενού φίλου και παλαιού συντρόφου, ότι καθώς έφυγα για σπουδές στο εξωτερικό 18 χρονώ, η Ελλάδα μου λείπει και ότι έρχομαι όσο πιο συχνά μπορώ, ειδικά όταν έχω διακοπές. Ενώ μιλούσα, ο ανθρωπος αυτός, δικηγόρος στο επάγγελμα και για αρκετά χρόνια μέλος του ΚΚΕ, με κοιτούσε με κάποια δυσφορία, που μου φαινόταν ανεξήγητη. Η απάντησή του ήταν περίπου η εξής: «E αυτό δεν το καταλαβαίνω. Τι έρχεσαι να κάνεις εδώ, η Ελλάδα είναι η χειρότερη χώρα. Αν ήμουν στη θέση σου, το τελευταίο πράγμα που θα έκανα είναι να περνάω εδώ τις διακοπές μου».
Σταμάτησε προς στιγμήν και η έκφραση του προσώπου του άλλαξε απότομα προς το επιθετικό: «αλλά έτσι είστε εσείς έξω, μεγάλα κορόϊδα. Δουλεύετε σαν μ... και περιμένετε να έρθουν οι διακοπές. Ενώ εμείς εδώ περνάμε υπέροχα όλο το χρόνο και πουλάμε αέρα κοπανιστό. Γι αυτό κι εμείς οι Ελληνες είμαστε οι πρώτοι».
Τα λόγια αυτά μου αποτυπώθηκαν έντονα και τα έχω έκτοτε ξανασκεφτεί πολλές φορές. Αυτό το δείγμα διχασμένης συνείδησης μου φαίνεται ότι αποτυπώνει με τον πιο παραδειγματικό τρόπο αυτό που θα ονόμαζα «το σύμπλεγμα της υποτέλειας». Η μορφή που παίρνει είναι αυτή ενός «διπλού (και φαινομενικά αντιφατικού) δεσμού» (double bind): από τη μία πλευρά, το υποκείμενο αποδέχεται και εσωτερικεύει τον τρόπο με τον οποία ο Ετερος, επί του προκειμένου ο «δυτικοευρωπαίος» τον αντιμετωπίζει (ή που θεωρεί ότι τον αντιμετωπίζει). Βλέπει δηλαδή τον εαυτό του διαρκώς με τα μάτια του Αλλου, και υπερθεματίζει σ'αυτή τη στάση. Αυτό τον οδηγεί όμως σε μια πλήρη απαξίωση του εαυτού του, μια θέση που είναι αφόρητη καθότι ισοδυναμεί με την απώλεια κάθε έννοιας αυτονομίας και εν τέλει υποκειμενικότητας. Γι αυτό και αντιδρά αντιστρέφοντας το πρόταγμα, το στερεότυπο που προβάλλει πάνω του ο Ετερος, αλλάζοντας όμως το πρόσημό του: «ναι, όντως, είμαι ένας Νότιος, τεμπέλης, απατεώνας και καλοπερασάκιας αλλά σ'αυτήν ακριβώς την καπατσοσύνη έγκειται και η ανωτερότητά μου έναντι όλων του «κουτόφραγκων» που έρχονται να μου πουλήσουν μούρη». Μόνο που η αντιστροφή ενός σχήματος αποτελεί κι αυτή μια μορφή επικύρωσής του, άρα αναπαραγωγής του αρχικού διλημματικού αδιέξοδου. Και έτσι συνεχίζεται η σχιζοφρένεια αυτής της χαρακτηριστικής μορφής αλλοτριωμένης συνείδησης που αποτελεί την υποκειμενική όψη της αναπαραγωγής της σχέσης υποτέλειας από την πλευρά εκείνου που την υφίσταται.
ΤΟ ΠΡΟΤΑΓΜΑ ΤΟΥ «ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΥ» ΚΑΙ ΤΟΥ «ΕΞΕΥΡΩΠΑΪΣΜΟΥ»