Ο Μέγας Κωνσταντίνος είναι μια από τις πιο παρεξηγημένες και αμφισβητούμενες μορφές της παγκόσμιας Ιστορίας. Οι ιστορικοί, προπάντων οι ξένοι, είναι προκατειλημμένοι εναντίον του. Για αυτό και είναι μια ευχάριστη έκπληξη να βλέπει κανείς να δικαιώνεται το έργο του, και μάλιστα από έναν κορυφαίο ιστορικό της ύστερης αρχαιότητας, τον Πωλ Βεν (Paul Veyne). Αναφέρομαι στο βιβλίο του τελευταίου, «Όταν ο κόσμος μας έγινε χριστιανικός» (Εστία, β έκδοση 2019), το οποίο επικεντρώνεται ακριβώς στη μορφή του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Ο Πωλ Βεν ξεκινά θυμίζοντάς μας ότι το έτος 312 έγινε κάτι απροσδόκητο, η μεταστροφή του Κωνσταντίνου, που ήταν το αποτέλεσμα ενός οράματος με το χριστόγραμμα («Εν τούτω νίκα»). Ο Κωνσταντίνος είδε το εν λόγω όραμα λίγο πριν την μάχη στην Μουλβία Γέφυρα, όπου θα αντιμετώπισε στρατιωτικά τον Μαξέντιο. Τι είδους άνθρωπος ήταν λοιπόν ο Κωνσταντίνος και είχε αυτή την μεταστροφή; Μερικοί λένε ότι ασπάστηκε τη νέα θρησκεία από υπολογισμό, άλλοι ότι ήταν προληπτικός, αλλά ο Βεν διαφωνεί. «Κατά τη γνώμη μου, γράφει, ήταν ένας άνδρας με όραμα. Η μεταστροφή του του επέτρεπε να συμμετάσχει σε μια υπερφυσική εποποιία… να αναλάβει την καθοδήγηση της Αυτοκρατορίας και να διασφαλίσει έτσι τη σωτηρία της ανθρωπότητας. Αισθανόταν ότι, για τη σωτηρία αυτή, η βασιλεία του … είχε να διαδραματίσει τεράστιο ρόλο» (σ. 12). Επιπλέον, ο Κωνσταντίνος ήταν ένας άνθρωπος ειλικρινής: πράγματι θεωρούσε ότι «ήταν εκλεκτός, ότι ήταν προορισμένος από τη θεία βούληση να παίξει έναν προνοιακό ρόλο στη χιλιαστική οικονομία της Σωτηρίας» (σ. 13). Ήταν ένας ευφάνταστος ηγεμόνας, «μεγαλομανής» (ο όρος εδώ σημαίνει ότι συνελάβε ένα άκρως τολμηρό σχέδιο), «άνθρωπος της δράσης, γεμάτος σύνεση όσο και γεμάτος ενέργεια». Την 28η Οκτωβριου του 312 «ο Θεός τον οδήγησε στην περίφημη νίκη της Μουλβίας Γέφυρας. Ο Μαξέντιος συντρίφθηκε και σκοτώθηκε από τα στρατεύματα του Κωνσταντίνου, που διαφήμιζαν την προσωπική θρησκεία του αρχηγού τους, του οποίου ήταν όργανα: οι ασπίδες τους έφεραν … το λεγόμενο χριστόγραμμα» (σ. 14-5). Η νίκη, για τον Κωνσταντίνο είχε επιτευχθεί χάρη στον Θεό των Χριστιανών. Και ο Θεός αυτός, πράγμα που ο Κωνσταντίνος καταλάβαινε καλά, σύναπτε με τα πλάσματά του «μια σχέση μόνιμη, αμοιβαία και προσωπική», αντίθετα από τους θεούς του παγανισμού, «που ζούσαν για τον εαυτό τους» (σ. 18), που είχαν με τους πιστούς τους σχέσεις συμβατικές και περιστασιακές.
Είναι πολύ βασικό να καταλάβουμε, ειδικά σε μια εποχή όπου η κάθε λογής ετερόδοξη προπαγάνδα συκοφαντεί τις μεγάλες χριστιανικές μορφές, ότι ο Κωνσταντίνος κάθε άλλο παρά ήθελε να επιβάλει την νέα θρησκεία με τη βία στους υπηκόους του. Αποκαλούσε ρητά τον παγανισμό «δεισιδαιμονία», ωστόσο ο τελευταίος απολάμβανε πλήρη ανεκτικότητα από την πλευρά του. Είναι αλήθεια παράλληλα ότι οι μεγάλες αποφάσεις που πήρε ο Κωνσταντίνος μετά τον 312 «αποσκοπούν να προετοιμάσουν ένα χριστιανικό μέλλον για τον ρωμαϊκό κόσμο».