Συγγραφείς: Michel Lowy & Robert Sayre
Απόσπασμα από το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου των συγγραφέων, Εξέγερση και Μελαγχολία, Ο ρομαντισμός στους αντίποδες της νεωτερικότητας, που πρόσφατα επανακυκλόφορησε από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις.
Απέναντι σ’ αυτήν τη σχεδόν απόλυτη εκσυγχρονιστική συναίνεση, αναπτύσσεται στη Γαλλία, κατά τα τελευταία χρόνια, ένα ρεύμα ρομαντικής ευαισθησίας, μειοψηφικό αλλά όχι αμελητέο, φορέας μιας ριζοσπαστικής κριτικής του σύγχρονου πολιτισμού. Ένα χαρακτηριστικό, κοινό για την πλειονότητα των εκπροσώπων του, είναι η απουσία ιδιαίτερων αναφορών στη ρομαντική παράδοση του 19ου αιώνα – που η παρουσία της ήταν ακόμη εξαιρετικά έντονη στην προπολεμική γενιά. [ ] Αυτόν τον ρόλο έχουν αναλάβει μερικοί σύγχρονοι διανοούμενοι των οποίων τα έργα έχουν μεταφρασθεί (ή αρχίζουν να μεταφράζονται) στη Γαλλία: σε ό,τι αφορά τους φιλοσόφους, πρόκειται για τους συγγραφείς της σχολής της Φρανκφούρτης, ή, αντίθετα, για τον Χάιντεγκερ. οι οικολόγοι ενδιαφέρονται για τον Ιβάν Ίλλιτς, ενώ οι οικονομολόγοι ανακαλύπτουν τον Karl Polanyi ή τον Ιμμάνουελ Βαλλερστάιν.
Το έργο του Polanyi, η ανάλυσή του για τη βαθύτατη τομή που αντιπροσωπεύει η αυτορυθμιζόμενη αγορά σε σχέση με ένα οικονομικό επίπεδο “ενσωματωμένο” (embedded) στο κοινωνικό γίγνεσθαι στις προνεωτερικές κοινωνίες, μεταβλήθηκε –προπάντων μετά τη μετάφραση του Μεγάλου Μετασχηματισμού, το 1983– σε θεμελιώδη αναφορά, πέρα από τα στενά όρια των επί μέρους επιστημονικών τομέων, για τους επικριτές και τους αντιπάλους του “συστήματος” στη Γαλλία.
Μερικοί συγγραφείς επιμένουν να καταδεικνύουν τον νεωτεριστικό χαρακτήρα της σύγχρονης φάσης της καπιταλιστικής νεωτερικότητας. Τέτοια είναι, επί παραδείγματι, η περίπτωση του Jean Chesnaux. κατ’ αυτόν, στις μέρες μας, έχουμε περάσει σε μια νέα περίοδο, που δεν προβλέπει ο Polanyi: μέσα από μια αναστροφή, μια ανατροπή της σχέσης ανάμεσα στο οικονομικό και το κοινωνικό, όλος ο ιστός της κοινωνικής ζωής κυριεύθηκε από την οικονομία και αποσυντέθηκε. Στη θέση του μπαίνει ένα καθολικό σύστημα, ένας πανταχού παρών παν-καπιταλισμός, που καλύπτει όλες τις ηπείρους και όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, παρασύροντας στο πέρασμά του τον τρίτο κόσμο και τον “υπαρκτό σοσιαλισμό”. Η κοινωνική αποσύνθεση γίνεται φανερή στο επίπεδο του χώρου, με το ξερίζωμα των πληθυσμών, την επαναληπτική μονοτονία των χώρων κοινωνικής συναναστροφής, τον πολλαπλασιασμό των “αποεδαφικοποιημένων” συστημάτων (αποχωρισμένων από το φυσικό ή κοινωνικό περιβάλλον). Μεταφράζεται επίσης, με τρόπο ιδιαίτερα επώδυνο, στο επίπεδο της χρονικότητας: ο σύγχρονος άνθρωπος, ζώντας αποκλειστικά στο στιγμιαίο και το άμεσο, δεν γνωρίζει παρά ένα χρόνο καθαρά ποσοτικό, συμπιεσμένο μέσα στο παρόν, που εξαφανίζει την έννοια της διάρκειας. Βρίσκεται κλεισμένος σε ένα “διαρκές παρόν χωρίς παρελθόν ούτε μέλλον” (Όργουελ). [ ] Η φρενίτις του στιγμιαίου, η έμμονη ιδέα του απηρχαιωμένου, η ψύχωση της ταχύτητας, εγκαθίστανται μαζί με τη νεωτερικότητα, οδηγώντας σε μια αντιπαράθεση, όλο και πιο έντονη, με τους βαθύτερους ρυθμούς της βιόσφαιρας και της ατμόσφαιρας.