Στο πρόσφατο Δημοτικό Συμβούλιο (12 Ιουνίου 2017) εγκρίθηκε, παρά τις αντιρρήσεις αρκετών, η συμμετοχή του Δήμου Θεσσαλονίκης στο ετήσιο πρόγραμμα της Coca Cola Τρία Έψιλον «Το σχολείο που θέλεις». Το πρόγραμμα προβλέπει διαδικτυακή ψηφοφορία στην οποία θα συμμετέχουν μαθητές, γονείς και διδακτικό προσωπικό για να αναδειχθεί το σχολείο που θα λάβει επιχορήγηση για επισκευαστικές εργασίες συντήρησης.
Εύλογα, οποιοσδήποτε μπορεί να σταθεί θετικά στη διάθεση μιας εταιρείας να επιχορηγήσει εργασίες συντήρησης σε σχολικές μονάδες. Πόσο μάλλον όταν στις ημέρες μας οι δαπάνες για τη συντήρηση σχολικών μονάδων διαρκώς μειώνονται.
Προσθήκη λεζάντας |
Η Coca Cola Hellas Τρία Έψιλον, συμφερόντων του ομίλου Δαυίδ, μέσα από τη δράση αυτή προσπαθεί να πετύχει κάτι περισσότερο. Καταρχάς, την κατοχύρωση ενός εταιρικού κοινωνικού προφίλ, το οποίο «γκρεμίστηκε» μαζί με το κλείσιμο των εργοστασίων της στη Βόρεια Ελλάδα, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα εκατοντάδες εργαζόμενοι να χάσουν τη δουλειά τους. Και να ακυρώσει το σύνθημα «Μποϊκοτάζ στην Coca Cola», που ενέπνευσε τους πάντες, στα πλαίσια των πολύμηνων κινητοποιήσεων των απολυμένων της Coca Cola.
Ταυτόχρονα όμως, το τμήμα Marketing του ομίλου προσπαθεί με τον τρόπο αυτό να εισάγει το προϊόν στην καθημερινότητα των παιδιών των σχολείων. Η διαδικασία της ψηφοφορίας και της «κινητοποίησης» των παιδιών για να αναδειχθεί το σχολείο τους νικητής του διαγωνισμού της Coca Cola εντάσσεται στο «από στόμα σε στόμα» marketing (word-of-mouth / WOM). Μια στρατηγική που μετατρέπει τα ίδια τα παιδιά σε φορείς του διαφημιστικού μηνύματος. Μια στρατηγική που «δεσμεύει» τις παιδικές καταναλωτικές συνήθειες και τους εισάγει στο «θαυμαστό κόσμο» της κατανάλωσης δια της πλαγίας οδού.
Ο Δήμος Θεσσαλονίκης διά του Δημάρχου του όφειλε να αρνηθεί μια τέτοια χορηγία που μεταβάλλει τους νεαρούς δημότες του σε υποκείμενα μετάδοσης ενός διαφημιστικού μηνύματος. Θα όφειλε ως ελάχιστη συμπαράσταση σε όλες κι όλους τους απολυμένους εργαζόμενους των εργοστασίων του ομίλου να αρνηθεί τη χορηγία μιας εταιρείας που εγκατέλειψε τις παραγωγικές της δραστηριότητες στη Βόρεια Ελλάδα.