Άντης Ροδίτης
Την περίοδο από το Ιούνιο του 1964 ως τον Δεκέμβριο του 1967, ολόκληρη η Κύπρος συνδεόταν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, με την Ελλάδα. Στην ουσία το νησί μας ήταν ντε φάκτο ενωμένο με την Ελλάδα. Ελεγχόταν από τον ελληνικό στρατό και την Εθνική Φρουρά από τη μια άκρη ως την άλλη, μ’ εξαίρεση κάποιους τ/κυπριακούς θύλακες, που ήταν όμως σχετικά εύκολο ζήτημα η εξουδετέρωσή τους σε περίπτωση ανάγκης. Νοουμένου δε, ότι όλες οι άμεσα εμπλεκόμενες χώρες ανήκαν στην ίδια συμμαχία, το ΝΑΤΟ, νοουμένου ότι η λήξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου ήταν μόλις είκοσι χρόνια πίσω και η συμβολή της Ελλάδος στη νίκη εναντίον του Άξονα ήταν ακόμα πασίγνωστη στη Δύση, όπως και η αρνητική στάση της Τουρκίας, κι ότι ο αγώνας της ΕΟΚΑ για την Ένωση ήταν όχι μόνο πολύ γνωστός και είχε στηριχθεί συναισθηματικά από πολλές χώρες, ομάδες, κόμματα, απελευθερωτικά κινήματα του εξωτερικού, διανοούμενους κ.α., τίθεται το ερώτημα πώς έγινε ώστε η διπλωματία μας να μην είχε καταφέρει να πείσει τους Δυτικούς ότι το συμφέρον όλων θα εξυπηρετείτο απόλυτα με την απόδοση της Κύπρου στην Ελλάδα, όταν η Ένωση συζητιόταν επίσημα πια στη Γενεύη με αμερικανική πρωτοβουλία. Πώς τα είχαμε καταφέρει ώστε η τότε ντε φάκτο Ένωση να μην ακολουθήσει τη φυσιολογική της πορεία και να μετατραπεί και σε ντε γιούρε; Πώς τα καταφέραμε δέκα χρόνια μετά να χαθεί το μέγα πλεονέκτημα και ν’ αποδοθεί η μισή σχεδόν Κύπρος στην Τουρκία, με απρόβλεπτους κινδύνους πια για ολόκληρο το νησί;
Είναι δύσκολο να μην κάνει κάποιος τις ακόλουθες σκέψεις και να μην θέτει αυτά τα ερωτήματα:
Αν πραγματοποιείτο η Ένωση θα είχαμε τον εθνικό διχασμό Μακαριακοί – Γριβικοί, θα είχαμε την άνοδο της Χούντας στην Ελλάδα, θα είχαμε την εντελώς λάθος κίνηση του Διγενή να δημιουργήσει την ΕΟΚΑ Β΄, τον άτυπο, εμφύλιο πόλεμο στην Κύπρο; Θα είχαμε το μίσος ανάμεσα στις ελληνικές κυβερνήσεις από τη μια, νόμιμες και παράνομες, δημοκρατικές και δικτατορικές και από την άλλη τον Μακάριο και τους υποστηρικτές του, και κατ’ ακολουθία θα είχαμε το μίσος ανάμεσα στον ελληνικό στρατό και τον Μακάριο, που θα κατέληγε στο πραξικόπημα του Ιωαννίδη το ’74, το οποίο έδωσε την αφορμή στην Τουρκία να εισβάλει με τους τόσους θανάτους, τους βιασμούς, τους εκτοπισμούς από τις προγονικές εστίες, τους εποικισμούς με μουσουλμάνους της Ασίας; Θα είχαμε σήμερα τον κίνδυνο που επικρέμεται, δαμόκλειος σπάθη, πάνω από όλη την Κύπρο; Και ακόμα τίθεται το δραματικό ερώτημα, αν γινόταν η Ένωση, θα ήταν σήμερα η Τουρκία η υπερδύναμη που έγινε και απειλεί καθημερινά το Αιγαίο; Και δεν θα ήταν η Ελλάς μια πολύ ισχυρότερη χώρα από ό,τι είναι σήμερα, αφού θα είχε πια τη δυνατότητα επέκτασης των χωρικών της υδάτων και εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων της, ώστε να μη φτάναμε ποτέ, όλοι, στην παρούσα οικονομική κρίση;