(Ελεύθερος Σκοπευτής, Επενδυτής, 25/10/2013)
«Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος». Η φράση με την οποία ο Ιωάννης ανοίγει το ευαγγέλιό του ηγεμόνευσε για πολλούς μετά Χριστόν αιώνες στη Δύση. Εξέφρασε τον θρίαμβο της θεο-λογοκρατίας και τη συντριβή της αρχαιοελληνικής λογοκρατίας, όπου λόγος ήταν ο κοινός ή ο σύνθετος νους, το μέτρο του κόσμου ή τουλάχιστον το μέτρο αντίληψης του κόσμου. Η μεσολάβηση του θεού καπέλωσε και τον κοινό και τον σύνθετο νου. Ο Λόγος έγινε και φόβος και παρηγοριά για όσα φρικτά περίμεναν τις δύσμοιρες ανθρώπινες υπάρξεις, μέχρι που ήρθαν οι ανθρωπιστές και λίγο μετά οι διαφωτιστές (ομολογώ ότι μ’ έχει πιάσει κάποια εμμονή με τον διαφωτισμό, αλλά τόσο πίσω μάς έχει οδηγήσει ο νεο-σκοταδισμός) κι αποκατέστησαν την κυριαρχία του Ορθού Λόγου. Ο ορθολογισμός τους άλλαξε πολλά στη ζωή των ανθρώπων, τουλάχιστον στη Δύση, και έσπασε το μονοπώλιο του ανορθολογισμού, ο οποίος εδώ και τέσσερις αιώνες σε γενικές γραμμές περιθωριοποιείται. Ζούμε στην εποχή του ορθολογισμού και ουδείς διανοείται να διακηρύξει ότι οποιαδήποτε πολιτική απόφαση, οικονομική επιλογή ή διοικητική πράξη είναι προϊόν θείας επιφοίτησης, προφητείας ή ονειρικής αποκάλυψης, χωρίς να τον πάρουν στο ψιλό. Ακόμη κι όταν εισηγείται τα πιο ανορθολογικά πράγματα.
Το μνημόνιο, αίφνης, και οι εξ αυτού εκπορευόμενες κυβερνητικές αποφάσεις και συνέπειες προβάλλονται ως η πεμπτουσία του ορθολογισμού. Σε βαθμό ώστε ακόμη και τα πιο παράλογα αποτελέσματά τους να αποκαλούνται «εξορθολογισμός». Ως εξορθολογισμός προβλήθηκε η ισοπεδωτική μείωση μισθών και συντάξεων, αλλά ο ορθολογισμός των εξορθολογιστών αποφεύγει να σχολιάσει τη λογική συνάφεια ανάμεσα στη μείωση αυτή και την καταστροφική ύφεση που προκάλεσαν. Όπως αδυνατούν, επίσης, να εξηγήσουν ορθολογικά πώς είναι δυνατό να προκύψει ανάκαμψη μέσω της καταναλωτικής εξουθένωσης, πώς δηλαδή μπορεί να προκύψει αύξηση εισοδήματος μέσω της μείωσής του.