Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΧΡΟΝΙΚΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΧΡΟΝΙΚΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2024

Το χρονικό του μακεδονικού ζητήματος

ΞΕΝΟΦΩΝ Α. ΜΠΡΟΥΝΤΖΑΚΗΣ

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ
τεύχος 2351

Μέρος Τρίτο: Η γλώσσα ως τεκμήριο εθνικής ταυτότητας

Στη διάρκεια του ελληνικού Διαφωτισμού, η ιδέα της ελληνικής παλιγγενεσίας αναπτύχθηκε έχοντας ως βασικό πυρήνα προβληματισμού τα κριτήρια που συγκροτούν την ελληνικότητα και οριοθετούν την Ελλάδα ως χώρο. Το κριτήριο της γλώσσας θεωρήθηκε αναπόσπαστα συνδεδεμένο με αυτό της εθνολογικής καταγωγής. Η διαφοροποίηση των εθνοτήτων στον χώρο της Βαλκανικής, κυρίως στο γλωσσικό, προκύπτει αβίαστα. Βέβαια, υπήρχαν κάποιες περιοχές, το βασικό χαρακτηριστικό των οποίων ήταν η πολυγλωσσία. Αλλά και πάλι, οι γλώσσες διαχωρίζονται σε διαλέκτους καθώς και σε τοπικά ιδιώματα, έτσι που κάθε γλώσσα διέθετε δικούς της συμπαγείς γεωγραφικούς πυρήνες. Αυτό, ωστόσο, ήταν ευδιάκριτο για τις άλλες γλώσσες της Βαλκανικής, όπου γλώσσα και λαός είχαν το ίδιο όνομα. Με την ελληνική γλώσσα τα πράγματα δυσκόλευαν λόγω του ότι η εξάπλωσή της υπερέβαινε κατά πολύ τα γεωγραφικά όρια μέσα στα οποία γινόταν ευρεία και αποκλειστική χρήση της. Σε αυτό συνέτειναν αρκετοί λόγοι, κυρίως κοινωνικοί, θρησκευτικοί και οικονομικοί. Όπου προέκυπταν γλωσσικές διαφορές, αυτές μετατρέπονταν σε εθνικές.

Το κριτήριο της γλώσσας υπήρξε αναπόσπαστα συνδεδεμένο με αυτό της εθνολογικής καταγωγής, όπως και με τους εθνικούς αγώνες.

Στη Βαλκανική, ο προβληματισμός για την καταγωγή των εθνών αποτελούσε ένα ζήτημα που απασχολούσε ιδιαίτερα τους λαούς της, καθώς αυτό είναι ένα ιστορικό εργαλείο για τη χειραφέτησή τους.

Πράγμα που το βλέπουμε ήδη στο παρόν μας με το θέμα των Σκοπίων μετά την πρόσφατη Συμφωνία των Πρεσπών, στην οποία μια βασική παράμετρος είναι η λεγόμενη μακεδονική γλώσσα, που κατά συνέπεια υποδηλώνει και μακεδονική εθνότητα.

Όπως είδαμε, η γλώσσα είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο για τη συγκρότηση εθνικής ταυτότητας και τη σφυρηλάτηση της εθνικής συνείδησης. Η γλώσσα, ωστόσο, που τα Σκόπια βάφτισαν ως μακεδονική δεν διαθέτει προϊστορία, σε πλήρη και εκκωφαντική αντίθεση με αυτό που συμβαίνει με όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς. Δεν διαθέτει παρελθόν και πρόκειται για ένα προϊόν τεχνικής «επεξεργασίας» και όχι φυσικής εξέλιξης.

Η λεγόμενη «μακεδονική» γλώσσα, τόσο λεξιλογικά όσο γραμματικά και συντακτικά, είναι μία διάλεκτος της βουλγαρικής με επιμειξία πολλών σερβικών, τουρκικών, ελληνικών και αλβανικών στοιχείων. Ο καθηγητής Νικόλαος Ανδριώτης τονίζει ότι πρόκειται για σλαβικό ιδίωμα, το οποίο σχετίζεται με τη βουλγαρική. Στην ουσία, η λεγόμενη «μακεδονική» γλώσσα είναι ένα τοπικό ιδίωμα, ένα μείγμα των διαλέκτων που ομιλούσαν οι κάτοικοι των περιοχών Βέλες, Πρίλεπ, Κίτσεβο και Βιτωλίων (Μοναστήρι). Το ιδίωμα αυτών των περιοχών ήταν και το πιο οικείο στην πλειονότητα των κατοίκων της Ψευδομακεδονίας. Τα μακεδονικά πρωτοεμφανίζονται ως «επίσημη» γλώσσα στις 2 Αυγούστου του 1944 από την τότε νεοϊδρυθείσα Ομοσπονδιακή Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της «Μακεδονίας».

Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2024

Το χρονικό του μακεδονικού ζητήματος

ΞΕΝΟΦΩΝ Α. ΜΠΡΟΥΝΤΖΑΚΗΣ


Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ
τεύχος 2349


Μέρος Δεύτερο: Η δημιουργία του κράτους των Σκοπίων (1944)

Η βουλγαρική Οχράνα, μια αυτονομιστική οργάνωση με αρχηγό τον κομιτατζή Άντον Κάλτσεφ, στόχευε στην κατάληψη της Θεσσαλονίκης και της Δυτικής Μακεδονίας υπό την ιταλική και τη γερμανική κατοχή. Προς επίτευξη του σκοπού της, ένα τμήμα του ΣΝΟΦ (Σλαβομακεδονικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο) συντονίζει τη δράση του εναντίον των ελληνικών πληθυσμών της Μακεδονίας. Τα θύματα από ελληνικής πλευράς υπολογίζονται στους 3.000 ανθρώπους και σφαγιάστηκαν στο όνομα… της ενιαίας κομμουνιστικής Μακεδονίας.

1944: Το 1944 το ΚΚΕ στράφηκε ανοιχτά κατά των αποσχιστικών κινήσεων του ΣΝΟΦ όπως και κατά των σλαβόφωνων ταγμάτων Αριδαίας – Έδεσσας και Φλώρινας – Καστοριάς που ελέγχονταν από το Γενικό Επιτελείο της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας.

1945: Σαν διάδοχη κατάσταση του ΣΝΟΦ (Σλαβομακεδονικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Μετώπου) ιδρύεται στα Σκόπια τον Απρίλιο του 1945 το ΝΟΦ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο). Η δράση των ένοπλων ομάδων του ΝΟΦ στο Βίτσι και το Καϊμακτσαλάν έφερε το ΚΚΕ σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση. Το 1945 ο Ζαχαριάδης στρέφεται εναντίον του ΝΟΦ που προπαγάνδιζε τη συνένωση του «μακεδονικού λαού» και δρούσε ανεξέλεγκτα στην ελληνική Μακεδονία.

Στους λόγους του ο Ζαχαριάδης αναφερόταν τώρα πια στην ελληνικότητα της Μακεδονίας και στο απαραβίαστο των ελληνικών συνόρων. Η στάση αυτή του Ζαχαριάδη αποδείχτηκε βραχύβια, αφού δεν έκλεισε χρόνο. Ο ίδιος είχε αρχίσει να σκέπτεται σοβαρά το ενδεχόμενο της ένοπλης σύγκρουσης, πράγμα που θα απαιτούσε τη βοήθεια των γειτονικών χωρών και κυρίως της Γιουγκοσλαβίας. Έτσι, έπρεπε να εξομαλυνθούν οι σχέσεις ΚΚΕ και ΝΟΦ. Εδώ να θυμίσουμε ότι πριν από λίγους μήνες οι οργανώσεις του ΚΚΕ προέτρεπαν τους κατοίκους να καταδώσουν στην αστυνομία και στα κρατικά όργανα τους πράκτορες του ΝΟΦ, αν εμφανίζονταν στην περιοχή τους. Τώρα το ΝΟΦ από φασιστική οργάνωση, όπως είχε χαρακτηρισθεί από τον Ζαχαριάδη, έγινε αίφνης μια δημοκρατική οργάνωση, ένα αντίστοιχο σλαβομακεδονικό ΕΑΜ.

Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2024

Το χρονικό του μακεδονικού ζητήματος

ΞΕΝΟΦΩΝ Α. ΜΠΡΟΥΝΤΖΑΚΗΣ


Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ
τεύχος 2348


Μέρος Πρώτο

Μια ιστορία με πολύ παρελθόν και δύσκολο μέλλον


Στη Συνθήκη του Βερολίνου, που υπεγράφη μεταξύ της 13ης Ιουνίου και της 13ης Ιουλίου 1878, αναθεωρήθηκε η βεβιασμένη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, που υπεγράφη στις 3 Μαρτίου 1878 μεταξύ της Ρωσίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, βασικό δημιούργημα της οποίας ήταν η «Μεγάλη Βουλγαρία».

Η Συνθήκη προέβλεπε την ίδρυση εκτεταμένης αυτόνομης βουλγαρικής ηγεμονίας, που θα περιλάμβανε εδάφη από τον Δούναβη ώς το Αιγαίο πέλαγος και από τον Εύξεινο Πόντο ώς το Δρίνο και τις λίμνες Πρέσπες και την Αχρίδα. Να σημειωθεί ότι εκείνη την εποχή, ανύπαρκτη στον παγκόσμιο χάρτη, η Βουλγαρία δεν ήταν υποκείμενο του Διεθνούς Δικαίου – ούτε και οι Βούλγαροι. Το Μακεδονικό ως πρόβλημα έγινε γνωστό διεθνώς αμέσως μετά τη Συνθήκη του Βερολίνου τον 19ο αιώνα, και αφορούσε στη διευθέτηση των συνόρων στην περιοχή της Μακεδονίας μεταξύ των κρατών της περιοχής: Ελλάδας, Βουλγαρίας, Σερβίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και των διευθετήσεων που έγιναν στο λεγόμενο Ανατολικό Ζήτημα, ως επί μέρους θέμα φάνηκε να έχει τακτοποιηθεί, για να επανεμφανιστεί εκ νέου μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αυτή τη φορά μεταξύ της Γιουγκοσλαβίας, της Βουλγαρίας και της Ελλάδας, και τα τελευταία χρόνια ως ζήτημα της ονομασίας του κρατιδίου των Σκοπίων.

Μακεδονία: ένα όνομα με πολλούς κληρονόμους


Η επαναφορά του Μακεδονικού θέτει το ζήτημα της «μακεδονικής» εθνότητας, μέρος της οποίας είναι και η «γλώσσα». Η νέα αυτή εκδοχή του Μακεδονικού δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση και προφανώς δεν αντιμετωπίζεται με εθνικιστικές κορώνες και πλειοδοσίες πατριωτισμού. Κυρίως όμως αποτελεί έγκλημα να αντιμετωπίζεται με κομματικά – ιδεολογικά κριτήρια, που κατά κανόνα εμπορεύονται το εθνικό συμφέρον.