Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2024

H εποχή του μετανθρώπου & οι μαθητευόμενοι μάγοι της Silicon Valley

του Γιώργου Καραμπελιά, το εισαγωγικό κείμενο από το αφιέρωμα του Άρδην (τ. 132) για τον Μετάνθρωπο και την Silicon Valley

Η κρίση του μαρξιστικού και εθνικοσοσιαλιστικού μεσσιανισμού προήλθε από την εξάντληση των προτάσεών τους, στην αντιπαράθεση με την ίδια την ηγερία τους, την Ιστορία, και από την εκκένωση του «μύθου του 20ού αιώνα» –για να δανειστούμε τον τίτλο του Ρόζενμπεργκ– του ημιθέου της ιστορίας. Ο ημίθεος κομμουνιστής/προλετάριος και ο αντίπαλός του, ο Γερμανός υπεράνθρωπος/δολοφόνος, θα βυθιστούν στο λυκόφως, όσο και εάν ο πρώτος συνιστά μια πλέον ελκυστική ανθρώπινη φιγούρα από την αποτρόπαιη καρικατούρα του δεύτερου.
Πράγματι, κατά τον 20ό αιώνα, περάσαμε από τον Θεό και Μεσσία του εβραϊσμού στον Θεό/Ημίθεο της ιστορίας, για να ξαναβρεθούμε μπροστά σε έναν νέο θεό, τον Θεό της τεχνολογίας. Δεν προλάβαμε να εξέλθουμε από την εποχή του ιστορικού μεσσιανισμού και βρισκόμαστε αντιμέτωποι, σε αυτή τη νέα χιλιετία, με τη φοβερότερη πρόκληση στην ιστορία του ανθρώπου, τη μετάβαση προς τον «μετάνθρωπο».


Όντως, για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, γίνεται επιστημονικά και τεχνολογικά εφικτή η δυνατότητα παρέμβασης στο γενετικό υλικό του ανθρώπου και κατά συνέπεια η δυνατότητα μιας τεχνητής αλλοίωσης του ανθρωπίνου είδους, ή μιας μετεξέλιξης των μηχανικών συστημάτων προς την κατεύθυνση οιονεί ανθρωπίνων λειτουργιών, ή και τα δύο ταυτοχρόνως, σε μια συνάρθρωση («συνεπαφή») ανθρώπου και μηχανής. Και επιμένουμε στο επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύξιμο, διότι μυθολογικά και μυθιστορηματικά είχαν ήδη κατασκευαστεί τεχνουργήματα αντίστοιχα με τις σημερινές ευφυείς μηχανές και τα αυτόματα, από τον χάλκινο γίγαντα Τάλω, στην αρχαία Ελλάδα, έως τον… Πινόκιο και το τέρας του Φρανκενστάιν.


Στην αρχαία ελληνική παράδοση, ο Τάλως ήταν μια μηχανική κατασκευή, το πρώτο «ρομπότ» στην παγκόσμια ιστορία. Σύμφωνα με την επικρατέστερη μυθολογική εκδοχή, κατασκευάστηκε από τον Ήφαιστο κατ’ εντολήν του Δία, ο οποίος τον χάρισε στο Μίνωα για να φυλάει την Κρήτη. Ήταν κατασκευασμένος από μπρούντζο και διέθετε μία και μοναδική φλέβα, η οποία ξεκινούσε από τον λαιμό και κατέληγε στον αστράγαλό του, όπου ένα χάλκινο καρφί έκλεινε την έξοδό της. Μέσα στη φλέβα του Τάλω κυλούσε ο ιχώρ, δηλαδή «το αίμα των αθανάτων», θείο υγρό που του έδινε ζωή. Κύριο έργο του Τάλω ήταν να διατρέχει όλες τις ακτές της Κρήτης, τρεις φορές την ημέρα, να ρίχνει βράχους στα εχθρικά πλοία, να σκοτώνει τους εισβολείς και επί πλέον να περιφέρεται στο εσωτερικό του νησιού μεταφέροντας από χωριό σε χωριό τους νόμους που θεσμοθετούσε ο Μίνωας. Τους εισβολείς εξόντωνε αγκαλιάζοντάς τους, ενώ ταυτόχρονα πυρακτωνόταν –άγνωστο πώς– και τους κατέκαιγε. Ο «θάνατός» του επήλθε όταν, από την Κρήτη, περνούσαν οι Αργοναύτες και ο Ποίας, πατέρας του Φιλοκτήτη, τόξευσε το χάλκινο καρφί στη φτέρνα του Τάλω, το οποίο βγήκε από τη θέση του και χύθηκε ο ιχώρ. Δηλαδή, σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Τάλως αποτελούσε ένα είδος «κύβοργου».
Στο παρελθόν, και σε δύο μεγάλες «στιγμές», ο άνθρωπος έθεσε ως στόχο την «υπέρβαση» της ανθρώπινης φύσης, και σήμερα ετοιμάζεται για το τρίτο «αποφασιστικό άλμα».

Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2024

Τα Αμπελάκια και η Ελληνική μανιφακτούρα της Τουρκοκρατίας




Γράφει ο Γιώργος Καραμπελιάς

Τον 17ο αι., αρχίζει η ανάπτυξη της βιοτεχνίας και της οικοτεχνίας των ορεινών κοινοτήτων, ο πληθυσμός των οποίων ενισχύεται, ενώ παράλληλα αυξάνεται η εμπορευματική παραγωγή αγροτικών προϊόντων και πρώτων υλών σε μαλλί, ξυλεία, σιτηρά, βαμβάκι, καπνό, κορινθιακή σταφίδα, ιδιαίτερα στις μεγάλες πεδιάδες. Ο Κωστής Μοσκώφ –ο μόνος ίσως που συνέλαβε, σε όλες τις διαστάσεις της, τη σημασία του φαινομένου– υπογραμμίζει:

Μια παραγωγική εμπορευματική δραστηριότητα διασώζεται ανάμεσα στον 16ο και 18ο αι., στον ελεύθερο από τα αντικίνητρα του οθωμανικού φεουδαλισμού νεοεποικισμένο ορεινό χώρο, ή στις όμοιας ιστορικής γένεσης νησιώτικες κοινωνίες του Αιγαίου, αποκλειστικά σχεδόν εκεί[1]. [ ]

Η οικονομική ενότητα της ελλαδικής κοινωνίας έχει διασπαστεί τώρα: Οι αστικές σχέσεις αναπτύσσονται στα εμπορευματικά βουνίσια αυτά κέντρα, διεισδύουν σταδιακά στην περίοική τους αγροτιά, δεν διοχετεύονται όμως και προς τον φεουδαλοποιημένο πεδινό χώρο.

Όχι ότι μια ανάπτυξη της οικονομίας δεν πραγματοποιείται και στα μέρη αυτά. Οι καινούργιες καλλιέργειες, η σταφίδα κυρίως, αλλά και το βαμβάκι, ο καπνός, το καλαμπόκι, ανταποκρίνονται στην αυξανόμενη ολοένα ζήτηση της Ευρώπης, κι έτσι η παραγωγή αυξάνεται σημαντικά από τα τέλη του 17ου αιώνα στον ελλαδικό χώρο σαν σύνολο.

Η εξαγωγική δραστηριότητα που θα αναπτυχθεί δίνει στους εξαγωγείς, μεγάλους φεουδαλικούς άρχοντες κυρίως, και στην κεντρική διοίκηση, ένα σημαντικό εισόδημα σε νόμισμα «σκληρό», ευρωπαϊκό, αλλά στην τέτοια οικονομική διαδικασία οι καλλιεργητές ελάχιστα θα συμμετέχουν[2].

Έτσι, η μεταποιητική δραστηριότητα θα «ξεφύγει» σταδιακά, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, από τα παραδοσιακά παραγωγικά βιοτεχνικά κέντρα της Αυτοκρατορίας και θα μετακινηθεί σε νέα κέντρα, μακριά από τον άμεσο έλεγχο των Τούρκων και από τον δυτικό ανταγωνισμό, στα ορεινά κέντρα και, για τη ναυτιλία, στα απομονωμένα νησιά. Αυτή η χωροταξική μετακίνηση θα σηματοδοτήσει και τη συρρίκνωση του παραγωγικού ρόλου των Εβραίων της Αυτοκρατορίας και τη σταδιακή μεταπήδησή τους στις εμπορικές και χρηματιστικές δραστηριότητες. Ενώ, μετά την εγκατάσταση των Εβραίων στη Θεσσαλονίκη, η τελευταία είχε μεταβληθεί, ήδη από το 1500, «στο μεγάλο υφαντήριο, τον αργαλειό του Λεβάντε»[3], μετά το 1720, ο παραγωγικός χαρακτήρας της πόλης υποχωρεί και ενισχύεται ο εμπορικός μεταπρατικός, ενώ η Θεσσαλονίκη γίνεται το δεύτερο μετά τη Σμύρνη κέντρο του εξωτερικού εμπορίου, σε βάρος του Σεράγεβου, του Μοναστηρίου, της Σόφιας, της Μοσχόπολης.

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2024

Γιώργος Καραμπελιάς, «25 μαθήματα ελληνικής ιστορίας» Μέρος 8ο: 1453-1715 Αντίσταση και Ορθοδοξία

Μέρος 8ο: 1453-1715 Αντίσταση και Ορθοδοξία



«....Η περίοδος μετά την Άλωση υπήρξε, για διακόσια πενήντα χρόνια περίπου, η μελανότερη περίοδος της Τουρκοκρατίας: αποσπώνται βίαια οι ιδιοκτησίες των Ελλήνων, το παιδομάζωμα αποκτά ενδημικό χαρακτήρα, οι εκκλησίες μεταβάλλονται σε μουσουλμανικά τεμένη, τα σχολεία εξαφανίζονται, ενώ μεγάλος αριθμός των Ελλήνων εγκαταλείπει τις πόλεις και αποτραβιέται στα ορεινά και στα ξερονήσια. Στο Πήλιο, στα Ζαγοροχώρια, στη Δυτική Μακεδονία· στην περιοχή των Αγράφων και στην ορεινή Θεσσαλία, κατοικούσαν διακόσιες χιλιάδες Έλληνες ενώ, στη Λάρισα, η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού ήταν Τούρκοι και οι Έλληνες μόνο 3-5 χιλιάδες. Στη Θεσσαλονίκη, συμβαίνει το ίδιο. Αντιθέτως, ήταν πολύ μεγαλύτερος ο πληθυσμός σε μία ορεινή πόλη, που σήμερα βρίσκεται στη Β. Ήπειρο, τη Μοσχόπολη, κατοικημένη αποκλειστικά από βλαχόφωνους Έλληνες, η οποία χάθηκε εντελώς μετά τις επιδρομές των Τουρκαλβανών. Πολλοί κατευθύνονται ταυτόχρονα και στα νησιά. Σε ορισμένα νησιά, για να αποφύγουν τους Τούρκους, κρύβονται την ημέρα, όπως συνέβαινε στην Ικαρία, και κυκλοφορούσαν το βράδυ και τη νύχτα. Ερημονήσια, όπως τα Ψαρρά, η Ύδρα, οι Σπέτσες, που ήταν απολύτως έρημα, εποικίζονται από Αρβανίτες κτηνοτρόφους ου θα μεταβληθούν σε ναυτικούς.   Αυτά τα ορεινά εδάφη και τα απομακρυσμένα νησιά θα μεταβληθούν εν συνεχεία στις εστίες αναβίωσης του ελληνισμού. Διότι εκεί είχαν τη δυνατότητα να αναπτύξουν μία οικονομική και πολιτιστική-εκπαιδευτική δραστηριότητα, σχετικά αυτόνομη και ανεξάρτητη, και μόνο μετά τον 18ο αι. άρχισαν να ξανασυγκεντρώνονται στις μεγάλες πόλεις Παράλληλα αρχίζει το μεγάλο κύμα της φυγής στο εξωτερικό, στη Ρωσία, την Αυστροουγγαρία, αλλά και στις ηγεμονίες της Βλαχίας και Μολδοβλαχίας.

Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2024

Γ. Καραμπελιάς, Μέρος 7o: Η αποσύνθεση του βυζαντινού κράτους – η ανάδυση του νεώτερου ελληνισμού

Μέρος 7o: Η αποσύνθεση του βυζαντινού κράτους 
– η ανάδυση του νεώτερου ελληνισμού




Σε αυτό το αφιέρωμα ο κ. Καραμπελιάς αναφέρεται  - με αφορμή το βιβλίο του  «Μια υπονομευμένη Άνοιξη. Στις ρίζες της οικονομικής εξάρτησης» - στην χρονική περίοδο 1071-1453. Τότε που είχαμε σταδιακά την αποσύνθεση του βυζαντινού κράτους και την αναδυση του νεότερου Ελληνισμου. «Ο Ελληνισμός γύρω στο 1100 - 1200 μΧ (...), εχει ολοκληρώσει πλέον την ιστορική του διαδρομή ο ιστορικός Ελληνισμός και έχει περάσει πια στη φάση του νεότερου εθνοκεντρικού Ελληνισμου. Η πρώτη περίοδος που έχουμε ενα συγχρονο έθνος- κράτος, είναι από το 1204 ως το 1453 μΧ. Εχουμε ένα έθνος - κράτος της ύστερης βυζαντινής περιόδου, όπου ο Ελληνισμός περιλαμβάνει αποκλειστικά ελληνικούς πληθυσμούς είτε στη δυτικη Μικρά Ασία, είτε στη Χερσόνησο και τα νησία, από την Κρήτη, την Κύπρο κτλ. Είναι το πρώτο εθνος - κράτος του νεότερου Ελληνισμού», επισημαίνει ο κ. Καραμπελιάς. Μάλιστα ο ίδιος επισημαίνει πως από τότε έχουμε τέσσερις ιστορικές φάσεις:

Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2024

Γ. Καραμπελιάς,«25 μαθήματα ελληνικής ιστορίας» Μέρος 6ο: Από τον οικουμενικό στον νεώτερο ελληνισμό

Μέρος 6ο: Από τον οικουμενικό στον νεώτερο ελληνισμό



Από το Ματζικέρτ στο 1204

Η Οικουμενική περίοδος του ελληνικού έθνους διαρκεί λίγο πολύ μέχρι τους Κομνηνούς Αυτοκράτορες. Τότε, οι Βυζαντινοί αρχίζουν να πιέζονται ασφυκτικά τόσο στα ανατολικά, όταν ηττώνται από τους Σελτζούκους Τούρκους στο Ματζικέρτ, και από τα δυτικά, όταν οι Νορμανδοί καταλαμβάνουν τη Σικελία και τη νότιο Ιταλία, επίσης το 1071. Αμέσως μετά αποβιβάστηκαν στο Δυρράχιο, και μετά από λίγα χρόνια πολιόρκησαν και τη Θεσσαλονίκη[1]. Ταυτόχρονα, στα Βαλκάνια, οι Σέρβοι δημιουργούν το πρώτο τους κράτος, οι Βούλγαροι ανασυστήνουν την «Αυτοκρατορία» τους, οι Αρμένιοι συγκροτούν βασίλεια στην Κιλικία. Άρα, οι εναπομείναντες υπήκοοι του Βυζαντίου παύουν να ανήκουν πλέον σε ένα αληθινά οικουμενικό κράτος και στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι πλέον και «Έλληνες το γένος». Αυτή τη μετάβαση σηματοδοτεί, στο πεδίο της λογοτεχνίας, ο Διγενής Ακρίτας. Τα ακριτικά τραγούδια διαμορφώνονται σαν «δημοτικά τραγούδια», στα σύνορα της Μικράς Ασίας με τη Συρία, μέσα από τη σύγκρουση με τους Άραβες, ήδη από τον 10ο ή ίσως και τον 9ο αιώνα· πάνω στην προϋπάρχουσα λαϊκή παράδοση θα στηριχτεί η συγγραφή του έπους του Βασίλειου Διγενή Ακρίτη – λόγιο κείμενο, που έχει γραφεί την εποχή των Κομνηνών, μετά τη μάχη του Ματζικέρτ, ίσως και μετά τη μάχη του Μυριοκεφάλου. Το έπος του Βασίλειου Διγενή Ακρίτη αντλεί από τα ακριτικά δημοτικά τραγούδια κατά τον ίδιο τρόπο που τα Ομηρικά Έπη στηρίχτηκαν σε παλαιότερα λαϊκά τραγούδια και ραψωδούς· στη συνέχεια δε, κατασκευάζονται νέα δημοτικά τραγούδια –εν μέρει και με βάση αυτό το έπος– που εξαπλώνονται σε ολόκληρο τον ελληνισμό, τα οποία και θα συναντήσουμε με ελάχιστες παραλλαγές στην Κύπρο, στον Πόντο, στην Κρήτη. Προφανώς, τις χρονολογίες που επιλέγονται για να ορίσουν την αφετηρία ή το τέλος μιας ιστορικής περιόδου –αυτού που αποκαλούμε νεώτερο ελληνισμό στην περίπτωσή μας– θα πρέπει να τις αντιλαμβανόμαστε μάλλον ως οδοδείκτες και ως συμβολικά ορόσημα. Έτσι, επί παραδείγματι, από πολλούς έχει προταθεί ως αφετηριακή χρονολογία για τον νεώτερο ελληνισμό, όχι το 1204 αλλά το 1071 στη διττή σημειολογία του, της μάχης του Ματζικέρτ και της κατάληψης της Νότιας Ιταλίας από τους Νορμανδούς.

Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2024

Γιώργος Καραμπελιάς: «25 μαθήματα για την ελληνική ιστορία» - Μέρος 5ο: Ελληνισμός και χριστιανισμός


Μέρος 5ο: Ελληνισμός και χριστιανισμός



Συνεχίζοντας το αφιέρωμα στην Ελληνική Ιστορία, ο Γιώργος Καραμπελιάς αναλύει σήμερα  σε αυτό το 5ο μέρος, το κεφάλαιο  «Ελληνισμός και Χριστιανισμός» Το ελληνικό έθνος, στην οικουμενική του φάση, όταν η ταυτότητα ήταν περισσότερο πολιτισμική, γλωσσική και εν μέρει θρησκευτική, έκανε αποδεκτό τον αυτοπροσδιορισμό Ρωμαίοι –που επί πέντε αιώνες είχε καταστεί συνώνυμος της Αυτοκρατορίας– μόνο όταν έκανε αυτή την αυτοκρατορία δική του! Γι’ αυτό και θα ταυτιστεί σε τέτοιο βαθμό με τον χριστιανισμό και την Ορθοδοξία, ως συστατικό στοιχείο της νέας αυτεξούσιας ταυτότητάς του. Η Ορθοδοξία θα μεταβληθεί στο πνευματικό όχημα αυτού του νέου οικουμενικού ρόλου του ελληνισμού κατά τη βυζαντινή περίοδο. Εξάλλου, ο ίδιος ο χριστιανισμός «ήτο μία καθαρώς ελληνική υπόθεσις», όπως σημειώνει ο καθηγητής της Ιστορίας του κολλεγίου του Στόκτον, Δ.Ι. Κωνσταντέλος: «Ο Χριστιανισμός γεννήθηκε στα σπλάχνα του εξελληνισμένου Ιουδαϊσμού, αλλά διαδόθηκε από ελληνόφωνους ευαγγελιστές και αποστόλους διά της ελληνικής γλώσσας και ελληνικής φιλοσοφικής ορολογίας, με αφετηρία ελληνικές πόλεις (Αντιόχεια, Έφεσο, Φιλίππους, Θεσσαλονίκη, Κόρινθο), και οριοθετήθηκε δια τοπικών και οικουμενικών συνόδων. Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει ότι, για τους πρώτους τέσσερις αιώνες, ο Χριστιανισμός ήτο μία καθαρώς ελληνική υπόθεσις, τόσο στην Ελληνόφωνη Ανατολή όσο και στην Λατινική Δύση;»

Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2024

Γ. Καραμπελιάς, «25 μαθήματα για την Ελλ. Ιστορία» Μέρος 4ο: Οικουμενικός Ελληνισμός και Ρωμαίοι

Μέρος 4ο: Οικουμενικός Ελληνισμός και Ρωμαίοι




Συνεχίζοντας το αφιέρωμα στην Ελληνική Ιστορία, ο Γιώργος Καραμπελιάς αναλύει σήμερα το κεφάλαιο «Οικουμενικός Ελληνισμός και Ρωμαίοι». Οπως έχει επισημάνει μέσα από αυτή τη σειρά ιστορικών αφηγήσεων, η ανάλυση της Ιστορίας είναι βασισμένη στο βιβλίο του «25 μαθήματα για την ελληνική ιστορία». Ο Γιώργος Καραμπελιάς επιμένει αφ’ ενός στην απαραίτητη ιστορική περιοδολόγηση –τις τρεις ιστορικές φάσεις της ιστορίας του ελληνικού έθνους και τη διάκριση των περιόδων της ιστορίας του νεώτερου ελληνισμού από το 1204 μέχρι σήμερα– ενώ εγκύπτουν λεπτομερέστερα στα γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας, από την Επανάσταση του 1821 μέχρι σήμερα. 

Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2024

Γ. Καραμπελιάς: Μέρος 3ο, η εξάντληση της πόλης-κράτους: ο Ισοκράτης από την Αθήνα στους Μακεδόνες

Μέρος 3ο, η εξάντληση της πόλης-κράτους: 

Ο Ισοκράτης από την Αθήνα στους Μακεδόνες





Ο Πελοποννησιακός πόλεμος (431-404 π.Χ), που εν τέλει κατέστρεψε την ισχύ και των δύο πρωταγωνιστών, Σπαρτιατών και Αθηναίων, σημαδεύει την ουσιαστική εξάντληση της πολεοκρατικής φάσης της αρχαίας Ελλάδας και την αναζήτηση μιας νέας κρατικής ενότητας που να υπερβαίνει τις πόλεις-κράτη, και την οποία θα δοκιμάσουν να επιτύχουν, ο καθένας για λογαριασμό του, οι δύο μεγάλοι αντίπαλοι. Με συνέπεια να εξαντληθούν στον μεταξύ τους αγώνα και να αναδειχθεί το βασίλειο της Μακεδονίας ως η ενοποιητική δύναμη του ελληνικού έθνους. Η φυλετική και πολεοκρατική συγκρότηση του ελληνικού έθνους, κατά τη διάρκεια της αρχαϊκής και της κλασικής περιόδου, έρχεται σε σύγκρουση με τις ανάγκες μιας ευρύτερης πολιτειακής συγκρότησης. Οι Αθηναίοι, οι Σπαρτιάτες, οι Θηβαίοι θα παλεύουν μεταξύ τους επί εκατόν πενήντα χρόνια για την πρωτοκαθεδρία και την ενοποίηση της Ελλάδας υπό την ηγεμονία τους. Εν τέλει, αυτή θα την επιτύχει μια ελληνική δύναμη, που βρισκόταν στην περιφέρεια της κλασικής Ελλάδας, και της οποίας οι πολιτικοί θεσμοί δεν είχαν μετεξελιχθεί προς την κατεύθυνση της πόλης-κράτους, αλλά μάλλον προς τη συγκρότηση ενός εδαφικά ευρύτερου κράτους, οι Μακεδόνες. Το τίμημα γι’ αυτή τη μετάβαση ήταν βέβαια υψηλό, η αποδυνάμωση των μορφών άμεσης δημοκρατίας και αυτοδιοίκησης της παλιάς πόλης-κράτους, αλλά ταυτόχρονα ήταν ο μόνος τρόπος για να πάψουν οι Έλληνες να συγκρούονται μεταξύ τους.

Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2024

Γιώργος Καραμπελιάς: Μέρος 2ο, Αρχαία Ελλάδα: Η φυλετική - πολεοκρατική περίοδος και οι Μακεδόνες

Γιώργος Καραμπελιάς: Μέρος 2ο, Αρχαία Ελλάδα: 

Η φυλετική - πολεοκρατική περίοδος και οι Μακεδόνες




Για μια ακόμη Κυριακή, επανέρχεται ο Γιώργος Καραμπελιάς με το δεύτερο μέρος του αφιερώματος στην ελληνική Ιστορία. Ενα αφιέρωμα και μια νέα σειρά ιστορικών αφηγήσεων, βασισμένο στο βιβλίο του «25 μαθήματα για την ελληνική ιστορία». ...Η ταυτότητα του ελληνικού έθνους, κατά την αρχαιότητα, ήταν φυλετική και «πολεοκρατική». Δηλαδή, ενώ οι Έλληνες, έχουν συνείδηση της κοινότητάς τους, που γίνεται πιο έντονη κατά τη διάρκεια των εξωτερικών πολέμων, από τον Τρωικό έως τους Περσικούς Πολέμους, ταυτόχρονα η πολιτειακή τους οργάνωση χαρακτηρίζεται από τη φυλετικότητα και τον πατριωτισμό της «πόλης-κράτους», που συναρθρώνεται με την ευρύτερη εθνική τους συνείδηση. Στην αρχαία Αθήνα, οι μέτοικοι δεν γίνονται δεκτοί ως πολίτες με πλήρη δικαιώματα, τα οποία απολαμβάνουν μόνο όσοι κατάγονται από τις αρχέγονες φυλές του ελληνικού άστεως. Στην Σπάρτη, πολιτειότητα απολαμβάνουν μόνο οι Λακεδαιμόνιοι και όχι οι Μεσσήνιοι. Αναφέρονται, ίσως καθ’ υπερβολήν, περίπου επτακόσιες διαφορετικές ελληνικές κρατικές οντότητες σε όλη τη Μεσόγειο. Για τους αρχαίους Έλληνες, σύμφωνα με τον κλασικό πλέον ορισμό του Ηροδότου (~484 π.Χ.–425 π.Χ./410 π.Χ.), «…αὖτις δὲ τὸ ῾Ελληνικόν, ἐὸν ὅμαιμόν τε καὶ ὁμόγλωσσον, καὶ θεῶν ἱδρύματά τε κοινὰ καὶ θυσίαι ἤθεά τε ὁμότροπα» (Ηρόδοτος, Ιστορίαι, Βιβλίον 8ον Ουρανία, 8.144.3). Είναι τα τέσσερα χαρακτηριστικά της εθνικής ταυτότητας για τον Ηρόδοτο, φυλετική, γλωσσική, θρησκευτική και πολιτισμική ενότητα και όχι πολιτειακή – δηλαδή το έθνος ως κράτος δεν περιλαμβάνεται στον ορισμό του Ηροδότου και των αρχαίων Ελλήνων.

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2024

Γιώργος Καραμπελιάς, «25 μαθήματα ελληνικής ιστορίας» Μέρος 1ο: Τα τρία στάδια του Ελληνισμού

Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2024

Γουοκισμος: Ένας ατμοσφαιρικός ολοκληρωτισμός


Απόσπασμα από το βιβλίο της Natalie Heinich, Γουοκισμός, ο νέος ολοκληρωτισμός, που κυκλοφορεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις.

«Ο ολοκληρωτισμός, από την στιγμή που θα βρεθεί στη εξουσία, αντικαθιστά συστηματικά όλα τα πραγματικά ταλέντα, ανεξάρτητα από τις προτιμήσεις τους, με εκείνους τους φανατικούς και τους ηλιθίους των οποίων η έλλειψη οξύνοιας και δημιουργικού πνεύματος αποτελούν την καλύτερη εγγύηση της νομιμοφροσύνης τους[1]», διέγνωσε η Χάνα Άρεντ σε ένα περίφημο βιβλίο της. Αυτή η αμείλικτη διαπίστωση (τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τον σταλινισμό και τον φασισμό) ταιριάζει στην κατάσταση που έχει δημιουργηθεί με τον γουοκισμό, με μία μόνο διαφορά: την «εξουσία». Διότι αυτό το κίνημα δεν έχει την ιδιότητα μιας κρατικής εξουσίας, σε αντίθεση με τα «ολοκληρωτικά συστήματα», με βάση τα οποία η φιλόσοφος είχε οικοδομήσει την ανάλυσή της: τον φασισμό, στα δεξιά, και τον σταλινισμό, στα αριστερά (τα δεινά του μαοϊσμού δεν ήταν ακόμη γνωστά την εποχή που έγραφε το βιβλίο της). Είναι όμως γεγονός ότι, πριν εδραιωθεί ένα πολιτικό «καθεστώς», με κρατικές εξουσίες, υπάρχουν νοοτροπίες, τάσεις, προδιαθέσεις που διευκολύνουν την έλευσή του.

Για τον λόγο αυτόν, η αναλογία με τον ολοκληρωτισμό, και ιδιαίτερα με τον σοβιετικό ολοκληρωτισμό, είναι απολύτως θεμιτή, αρκεί να επεκτείνουμε την έννοια του ολοκληρωτισμού πέρα από την αυστηρή άσκηση μιας εδραιωμένης εξουσίας. Ο ισλαμολόγος Ζιλ Κεπέλ (Gilles Kepel) έχει προτείνει την έννοια του «ατμοσφαιρικού ισλαμισμού» για να περιγράψει τις στρατηγικές ισλαμοποίησης των δυτικών κοινωνιών από τους οπαδούς του πολιτικού ισλάμ: με ανάλογο τρόπο θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για «ατμοσφαιρικό ολοκληρωτισμό» σε σχέση με αυτή την ήπια, διάχυτη, πολιτισμική μορφή ολοκληρωτισμού που είναι ένας ολοκληρωτισμός χωρίς κράτος – αυτό ακριβώς που αποτελεί σήμερα ο γουοκισμός.

Αναλογία, έγραψα: μπορεί κανείς να στοιχηματίσει ότι οι οπαδοί της «αφύπνισης» θα βιαστούν να απορρίψουν κάθε σύγκριση με τον ολοκληρωτισμό υποστηρίζοντας ότι «δεν μπορούμε να συγκρίνουμε» αυτά τα δύο. Αλλά η έννοια της αναλογίας δεν σημαίνει καθόλου ότι οι δύο όροι της σύγκρισης ταυτίζονται σε όλα τα σημεία· και η σύγκριση με την ευριστική έννοια αποκαλύπτει όχι μόνο τις ομοιότητες αλλά και τις διαφορές. Βεβαίως, θα ήταν ανόητο να θέλουμε να ταυτίσουμε τον γουοκισμό με τον φασισμό, τον ναζισμό ή τον σταλινισμό, δεδομένου ότι είναι προφανείς οι διαφορές σε σχέση με το ζήτημα της εξουσίας. Δεν πρέπει όμως να μας εμποδίσουν να επισημαίνουμε τις ομοιότητες που είναι ολοφάνερες, αρκεί να γνωρίζουμε τη γένεση και την ιστορία των διάφορων ολοκληρωτισμών.

Μια πρώτη ομοιότητα συνίσταται στην αναστρεψιμότητα του καλού και του κακού: αυτό που αρχικώς φάνταζε ενάρετο –για παράδειγμα το εξισωτικό ιδεώδες της γαλλικής Επανάστασης ή το κομμουνιστικό ιδεώδες της οκτωβριανής Επανάστασης– μετατρέπεται σταδιακά σε μηχανισμό καταπίεσης, χωρίς αυτή η εξέλιξη να γίνεται αντιληπτή, καθώς είναι πολύ ισχυρή η προσκόλληση στο ιδεώδες· έτσι, το τελευταίο λειτουργεί ως πέπλο που καλύπτει τις ενοχλητικές πραγματικότητες, και συγκεκριμένα την καταπάτηση των ελευθεριών και την κατάληψη της εξουσίας από μια κάστα ηγετών που αποκτούν δικαίωμα ζωής και θανάτου επάνω στους συμπολίτες τους. Όπως επισημαίνει ο Σέργκιου Κλάινερμαν, με την πλούσια ρουμάνικη εμπειρία του, αναφορικά με τον γουοκισμό που έχει διεισδύσει ακόμα και στα μαθηματικές σχολές της Αμερικής: «Αυτό που ξεκίνησε με την απόλυτα δικαιολογημένη πρόθεση της πάλης εναντίον των διακρίσεων, στη βάση της φυλής, του φύλου και της εθνοτικής καταγωγής, με σκοπό να δημιουργηθεί μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή, περισσότερη ανεκτικότητα και δικαιοσύνη, προκάλεσε το ακριβώς αντίθετο από αυτό που επεδίωκε – δηλαδή, μεγαλύτερο διχασμό, λιγότερη ανεκτικότητα και λιγότερη δικαιοσύνη. Έτσι, αντί για μία πιο ολοκληρωμένη ενότητα, έχουμε βρεθεί σήμερα μπροστά σε μια κοινωνία που χάνει ταχέως την πίστη στους πιο θεμελιώδεις ενοποιητικούς θεσμούς της[2]».

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2024

Τα φιλοσοφικά θεμέλια του woke – Η French Theory

Τα φιλοσοφικά θεμέλια του woke – Η French Theory

15 Σεπτεμβρίου 2024

Ζυλ Ντελέζ -Ζακ Ντεριντά – Μισέλ Φουκώ

Απόσπασμα από την εισαγωγή του Γιώργου Καραμπελιά στο βιβλίο, Η Φιλοσοφία του woke

O Γάλλος φιλόσοφος Danny Robert Dufour διερευνά τον καθοριστικό ρόλο που διαδραμάτισε η French Theory στη διαμόρφωση του νέου φιλοσοφικού και ιδεολογικού τοπίου της Δύσης. Τρεις Γάλλοι φιλόσοφοι, οι Φουκώ, Ντεριντά και Ντελέζ, μαζί με μια πληθώρα ομοϊδεατών τους, Γάλλων, Ιταλών, Βρετανών, Γερμανών, θα διαμορφώσουν τη νέα βουλγκάτα της αποδόμησης και του μεταμοντερνισμού κατά τη δεκαετία του 1960. Oι θεωρήσεις αυτές έγιναν αποδεκτές στις Ηνωμένες Πολιτείες και, στη συνέχεια, αναδιαμορφώθηκαν υπό το όνομα French Theory (Γαλλική Θεωρία) από τους Αμερικανούς θεωρητικούς, οι οποίοι, όχι μόνο θα την ενστερνιστούν, αλλά θα την μεταβάλουν σε εφαρμοσμένη φιλοσοφία και παγκόσμια κουλτούρα.

Ο Ζακ Ντεριντά θα καταδυθεί στα έγκατα της δυτικής μεταφυσικής, για να απονομιμοποιήσει τον Νόμο και την ίδια την έννοια του νόμου και θα τον αντικαταστήσει με την αρχή της απροσδιοριστίας, και, μέσα από την ριζοσπαστική κριτική των θεμελίων του παλαιού πατριαρχικού και αυταρχικού καπιταλισμού, θα οδηγήσει ουσιαστικά στην ολοκληρωτική ανανέωσή του, καθώς περνάμε στην περίοδο του επιτρεπτικού και καταναλωτικού καπιταλισμού. Ο Ζυλ Ντελέζ, στην αντιπαράθεσή του με τον «πατριαρχικό» καπιταλισμό, θα ανοίξει τον δρόμο για τις ταυτοτικές μειονότητες και θα ορίσει το υποκείμενο ως «αγέλη» («κάθε άτομο αποτελεί μια συλλογικότητα, κάθε άτομο αποτελεί μια αγέλη[1]»). Τέλος, ο Μισέλ Φουκώ, προχωρώντας περισσότερο, πολιτικά, όχι μόνο θα δει την εξουσία ως μια διάχυτη ιδεολογία, φορείς της οποία είναι όλοι οι άνθρωποι, αλλά θα καταλήξει να δει στον νεοφιλελευθερισμό την απάντηση στην κοινωνία της πειθάρχησης. Θα μιλήσει για «αυτοκυβέρνηση», για «μέριμνα για τον εαυτό», για «πολιτική του υποκειμένου».

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2024

Ο Φωτισμός του Γένους.


Β. Σχολεία και ευεργέτες στην Tουρκοκρατία

Προδημοσίευση από υπό έκδοση βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά 


Οι αρχικοί πόλοι της εκπαίδευσης, από όπου θα αρχίσει να επεκτείνεται ο «φωτισμός του γένους» για να φθάσει, κατά τον αρχόμενο 19ο αιώνα μέχρι την τελευταία κωμόπολη, θα είναι η Κωνσταντινούπολη, τα Γιάννινα, η Χίος, η Φλαγγίνειος Ακαδημία στη Βενετία και το Βουκουρέστι. Παράλληλα και άλλες σημαντικές σχολές, θα αναπτυχθούν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του ελληνικού  κόσμου, στο Ιάσιο, στη Σμύρνη, στις Κυδωνίες, η Αθωνιάς, η Πατμιάς, οι σχολές των Αθηνών, του Μεσολογγίου, της Καστοριάς, της Κοζάνης, της Δημητσάνας, των Αγράφων, του Πηλίου κ.λπ. Έως τον 19ο αιώνα η εγγραμματοσύνη θα έχει γενικευτεί, ενώ, αντίθετα, ήταν σπάνιο να βρεθεί Τούρκος, πέραν των αξιωματούχων, που να ήταν εγγράματος[1].

Η σύσταση και η χρηματοδότηση των σχολείων

Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τα σχολεία της τουρκοκρατίας, περιλαμβάνουν μια τεράστια γκάμα εκπαιδευτικών ιδρυμάτων: Από το «κρυφό σχολειό» και τα κολυβογράμματα, στα πιο απομονωμένα χωριά της Αυτοκρατορίας, κατ’ εξοχήν στα μοναστήρια, με τους ελάχιστους μαθητές, την «ιδιωτική εκπαίδευση» των γόνων των Φαναριωτών ή των «ευγενών» της Κρήτης και των Επτανήσων, έως τις «Ακαδημίες», με τους εκατοντάδες σπουδαστές στη Χίο, το Βουκουρέστι, τις Κυδωνίες, την Αθωνιάδα.

Τόσο  στενά συνδεδεμένη ήταν η λειτουργία των σχολείων με τους κληρικούς, ώστε εθεωρείτο αδόκιμη η φοίτηση «κοσμικών» σε αυτές. Χαρακτηριστικά, οΠαχώμιος Ρουσάνος  καταγγέλλει τον Επίσκοπο Λέσβου, Ιγνάτιο Αγαλλιανό,  πως στη Μονή της Μυρσινιώτισσας, στα 1530, είχε  επιτρέψει την εκπαίδευση νεαρών αγοριών, «ἄκοσμον τῷ μοναχῷ μανθάνειν κοσμικά παιδία»[2].

Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2024

Η αντίσταση των Ελλήνων μετά το 1453 ήταν εξίσου σημαντική ήταν και στο πνευματικό πεδίο (Ορθοδοξία, γλώσσα, ιστορική συνείδηση και λαϊκή παράδοση).


Του Γιώργου Καραμπελιά

Η αντίσταση στους έξι αιώνες της ξένης κατοχής δεν περιορίστηκε μόνο στο στρατιωτικό πεδίο (όπως είδαμε στο προηγούμενο αφιέρωμα μας, Η αντίσταση των Ελλήνων μετά το 1453), αλλά εξίσου σημαντική ήταν και στο πνευματικό πεδίο (Ορθοδοξία, γλώσσα, ιστορική συνείδηση και λαϊκή παράδοση).


Αν, για τους λογίους και τους πεπαιδευμένους Έλληνες, συστατικό και ενισχυτικό της ταυτότητάς τους, εκτός από τη θρησκεία, ήταν η γλώσσα και η ιστορία, για τον λαό, ιδιαίτερα για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, η ορθόδοξη πίστη αποτελούσε το μοναδικό ανάχωμα στην απώλεια της ταυτότητας και τους εξισλαμισμούς. Εξ ου και η τεράστια σημασία των νεομαρτύρων και η ευρύτατη διάδοση των «Μαρτυρολογίων» και των «Συναξαριστών». Ο Νεκτάριος Τέρπος, προς παραδειγματισμό των λιποψυχούντων, αναφέρεται ιδιαίτερα στην περίπτωση του «νεομάρτυρα» της Β. Ηπείρου, άγιου Νικόδημου του Ελβασάν, που μαρτύρησε το 1722 και η μνήμη του τιμάται στις 11 Ιουλίου:

«Καὶ ἀ­κού­σα­τε. Ἐ­τοῦ­τος ὁ ἅ­γιος ἦ­τον ἀ­πὸ τὰ Βε­λά­γρα­δα [ ] φθό­νῳ τοῦ δι­α­βό­λου, ἀρ­νή­θη τὸν Χρι­στὸν παῤ­ῥη­σί­α, καὶ ἔ­γι­νεν Ἀ­γα­ρη­νός[ ]. Ἡ δὲ γυ­νὴ αὐ­τοῦ ἐ­λυ­πᾶ­το πολ­λὰ δι’ αὐ­τόν, καὶ ἐ­πα­ρα­κά­λει… διὰ νὰ ἐ­πι­στρέ­ψῃ πά­λιν πρὸς Κύ­ριον. Τέ­λος ὑ­πῆ­γε εἰς τὸ Ἅ­γιον Ὅ­ρος καὶ ἐ­ξο­μο­λο­γή­θη, [ ] ἔ­λα­βε τὸ Ἅ­γιον Σχῆ­μα καὶ ἔ­γι­νε κα­λό­γε­ρος. (Τρία χρόνια μετά) ἐ­βου­λή­θη νὰ ἐ­πι­στρέ­ψῃ εἰς τὰ Βε­λά­γρα­δα, νὰ μαρ­τυ­ρή­σῃ διὰ τὸ ὄ­νο­μα τοῦ Χρι­στοῦ. [ ] … ἐ­παῤ­ῥη­σιά­σθη εἰς τοὺς ἀ­σε­βεῖς. …τὸν ἐ­πῆγαν εἰς τὸν ἡ­γε­μό­να λε­γό­με­νον Χου­σὲν πα­σιᾶς. Ὁ δὲ ἅ­γιος τοῦ ἀ­πη­λο­γή­θη· μὴ γέ­νοι­το, ὦ ἡ­γε­μὼν νὰ ἀρ­νη­θῶ πο­τὲ τὸν (Μωάμεθ) πι­στεύ­ω πῶς εἶ­ναι προ­φή­της τοῦ σα­τα­νᾶ, καὶ κά­θε­ται μέ­σα εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰ­ώ­νιον, αὐ­τὸς καὶ ὅ­σοι τὸν πι­στεύ­ουν διὰ προ­φή­την. Ταῦ­τα εἰ­πὼν ὁ ἅ­γιος, ὁ ἡ­γε­μὼν ἐ­θυ­μώ­θη καὶ ἐν τῷ ἅ­μα τὸν ἀ­πο­φά­σι­σε νὰ τὸν ἀ­πο­κε­φα­λί­σουν. Καὶ ἡ μὲν ἁ­γί­α του ψυ­χὴ ἀ­νέ­βη στε­φη­φό­ρος εἰς τὸν χο­ρὸν τῶν ἁ­γί­ων μαρ­τύ­ρων, τὸ δὲ ἅ­γιον αὐ­τοῦ λεί­ψα­νον, λα­βόν­τες οἱ χρι­στια­νοὶ κα­τέ­θε­σαν αὐ­τὸ εἰς τὸν να­ὸν τῆς Θε­ο­τό­κου λε­γό­με­νον Σου­ρούμ­που­λη, εἰς δό­ξαν Θε­οῦ[1].»

Ο Νικόδημος Αγιορείτης πρώτος εξέδωσε, το 1799, μαρτυρίες με τους βίους και ορισμένες ακολουθίες νεομαρτύρων, καταγράφει δε 86 τον αριθμό. Ο Κ. Σάθας τους ανεβάζει σε 101, ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος σε 124, ο δε Ιωάννης Περαν­τώ­νης, βιογραφεί 162[2]. Για τους νεομάρτυρες διατηρείται ακόμα και σήμερα μια προφορική παράδοση, χαμένη σε θρύλους και μύθους πολλών τοπικών κοινωνιών, και μια γραπτή παράδοση μαρτυρολογίων και λειτουργιών.

«… τα Μαρτύρια των αιώνων 15ου-17ου, είναι της λόγιας βυζαντινής παράδοσης, ενώ αυτά που γράφηκαν κατά τους 18ο-19ο αι., είναι της δημοτικής παράδοσης. Της λόγιας παράδοσης, ανήκουν σε συγγραφείς, όπως ο Ανώνυμος του 15ου αι., συγγραφέας του μαρτυρίου του νεομάρτυρα αγίου Γεωργίου, που άθλησε στην Αδριανούπολη (+1437, Μαρτίου 26), οι Ιωάννης Μόσχος, Παχώμιος Ρουσάνος, Νικόλαος Μαλαξός, Δαμασκηνός Στουδίτης, Μελέτιος Συρίγος και Ιωάννης Καρυοφύλλης, κ.ά. Τα Μαρτύρια της δεύτερης περιόδου, ήτοι της δημοτικής παράδοσης, προέρχονται από συγγραφείς, όπως οι Ιωνάς Καυσοκαλυβίτης, Νικόδημος Αγιορείτης, Μακάριος Νοταράς, Νικηφόρος Χίος, Αθανάσιος Πάριος κ.α».[3]

Τετάρτη 28 Αυγούστου 2024

Ο Χρήστος Γιανναράς, η γενιά του ’60 και η «Ελευθερία του ήθους



του Γιώργου Καραμπελιά

Ο Χρήστος Γιανναράς, δεν βρίσκεται πλέον μαζί μας. Σε αυτό το μικρό σημείωμα, εις μνήμην του, θα προσπαθήσω να αναδείξω μια πλευρά της διαμόρφωσής του έργου του, που συχνά μας διαφεύγει.

Ο Χ. Γιανναράς, γεννημένος το 1935, υπήρξε και αυτός, κατά κάποιον τρόπο, παιδί της γενιάς του 1960, και των ιδεών που, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη, αν όχι και σε ολόκληρο τον πλανήτη, ανασκάπτουν τις δυτικές κοινωνίες –και όχι μόνο– και υπερβαίνουν την κυρίαρχη ψυχροπολεμική ιδεολογία. Η δεκαετία του ’60 αποτέλεσε μια μεγάλη Άνοιξη, ίσως την τελευταία του δυτικού κόσμου.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην Ελλάδα, με όλες τις ιδιαιτερότητές της, και προπαντός τη βαριά κληρονομιά της Κατοχής και του Εμφυλίου. Και αν όλοι επικεντρώνουμε αυτόν τον μεγάλο αναβρασμό κατ’ εξοχήν στον χώρο της Αριστεράς, που θα γεννήσει την «ποίηση της ήττας», τον Αγγελόπουλο, ή τον Σαββόπουλο, ο αναβρασμός δεν περιορίζεται μόνο σε αυτόν.

Ο αναβρασμός αγκαλιάζει το σύνολο της κοινωνίας. Προπαντός δε τον μεγάλο και μαζικό «αντίπαλο» της παλιάς Αριστεράς, την Εκκλησία και τον ορθόδοξο χώρο, που, στη διάρκεια του Εμφυλίου και τα αμέσως μετεμφυλιακά χρόνια, είχε ταυτιστεί με το καθεστώς και θα τείνει προς τον ευσεβισμό και τον ηθικισμό ενώ η χριστιανική νεολαία, με τα εκατοντάδες χιλιάδες μέλη, θα λειτουργεί ως το μαζικό αντίβαρο της ΕΠΟΝ.

Και όμως, στη δεκαετία του ’60, μέσα από οδούς σκολιές και περίπλοκες, ακόμα και στην οργάνωση «Ζωή», θα μπουν τα πρώτα σπέρματα των κινημάτων της αμφισβήτησης του θρησκευτικού ευσεβισμού. Και ο Χρήστος Γιανναράς, που θα ζήσει στα πρώιμα νεανικά του χρόνια, επί μια δεκαετία, τις λεγόμενες παραθρησκευτικές οργανώσεις, υπήρξε ένας από τους πρώτους που θα αμφισβητήσουν έμπρακτα, στο πεδίο της θεωρίας, αυτή την αρτηριοσκληρωτική δομή.

Εκ των υστέρων, στο βιβλίο του Καταφύγιο Ιδεών (Δόμος, Αθήνα 1987), θα περιγράψει αυτή την πορεία της απελευθέρωσης από τον κάθε είδους ολοκληρωτισμό:

Παρασκευή 23 Αυγούστου 2024

Εκκλησία και Γένος εν αιχμαλωσία: Α. Ο Γεννάδιος Σχολάριος και οι Έλληνες




Εγκαινιάζουμε σήμερα ένα νέο αφιέρωμα με κείμενα του Γιώργου Καραμπελιά από το βιβλίο του Εκκλησία και Γένος εν αιχμαλωσία, Εναλλακτικές Εκδόσεις.

Η αντίσταση στους έξι αιώνες της ξένης κατοχής δεν περιορίστηκε μόνο στο στρατιωτικό πεδίο (όπως είδαμε στο προηγούμενο αφιέρωμα μας, Η αντίσταση των Ελλήνων μετά το 1453), αλλά εξίσου σημαντική ήταν και στο πνευματικό πεδίο (Ορθοδοξία, γλώσσα, ιστορική συνείδηση και λαϊκή παράδοση).

«Δύναμη εθνικής συνοχής»

του Γιώργου Καραμπελιά


Στους έξι αιώνες της ξένης κατοχής, από το 1204 έως το 1821, παράλληλα με τη διαρκή αντίστασή του στα μέτωπα αδιάκοπων πολεμικών συγκρούσεων, στα όρη και τις θάλασσες, ο ελληνισμός θα διασωθεί ακουμπώντας στις μείζονες πνευματικές παρακαταθήκες του, την ορθόδοξη θρησκεία, τη γλώσσα, τη συνείδηση της ιστορικής του διαχρονίας και, τέλος, τη λαϊκή παράδοση (δημοτικό τραγούδι, παραμύθια και διηγήσεις κ.λπ.). Κατά συνέπεια, ο δια-«φωτισμός» του ελληνικού λαού, που θα λειτουρ­γήσει ως πνευματικό υπόβαθρο της «παλιγγενεσίας», δεν εμφανίζεται –πρωτίστως– ως αντίθεση με την παράδοση, αλλά μάλλον ως εμβάθυνση και αποκάλυψή της, ενώ τα νεωτερικά και επήλυδα στοιχεία είτε συσσωματώνονται γύρω από τον πυρήνα αυτής της παραδόσεως, είτε έρχονται σε μερική, μόνο, αντίθεση μαζί της, ιδιαίτερα μετά τα μέσα του 18ου αι.

Στη Δύση, η καθολική θρησκεία αποτέλεσε για πολλούς αιώνες τον αντίπαλο της εθνικής συγκρότησης των ευρωπαϊκών λαών. Γι’ αυτό και ο διαφω­τισμός θα στραφεί κατ’ εξοχήν εναντίον του Πάπα και της καθολικής Εκ­κλη­σίας. Αντιθέτως, η «μεταρρύθμι­ση» της θρησκείας συμβάδισε με την επέκταση των διαφωτιστικών ιδεών και του εθνικισμού· ο Τζων Λοκ, πρωτοπόρος του διαφωτισμού, ήταν βαθιά θρησκευόμενος ενώ, στη Γερμανία, μεγάλος αριθμός των φιλοσόφων του 18ου αιώνα είχαν χρηματίσει ιερείς και θεολόγοι. Στις καθολικές χώρες όμως –Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία–, ο υπερεθνικός και, ενίοτε, «αντεθνικός» και αντιδραστικός ρόλος της καθολικής Εκκλησίας θα στρέψει τον «διαφωτισμό» σε ευθεία αντιπαράθεση με αυτήν. Εξάλλου, η αναγέννηση και ο διαφωτισμός θα διεκδικήσουν τη χρήση των εθνικών γλωσσών απέναντι στην κυριαρχία των λατινικών.

Δευτέρα 19 Αυγούστου 2024

Ι. Ο άλλος Ρήγας Βελεστινλής




του Γιώργου Καραμπελιά από το βιβλίο του 1821, Η Δυναμική της Παλιγγενεσίας


Ο Ρήγας σηματοδοτεί το τέλος μιας περιόδου, κατά την οποία οι Έλληνες αναζητούσαν την ανεξαρτησία τους στηριζόμενοι πρωτίστως στις ξένες δυνάμεις, και την απαρχή μιας νέας, όπου προετοιμάζουν μια ανεξάρτητη πολιτειακή τάξη, στηριγμένοι στις δικές τους δυνάμεις – οι ξένες δυνάμεις και ιδεολογίες νοούνται μόνον ως αρωγοί. Αυτή η εποχή θα ολοκληρωθεί με τη Φιλική Εταιρεία και την Επανάσταση: είναι η εποχή της «παλιγγενεσίας».

Ο Βελεστινλής αποτελεί μια πρωτεϊκή μορφή: Συγγραφέας ρομαντικών διηγημάτων και στιχουργημάτων, έργων επιστημονικής εκλαΐκευσης και αρχαιογνωσίας, εκδότης χαρτών, χρησμολογικών κειμένων και βιβλίων στρατιωτικής τακτικής, συγγραφέας του μόνου επαναστατικού «προγράμ­ματος», που θα διατυπωθεί από τους υπόδουλους Έλληνες, ποιητής, τραγουδιστής και μουσικός, οργανωτής και αδάμαστος επαναστάτης. Αποτέλεσε τη στιγμή μιας σύνθεσης χωρίς προηγούμενο, η οποία, δυστυχώς, δεν θα επαναληφθεί στη συνέχεια[1]. Σκέψη και δράση, συναίσθημα και λόγος, Ανατολή και Δύση, αρχαιότητα και Βυζάντιο, νεωτερικότητα και παράδοση, λόγιο και λαϊκό στοιχείο.

Γεννήθηκε στο Βελεστίνο της Θεσσαλίας, μάλλον στα 1757, και διδάχτηκε τα πρώτα μαθήματα στο σχολείο της Ζαγοράς. Γύρω στα 1773-1774, έφυγε για την Πόλη όπου έγινε(;) γραμματέας του Αλέξανδρου Υψηλάντη και, το 1786, τον συναντάμε γραμματέα του βοεβόδα Μπρανκοβάνου, στο Βουκουρέστι όπου σχετίστηκε με τον δημοτικιστή αρχιδικαστή Δημητράκη Καταρτζή. Παράλληλα, κατείχε μεγάλο κτήμα και υποστατικά στη Βλάσκα, ασχολήθηκε με την αγροτική παραγωγή και το εμπόριο και δίδαξε πιθανώς στην «Ακαδημία» του Βουκουρεστίου[2].

Στα 1790, και ενώ συνεχίζεται ο πόλεμος, βρέθηκε στη Βιέννη όπου εκδίδει τα πρώτα του βιβλία: Το Σχολεῖον τῶν ντελικάτων ἐραστών – διηγήματα, μεταφρασμένα από το έργο του Ρετίφ Ντε λα Μπρε­τόν, όπου υμνείται ήδη η φυσική ισότητα: «Ἡ ἀλη­θινή εὐγένεια εἶναι φυτεμένη εἰς τὸ ὑποκεί­μενον τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὄχι εἰς τοὺς ματαίους τίτλους τῶν προπατόρων»[3].

Κυριακή 18 Αυγούστου 2024

Θ. . Οι αυτόνομες πολεμικές δυνάμεις και το Σούλι



Το Σούλι, χαλκογραφία του Χ. Χόλαντ.

Η αντίσταση των Ελλήνων μετά το 1453


του Γιώργου Καραμπελιά από το βιβλίο του 1821, Η Δυναμική της Παλιγγενεσίας


Η ένοπλη αντίσταση των Ελλήνων ενάντια στους Οθωμανούς, μετά μία περίοδο σκληρών συγκρούσεων, κατά τον 15ο και τον αρχόμενο 16ο αι., αλλάζει χαρακτήρα. Οι κατακτημένοι Έλληνες καταφεύγουν μαζικά στις ορεινές περιοχές και αναπτύσσεται ένα νέο είδος ενόπλων, οι «κλέφτες», σύντομα δε, από τα μέσα του 17ου αι., οι αρματολοί. Ορισμένες περιοχές, ορεινές και ναυτικές, καθίστανται εν τοις πράγμασι ιδιαίτερες «επικράτειες» ή μικροεπικράτειες, όπως θα υπαινιχθεί ο Κανταρτζής. Η Μάνη, η Χιμάρα, τα Ψαρά, το Σούλι, τα Σφακιά, τα Άγραφα, ο Ταΰ­γετος, ο Όλυμπος[1], αποτελούν μερικές από αυτές τις εστίες μιας ένοπλης «δυαδικής εξουσίας», οι οποίες ενισχύονται καθ’ όλον τον 18ο αι. και σταδιακώς επιχειρούν να ενταχθούν σε ένα ενιαίο επαναστατικό σώμα, όπως θα κάνουν ήδη στη διάρκεια των Ορλωφικών και κατ’ εξοχήν στη διάρκεια της Επανάστασης.

Σταδιακώς, μέσα από τη διαδικασία της σύγκρουσης με τους Οθωμανούς, και τη διαμόρφωση μιας ισχυρής λαϊκής παράδοσης –το πλήθος των δημοτικών τραγουδιών που εξυμνούν τα ανδραγαθήματα των Ελλήνων ενόπλων–, μέσα από την ισχυρή θρησκευτική συνείδηση των ορεινών ή νησιωτικών πληθυσμών, τέλος μέσα από τη συμμετοχή σε κοινούς επαναστατικούς αγώνες, από το 1770 και μετά, οι ένοπλοι Έλληνες μεταβάλλονται, από κλέφτες και αρματολούς[2], σε επαναστατικές δυνάμεις με εθνική συνείδηση, σε αυτές που προσβλέπει ο Ρήγας στον Θούριο και τα επαναστατικά άσματά του.

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης αποτελεί ίσως το αρχέτυπο αυτού του μετασχηματισμού. Γεννήθηκε το 1770, μέσα στην επανάσταση, «εἰς ἕνα βουνό, εἰς ἕνα δένδρο ἀποκάτω»[3].

Ἐ­γεν­νή­θη­κα στα 1770. Ὅ­ταν ἐ­γλύ­τω­σα ἀ­πὸ τὴν Κα­στά­νιτ­ζα εἴ­μουν χρό­νων 10. Δι­α­μο­νὴ Μά­νης χρό­νι­α 2. Εἰς τὴν Ἁ­λω­νί­σθε­να χρό­νι­α 3. Εἰς τὰ Σαμ­πά­σι­κα χρό­νι­α 12. Ἐ­πο­χὴ τῆς νε­ό­τη­τος, 5 χρό­νι­α ἀ­νύ­παν­δρος καὶ ἄλ­λους 7 χρό­νους ὑ­παν­δρευ­μέ­νος· 27 χρό­νους εἴ­χα ὅ­ταν μὲ ἐ­πρω­το­κυ­νή­γη­σαν. Ἀρ­μα­τω­λὸς καὶ κλέφ­της ἀλ­λη­λο­δι­α­δό­χως χρό­νι­α 5. Φερ­μά­νι Βα­σι­λι­κὸ δι­ὰ ἐμένα καὶ τὸν Πε­τι­με­ζὰ στὰ 1802. Τὸ δεύ­τε­ρο φερ­μά­νι τὸν Ἰ­α­νου­ά­ρι­ον 1806, καὶ τὸ Πα­τρι­αρ­χι­κὸ Συ­νο­δι­κό. 36 χρό­νων ἤ­μουν ὅ­ταν ἐ­πή­γα εἰς τὴν Ζά­κυν­θο. 50 χρό­νους εἴ­χα ὅ­ταν ἐβ­γῆ­κα εἰς τὴν ἐ­πα­νά­στα­σι.

Ο Μακρυγιάννης, ο Αθανάσιος Διάκος, ο Νικηταράς, ο Καραϊσκάκης, έχουν μια ανάλογη διαδρομή. Προφανώς, ο Κολοκοτρώνης χρημάτισε και «κλέφτης», δηλαδή λήστευε και Έλληνες – όχι μόνο τους Τούρκους. Προφανώς χρημάτισε και «κάπος», ερχόταν σε συνδιαλλαγή με τους Οθωμανούς και επέβαλλε την τάξη. Πολλοί άλλοι ήταν ενταγμένοι στις στρατιωτικές δυνάμεις του Αλή, όπως ο Ανδρούτσος, ο Καραϊσκάκης, ο Αθανάσιος Διάκος. Πολλοί έρχονταν σε ανταγωνισμό μεταξύ τους για την κατάληψη των αρματολικιών ενώ, συχνά-πυκνά, υπέγραφαν «καπάκια»[4] (συμφωνίες) με τους κατακτητές.

Σάββατο 17 Αυγούστου 2024

Ζ. Λάμπρος Κατσώνης – Η αντίσταση των Ελλήνων από το 1453 έως το 1821




του Γιώργου Καραμπελιά από το βιβλίο του 1821, Η Δυναμική της Παλιγγενεσίας

Mετά τον πρώτο ρωσο-τουρκικό πόλεμο, που κλόνισε βαθύτατα την οθωμανική Αυτοκρατορία, η Αικατερίνη ετοιμάστηκε για έναν «δεύ­τερο γύρο», συνάπτοντας συμμαχία με τους Αψβούργους, γύρω από ένα ολοκληρωμένο σχέδιο διαμελισμού της ευρωπαϊκής Τουρκίας, προσπα­θώντας να χρησιμοποιήσει συστηματικότερα τους Έλληνες και τους λοιπούς ορθοδόξους.

Όπως, παλαιότερα, η Βενετία και η Ισπανία, η Ρωσία επιδιώκει την κινητο­ποίηση των χριστιανικών πληθυσμών, κατ’ εξοχήν των Ελλήνων της Πελοποννήσου, της Ρούμελης, της Ηπείρου και των νησιών του Αιγαίου. Δημιουργεί μάλιστα σχέσεις πολύ πιο στενές και συστηματικές από τους Ενετούς. Κατ’ αρχάς, οι Ρώσοι, καθώς δεν διέθεταν άμεση πρόσβαση στο ελληνικό θέατρο και την Ανατολική Μεσόγειο, είχαν μεγαλύτερη ανάγκη τους Έλληνες· κατά δεύτερο λόγο, οι Ενετοί, όντας ταυτόχρονα και εξουσιαστές των Ελλήνων, δεν ήθελαν να τους εξοπλίζουν συστηματικά· οι Ρώσοι ως ομόδοξοι με τους Έλληνες, θεωρούσαν τον εαυτό τους κληρονόμο του Βυζαντίου, σε αντίθεση με τους Ενετούς, που υπήρξαν οι μεγάλοι εχθροί του Βυζαντίου· τέλος, οι Έλληνες δεν ανταγωνίζονταν τους Ρώσους στο εμπορικό πεδίο, αντίθετα ήταν σύμμαχοι που κάλυπταν τις ελλείψεις των Ρώσων. Γι’ αυτό και οι τελευταίοι όχι μόνο είχαν παραχωρήσει πολλά προνόμια στους Έλληνες της Ρωσίας αλλά και τους χρησιμοποιούσαν στον στρατό και τη διπλωματία τους – όπως συνέβαινε με την πλειοψηφία των προξένων της Ρωσίας στην οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Αικατερίνη θα χρησιμοποιήσει και τους ελληνικούς πληθυσμούς που κατοικούσαν στα βόρεια παράλια της Μαύρης Θάλασσας,

Έτσι, όταν η Υψηλή Πύλη κήρυξε τον πόλεμο στη Ρωσία, τον Αύγουστο του 1787, η Αικατερίνη έθεσε σε κυκλοφορία, στις 9 Σεπτεμβρίου, ένα φυλλάδιο στα ελληνικά, υπογραφόμενο «Αἰτιολογία τοῦ παρόντος πολέμου μεταξὺ Ρωσσίας καὶ Τουρκίας», ενώ, στις 17 Φεβρουαρίου 1788, κυκλοφόρησε προκήρυξη που προανήγγελλε την κίνηση των χερσαίων στρατευμάτων και του στόλου που έμελλε να κατέλθει στη Μεσόγειο, υπό τον ναύαρχο Γρέιγ, ώστε μαζί με τους Έλληνες να εκδιώξουν τους Τούρκους. Η αδυναμία καθόδου του ρωσικού στόλου που εμποδίστηκε από τους Άγγλους και τους Πρώσους αναβάθμισε τον ρόλο των Ελλήνων στην διεξαγωγή των πολεμικών επιχειρήσεων. Ο Αντώνιος Ψαρός, πρώην πρόξενος της Ρωσίας στη Μάλτα, θα αναλάβει τον γενικό συντονισμό των θαλασσίων επιχειρήσεων, η δε Τεργέστη θα γίνει κέντρο στρατολόγησης και συντονισμού των επαναστατικών δυνάμεων, καθώς το 1788 εισήλθε στον πόλεμο και η Αυστρία.

Οι δυτικές δυνάμεις διασώζουν τους Οθωμανούς


Οι συνασπισμένες δυνάμεις της Σουηδίας, της Πρωσίας, της Αγγλίας, της Ολλανδίας και της Ισπανίας –με τη συνεπικουρία των Γάλλων– θα διασώσουν για μια ακόμα φορά τον μεγάλο ασθενή της Ευρώπης. Το 1788, παρεμπόδισαν την έλευση του ρωσικού στόλου στη Μεσόγειο· η Σουηδία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Ρωσίας, ενώ η Ισπανία απειλούσε πως δεν θα αφήσει τα ρωσικά πλοία να διέλθουν από το Γιβραλτάρ. Γράφει σχετικά ο Αδαμάντιος Κοραής: «Τὰ πολεμικὰ πλοῖα τῆς Ῥωσσίας δὲν ἐκίνησαν ἀκόμα ἀπὸ τὸ Κρονστάδ· εἶναι ὅμως μεγάλη ἡ ὑποψία ὅτι ἡ Ἰσπανία μελετᾶ νὰ τὰ ἐμποδίσῃ»… «Ἠξεύρης ὅτι ἡ Σουηκία ἐκήρυξεν ἀνελπίστως τὸν πόλεμον κατὰ τῆς Ρωσίας· ἡ Προυσία ἀπειλεῖ καὶ αὐτὴ νὰ ἐγερθῇ κατὰ τῶν δύο αὐτοκρατόρων, ἄν αὐτοὶ δὲν ἀφήσωσι τὸν καλόν σου Τοῦρκον εἰς ἡσυχίαν»[1]. Επειδή οι ρωσικές δυνάμεις έδειχναν να υπερτερούν, την ηγεσία των αντιρωσικών δυνάμεων θα αναλάβουν η Πρωσία και η Αγγλία:

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2024

24 Ιουλίου 2024: Πανηγυρίζοντας την παρακμή;

από Γιώργος Καραμπελιάς 24 Ιουλίου 2024



Θυμάσαι που βαλάντωνες εκεί στην εξορία

και διάβαζες και Ρίτσο και αρχαία τραγωδία;

τώρα κοκορεύεσαι απάνω στον εξώστη

και μιλάς στο πόπολο σαν τον ναυαγοσώστη.
.,..

Ο πρώτος προβοκάτορας απ’ όλους στη ζωή μου

είναι η αφεντιά σου που αντιγράφει την φωνή μου

…..

παίρνεις την αλήθεια μου και μου την κάνεις λιώμα

απ’ το πόδι με τραβάς βαθιά μέσα στο χώμα.

Διονύσης Σαββόπουλος, Ο πολιτευτής

του Γιώργου Καραμπελιά


Στις 24 Ιουλίου του 2024, 50 χρόνια μετά την κατάρρευση της στρατιωτικής δικτατορίας, για μια ακόμα φορά οι συστημικοί πολιτικοί, διανοούμενοι, επιχειρηματίες, καλλιτέχνες και δημοσιογράφοι συγκεντρώνονται στο προεδρικό μέγαρο για να εορτάσουν «μέσα στην ευρωστία της σαρκός» τη δική τους μεταπολίτευση. Μια μεταπολίτευση που επιμένει μόνο στα υπαρκτά θετικά και αγνοεί ή θάβει «βαθιά μέσα στο χώμα» τα αρνητικά. Μια μεταπολίτευση που προβάλει μόνο την εγκαθίδρυση ενός δημοκρατικού πολιτικού συστήματος και αγνοεί την καταστροφή της Κύπρου, τη δημογραφική κατάρρευση, την ηλικιακή γήρανση, την οικονομική παρασιτοποίηση, την πνευματική, παιδευτική, πολιτική και πολιτισμική παρακμή, την οικονομική καταβαράθρωση των λαϊκών και μεσαίων στρωμάτων· που αγνοεί τη γιγάντωση του τουρκικού γκολέμ την επικράτηση του εθνομηδενισμού στην νεολαία, τον εκφυλισμό του κομματισμού… Μια μεταπολίτευση που παίρνει την αλήθεια μας και μας την κάνει λιώμα, καθώς παρασιτεί επάνω σε ότι ζωντανό και αυθεντικό είχε.

«πέντε αιώνες δύσης εθνικής θα ζήσεις»


Ποτέ άλλοτε ο ελληνισμός, δεν βρισκόταν σε κατώτερο σημείο απ’ ό,τι σήμερα, καθώς κινδυνεύει να μην διαθέτει πλέον τα μεγέθη για την αναπαραγωγή του ως αυτόνομο ιστορικό υποκείμενο. Γιατί μπορεί μετά την Άλωση του 1453, να χάσαμε και κράτος και πληθυσμούς, ωστόσο ο ελληνισμός παρέμενε αποφασιστικός πνευματικός παράγοντας για την ίδια τη δυτική Αναγέννηση και, μέχρι το 1922, αποτελούσε καθοριστικό οικονομικό και γεωπολιτικό παράγοντα της καθ’ ημάς Ανατολής, σε αντίθεση με τη σημερινή δραματική συρρίκνωση της παρουσίας μας.