Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΣΙΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΣΙΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 18 Μαρτίου 2024

Ο χαρταετός στην ποιήση και τη ζωγραφική



Μίκης Θεοδωράκης - Χαρταετοί 



Η Έλλη Λαμπέτη απαγγέλει το ποίημα ο Χαρταετός από την Μαρία Νεφέλη του Οδυσσέα Ελύτη.


Κι όμως ήμουν πλασμένη για χαρταετός.



Χαρταετός – Η ιστορία του

Ο ουρανός την Καθαρά Δευτέρα γεμίζει από χαρταετούς. Πολύχρωμοι και πολυγωνικοί, με τις φουντωτές ναζιάρικες ουρές τους, υψώνονται στον ουρανό σαν προάγγελοι της Άνοιξης και βέβαια ως ένδειξη του τέλους της Αποκριάς.

Ο χαρταετός, παιχνίδι για μικρούς και μεγάλους και απαραίτητο συστατικό της Καθαρής Δευτέρας, φαίνεται πως άνοιξε τα πολύχρωμα φτερά του πριν από τρεις χιλιάδες χρόνια, περίπου στα 1.000 π.Χ.
Δεν είναι γνωστή η ακριβής χρονική στιγμή και η τοποθεσία, που ο πρώτος χαρταετός ανέβηκε στον ουρανό, όμως πιθανότατα οι Κινέζοι έκαναν την αρχή με μια κατασκευή που αντέγραφε τη μορφή των πουλιών.



 
Από τις αρχές του κόσμου ο άνθρωπος ονειρευόταν να πετάξει σαν τα πουλιά – ένα όνειρο που φαίνεται σε γραπτά και εικόνες που χρονολογούνται από το 500 π.Χ. Οι χαρταετοί, λοιπόν, έκαναν την εμφάνιση τους στην Κίνα πριν από 3.000 χρόνια. Εκεί ήταν διαθέσιμα και τα κατάλληλα υλικά για την κατασκευή τους: καλάμια bambou για το πλαίσιο και μετάξι για το πανί και την ουρά.

Με αφετηρία την Άπω Ανατολή ο χαρταετός πέρασε τη δική του «Οδύσσεια» ακολουθώντας αρχαίες διαδρομές και υιοθετήθηκε από όλες σχεδόν τις ηπείρους, αποκτώντας νέες μορφές και δημιουργώντας μύθους, καθώς έκανε την εμφάνισή του στους διάφορους πολιτισμούς.
Οι ανατολικοί λαοί τους έδωσαν ζωντανές μορφές (ψάρια, πουλιά, δράκοντες κ.λπ.). Άλλοι έδεναν σ’ αυτούς (γραμμένες πάνω σε μικρότερο χαρτί) τις αρρώστιες και τις συμφορές και τις άφηναν να φύγουν μακριά, άλλοι έστελναν προς τα επάνω τις ευχές και τις επιθυμίες τους, και άλλοι προσάρμοζαν μικρές φλογέρες στο κεφάλι του αετού, για να σφυρίζουν και να διώχνουν τα κακά πνεύματα. Τέλος, άλλοι σήκωναν ομαδικά τους αετούς, σαν προσευχή στον ουρανό και έψαλλαν ύμνους.

Στην ελληνική αρχαιότητα, τον 4ο αιώνα π.Χ., ο μαθηματικός και αρχιμηχανικός Αρχύτας (440-360 π.Χ.), από τον Τάραντα της Νότιας Ιταλίας, καλός φίλος του Πλάτωνα και οπαδός του Πυθαγόρα, χρησιμοποίησε στην αεροδυναμική του τον χαρταετό και λέγεται ότι ήταν ο εφευρέτης του.

Σάββατο 16 Μαρτίου 2024

Κ.Π. Καβάφης: “Μανουήλ Κομνηνός”



Κ.Π. Καβάφης: “Μανουήλ Κομνηνός”


Ο βασιλεύς κυρ Μανουήλ ο Κομνηνός
μια μέρα μελαγχολική του Σεπτεμβρίου
αισθάνθηκε τον θάνατο κοντά. Οι αστρολόγοι
(οι πληρωμένοι) της αυλής εφλυαρούσαν
που άλλα πολλά χρόνια θα ζήσει ακόμη.
Ενώ όμως έλεγαν αυτοί, εκείνος
παληές συνήθειες ευλαβείς θυμάται,
κι απ’ τα κελλιά των μοναχών προστάζει
ενδύματα εκκλησιαστικά να φέρουν,
και τα φορεί, κ’ ευφραίνεται που δείχνει
όψι σεμνήν ιερέως ή καλογήρου.

Ευτυχισμένοι όλοι που πιστεύουν,
και σαν τον βασιλέα κυρ Μανουήλ τελειώνουν
ντυμένοι μες στην πίστι των σεμνότατα.


ΠΗΓΗ-Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δευτέρα 11 Μαρτίου 2024

"Συνέδριο" Καθημερινής





Σαράντα σβέρκοι βωδινοὶ μὲ λαδωμένες μποῦκλες
σκεμπέδες, σταβροθόλωτοι καὶ βρώμιες ποδαροῦκλες
ξετσίπωτοι, ἀκαμάτηδες, τσιμπούρια καὶ κορέοι
ντυμένοι στὰ μαλάματα κ᾿ ἐπίσημοι κι ὡραῖοι.

Σαράντα λύκοι μὲ προβιὰ (γι᾿ αὐτοὺς χτυπᾷ ἡ καμπάνα)
καθένας γουρουνόπουλο, καθένας νταμιτζάνα!
Κι ἀπὲ ρεβάμενοι βαθιὰ ξαπλώσανε στὸ τζάκι,
κι ἀβάσταγες ἐνιώσανε φαγοῦρες στὸ μπατζάκι.

Ὄξ᾿ ὁ κοσμάκης φώναζε: «Πεινᾶμε τέτοιες μέρες»
γερόντοι καὶ γερόντισσες, παιδάκια καὶ μητέρες
κ᾿ οἱ τῶν ἐπίγειων ἀγαθῶν σφιχτοὶ νοικοκυρέοι
ἀνοῖξαν τὰ παράθυρα καὶ κράξαν: «Εἶστε ἀθέοι».

Κώστας Βάρναλης - Πρωτοχρονιάτικο

Σχόλιο του Γιώργου Μαργαρίτη για το Συνέδριο" Καθημερινής

ΠΗΓΗ: https://www.facebook.com/share/WEpJnjGSPDQ8URCo/
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Κυριακή 3 Μαρτίου 2024

Ο «Αποχαιρετισμός» του Γιάννη Ρίτσου στον Γρηγόρη Αυξεντίου


"Τέλειωσαν πια τα ψέματα – δικά μας και ξένα
 Η φωτιά η παντάνασσα πλησιάζει. 
Δεν μπορείς πια Να ξεχωρίσεις αν καίγεται σκοίνος ή φτέρη ή θυμάρι. 
Η φωτιά πλησιάζει.
Κι όμως πρέπει να προφτάσω να ξεχωρίσω,
Να δω, να υπολογίσω, να σκεφτώ – ( για ποιόν; Για μένα;Για τους άλλους; ) Πρέπει. Μου χρειάζεται πριν απ’ το θάνατό μου μια ύστατη γνώση, η γνώση του θανάτου μου, για να μπορέσω να πεθάνω.
΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄

Άλλες αναρτήσεις για τον ήρωα Γρηγόρη Αυξεντίου ΕΔΩ

΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄
...Μην κλαίτε. Και ξέρω τώρα, όσο ποτέ,
Πως είναι δυνατή η ελευθερία. Γεια σας.
Τούτη την ώρα δεν τρομάζω τα μικρά ή μεγάλα λόγια –
Μπορώ να σκουπίσω τα μάτια μου στη σημαία μας
Μια και το ξέρω : στην απόλυτη στιγμή μου
μες απ’ το στόμιο του θανάτου οι συναγωνιστές μου
θα παραλάβουν απ’ τα χέρια μου φλεγόμενη
τη σημαία του ανένδοτου αγώνα, φλεγόμενη σαν πύρινο άλογο ικανό να διασχίσει το άπειρο και το θάνατο σαν άσβηστη δάδα μέσα σ’ όλες τις νύχτες των σκλάβων,
φλεγόμενη η σημαία μας σα μέγα αστραφτερό δισκοπότηρο για την Άγια Μετάληψη του Κόσμου.
Μπορώ να επαναλάβω :

” Λάβετε, φάγετε, τούτο εστί το σώμα μου και το αίμα μου – το σώμα και το αίμα του Γρηγόρη Αυξεντίου
ενός φτωχόπαιδου, 29 χρονώ, απ’ το χωριό Λύση,
οδηγού ταξί το επάγγελμα,
πούμαθε στη Μεγάλη Σχολή του Αγώνα τόσα μόνο γράμματα όσα να φτιάχνουν τη λέξη
” Ε Λ Ε Υ Θ Ε Ρ Ι Α “"

3 Μαρτίου 1957.

Στην Κύπρο μαίνεται ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας εναντίον των βρετανών με στόχο την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. 
Ο εικοσιεννιάχρονος υπαρχηγός της ΕΟΚΑ Γρηγόρης Αυξεντίου μετά από προδοσία,περικυκλώνεται μέσα στο κρησφύγετο του, από βρετανούς στρατιώτες. Διατάζει τους συντρόφους του να παραδοθούν και συνεχίζει να πολεμάει μόνος του μέχρι που οι αντίπαλοί του με τη βοήθεια ελικοπτέρου τον καίνε ζωντανό. 

Το γεγονός αυτό συγκλόνισε τον μεγάλο ποιητή Γιάννη Ρίτσο ο οποίος έγραψε ένα από τα συγκλονιστικότερα ποιήματα του με τίτλο «Αποχαιρετισμός».

Ακούστε τον ίδιο τον ποιητή να το απαγγέλλει:



Ολόκληρο το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου στο τέλος της ανάρτησης :

Στις 5 Μαρτίου 1957, μέρα Τρίτη, οι πρωινές αθηναϊκές εφημερίδες έγραψαν :

Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2024

Νόημα, μορφή και περιεχόμενο στο «Μυθιστόρημα» του Σεφέρη

Του Νίκου Ξένιου


Ο Σεφέρης / Σχέδιο Πάβλος Χαμπίδης


«...να ελέγ­ξει κα­νείς, να τα­κτο­ποι­ή­σει και να δώ­σει μορ­φή και ση­μα­σία στο απέ­ρα­ντο πα­νό­ρα­μα μα­ταιό­τη­τας και αναρ­χί­ας που εί­ναι η σύγ­χρο­νη ιστο­ρία»

ΣΕΦΕ­ΡΗΣ, 1974a: 353

Το ποίημα "Μυθιστόρημα" του Γιώργου Σεφέρη 


H μι­κρα­σια­τι­κή κα­τα­στρο­φή και η προ­σφυ­γιά, η συρ­ρί­κνω­ση του ελ­λη­νι­σμού και η απο­μά­γευ­ση της Με­γά­λης Ιδέ­ας, η πο­λι­τι­κή αστά­θεια και η απο­γο­ή­τευ­ση συν­θέ­τουν, για τον Γιώρ­γο Σε­φέ­ρη, έναν νέο μύ­θο, ση­μείο ανα­φο­ράς για τους ξε­ρι­ζω­μέ­νους μι­κρα­σιά­τες.[1] Οι κο­ρό­νες για την πα­τρί­δα, η Με­γά­λη Ιδέα και οι εφή­με­ρες ιδε­ο­λο­γί­ες δεν φαί­νε­ται να τον επη­ρε­ά­ζουν όταν, φέ­ρο­ντας την ψυ­χι­κή ταυ­τό­τη­τα του «ξέ­νου» και νιώ­θο­ντας απο­στρο­φή προς τη δρά­ση των πο­λι­τι­κών της επο­χής του, ανα­κα­τα­σκευά­ζει τους ιδρυ­τι­κούς μύ­θους της φυ­λής, επι­στρα­τεύ­ει τη λαϊ­κή φα­ντα­σία για τον πό­λε­μο της Τροί­ας, για τους Αρ­γο­ναύ­τες, για τον Με­γα­λέ­ξαν­δρο, απο­τυ­πώ­νο­ντας πα­ράλ­λη­λα και τις ιδε­ο­λο­γι­κές συ­νέ­πειες της κα­τα­στρο­φής. Στην Αγ­γλία, ήδη από το κα­λο­καί­ρι του 1933, έχει επι­χει­ρή­σει μια πρώ­τη σύν­θε­ση του Μυ­θι­στο­ρή­μα­τος, που θα ολο­κλη­ρω­θεί στην Αθή­να τον Δε­κέμ­βριο του 1934. Στην ποι­η­τι­κή αυ­τή συλ­λο­γή ο νο­μπε­λί­στας ποι­η­τής θα αξιο­ποι­ή­σει την πο­λύ­πλευ­ρη επα­φή του με την ευ­ρω­παϊ­κή πρω­το­πο­ρία και την αρ­χαιο­γνω­σία του, σε μια σύν­θε­ση όπου το ελ­λη­νι­κό έν­δο­ξο πα­ρελ­θόν έρ­χε­ται σε κα­τά­φω­ρη αντί­θε­ση με το αβέ­βαιο μέλ­λον του ελ­λη­νι­σμού. Αυ­τή εί­ναι η βα­σι­κή το­πο­θέ­τη­ση του Ερα­το­σθέ­νη Γ. Κα­ψω­μέ­νου (Η ποι­η­τι­κή μυ­θο­λο­γία του Σε­φέ­ρη, Εται­ρεία Κρη­τι­κών Σπου­δών, Ίδρυ­μα Ερ. Κα­ψω­μέ­νου).


Α. Το νό­η­μα του «Μυ­θι­στο­ρή­μα­τος»: το τα­ξί­δι της επι­στρο­φής

Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2024

Τάσος Λειβαδίτης, «Το πατρικό σπίτι»


Piet Mondrian @artistmondrian Farm near Duivendrecht


Τάσος Λειβαδίτης, «Το πατρικό σπίτι»


Βάδιζα ώρες. Ίσως είχα ξεπεράσει όλα τα όρια, όταν ένα σπίτι βρέθηκε μπροστά μου. «Θεέ μου, το πατρικό μου σπίτι!» ψιθύρισα. Ανέβηκα τρέχοντας τα σκαλιά, μου άνοιξε η ίδια η μητέρα μου, ταράχτηκα, αλλά ντράπηκα να της πω ότι ήταν πεθαμένη. Στα χέρια της κρατούσε ένα μικρό μύλο του καφέ που της είχαν χαρίσει όταν ήταν νιόνυφη. Και γύριζε το χερούλι του μύλου με τέτοια σοβαρότητα που μου ’ρχόταν να κλαίω. Στον τοίχο ήταν κρεμασμένο ένα ημερολόγιο, που όπως φύσηξε απ’ την ανοιχτή πόρτα, το ημερολόγιο άρχισε να διαλύεται, σκόρπισαν τα ξεθωριασμένα φύλλα του «γιατί, μητέρα», της λέω – «κι όμως μ’ αγαπούσατε». 

Τότε είδα τον αδελφό μου, που είχε πεθάνει κι αυτός, αλλά κατά έναν περίεργο τρόπο κοιμόταν ακόμα στο σπίτι, ο πατέρας, μάλιστα, ήταν τόσες οι ανάγκες μας που προσπαθούσε, αν και νεκρός κι εκείνος, να τον ξυπνήσει για να πάει να εργαστεί, «μα εργάζομαι αλλού, πατέρα» έλεγε ο αδελφός μου, τέλος πριν κατεβώ τη σκάλα πρόφτασα να δω μια γριά υπηρέτριά μας, απ’ τους παλιούς καιρούς, πεθαμένη κι εκείνη, να κλείνει βιαστικά τις κουρτίνες στα παράθυρα αυτού του μυστηριώδους σπιτιού που δεν ήξερα πού βρίσκεται, ούτε θα μάθαινα ποτέ…

(Από τη συλλογή «Τα χειρόγραφα του φθινοπώρου», εκδ. Κέδρος, 1990 / εκδ. Μετρονόμος, 2018)

Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2024

“Ο Γενάρης του 1904”-Κωνσταντίνος Καβάφης



A οι νύχτες του Γενάρη αυτουνού,
που κάθομαι και ξαναπλάττω με τον νου
εκείνες τες στιγμές και σ’ ανταμώνω,
κι ακούω τα λόγια μας τα τελευταία κι ακούω τα πρώτα.

Aπελπισμένες νύχτες του Γενάρη αυτουνού,
σαν φεύγ’ η οπτασία και μ’ αφήνει μόνο.
Πώς φεύγει και διαλύεται βιαστική —
πάνε τα δένδρα, πάνε οι δρόμοι, πάν’ τα σπίτια, πάν’ τα φώτα·
σβήνει και χάνετ’ η μορφή σου η ερωτική.

Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993

ΠΗΓΗ: to tetragwno

Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Πέμπτη 4 Ιανουαρίου 2024

Ζαχαρίας Παπαντωνίου, Η Προσευχή του Ταπεινού



Κύριε, σαν ήρθεν η βραδιά σου λέω την προσευχή μου:
Άλλη ψυχή δεν έβλαψα στον κόσμο απ’ τη δική μου.
Εκείνοι που με πλήγωσαν ήταν αγαπημένοι.
Την πίκρα μου τη βάστηξα· μου δίνεις και την ξένη.

Μ’ απαρνηθήκαν οι χαρές. Δεν τις γυρεύω πίσω.
Προσμένω τα χειρότερα. Είν’ αμαρτία να ελπίσω.
Σαν ευτυχία την αγαπώ της νύχτας τη φοβέρα.
Στην πόρτα μου άλλος δε χτυπά κανείς απ’ τον αγέρα.
Δεν έχω δόξα. Είν’ ήσυχα τα έργα που έχω πράξει.

Άκουσα τη γλυκιά βροχή, τη δύση έχω κοιτάξει,
έδωκα στα παιδιά χαρές, σε σκύλους λίγο χάδι,
ζευγάδες καλησπέρισα που γύριζαν το βράδυ.

Τώρα δεν έχω τίποτα, να διώξω ή να κρατήσω.
Δεν περιμένω ανταμοιβή· πολύ ’ναι τέτοια ελπίδα!
Ευδόκησε ν’ αφανιστώ, χωρίς να ξαναζήσω.
Σ’ ευχαριστώ για τα βουνά και για τους κάμπους που είδα.


Ζαχαρίας Παπαντωνίου (1877 – 1940)

Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2023

Τάσος Λειβαδίτης, «Αλλά τα βράδια»




Ποίηση: Τάσος Λειβαδίτης

Μουσική: Γιώργος Τσαγκάρης

Απόδοση: Βασίλης Παπακωνσταντίνου και Γιώργος Μιχαλακόπουλος




Και να που φτάσαμε εδώ
χωρίς αποσκευές
μα μ’ ένα τόσο ωραίο φεγγάρι.

Κι εγώ ονειρεύτηκα έναν καλύτερο κόσμο
φτωχή ανθρωπότητα, δεν μπόρεσες
ούτε ένα κεφάλαιο να γράψεις ακόμα.
Σα σανίδα από θλιβερό ναυάγιο
ταξιδεύει η γηραιά μας ήπειρος.

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη…

Βέβαια αγάπησε τα ιδανικά της ανθρωπότητας,
αλλά τα πουλιά
πετούσαν πιο πέρα.
Σκληρός, άκαρδος κόσμος,
που δεν άνοιξε ποτέ μιαν ομπρέλα
πάνω απ’ το δέντρο που βρέχεται.

Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2023

«Κύριε, αμάρτησα ενώπιον σου: ονειρεύτηκα πολύ. Έτσι ξέχασα να/ζήσω.»

Τάσος Λειβαδίτης — Περιπλανήσεις (I)

«Κύριε, αμάρτησα ενώπιον σου: ονειρεύτηκα πολύ. Έτσι ξέχασα να/ζήσω.»








Κύριε, αμάρτησα ενώπιον σου: ονειρεύτηκα πολύ. Έτσι ξέχασα να
ζήσω.

Μόνο καμιά φορά μ' ένα μυστικό που το 'χα μάθει από παιδί
ξαναγύριζα στον αληθινό κόσμο
αλλά εκεί κανείς δε με γνώριζε.

 Σαν τους θαυματοποιούς που όλη
τη μέρα χαρίζουν τ' όνειρο στα παιδιά
και το βράδυ γυρίζουν στις σοφίτες τους πιο φτωχοί κι απ’ τους
αγγέλους —
ο άλλος αδελφός μου πέθανε στο γηροκομείο κι όταν πήγαινα να
τον δω, μου ζητούσε λίγα χρήματα τόσο παρακλητικά
που ο θάλαμος ευωδίαζε Χριστούγεννα.

 Και συχνά διέσχιζα έναν
επικίνδυνο δρόμο για να προλάβω ένα φάντασμα
ή τις νύχτες έψαχνα απεγνωσμένα μέσα στο παρελθόν μήπως και
βρω μια λεπτομέρεια
που να με δικαιώνει. 

Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2023

Κωστής Μοσκώφ: Για τον Έρωτα και την Επανάσταση (1989)



Για τον Έρωτα και την Επανάσταση (1989)

1

Ποιοι βγήκαν των Βαΐων
να με δεχτούν;
Ποιοι με άλειφαν μύρο τη ματιά τους
τις παραμονές των Αγίων;
Ριπές οι μνήμες — χαρακιές
και το μπλουτζίν αγριεμένο..
Αυτό το μήνα η πανσέληνος
είναι τυφλή·
στον τόπο μου ξένος
ούτε ’Αφέντης ο Θεός
ούτε ο Αγαπημένος…

«Λεμονάκι, λεμονάκι μυρωδάτο…»

Ποιος λοιπόν θα βάλει
τα παιδιά να κοιμηθούν;
Ποιος θα πυκνώσει τα όνειρα;
Η ποίηση,
Πράξη
καιρών
λυπημένων…
Βάζω στις λέξεις πυρκαγιά
να φωτίσω το σκοτάδι μου…

***

«Περίμενες
τους φανοστάτες
να ανάψουν».
Και κάποιον, τέλος,
«τοις κείνων ρήμασι πειθόμεναν»
«με ένα πουκάμισο καλοπλυμένο»
να περάσει
οδεύοντας
για το ικρίωμα…
«Όμως κανείς δεν πέρασε»
-— οι φανοστάτες δεν άναψαν
η πόλη δεν είχε κτιστεί
και Εσύ
δεν είχες ποτέ αγαπήσει…

***

Πέρασαν εκατό χρόνια μοναξιάς
να σ αγαπάω’
Γέρασα τώρα,
δε σκύβω στο πηγάδι,
μην αντικρίσω τον Καιρό…
Έβαλα
το μαχαίρι
στη θήκη του
τίποτα πια δεν περιμένω

***

Που ξέρεις,
μπορεί ό θάνατος και να νικήσει·
το Καράβι μας
αραγμένο αιώνες τώρα στο λιμάνι
—μέσα στην ιστορία νεκρό—
να σαπίσει,
φορτωμένο τόση μοναξιά…

Πέμπτη 16 Νοεμβρίου 2023

50 χρόνια μετά...

17 Νοέμβρη 1973

50 χρόνια μετά...




          ____****____



Ποιοι βγήκαν των Βαΐων
να με δεχτούν;
Ποιοι με άλειφαν μύρο τη ματιά τους
τις παραμονές των Αγίων;
Ριπές οι μνήμες — χαρακιές
και το μπλουτζίν αγριεμένο..

Αυτό το μήνα η πανσέληνος
είναι τυφλή·
στον τόπο μου ξένος
ούτε ’Αφέντης ο Θεός
ούτε ο Αγαπημένος…

Κωστής Μοσκώφ

 "Για τον Έρωτα και την Επανάσταση (1989)"

Από Γερομοριά 


ΠΗΓΗ-Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2023

Ο έπαινος της ημέρας για την εκδήλωση προς τιμήν του Κ. Σημίτη



Κ.Π. Καβάφης, «Η Σατραπεία» 


Τι συμφορά, ενώ είσαι καμωμένος
για τα ωραία και μεγάλα έργα
η άδικη αυτή σου η τύχη πάντα
ενθάρρυνσι κι επιτυχία να σε αρνείται·
να σ' εμποδίζουν ευτελείς συνήθειες,

10

και μικροπρέπειες, κι αδιαφορίες.
Και τι φρικτή η μέρα που ενδίδεις
(η μέρα που αφέθηκες κι ενδίδεις),
και φεύγεις οδοιπόρος για τα Σούσα,
και πιαίνεις στον μονάρχην Αρταξέρξη

15

που ευνοϊκά σε βάζει στην αυλή του,
και σε προσφέρει σατραπείες και τέτοια.
Και συ τα δέχεσαι με απελπισία
αυτά τα πράγματα που δεν τα θέλεις.
Άλλα ζητεί η ψυχή σου, γι' άλλα κλαίει·

20 

τον έπαινο του Δήμου και των Σοφιστών,
τα δύσκολα και τ' ανεκτίμητα Εύγε·

την Αγορά, το Θέατρο, και τους Στεφάνους.

Αυτά πού θα σ' τα δώσει ο Αρταξέρξης,
αυτά πού θα τα βρεις στη σατραπεία·

  
και τι ζωή χωρίς αυτά θα κάμεις.
_____________

ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ γράφτηκε το 1910.
 Παρά το γεγονός ότι μπορούμε να διακρίνουμε συγκεκριμένους ιστορικούς υπαινιγμούς, ο ποιητής μάς πληροφορεί ότι δεν υπονοεί κατανάγκη το Θεμιστοκλή ή το Δημάρατο.
 Έτσι το ποίημα αποχτά μια γενικότητα διαχρονική.


ΠΗΓΗ-Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2023

Τα συνθήματα του λαού για κείνους που φεύγουν γελαστοί και ο φόβος στα μάτια των τυράννων


Γιώργος Τασιόπουλος 


Το Ισραήλ έχει δολοφονήσει 721 παλαιστίνια παιδιά στη Γάζα από τις 7 Οκτωβρίου

Δηλαδή πάνω από 100 παιδιά την ημέρα

Αλλά η ανταποκρίτρια της ΕΡΤ με "υψηλό ηθικό" και χαμόγελα στηρίζει τους Ισραηλινούς στρατιώτες που ετοιμάζονται για την εθνοκάθαρση στη Γάζα. (σύνδεσμος από Χ στο τέλος της ανάρτησης).

Χθες ήταν το Αρτσάχ που δεν μίλησε κανείς, σύμμαχος του Αζερμπαϊτζάν το Ισραήλ.

 Γιατί όχι αύριο και στην Κύπρο;

Τι δίκαιο του ισχυρού χαράζει τους νέους γεωπολιτικούς χάρτες!

Ντροπή!





"Σ’ αυτή τη γη υπάρχει κάτι που αξίζει να το ζήσεις
Ο ερχομός του Απρίλη
Η μυρωδιά του ψωμιού την αυγή
Αυτά που λένε οι γυναίκες για τους άντρες
Τα γραπτά του Αισχύλου
Η αρχή του έρωτα
Το χορτάρι πάνω σε μια πέτρα
Μητέρες που ζουν με το σκοπό της φλογέρας
Και ο φόβος των κατακτητών για τη μνήμη

***
Σε αυτή τη γη υπάρχει κάτι που αξίζει να το ζήσεις
Το τέλος του Σεπτέμβρη
Μια γυναίκα που ανθίζει μετά τα σαράντα
Η ώρα του ήλιου στη φυλακή
Σύννεφα που σχηματίζουν πελώριες μορφές
Τα συνθήματα του λαού για κείνους που φεύγουν γελαστοί
και ο φόβος στα μάτια των τυράννων

***
Σε αυτή τη γη υπάρχει κάτι που αξίζει να το ζήσεις

Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2023

Ράινερ Μαρία Ρίλκε, «Φθινοπωρινή μέρα»

[Μετάφραση: Ιωάννα Αβραμίδου]



«Κύριε, ήρθε η ώρα. Το καλοκαίρι ήταν πολύ μεγάλο. 
Άφησε τον ίσκιο σου πάνω απ” τα ηλιακά ρολόγια, 
και στα λιβάδια ξαμόλα τους ανέμους. 

Διέταξε τους τελευταίους καρπούς γεμάτοι να 'ναι, 
δώστους ακόμα δυο μέρες ζεστές σαν νότου, 
στην τελειότητα ώθησέ τους και κυνήγα 
στο δυνατό κρασί την στερνή γλύκα 

Όποιος δεν έχει τώρα σπίτι, πια δεν θα χτίσει. 

Όποιος τώρα μόνος είναι, θα παραμείνει για πολύ, 
θα ξαγρυπνά, θα διαβάζει, 
θα γράφει γράμματα μακροσκελή 
και στις αλέες θα περιφέρεται εδώ και κει 
ανήσυχος, όταν τα φύλλα στροβιλίζονται.» 



ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΣ - Ο ΟΚΤΩΒΡΗΣ ΣΗΜΑΙΑ ΣΤΑ ΜΠΑΛΚΟΝΙΑ

Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου 2023

Η γ ε μ ώ ν ε κ Δ υ τ ι κ ή ς Λ ι β ύ η ς

Η γ ε μ ώ ν   ε κ    Δ υ τ ι κ ή ς    Λ ι β ύ η ς


                  Κωνσταντίνου  Καβάφη


            Άρεσε  γενικώς  στην   Αλεξάνδρεια
            τες  δέκα  μέρες  που  διέμεινεν  αυτού.
            ο  ηγεμών  εκ  Δυτικής  Λιβύης 
            Αριστομένης, υιός  του   Μενελάου. 
            Ως  τ' όνομα  του , και η  περιβολή, κοσμίως ελληνική.
            Δέχονταν  ευχαρίστως  τες  τιμές , αλλά 
            δεν  τες  επεζητούσεν , ήταν  μετριόφρων . 
            Αγόραζε  βιβλία  ελληνικά,  
            ιδίως  ιστορικά  και  φιλοσοφικά. 
            Προπάντων  άνθρωπος  λιγομίλητος . 
            Θάταν  βαθύς  στες  σκέψεις , διεδίδετο ,
            κ 'οι  τέτοιοι  τόχουν  φυσικό  να  μη  μιλούν  πολλά. 

            Μήτε  βαθύς  στες  σκέψεις  ήταν , μήτε  τίποτε. 
            Ένας  τυχαίος , αστείος  άνθρωπος . 
            Πήρε  όνομα  ελληνικό , ντύθηκε  σαν  τους  Έλληνας , 
            έμαθ' επάνω , κάτω σαν  τους  Έλληνας  να  φέρεται ,  
            κ ' έτρεμεν  η  ψυχή  του  μη  τυχόν  
            χαλάσει  την  καλούτσικην  εντύπωσι 
            μιλώντας  με  βαρβαρισμούς  δεινούς  τα  ελληνικά , 
            κ' οι  Αλεξανδρινοί  τον  πάρουν  στο  ψιλό ,  
            ως  είναι  το  συνήθειο  τους , οι  απαίσιοι.  

            Γι'  αυτό  και  περιορίζονταν  σε  λίγες  λέξεις , 
            προσέχοντας  με  δέος  τες  κλίσεις  και  την  προφορά ,  
            κ 'έπληττεν  ουκ  ολίγον  έχοντας  
            κουβέντες  στοιβαγμένες   μέσα  του . 
          
            1928  
 
Στην  Δυτική  Λιβύη  δεν  υπήρχε  βέβαια  καμιά  ελληνική  αποικία. Ήταν  στην  σφαίρα  επιρροής  της  Καρχηδόνας. Έλληνες  άποικοι , οι  ομογενείς, υπάρχουν  όμως  στις  Δυτικές  Ινδίες , όπως ήταν  η  αρχική  ονομασία  της  Αμερικής. Κι  αυτοί  προσέχουν , ανάλογα  με  τις  περιστάσεις  και  τις  επιδιώξεις  τους , να  αποφεύγουν  τους  βαρβαρισμούς .  Δεν  είναι  εύκολο  όμως.... 
Επικαιροποιημένοι   οι τελευταίοι  στίχοι  του  ποιήματος,   μπορούν  να  παραπέμπουν  και  σε  κρυφή  αντζέντα....

Τρίτη 5 Σεπτεμβρίου 2023

Το ποίημα του Γ. Σουρή για τους υποψηφίους δημοτικούς συμβούλους έναν αιώνα πριν…




Με αφορμή τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές που έρχονται και το πλήθος των υποψήφιων συμβούλων παραθέτουμε ένα ποίημα του μεγάλου συριανού σατιρικού Γ. Σουρή. Ο Γεώργιος Σουρής στο ακόλουθο ποίημα, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ρωμηός στις 20-6-1887, καυτηριάζει τη συμπεριφορά των υποψήφιων δημοτικών συμβούλων στις δημοτικές εκλογές του 1887.


Όποιος σας σφίγγει δυνατά το ένα και τ’ άλλο χέρι
και πηλαλεί εδώ κι εκεί στο ντάλα μεσημέρι
αυτός που σας χαμογελά και σας κτυπά στον ώμο,
αυτός που με τα τέσσερα σας κυνηγά στο δρόμο
και στέκει μ’ ύφος ταπεινό θεράποντος και δούλου
θηρεύει το αξίωμα Δημοτικού Συμβούλου.

Ακούτε κάποιον για νερά να λέει και για λέρες,
να ξεκουφαίνει των γνωστών κι αγνώστων του τ’ αυτιά,
ακούτε να υπόσχεται σε μερικές ημέρες
να κάμει την πρωτεύουσα σαν άλλη Βενετιά,
τον βλέπετε την κάρτα του σ’ όποιον ευρεί να δίνει;
θα πει πως θέλει Σύμβουλος Δημοτικός να γίνει.

Βλέπετε κάποιον να κολλά στους τοίχους τ’ όνομά του,
να κάνει μες στα μαγαζιά της αγοράς γιουρούσι,
τον βλέπετε να παραιτεί στη μέση τη δουλειά του
και να τραβά στην Κηφισιά, να τρέχει στο Μαρούσι,
μες στις ταβέρνες να κερνά κι αδιάκοπα να πίνει;
θα πει πως θέλει Σύμβουλος Δημοτικός να γίνει.

Βλέπεις αυτόν που δεν ουρεί στων τοίχων τ’ αγκωνάρια
και όπου βλέπει του σταυρού σημάδι δεν σιμώνει
οπού φωνάζει με χολή “ως πότε παλικάρια,
θα ζούμε μες στη σκοτεινιά, στη βρόμα και στη σκόνη;”
τον βλέπεις που στο διάβα του σκουπίδι δεν αφήνει;
θα πει πως θέλει Σύμβουλος Δημοτικός να γίνει.

Κυριακή 3 Σεπτεμβρίου 2023

Φθινόπωρον το μελαγχολικόν


«Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι../ Μουσκέψανε τα λόγια που είχανε γεννήσει αστροφεγγιές…».
Τώρα που η μέρα χάνει τη μάχη από τη νύχτα, νιώθεις πως δίπλα σου ξεψυχά το καλοκαίρι. Η διαφορά φωτός και σκότους – νύχτας άρχισε να γίνεται εμφανής. Οι ζεστές ημέρες λιγοστεύουν, ενώ οι κρύες πληθαίνουν. Όλα προοικονομούν και προμηνύουν το φθινόπωρο.
Φθινοπώριασε, φθινοπωρινός, φτυνόπορο, φθινόπωρο. Οι λέξεις προάγγελοι και σηματοδότες μας προετοιμάζουν για τη νέα εποχή. Και δεν έχει σημασία, αν οι γλωσσολόγοι διαφωνούν για το «έτυμον» της εποχής αυτής. Άλλοι το ανοίγουν στο φτύνω + πόρος κι άλλοι στο φθίνω – οπώρας. Όλοι πια εύχονται καλό χειμώνα κι ας αργεί ακόμη…. Σημασία έχει πως το φθινόπωρο ψυχολογικά μας προετοιμάζει γι’ αυτόν.

Μελαγχολία

 Χωρίς να το καταλαβαίνεις ένα απροσδιόριστο και αναίτιο συναίσθημα θλίψης και μελαγχολίαςσε διατρέχει. Όλα είναι ταιριαστά. Τα κιτρινισμένα φύλλα που αφήνουν τους κορμούς και τα κλαδιά των δέντρων επιτείνουν τα αρνητικά μας συναισθήματα. Όλα δηλώνουν το τέλος, τη ματαιότητα και την περατότητά μας.
«Όχι δεν είναι θάνατος που θ’ αντιμετωπίσουμε/ παρά μια τόση δα σταγόνα φθινοπωρινής βροχής/ Ένα θολό συναίσθημα…» (Οδ. Ελύτης)
Χρώματα κι αρώματα συμμαχούν για να μας πείσουν πως ο ερχομός του φθινοπώρου είναι γεγονός και όχι μια δυστροπία των απαισιόδοξων. Οι ποιητές της μελαγχολίας ύμνησαν ή εμπνεύστηκαν της ύπαρξής τους. Δεν έχει εξήγηση αυτός ο δεσμός των ποιητών της μελαγχολίας με το φθινόπωρο. Εκεί που όλοι υμνούν την άνοιξη και το καλοκαίρι, οι άλλοι ισορροπούν με το κλίμα του φθινοπώρου.
«Την θέλω ασθενή εγώ την φίλην / μου ταχείαν, / ωχράν την θέλω και λευκήν ως/ νεκρική σινδόνην,/ με είκοσι φθινόπωρα, με άνοιξην/ καμία… Προτιμώ την νύκτα/ της ημέρας˙ / Το πίπτον φύλλον και ουχί/ ναρκίσσους μυροβόλους˙ / Από το άστρον της αυγής τους/ δύοντας αστέρας….» (Αχιλλέας Παράσχος).

Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 2023

Οδυσσέας Ελύτης...



Όλα τα πήρε το Καλοκαίρι,


τ' άγρια μαλλιά σου στην τρικυμία 
το ραντεβού μας η ώρα μία.

Όλα τα πήρε το Καλοκαίρι,

τα μαύρα μάτια σου το μαντήλι
την εκκλησούλα με το καντήλι.

Όλα τα πήρε το Καλοκαίρι
κι εμάς τους δύο χέρι με χέρι.

Όλα τα πήρε το Καλοκαίρι

με τα μισόλογα τα σβησμένα
τα καραβόπανα τα σχισμένα.

Μες στις αφρόσκονες και τα φύκια
όλα τα πήρε τα πήγε πέρα
τους όρκους που έτρεμαν στον αγέρα.

Όλα τα πήρε το Καλοκαίρι
κι εμάς τους δύο χέρι με χέρι.

Οδυσσέας Ελύτης 
Όλα τα πήρε το Καλοκαίρι



ΠΗΓΗ - Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 2023

Τάσος Λειβαδίτης...




Τάσος Λειβαδίτης..

» Τα μοναχικά βήματα «


Υπάρχει λένε μια μεγάλη περιπέτεια για τον καθένα μας, αλλά που θα την βρούμε;
Προς το παρόν ξεφυλλίζουμε τα παλιά ημερολόγια μήπως και σώσουμε κάτι απ’ τα χρόνια…

Αλήθεια τι συμβαίνει στην πραγματικότητα, ποιός θυμάται τι έγινε χτες, όλα θολά συγκεχυμένα…
Το πρωί περπατάω πάνω στα ερείπια δύο πολέμων για να πάω στην κουζίνα για καφέ.

Οι αλήτες κοιτάζουν τα τραίνα που φεύγουν και τα μάτια τους για μια στιγμή μένουν ορφανά και πάνω στις τζαμαρίες των σταθμών, δεν είναι η βροχή αλλά τα απραγματοποίητα ταξίδια που κλαίνε.

Οι μεθυσμένοι τρικλίζουν κάτω απ’ το βάρος της απεραντοσύνης, έξω απ’ τα ορφανοτροφεία, σωπαίνουν τα διωγμένα παραμύθια κι η γυναίκα στο παράθυρο τόσο θλιμμένη, που είναι έτοιμη να φύγει για τον ουρανό.

Όλα θολά συγκεχυμένα… Οι άλλοι φτιάχνουν από μας ένα πρόσωπο για δική τους χρήση… ποιοί είμαστε; … άγνωστο… και μόνο καμιά φορά μέσα στους εφιάλτες μας βρίσκουμε κάτι απ’ τον αληθινό εαυτό μας.

Χέρια που γκρεμίστηκαν σε αδέξιες χειρονομίες, μενεξεδένια ευσπλαχνία του δειλινού που σκορπίζει λίγες βασιλικές δαντέλες στα γηροκομεία.

Το θεϊκό δικαίωμα των φτωχών πάνω στα υπάρχοντα των άλλων, τα μοναχικά βήματα του περαστικού που σου θυμίζουν όλη τη ζωή σου..

Ω γενιά μου χαμένη πήραμε μεγάλους δρόμους… μείναμε στη μέση… η ώρα του θανάτου μας είναι γραμμένη σ’ όλα τα ρολόγια.

Φίλοι παιδικοί που είστε; με ποιούς θα συνεχίσω τώρα την περιπλάνησή μου στο άπειρο;

Οι μεγάλοι κάθονται στα καφενεία, οι γρύλοι τα βράδια προσπαθούν να συλλαβίσουν το ανείπωτο, η μητέρα άνοιγε τα γράμματα με τη φουρκέτα της…

Η ζωή μας είναι ένα μυστήριο που δεν μπορούμε να το μοιραστούμε… μια θλίψη τ’ απογεύματα σαν άρωμα από παλιά βιβλία και κάθε φορά που προσπερνάμε ένα διαβάτη, είναι σαν να λέμε αντίο σ’ όλη τη ζωή...