Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΡΟΣΩΠΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΡΟΣΩΠΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2024

Μοναδικά, ήτοι πανανθρώπινα.

 


Του Θανάση Ν. Παπαθανασίου


Πριν πολλούς καιρούς, ένας σπουδαίος άνθρωπος έγραψε ένα μανιφέστο για την ανθρώπινη ελευθερία σε μια ποθητή κοινωνία. Κι ανάμεσα σε άλλα, τόνιζε:

«Εγωισμός δεν είναι το να ζει κανείς όπως του αρέσει. Εγωισμός είναι το να απαιτεί κανείς από τους άλλους να ζουν όπως αρέσει σε αυτόν. Και μη-εγωισμός είναι το ν’ αφήνει κανείς τους άλλους να ζουν όπως θέλουν, να μην παρεμβαίνει. […] Ο μη-εγωισμός αναγνωρίζει την απεριόριστη ποικιλομορφία σαν κάτι το θεσπέσιο. Την αποδέχεται, της παρέχει τη συναίνεσή του, την απολαμβάνει. […] Ένα κόκκινο τριαντάφυλλο δεν είναι εγωιστικό επειδή θέλει να είναι κόκκινο τριαντάφυλλο. Θα ήταν φοβερά εγωιστικό αν ήθελε όλα τα λουλούδια του κήπου να είναι κόκκινα και τριαντάφυλλα».

Δημοσιευμένα το 1891, αυτά τα λόγια του μεγάλου Όσκαρ Ουάιλντ ακούγονται σήμερα μάλλον κοινότοπα. Η αξίωση, να ζει κανείς «όπως αρέσει σε αυτόν» και κανείς «να μην παρεμβαίνει» σ’ αυτό, προφανώς θυμίζουν φράσεις που σήμερα ξεστομίζονται πανεύκολα, σαν φράσεις του συρμού. Μα για τον Όσκαρ Ουάιλντ δεν ήταν συρμός. Είχε απέναντί του την σεμνότυφη και ταυτόχρονα ξετσίπωτα ιμπεριαλιστική Βικτωριανή κοινωνία, και το μανιφέστο του ήταν σύστοιχο με την τόλμη της ζωής του.

Αν ωστόσο τις όμορφες φράσεις σήμερα δεν τις παπαγαλίζουμε μένοντας σε μια άκοπη επιφανειακότητα, αλλά θελήσουμε πέρα από σέρφινγκ να κάνουμε και μακροβούτια, τότε τα λόγια του Όσκαρ Ουάιλντ μπορεί να προκαλέσουν ένα ιδιαίτερο ερώτημα: Μήπως υπάρχει κίνδυνος, το συγκεκριμένο σκεπτικό να απολήξει σε μια κοινωνία η οποία θα φαίνεται μεν ειρηνική, αλλά δεν θα πραγματικά κοινωνία; Μήπως δηλαδή υπάρχει κίνδυνος, το ανθρώπινο πλήθος να νοηθεί ως αράδιασμα ατομικοτήτων ακοινώνητων ουσιαστικά μεταξύ τους, εάν και εφόσον το μόνο κριτήριο είναι η ατομική αρέσκεια του καθενός;

Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2024

Στον Άγιο Παύλο..εκεί που γεννήθηκα και μεγάλωσα, στο κέντρο της Αθήνας!!!




του Δημήτρη Γιαννάτου (Ναπ. Γ)


Όταν ο καταστατικό Γκύ Ντεμπόρ συναντά τα παιδιά της συνοικίας…


Γεννήθηκα το 1968 και μεγάλωσα στο κέντρο της Αθήνας, στην ιστορική γειτονιά του Αγίου Παύλου, πολύ κοντά στο Σταθμό Λαρίσης και την πλατεία Βάθη.

Σε αυτή τη μικρή γωνιά, γνώρισα την κοινότητα, η οποία αποτέλεσε – ανά τους αιώνες και κάτω από διαφορετικά πολιτικά και κοινωνικά συστήματα – συστατικό στοιχείο του ελληνικού πολιτισμού. Την αποκαλούσα- και την αποκαλώ- συχνά συνοικία, το…συν του οίκου μας. Η πραγματική και πνευματική διεύρυνση της ιδιωτικής μας ζωής, που μεταμορφωνόταν σε δημόσιο βίο.

Ήταν ο δημόσιος χώρος, που αγκάλιαζε το παιχνίδι, τη δημιουργία, τις μικροχαρές και τις μικρολύπες, την ευθύνη μας ως πρόσωπα, απέναντι στη μικρή κοινότητα, «τη λαχτάρα για τον έπαινο του Δήμου και των σοφιστών, για τα δύσκολα και ανεκτίμητα εύγε», όπως μας λέει ο Χρήστος Γιανναράς.

Η συνοικία μας, συνδεόταν, παράδοξα και ομόδοξα με όλες εκείνες τις συνοικίες μιας μαγικής πολύβουης πόλης, που απλωνόταν, λίγο πιο πέρα. Η Αθήνα, παρά τις διαφορές της, έμοιαζε μια συνεκτική κοινότητα των συνοικιών και των Προσώπων και όχι η «μοντέρνα» απρόσωπη μεγάπολη, η «α-πολίτιστη» μητρόπολη, όπως κακοποιείται και διαμορφώνεται εδώ και χρόνια, τόσο από το σφυρί ενός κεφαλαιοκρατικού «εκσυγχρονιστικού» παρασιτισμού, όσο και από το αμόνι, ενός αριστερού μηδενιστικού κοσμοπολιτισμού, χωρίς πνευματικό κέντρο.

Επειδή ακόμα και τότε που οι άσχημες πολυκατοικίες της εργολαβίας του Καραμανλή και της χούντας, μας είχαν περικυκλώσει, το καντηλάκι ενός υπαρξιακού πνευματικού «κέντρου», άναβε με ισχυρή φλόγα. Η εκκλησία του Αγίου Παύλου, όριζε και την ομώνυμη Ενορία μας. Εντέλει, «Εν-ορία», δεν ήταν μόνο η πολεοδομική διαίρεση μέσα από τις τοπικές εκκλησίες. Ήταν κάτι περισσότερο και πολύ πιο συμβολικό, σχεδόν «μεταφυσικό».

Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2023

Χρήστος Γιανναράς: η (νε)ορθοδοξία, ο αποφατισμός και η ετερότητα του ανθρωπίνου προσώπου




Χρήστος Γιανναράς: η (νε)ορθοδοξία, ο αποφατισμός και η ετερότητα του ανθρωπίνου προσώπου

– Χρήστος Γιανναράς, “Για το νόημα της πολιτικής”, Ίκαρος, Αθήνα 2019, Σελ. 180
– Χρήστος Γιανναράς, “Οντολογία του προσώπου”, Ίκαρος, Αθήνα 2016, Σελ. 72
– Χρήστος Γιανναράς, “Η Ευρώπη γεννήθηκε από το «Σχίσμα»”, Ίκαρος, Αθήνα 2015, Σελ. 352
– Χρήστος Γιανναράς & Norman Russell, “Η μεταφυσική ως πρόκληση επικαιρική”, Ίκαρος, Αθήνα 2018, Σελ. 240

Μύρων Ζαχαράκης – Fractal – 14/06/2023


Ο Χρήστος Γιανναράς οπωσδήποτε δεν χρειάζεται συστάσεις. Δεκαετίες τώρα, το έργο του διαμόρφωσε σημαντικά το τοπίο στη σύγχρονη θεολογία, τη χριστιανική φιλοσοφία και γενικότερα τα ελληνικά γράμματα. Τα τελευταία χρόνια συγγράφει μερικά μικρότερα σε όγκο βιβλία, όπου επιχειρεί να συνοψίσει τις κεντρικές ιδέες των παλαιότερων έργων του. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν και τα βιβλία που θα παρουσιασθούν εδώ. Η παρουσίαση θα είναι κοινή, δεδομένου ότι τα τρία αυτά έργα αλληλεπικαλύπτονται, ως έναν βαθμό, θεματικά.

Αρχικά, τον Γιανναρά απασχολεί η οντολογία. Σκοπός του είναι να διατυπώσει μια προσωποκεντρική οντολογία. Βασική αρχή της συγκεκριμένης οντολογίας είναι η ιδέα ότι η ύπαρξη των όντων δεν είναι παρά ένα σύνολο σχέσεων. Επηρεασμένος από τις ψυχαναλυτικές θεωρίες του Lacan, ο Γιανναράς εξηγεί ότι ο άνθρωπος συγκροτείται ως λογικό υποκείμενο εξαιτίας της σχέσης, του συσχετισμού του με τους άλλους. Αυτή η σχέση έχει πρωτογενώς «ερωτικό» χαρακτήρα. Δεν είναι όμως μονάχα ο άνθρωπος, αλλά όλος ο φυσικός κόσμος είναι άθροισμα συντελούμενων σχέσεων των επιμέρους όντων όπως η σύγχρονη φυσική καταδεικνύει. Ωστόσο, από όλα τα όντα, μονάχα ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να συγκροτεί σχέσεις που δεν χαρακτηρίζονται αποκλειστικά από τις φυσικές αναγκαιότητες, στις οποίες μάλιστα μπορεί μέχρι και να εναντιώνεται. Αυτή του η δυνατότητα μπορεί να ονομασθεί με μια λέξη: ελευθερία. Η ελευθερία στον άνθρωπο σημαίνει πως δεν είναι υποταγμένος στη φύση/ουσία του, δηλαδή ότι έχει τη δυνατότητα να είναι και κάτι πέραν αυτών. Από όλα τα όντα μονάχα ο άνθρωπος είναι πρόσωπο. Κάθε άνθρωπος είναι μεν μέρος της ευρύτερης φύσης του (ανθρωπινότητα), συνάμα όμως είναι και προσωπική ύπαρξη («υπόσταση»). Έχει δηλαδή ιδιαιτερότητες («ετερότητα») οι οποίες υπερβαίνουν τη φύση/ουσία του. Ελευθερία, με τη γλώσσα του Γιανναρά, είναι η δυνατότητα του κάθε ανθρώπου να «υποστασιάζει ως υπαρκτική ετερότητα». Αυτή αντανακλά σε οτιδήποτε πράττει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι εδώ η τέχνη, όπου όταν βλέπουμε ένα πίνακα του Van Gogh ή μία μουσική σύνθεση του Beethoven, δεν λέμε απλώς ότι αυτό είναι του αλλά ότι «αυτό είναι» Van Gogh ή αντίστοιχα Beethoven. Κορυφαία δυνατότητα της ύπαρξης είναι ο έρωτας, διότι δίνει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να βγαίνει έξω από το εγώ του. Εκεί αναδεικνύεται η ελευθερία του, ύψιστο κατόρθωμα της οποίας είναι να υπάρχει κανείς επειδή το επιθυμεί, και να το επιθυμεί ακριβώς επειδή αγαπά. Ο Γιανναράς αντιπαραθέτει την έννοια «πρόσωπο» στην έννοια «άτομο», αντιστοιχίζοντας το πρώτο με την ελευθερία, την ετερότητα και την υπόσταση, ενώ το δεύτερο με τη φύση, την ουσία και την ομοιομορφία. Άτομο, μας λέει, είναι το αδιαφοροποίητο μέρος και τμήμα ενός συνόλου.

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2023

Από το μετά νεωτερικό προσωπείο στο πρόσωπο


Η θεολογία του προσώπου, όπως αναδεικνύεται από την ησυχαστική ασκητική παράδοση, αποτελεί την σημαντικότερη αντιπρόταση στον μετανεωτερικό ατομισμό και σχετικισμό. Η άσκηση της εσωστρεφείας και της ησυχίας με επίγνωση δεν είναι ψυχολογισμός, αλλά η αυθεντική και μόνη οδός για την μεταμόρφωση του «ειδεχθούς προσωπείου» σε πρόσωπο.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Τοιχογραφία παρεκκλησίου Αγ. Αναργύρων Ι.Μ.Μ. Βατοπαιδίου, 1371.

Έχει επισημανθεί προσφυώς ότι αυτό που θα χαρακτηρίσει κυρίως την θεολογία του 21ου αιώνα είναι η ενασχόλησή της με ανθρωπολογικά ζητήματα1. Αν στο χώρο της θεολογίας σήμερα δεν έχουν επαρκώς ερμηνευθεί ανθρωπολογικές αλήθειες φανταστείτε τι γίνεται στον χώρο της φιλοσοφίας, της διανόησης, των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών.

Ο σύγχρονος μεταμοντέρνος άνθρωπος δεν γνωρίζει τι είναι ο άνθρωπος. Ζει, αλλά και προβάλλει το προσωπείο του ανθρώπου. Τι είναι προσωπείο; Προσωπείο είναι η μάσκα, που χρησιμοποιούσαν στην αρχαία Ελλάδα οι ηθοποιοί για να υποδύονται διάφορους ρόλους πάνω στην σκηνή, στο θέατρο. Άρα το προσωπείο δεν είναι κάτι το αληθινό, είναι ψεύτικο, είναι μία εικονική πραγματικότητα για να μιλήσουμε με σύγχρονη ορολογία της πληροφορικής. Πρέπει να απεκ­δύσουμε αυτό το ψεύτικο και να ενδυθούμε το αληθινό, που στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι το πρόσωπο.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν όρισαν τι είναι το πρόσωπο. Θέλοντας όμως να αναφερθούν στην μεγαλειότητα, την παναξία του ανθρώπου χρησι­­μοποίησαν τον όρο άνθρωπος. Ο Μέγας Βασίλειος γράφει ότι ο άνθρωπος είναι το μόνο από τα ζώα «θεόπλαστον»2. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέει ότι ο Θεός δημιούργησε ένα ζώο αναμειγμένο από ορατή και αόρατη φύση, τον άνθρωπο, ο οποίος είναι ένας δεύτερος κόσμος, «εν μικρώ μέγας»3. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος τονίζει ότι «άνθρωπος εστι, το περισπούδαστον του Θεού ζώον»4.

Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2021

Θ. Ζιάκα: μηδενισμός και πρόσωπο


Σχόλιο του ιστολόγιου Αντίφωνο:Το ακόλουθο κείμενο αποτελεί εισήγηση στο συνέδριο που είχε οργανώσει στην Θεσσαλονίκη τον Μάϊο του1996 ο καθ. του ΑΠΘ Λάμπρος Σιάσιος, με θέμα την Διεπιστημονική προσέγγιση του Προσώπου. Στο γεγονός είχε δοθεί ιδιαίτερη σημασία, καθότι ομιλητές ήταν σχεδόν όλοι οι εν τότε Ελλάδι περί Προσώπου δια-νοήμονες (μείζονες και ελάσσονες...) Σε αντίθεση δε με τα συνήθως κρατούντα, οι εισηγητές ήρθαν καλά προετοιμασμένοι. Δεν έλειψαν και οι σοβαρές αντιπαραθέσεις. Μια απ’ αυτές ήταν και το «Βατερλώ» που υπέστη ο Στέλιος Ράμφος από τον μακαρίτη Νίκο Ματσούκα... (Βλ. Ιμάτια φωτός αρρήτου. Διεπιστημονική προσέγγιση του Προσώπου. Επιμέλεια Λάμπρος Σιάσιος. Πουρναράς Π.Σ. 2002.) Στο εδώ κείμενο έχουν γίνει επουσιώδεις μόνο διορθώσεις – κυρίως γραμματικές. 

ΘΕΜΑ: Η ανθρωπολογική κρίση της εποχής μας ως αντικείμενο της οντολογίας του Προσώπου

Η ανακάλυψη της παραδοσιακής οντολογίας του Προσώπου δεν θα μπορούσε να είχε συμβεί αν η κριτική σκέψη, πάνω στα μεγάλα προβλήματα του νεωτερικού πολιτισμού, δεν είχε ενοχοποιήσει την οντολογική του θεμελίωση, ήτοι τη νεωτερική νοηματοδότηση του υποκειμένου. Επομένως η συζήτηση για το Πρόσωπο αναφέρεται πρωτίστως στο ανθρωπολογικό πρόβλημα της εποχής μας και εντάσσεται στη σχετική ιστορική προβληματική. Η εισήγησή μου θέλει να φέρει τη συζήτηση στο συγκεκριμένο αυτό ιστορικό πλαίσιο.

1. Το αντινιχιλιστικό κίνημα

Η ενοχοποίηση του νεωτερικού ανθρωπολογικού τύπου άρχισε στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα, από το αντινιχιλιστικό - αντιμηδενιστικό κίνημα. Προφήτες του κινήματος αυτού στάθηκαν ο Κίρκεγκωρ, ο Νίτσε, ο Ρεμπώ, ο Ντοστογιέφσκι κ.ά. Διορατικότερος ο Ντοστογιέφσκι. Η ιδιοφυία του, ζυμωμένη με τη νηπτική πνευματικότητα, μας άφησε την ακριβέστερη ανθρωπολογική ακτινογραφία του αιώνα που ερχόταν: του 20ου αιώνα. 

Το αντινιχιλιστικό πνεύμα, επηρέασε βαθειά τον 20ο αιώνα, ιδίως στον τομέα της τέχνης, και απεκάλυψε, ως εστία των μεγάλων προβλημάτων, τη θεμελίωση του πολιτισμού της Νεωτερικότητας στον μηδενισμό. Φανέρωσε το γεγονός ότι το νεωτερικό ανθρωπολογικό καλούπι είναι φτιαγμένο για να παράγει μηδενιστές. Δηλαδή ανθρώπους ικανούς μονάχα να καταστρέφουν ό,τι ζωντανό υπάρχει μέσα τους και γύρω τους.

Παρασκευή 5 Μαρτίου 2021

Η Οντολογία του Τρόπου στη σκέψη του Χρήστου Γιανναρά: Το Πρόσωπο και ο Τρόπος

  Μέρος Γ΄

0
286

Όταν εξετάζουμε την οντολογία του τρόπου σε σχέση με τη Θεολογία του Προσώπου, τίθεται το ερώτημα ποιος είναι ο ιδιάζων προσωπικός τρόπος που διαφοροποιεί τα πρόσωπα από τους μη προσωπικούς τρόπους. Για να το καταλάβουμε αυτό, όμως, πρέπει να επικεντρώσουμε στον προσωπικό τρόπον ὑπάρξεως, έτσι όπως παραλαμβάνεται από την καππαδοκική και μετακαππαδοκική παράδοση και εμπλέκεται με θέματα του σύγχρονου περσοναλισμού και υπαρξισμού. Ο Χρήστος Γιανναράς ακολουθεί γενικά τη φαινομενολογική ανησυχία να αφορμώμεθα από τη συγκεκριμένη εμπειρία και δεν κάνει μια θεολογία «εκ των άνω». Ωστόσο, ειδικά η εμπειρία του προσωπικού τρόπου υπάρξεως γίνεται με αναφορά στην Τριάδα της χριστιανικής ύπαρξης. Στην Τριαδολογία, ο πατερικός όρος «τρόπος ὑπάρξεως» ερμηνεύεται στο πλαίσιο μιας προτεραιότητας του προσώπου επί της ουσίας, η οποία δηλώνεται ευθαρσώς από τον Γιανναρά[1], γεγονός που θα αρκούσε για να τον κατατάξει σε μία προσωποκεντρική ερμηνευτική, με κατά πολλούς «περσοναλιστικά» ή «υπαρξιστικά» χαρακτηριστικά. Η θεολογία του πάντως γίνεται πάντα με αφορμή την ανθρώπινη εμπειρία. Ξεκινάμε από την εμπειρία του γεγονότος ότι στον άνθρωπο ένας ορισμένος τρόπος ομοείδειας της ανθρώπινης φύσης μας έρχεται σε αντίθεση με τον πόθο μας για ελευθερία. Η αναζήτησή μας αυτή όμως βρίσκει ανταπόκριση στο εκκλησιαστικό γεγονός, που αποτελεί την προέκταση του χριστολογικού γεγονότος, ήτοι του γεγονότος η κτιστή ανθρώπινη φύση να λαμβάνει έναν θείο τρόπο υπάρξεως. Μέσω λοιπόν της Χριστολογίας, έτσι όπως αυτή ερμηνεύεται εκκλησιολογικώς, φτάνουμε στην Τριαδολογία[2] ως έναν τρόπο αντίστροφο από αυτό που βιώνουμε στην εντός του κτιστού εμπειρία. Στην Τριαδολογία, δηλαδή, οι συγκεκριμένοι προσωπικοί τρόποι υπάρξεως του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος δεν σημαίνουν μετοχή στο Είναι, αλλά μάλλον συγκρότηση του υπερούσιου Είναι του Θεού. Ήτοι ο Θεός δεν είναι πρώτα και μετά είναι Πατήρ, Υιός και Πνεύμα, αλλά με το να είναι Πατήρ, Υιός και Πνεύμα συγκροτείται ελευθέρως ως μια υπερούσιος θεία ουσία. Στη σκέψη του Γιανναρά υπάρχει μια ορισμένη υπαρξιστική προβληματική, ήτοι μια κατανόηση της ουσίας ως λογικής τουλάχιστον ή και οντολογικής αναγκαιότητας, ως μιας προδιαγραφής του Είναι. Για τον Γιανναρά το μεγαλειώδες της ανατολικής Θεολογίας είναι ακριβώς ότι ενώ προσέλαβε από την αρχαία ελληνική φιλοσοφία τη γνωσιολογία της, ωστόσο αντέστρεψε και απελευθέρωσε την οντολογία της. Ο χριστιανικός Θεός υπάρχει με απόλυτη ελευθερία ως προς τις ουσιώδεις προδιαγραφές Του. Επομένως, έχουμε και στον Θεό τρόπο, είναι όμως ένας τρόπος που τον θέλει με απόλυτη ελευθερία ο Θεός και ο οποίος θα μπορούσαμε ακόμη και να πούμε ότι διαθέτει ένα είδος οντολογικής (όχι χρονικής ασφαλώς, ούτε ακριβώς αιτιακής) προτεραιότητας έναντι της συγκροτήσεως της θείας υπερουσίου ουσίας. Ο Γιανναράς χρησιμοποιεί ενίοτε ακόμη και το ρήμα «επιλέγει», που για πολλούς θεολόγους είναι κακόσημο προκειμένου περί της ελευθερίας του Θεού. Από την άλλη, βεβαίως, ασκεί κριτική ειδικά στην «ατομική επιλογή», όπως αυτή πανηγυρίζεται στον σύγχρονο πολιτισμό και τονίζει ότι ο τρόπος στην παραδοσιακή κατανόησή του είναι επέκεινα του να επιλέγω ατομικώς, πράγμα που είναι ακριβώς και η αξία του. Επίσης, ο τρόπος αυτός του να είναι ο Θεός Πατήρ, Υιός και Πνεύμα, αν και δεν μπορεί επ’ ουδενί να χαρακτηριστεί ενδεχομενικός, κάτι που ισχύει μόνο για τα κτιστά όντα, διατηρεί ωστόσο μια ορισμένη μη αναγκαιότητα σε σχέση με τη θεία ουσία. Δεν υπάρχει δηλαδή αναγκαία μετάβαση λογική ή οντολογική από το να είναι Θεός στο να είναι Πατήρ, Υιός και Πνεύμα. Η Τριάδα είναι ένα μυστήριο απρόσιτο για τη λογική, που σημαίνει έναν ορισμένο τρόπο να καταφάσκει ο Θεός το Είναι Του ελευθέρως και επέκεινα κάθε ανάγκης, όχι μόνο φυσικής, αλλά και λογικής.

Πέμπτη 20 Αυγούστου 2020

Το γυμνόφιλον και ανέραστον

Από καλοκαίρι σε καλοκαίρι η γυμνόφιλη μονοτροπία στην αμφίεση κερδίζει με άλματα τόσο την καθολίκευση της επιβολής της όσο και την επίταση της τόλμης των ευρημάτων της. Είναι πια γνώρισμα χαρακτηριστικό του πολιτισμού μας, του κοινού τρόπου του βίου σήμερα.
Χωρίς άλλο, η κατάφαση της γυμνότητας του ανθρώπινου κορμιού συναριθμείται στις θριαμβικές, απελευθερωτικές κατακτήσεις της Νεωτερικότητας. Σηματοδοτεί την κατά κράτος νίκη καταπάνω στην αρρωστημένη απαξίωση, περιφρόνηση, φοβία για το σώμα, που βασάνισε, επί αιώνες πολλούς, τον δυτικό άνθρωπο. Ο μανιχαϊστικός ηθικισμός και ο αυγουστίνειος νομικισμός, τυπικά παράγωγα της αλλοτρίωσης του χριστιανισμού στη Δύση (σήμερα και στην εκδυτικισμένη Ανατολή) έφερναν μαζί τους ―άλλοτε ως αίρεση των «Καθαρών» και άλλοτε ως ζηλωτικά κινήματα αγγλοσαξωνικού πουριτανισμού ή γερμανικού πιετισμού― αυτή την εξωφρενική σχιζοείδεια: Να βδελύσσεται ο άνθρωπος το ίδιο του το κορμί, να το θεωρεί επίβουλο, εχθρικό! Να δαιμονοποιεί τη χαρά του κορμιού, τις αισθήσεις, τον έρωτα, να ανέχεται, με άκρα συγκατάβαση, την ηδονή της τροφής, τον θεσμό του γάμου.
Κατάκτηση, λοιπόν, της νεωτερικότητας η κατάφαση της γυμνότητας του ανθρώπινου κορμιού, άργησε ωστόσο να αφομοιωθεί στον κοινό τρόπο του βίου, να αποτελέσει αυτονόητο πολιτιστικό δεδομένο. Μάλλον μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο καθολικεύεται η κοινωνική αποδοχή της κατάφασης και γίνεται ευδιάκριτη σαν κυρίαρχο στοιχείο, στη γυναικεία κυρίως εμφάνιση. Σίγουρα, ρόλο αποφασιστικό για την καθολίκευση αποδοχής της γυμνοφιλίας έπαιξε και η μετεξέλιξη των νεωτερικών κοινωνιών σε «κοινωνίες της αγοράς»: Η μαζική παραγωγή των ειδών της ένδυσης και η διεθνοποίηση της εμπορίας τους υποκαθιστά κυριαρχικά τις ατομικές επινοήσεις και τις τοπικές ιδιαιτερότητες. Η «μόδα» ταυτίζεται με τη στρατηγική των διαφημιστικών μεθοδεύσεων παραγωγών και εμπόρων, επιβάλλεται ως αυτονόητα υποχρεωτική σε διεθνή κλίμακα.

Πέμπτη 6 Αυγούστου 2020

Η έννοια του προσώπου και του ατόμου στην θεολογική σκέψη

Ένα πρόσωπο της εποχής μας με μεγάλη θεολογική εμπειρία που μελέτησε την έννοια του προσώπου είναι ο Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ, ο οποίος υποστήριξε ότι πνευματικά το πρόσωπο με το άτομο είναι δύο αντίθετες έννοιες [34]. Το άτομο φανερώνει τον άνθρωπο ως μία μονάδα του είδους στο οποίο ανήκει, υποτασσόμενο στην ίδια του την φύση. Αυτή η αντίληψη όμως εγκλωβίζει τον άνθρωπο σε μια υποτιθέμενη οντολογική αυτάρκεια και τον εμποδίζει να δει την τραγική του κατάσταση, η οποία τον οδηγεί στον θάνατο [35]. Ο γέροντας κατανόησε μετά από ασκητικούς αγώνες ότι ο Θεός εμφανίζεται ως πρόσωπο μέσα από την φράση Εγώ ειμί ο ων [36]. Η υποστατική αυτή διατύπωση έδωσε την δυνατότητα στον Σωφρόνιο να κατανοήσει ότι ο Θεός είναι πρόσωπο. Δεν είναι μία αφηρημένη έννοια, ούτε η ουσία Του παίζει τον πρωταρχικό λόγο. Η υποστατική αρχή αποτελεί την εσώτατη αρχή του Είναι του Θεού. Αυτό έχει άμεσες συνέπειες στην χριστιανική ανθρωπολογία και την δυνατότητα της προσωπικής ύπαρξης για τον άνθρωπο [37].

Ο Σωφρόνιος ερμήνευσε χριστολογικά το ανθρώπινο πρόσωπο. Υποστήριξε ότι ο άνθρωπος για να κατασταθεί πρόσωπο πρέπει να φτάσει στο καθ’ ομοίωσιν, αφού πρώτα κενωθεί κατά τρόπο παρόμοιο που ο Θεός κενώθηκε δια του Ιησού Χριστού [38]. Η κένωση, η οποία αποτελεί μια ησυχαστική επιρροή, πραγματοποιείται α) με την θεοεγκατάλειψη, η οποία βιώνεται κυρίως από διανοούμενους, ασκητές ή πιστούς αλλά και β) με την περιχώρηση [39]. Με την θεοεγκατάλειψη ο άνθρωπος παιδαγωγικά εγκαταλείπεται από την Χάρη του Θεού, με αποτέλεσμα να αισθανθεί την κενότητα και την απόλυτη μοναξιά. Τότε η καρδία του ανθρώπου αισθάνεται την ανάγκη να βγει από την εγωιστική του αυταρέσκεια και να ανοιχθεί προς τον Θεό, τον συνάνθρωπο και την κτίση. Η κίνηση αυτή προς τον άλλο οδηγεί τον άνθρωπο στην περιχώρηση, την προσευχή, την ασκητική και λειτουργική του άνθρωπου για όλη την δημιουργία. Ο άνθρωπος τότε με την προσευχή του ανεβάζει όλη τη δημιουργία στο Θεό και ο τελικός σκοπός του είναι η εν-χρίστωση των πάντων δια της Χάριτος. Ο σταυρός αυτής της καθόδου, της θεοεγκατάλειψης, είναι η απαράβατη προϋπόθεση για την αναστάσιμη άνοδο του ανθρώπου προς τον Θεό [40]. Έτσι η κένωση, αν δεν φέρει την απελπισία στον άνθρωπο, ελκύει την θεία Χάρη. Τότε γεννιέται η δοξολογία και η ευγνωμοσύνη στην καρδιά του ανθρώπου φέρνοντας στον άνθρωπο την οντολογική του ολοκλήρωση ως προσώπου. Ανατέλλει, όπως αναφέρει ο γέροντας Σωφρόνιος, ο πνευματικός ήλιος το όνομα του οποίου είναι υπόστασις (πρόσωπον). Αυτή είναι η αρχή μίας καινούργιας μορφής ύπαρξης του ανθρώπου με την Αγία Τριάδα, όχι επιφανειακά ή διανοητικά, αλλά οντολογικά [41]. Η λειτουργική προσευχή και ο ασκητισμός βοηθούν τον άνθρωπο να καταστεί πρόσωπο [42].

Ένας άλλος σύγχρονος θεολόγος, ο οποίος ασχολήθηκε με την μελέτη του προσώπου είναι ο Ιωάννης Ζηζιούλας, μητροπολίτης Περγάμου. Ο Ζηζιούλας υποστηρίζει ότι στη σύγχρονη εποχή η έννοια του ανθρώπινου προσώπου έχει χάσει την ιερότητά του. Η υποβάθμιση του ανθρώπου σε άτομο στέρησε την δυνατότητα στον δυτικό κόσμο να διασώσει την έννοια του ανθρώπινου προσώπου. Ο άνθρωπος υποστατικά μπορεί να υπάρξει μόνο ως πρόσωπο. Η έννοια του προσώπου δεν είναι μία πρόσθετη ιδιότητα του ανθρώπου, ως προσωπείο σύμφωνα με την ελληνική φιλοσοφία, αλλά είναι στην φύση του να υπάρχει ως πρόσωπο. Ο Θεός είναι ελεύθερος οντολογικά και μπορεί να υπάρξει ως πρόσωπο. Ο άνθρωπος υπάρχει ως πρόσωπο μόνο σε σχέση με τον Άλλο και κατ’ επέκταση με τον συνάνθρωπο. Αλλιώς καταντά άτομο [43].

Τρίτη 4 Αυγούστου 2020

ΠΡΟΣΩΠΟ ή ΠΡΟΣΩΠΕΊΟ;



ΠΡΟΣΩΠΟ ή ΠΡΟΣΩΠΕΊΟ;

(Στην εποχή της μάσκας)

Εσύ ο διπλοπρόσωπος με το πρόσωπο στραμμένο προς εμάς. Νίκος Φωκάς 

Κοιτάζομαι στον καθρέφτη ξαφνιασμένος. Ποιός είναι αυτός που με κοιτάζει; Είμαι εγώ ασφαλώς αλλά και δεν είμαι. Φορές νομίζω πως με ατενίζει χλευαστικά ένας ξένος. Είναι αυτό το πρόσωπο μου; Έχω ένα μόνο πρόσωπο και αν ναι, ποιό είναι; 
- Ποιό είναι, μ' άλλα λόγια, το αληθινό μας πρόσωπο; Αυτό το πρόσκαιρο που φοράμε σήμερα, αυτή την στιγμή, δηλαδή τώρα, κάπως απρόσεκτα ή ενοχικά και που είναι σχεδόν όμοιο με αυτό που φορούσαμε χτες και προχτές; Ή, μήπως πρόσωπο μας είναι το πρόσωπο της πρώτης μας νεότητας, εκείνο το νεανικό και ανεπίληπτο, αρυτίδωτο μέσα κι έξω, που μάς κοιτάει τώρα πια σαν ξένο, με απορία από το βάθος ξεθωριασμένων φωτογραφιών ;
Εκτός κι αν είναι το τελικό εκείνο πρόσωπο, το πρόσωπο που διαμορφώνει το ντομίνιο των γερατιών, με τις ρυτίδες και το θαμπό βλέμμα και που προετοιμάζεται αργά και αναπότρεπτα για να γίνει η μάσκα του θανάτου. Ποιό είναι λοιπόν το φαγιούμ δικαιούμαστε; 
Ή, μήπως δεν διαθέτουμε - δεν αξίζουμε καλύτερα - κανένα πρόσωπο, απλώς φοράμε βασανιστικά μάσκες σαν τους κακοποιούς ή τους θεατρίνους για τις ανάγκες του βαρετού ρόλου, του άχαρου επαγγέλματος που είναι ο βίος μας; Κι όταν αυτός τελειώσει, ανακουφισμένοι πετάμε τη μάσκα μακριά, αυτό το προσωπείο - μηχανή των ψεύτικων καγχασμών και των υποκριτικών δακρύων. Και αυτό λέγεται απλά θάνατος. 
Και τότε, μόνο τότε βλέπουμε με τα μάτια κλειστά να υποφωτίζεται η μελιχρή σκιά του αληθινού μας προσώπου...Μια εικόνα ούτε αληθινή ούτε ψεύτικη αφού κάθε στιγμή έχει την δική της αλήθεια και είναι ανόητο να ψάχνουμε το όποιο ψεύδος εκ των υστέρων.
Το ότι φέρουμε κατ' ανάγκη ή κατά συνθήκη ένα πρόσωπο - προσωπείο σαν νομικό έγγραφο ταυτότητας, δεν σημαίνει κιόλας ότι διαθέτουμε πρόσωπο. 
Το όποιο μας πρόσωπο δεν το φτιάχνουμε ούτε εμείς κι οι φιλοδοξίες μας ούτε καν ο χρόνος, ο λεγόμενος και πανδαμάτωρ ή μέγας Γλύπτης των μορφών. Το πρόσωπο μας το φτιάχνει το βλέμμα του άλλου. Αποκλειστικά. Όχι των άλλων αλλά του ενός και μοναδικού. Κι όταν εκλείπει αυτό το βλέμμα τότε και το πρόσωπο μας καθίσταται απλώς το δέρας της απωλείας.

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2020

Ἄνθρωπος καί κόσμος: ἡ ἀνθρωπική ἀρχή, τό τεχνικόν πνεῦμα καί ἡ εσχατολογία

Α) ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΚΟΣΜΟΣ: Ἡ Ἀνθρωπική ἀρχή.
 Ἡ θεολογία τῶν Πατέρων περιγράφει τόν ἄνθρωπον ὡς μικρόκοσμον, ὁ ὁποῖος ἐμπεριέχει τόν μακρόκοσμον καί συνδέει διά τοῦ σώματός του τά ὑλικά μέ τά νοητά, καταδεικνύοντας οὕτως τήν ὀργανικήν σύνδεσιν τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς κτίσεως. Ἡ ἀλήθεια τοῦ ἀνθρώπου συνδέεται ἀρρήκτως μέ τήν ὑλικήν κτίσιν. Ἡ ἀλήθεια αὐτή θεμελιώνεται ἐπί τοῦ γεγονότος τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου ὑπό τοῦ Θεοῦ εἰς τό τέλος τῆς Δημιουργίας, ἀφοῦ εἶχε προηγηθεῖ ἡ δημιουργία τοῦ κόσμου. Εἶναι ἐνδιαφέρον ὅτι εἰς τά γνωστικά συστήματα ὁ ἄνθρωπος ἐμφανίζεται πρό τῆς δημιουργίας τῆς κτίσεως, ἐν ἀντιθέσει δηλαδή πρός τό βιβλίον τῆς Γενέσεως, ὅπου, ὅπως ἔχει ἤδη ἀναφερθεῖ, ὁ Θεός δημιουργεῖ τόν ἄνθρωπον μετά τήν ὁλοκλήρωσιν τῆς κτίσεως. Διά τῆς περιγραφῆς τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὑποδηλώνεται ἡ σχέσις ἀνθρώπου και κτίσεως, οὐχί μόνον ὑπό τήν ἔννοιαν τῆς ἐξαρτήσεως τοῦ ἀνθρώπου ἐκ τῆς κτίσεως, ἀλλά καί ὑπό τήν ἔννοιαν τῆς ἀνάγκης τῆς παρουσίας τοῦ ἀνθρώπου διά την ὕπαρξιν τῆς κτίσεως.
Ἡ κτίσις ὑπάρχει διά να κορυφωθῆ εἰς τόν ἄνθρωπον, τήν κορωνίδα ὅλης τῆς Δημιουργίας. Ὁ Ἅγιος Μάξιμος Ὁμολογητής, ταυτίζοντας τόν ὄντως ἄνθρωπον μέ τόν Χριστόν, ἀναφέρει ὅτι τά πάντα δημιουργήθηκαν μέ στόχον τόν ἄνθρωπον. Ἄνευ αὐτοῦ ἡ φύσις καταρρέει.
Ἡ Ὀντολογία, ἡ ἀλήθεια τῆς κτίσεως, δέν εἶναι ἱστορική, πρωτολογική, ἀλλά τελεολογική, ἐσχατολογική. Καί εἰς την ἔσχατον ἀλήθειαν τοῦ κτιστοῦ κόσμου, κεῖται ὁ ἄνθρωπος. Αὐτή ἡ διαπίστωσις, προκύπτουσα ἀπό τό Βιβλίον τῆς Γενέσεως, ἀντιστοιχεῖ εἰς τήν Ἀνθρωπικήν Ἀρχήν (ΑΑ) τῆς Κοσμολογίας, ὅπως αὐτή διατυπώνεται διά τῆς συγχρόνου φυσικῆς και γενικῶς διά τῶν μή Εὐκλειδείων γεωμετριῶν, ἐπιστῆμαι αἱ ὁποῖαι ἀνακαλύπτουν τήν Δόξαν τοῦ Θεοῦ.
Ἑρμηνευτικῶς λοιπόν, συμφώνως πρός τήν ΑΑ, τόσον οἱ φυσικές σταθερές ὅσον καί ἡ μορφή τῶν φυσικῶν νόμων (ἀνεξαρτήτως συμμετρίας ἤ θραύσεων) ὁδηγοῦν εἰς τέσσερα (4) εἴδη δυνάμεων, ἅτινα εἶναι πλήρως ἐναρμονισμένα μέ τήν παρουσίαν τοῦ ἀνθρώπου εἰς τήν κτίσιν. Δηλαδή ἡ τελική φυσική θεωρία εἶναι τοιαύτη, ἐπειδή τό σύμπαν ἤθελε νά ὁδηγηθῇ εἰς τήν ζωήν καί τά ἔλλογα ὄντα.
Παρενθετικῶς, ἡ κβαντική κοσμολογία διά τῶν Shrondiger, Tripler, Παῦλο, Δανέζη κ.ἄ., καταδεικνύουν ὅτι ἡ παρατηρουμένη μορφή τοῦ κόσμου, μέ τίς ἰσχύουσες σταθερές, ἀντιστοιχεῖ εἰς τήν πλέον πιθανήν λύσιν. Δηλαδή τό σύμπαν μεταβαίνοντας ἀπό τό «μή εἶναι» εἰς τό «εἶναι», ἐπιλέγει τήν πλέον πιθανήν κατάστασιν, δηλαδή αὐτή ἡ ὁποία τό ὁδηγεῖ εἰς τόν παρατηρητήν του, εἰς τόν ὁποῖον ἀποκαλύπτεται ὁ Θεός, ἡ δέ παρατήρησις τῆς κτίσεως ὑποκινεῖ τήν ἀνακαινιστικήν δραστηριότητά του. Διότι ὁ ἄνθρωπος, ὡς «κατεπιστευματοῦχος» τῆς κτίσεως, ὀφείλει νά ἀνακαινίζεται ἔναντι τοῦ διαθέτου, διά τήν ἐκπλήρωσιν τοῦ ρόλου του καί νά μεριμνᾶ διά τήν ἀκεραίαν μεταβίβασιν τοῦ «καταπιστεύματος» εἰς τόν «καταπιστευματοδόχον». Τά ἀνωτέρω εἶναι βασικαί προϋποθέσεις τῆς ὑπάρξεως, διότι ἀλλέως πῶς ὁ ἄνθρωπος ἐγκλωβίζεται εἰς τήν αὐτοαναφορικότητάν του. Διά τοῦτο ὁ ἄνθρωπος εἶναι νοσταλγός τοῦ μέλλοντος, ὡς ὑποκείμενο τοῦ διαρκοῦς ὀντολογικοῦ ἐμπλουτισμοῦ, τόν ὁποῖον εἰσαγάγει τό μέλλον ὡς τό ὄντως νέον καί καινοφανές. Ἡ τελική οὐσία καί τό τελικό εἶναι τῶν ὄντων καί τοῦ κόσμου μᾶς ἀναμένουν εἰς τό μέλλον.

Β) ΤΟ ΤΕΧΝΙΚΟΝ ΠΝΕΥΜΑ
Ἡ πτῶσις τοῦ ἀνθρώπου κατανοεῖται πληρέστερον, οὐχί ὡς ἡ κάθοδος εἰς τήν σαρκικήν κατάστασιν, ἀλλά ὡς τό δράμα τῆς γνώσεως καί τῆς συνειδήσεως (ἐξάρθρωσις, ἀποδόμησις, ὀλίσθημα ἀντιληπτικῶν καί γνωστικῶν ἱκανοτήτων μας). Δι᾿ αὐτοῦ τοῦ γεγονότος ἀποκόπτεται ἡ μετοχή μας εἰς τούς ἀνωτέρους κόσμους καί ἀπομονωνόμεθα ὡς πλάσματα, εἰς τήν μοιραίαν θνητότητα τῆς μοναχικῆς ὑπάρξεώς μας ἐντός τοῦ κόσμου τούτου. Ἀδυνατοῦμε νά ἀντιληφθοῦμε καί νά ἐπιτελέσουμε τήν συμβολικήν λειτουργίαν ἑκάστης τῶν μορφῶν καί παρορᾶμε τήν διττήν διάστασιν τῆς κτίσεως, πνευματικήν καί ὑλικήν, ἡ ὁποία ἐν σχέσει ἀλληλοεξαρτήσεως προσδιορίζει τήν πραγματικότητά τους καί ἀντιλαμβανόμεθα μόνον τήν ὑλικήν φυσιογνωμίαν τῆς κτίσεως.
Αὐτή ἡ ἀπώλεια τῆς αἰσθήσεως τῶν συμβόλων, ἀποϊεροποιεῖ τήν ζωήν, ἐπιβάλλει τόν διαχωρισμόν μεταξύ πνεύματος καί ὕλης, ἐσωτερικοῦ καί ἐξωτερικοῦ, κτιστοῦ καί ἀκτίστου. Ἑπομένως ὁ ἄνθρωπος στερεῖται τῆς ἐλευθερίας του, διότι μόνον ἡ ἐπικοινωνία εἰς τόν χῶρον τοῦ πνεύματος συνιστά συνάντησιν ἐλευθερίας.
Ἡ ἐμμονή τοῦ ἀνθρώπου εἰς τήν αὐτοαναφορικότητα τῆς ὑπάρξεώς του, ὁδηγεῖ εἰς τό Μηδέν, διότι παραμένει ὑποταγμένος εἰς τήν αναγκαιότητάν του, τήν φύσιν, τόν κόσμον, τόν Καίσαρα.

Σάββατο 16 Μαΐου 2020

Η ζωή είναι πολύ σύντομη για να είμαστε φυσιολογικοί....



Διάβασα κάτι πολύ έξυπνο και ουσιαστικό, που έλεγε ότι «η ζωή είναι πολύ σύντομη για να είμαστε φυσιολογικοί, παραμείνετε παράξενοι..». Ίσως κάποιοι αναρωτηθούν καλά τι μας προτείνετε να μην αλλάξουμε; Όχι δεν προτείνω αυτό. Αλλά σίγουρα δεν μπορεί η αλλαγή να γίνει εμμονή.

Εμένα προσωπικά με βοήθησαν οι εξής στάσεις ζωής να ξεμπλοκάρω την καθημερινότητα μου ώστε να ζω με όσο το δυνατό περισσότερη χαρά:

1. Δεν προλαβαίνεις σε αυτή την σύντομη ζωή να λύσεις όλα τα προβλήματα σου. Εδώ που τα λέμε δεν είναι και απαραίτητο. Μπορώ να είμαι χαρούμενος και δίχως την λύση τους. Δεν σκάω πλέον. Ότι πρέπει να λυθεί θα λυθεί, ότι παραμένει μας χρειάζεται για το ταξίδι μας.

2. Δέκα ζωές να ζήσω δεν θα μάθω ποιος είμαι. Είμαστε πλασμένοι ως ακατανόητο ως μέγα μυστήριο. Με γνωρίζω αλλά ποτέ απόλυτα.

3. Μπορώ να γελάω και να κλαίω. Τέλος στο φασισμό των συναισθημάτων. Δεν μπορώ να γελάω όλη μέρα λες και διαφημίζω οδοντόκρεμα.

4. Δεν θα θεραπευτούν όλα τα τραύματα και οι πληγές μου. Δεν το περιμένω, οπότε μαθαίνω να ζω με αυτό που είμαι. Διαχειρίζομαι το υλικό μου και δεν ζητάω ματαίως να τα αλλάξω όλα, αλλά μονάχα εκείνα που αλλάζουν. Τα άλλα τα αποδέχομαι και συμφιλιώνομαι μαζί τους.

5. Τέλος, ευτυχώς που ο Θεός έχει ελάχιστη ή καμία σχέση με αυτά που πιστεύουν οι άνθρωποι, γιατί έτσι μεγαλώνει η ελπίδα μου. 

Σάββατο 11 Απριλίου 2020

Ο ατομικός ζωτικός χώρος ως αποδόμηση της κοινωνίας

0
412
«Μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου, μες στες μας κινήσεις κι ομιλίες…» προσπάθησε, μας είπε ο ποιητής (Κ. Καβάφης, 1913, Όσο μπορείς) να μην εξευτελίζεις τη ζωή σου, για να μη καταντήσει «…σα μια ξένη φορτική».
Η πολλή συνάφεια του κόσμου και οι πολλές κινήσεις ματαιώθηκαν με νόμο, αλλά οι πολλές ομιλίες -πλέον κυρίως virtual- συνεχίζουν να ταλανίζουν τη σκέψη και τις συμπεριφορές μας. Πάντως, ακόμη και σε αυτές τις αμετροεπείς ομιλίες, υπάρχει μεταξύ μας απόσταση τουλάχιστον μέτρου ή μέτρων, διότι λαμβάνοντα μέτρα, ώστε να μετρηθούμε στο τέλος και να μη βρεθούμε λειψοί σε μεγάλο βαθμό. Το προσωρινό πλαίσιο της καθημερινής ζωής διαμορφώνει έναν ζωτικό χώρο σε επίπεδο ατόμου, ένα ατομικό Lebensraum, για να μας αποδείξει τρανά πόση σημασία έχει ο χώρος για την οργάνωση και τη λειτουργία της κοινωνικής ζωής.
Ακούγονται και γράφονται διάφορες γνώμες και θεωρίες συνωμοσίας ή πραγματιστικές έστω, για τη μετάβαση στην κοινωνία χωρίς μετρητά (cashless society), στην οικονομία των mega διαστάσεων, που δεν περιλαμβάνει τις μικρές και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, για ένα τεράστιο παιχνίδι-πείραμα των συσπειρώσεων κεφαλαίου, στο οποίο συμμετέχει και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και φιλάνθρωποι χορηγοί μας ιατρικής έρευνας και των εμβολίων και άλλα πολλά που καλλιεργούν πολύτροπα τον αόρατο φόβο σε όλους μας. Ο φόβος αποτυπώνεται οπτικά σε αριθμούς νεκρών και δραματοποιείται στα δελτία ειδήσεων, με άδειες κυκλοφορίας, άδειες πόλεις, γεμάτα φέρετρα και διαλογή (triage) ασθενών. Μα, όταν φοβούνται οι άνθρωποι πρέπει να έρθουν κοντά, να μη σκιάζονται, να πάρουν δύναμη από την αγκαλιά ο ένας του άλλου, να νιώσουν το χτυποκάρδι τους, να αγγίξουν τα χέρια και τα μάγουλά τους, τα χείλη τους και τα κορμιά τους. Ωστόσο, αυτό δεν επιτρέπεται. Ο φόβος φυλάει τα έρ’μα και τους έρημους ανθρώπους τους αφήνει στη μοναξιά και στη σιωπή της απόστασης. Από μακριά γίνονται όλα, η έγνοια, η φροντίδα, ο ανεφοδιασμός σε τρόφιμα και φάρμακα, η ελπίδα, η διδασκαλία, η συνύπαρξη, η αγάπη….Μα δεν μπορούν να γίνουν όλα εξ αποστάσεως. Εξ αποστάσεως θα καταλήξουμε στην αφασία, στην εδραίωση της συνήθειας να κρατάμε απόσταση μεταξύ μας, να μην αγγιζόμαστε ως οιονεί ρυπαροί, μολυσμένοι ο ένας απέναντι στον άλλο, ανθρωποφοβικοί, αλεξιάνθρωποι ή βαθμηδόν ανθρωπόπληκτοι; Ασφαλώς αυτό δεν πρέπει να συμβεί, θα είναι σαν κατίσχυση της διαβολής στη σχέση και στην προσέγγιση των ανθρώπων που υπάρχουν ως πρόσωπα στραμμένα το ένα απέναντι στο άλλο.

Παρασκευή 10 Απριλίου 2020

Μολυσματική νόσος

1
2448
Ο μιαρός! ούστ! ούστ! Διώξτε μακριά τον μιαρό! Alessandro Manzoni, Οι αρραβωνιασμένοι
Μια από τις πιο απάνθρωπες συνέπειες του πανικού που επιδιώκεται με κάθε τρόπο να εξαπλωθεί στην Ιταλία με την ευκαιρία της επονομαζόμενης επιδημίας του κορωνοϊού είναι απτή στην ίδια ιδέα της μόλυνσης, βάσει της οποίας διαμορφώθηκαν τα έκτακτα μέτρα που υιοθέτησε η κυβέρνηση. Η ιδέα αυτή, η οποία ήταν ξένη προς την ιατρική του Ιπποκράτη, είχε τον πρώτο ανύποπτο πρόδρομό της κατά τη διάρκεια των λοιμών που κατέστρεψαν ορισμένες ιταλικές πόλεις μεταξύ του 1500 και του 1600. Αυτή είναι η μορφή του μιαρού, του πανουκλιασμένου, που αποθανατίζεται από τον Manzoni τόσο στο μυθιστόρημά του, όσο και στο δοκίμιο για την Ιστορία της μιαρής στήλης. Μια μιλανέζικη “κραυγή” για την πανούκλα του 1576, τους περιγράφει κατ ‘αυτόν τον τρόπο, καλώντας τους πολίτες να τους καταγγείλουν:
“Έχοντας ενημερωθεί από τον κυβερνήτη ότι μερικοί άνθρωποι με λιγοστό ζήλο φιλανθρωπίας προκειμένου να τρομοκρατήσουν και να τρομάξουν τους ανθρώπους και τους κατοίκους αυτής της πόλης του Μιλάνου και να τους παρακινήσουν σε κάποια αναταραχή, αλείφουν με ουσίες που λέγεται ότι είναι λοιμώδεις και μολυσματικές, τις πόρτες και τις κλειδαριές των σπιτιών και τις γωνιές των συνοικιών αυτής της πόλης και άλλες περιοχές, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα να συμβαίνουν πολλά ανάρμοστα και να παρατηρείται όχι μικρή αλλοίωση στις σχέσεις των ανθρώπων, περισσότερο μάλιστα σε όσους πείθονται εύκολα να πιστεύουν τέτοια πράγματα, κάθε άνθρωπος, ανεξαρτήτως τάξης, κατάστασης, βαθμού, ας εννοήσει για λογαριασμό του ότι μέσα σε σαράντα ημέρες θα είναι εφικτό να εντοπίσει το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που έχουν ευνοήσει, βοηθήσει ή πληροφορηθεί για αυτήν την υβριστική πράξη, αν θα του δοθούν πεντακόσια σκούντα … »

Τετάρτη 8 Απριλίου 2020

Οι παλιοί Μεσσήνιοι σίγουρα τον θυμούνται, πρόκειται για τον Χαραλάμπη τον Κολιτσιδιάρη.

Από έρωτα σαλός!!!

Και αυτή την αγάπη μοίραζε σ' όλη του τη ζωή, και αστείρευτη ήταν! Για το λαό σαν Άγιος!!!
Γ.Τ. 

Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα, άτομα στέκονται, άτομα περπατούν, παιδί και υπαίθριες δραστηριότητες

της Αριστέας Σερεμέτη


Οι παλιοί Μεσσήνιοι σίγουρα τον θυμούνται, πρόκειται για τον Χαραλάμπη τον Κολιτσιδιάρη, - το πραγματικό του επώνυμο Παπαδόγιαννης, το σόι του είχε μια ντουζίνα παπάδες -, Κολιτσιδιάρη τόνε φώναζαν παρατσούκλι γιατί είχε μακριά μαλλιά αχτένιστα που κολλούσαν απ την απλυσιά μπλεγμένα και γενικώς ήταν ένας άνθρωπος μ εμφάνιση εντελώς πρωτόγονη και σπηλαιώδη.

Αρκάς στην καταγωγή, έφτασε στο Πλατύ, λένε από κάποιον έρωτα είχε μελαγχολήσει και το μυαλό του σαλέψει, ήταν ένα όμορφο παλικάρι που την κοπέλα που αγάπησε την πάντρεψαν οι γονείς της μ άλλον, αυτός έπειτα μοίρασε τα υπάρχοντά του όλα και ύστερα έγινε ο σαλός, ο σαλεμένος, ο ζητιάνος, ο μουρλοΧαραλάμπης που τον έλεγε η γιαγιά μου, γι άλλους ο Άγιος γιατί είχε πολύ στενή σχέση με τη μονή Παναγουλάκη πίσω απ το νεκροταφείο Καλαμάτας και έλεγε για κόλαση και αγγέλους, ήταν μάλιστα παλαιοημερολογίτης και μέτραγε εορτές και με το παλαιό και με το νέο ημερολόγιο με δυνατή μνήμη.

Φορούσε πουκάμισο και παντελόνι, στη μέση για ζωνάρι ένα σακί και πάντα ξυπόλυτος, χειμώνα και καλοκαίρι περιδιάβαινε όλα τα χωριά της Μεσσηνίας κι ό,τι του δίνανε τό βαζε σ ένα τσουβάλι που κουβαλούσε και το πρόσφερνε σ άλλον, δεν έμπαινε ποτέ μέσα σε σπίτια, απ έξω στεκόταν, απ τις μάντρες κι απ τις πόρτες τον κουβέντιαζαν και ποτέ δεν άλλαζε ρούχα ούτε ζήταγε για κείνον κάτι, πράγμα που τον έκανε πολύ αγαπητό και δημοφιλή.
Τα παιδιά για το δικό τους λόγο δεν τον φοβόντουσαν, δεν τον κορόιδευαν και ήθελαν να φωτογραφίζονται μαζί του.

Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2019

Τo εγώ της γνώσης και το εγώ της ύπαρξης

Κατάσταση  περιορισμένης πραγματικότητας


«Ἀναμεσά μας πάντοτε ἕνας Ἐκεῖνος πού μαθαίνει τά νιάτα τοῦ οὐρανοῦ».
Γ. Σαραντάρης
Μά στόν ἀντίποδα «ὁ νεότερος κόσμος, ἀπό τήν Ἀναγέννηση καί ἐδῶθε, ζεῖ ἀκριβῶς μέσα στήν κατάσταση αὐτή τοῦ περιορισμοῦ τῆς συνολικῆς πραγματικότητας ἀπό τήν πραγματικότητα τῆς γνώσης, πού μποροῦμε νά τήν ὀνομάσουμε κατάσταση ἀναγκαστικοῦ περιορισμοῦ ἤ κατάσταση τῆς περιορισμένης πραγματικότητας … Αὐτή ἡ ἀφύσικη τοποθέτηση στούς ἀντίποδες μᾶς κάνει, λόγου χάρη, ἀντίθετα ἀκριβῶς μέ τά ὅσα διδάσκει ὁ Πλάτωνας στό εὐπρεπείας γραφῆς πέρι καί ἀπρεπείας ( Φαίδρος 274b), νά διατηροῦμε ὁρισμένες καταστάσεις πού μᾶς ἔχουν κάνει ἔξωθεν -ὅπως ἡ γραφή- οὐκ ἔσωθεν ἀναμιμνησκόμενους, καί μᾶς πορίζουν ὄχι ἀληθινή σοφία, ἀλλά τό ὀμοίωμά της, σοφίας δόξαν, οὐκ ἀλήθειαν».
Ζ. Λορεντζάτος
Στήν παρούσα μελέτη παρουσιάζονται ἐπιλεγμένα ἀπόσπάσματα ἀπό τό πόνημα τοῦ Ζήσιμου Λορεντζάτου «ΔΙΟΣΚΟΥΡΟΙ – Γ. ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ» καί πιό συγκεκριμένα  ἕνα μέρος ἀπό τά σχόλια πού ἀφοροῦν τό «φιλοσοφικό» δοκίμιο τοῦ Σαραντάρη «Συμβολή σέ μιά φιλοσοφία τῆς ὕπαρξης», προκειμένου νά προσεγγίσουμε τά αἴτια τοῦ ὀντολογικοῦ ἀποπροσανατολισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἐποχῆς μας. Ἐνῶ γνωρίζουμε τό ποιητικό ἔργο τοῦ  Γ. Σαραντάρη, ἀγνοοῦμε τό δοκιμιακό του ἔργο, γεγονός τό ὁποῖο ὁ Ζήσιμος, ἰδιαίτερως γιά τό κείμενο τῆς Συμβολῆς, τό ἀποδίδει σέ δύο παράγοντες. Ὁ πρῶτος ἔχει νά κάνει μέ τήν ἀπιστία μας. «Τό κείμενο τοῦ Σαραντάρη τούς ξέφυγε. Μιλοῦσε γιά πολλά τῶν θείων. Ἀπιστίῃ τούς ξέφυγε». Ὁ δεύτερος ἔχει νά κάνει μέ τούς κριτικούς στήν Ἑλλάδα, οἱ ὁποῖοι «στάθηκαν ἀνίκανοι νά καταλάβουν» καθώς «ποτέ δέν βάζουν μέ τό νοῦ τους τήν περίπτωση πώς μπορεῖ αὐτοί νά ὑπολείπονται ἀπό ἕνα κείμενο». Ἀπό τόν Ζήσιμο Λορεντζάτο ὄχι μόνο δέν «ξέφυγε» -δόξα τῷ Θεῷ- τό κείμενο, ἀλλά τό ἀνάστησε  γιά ὅλους ἐμᾶς  ἡ βαθυστόχαστη προσωπικότητα του. Διαβάζουμε λοιπόν:
«Ἡ «Συμβολή σέ μιά φιλοσοφία τῆς ὕπαρξης» δημοσιεύτηκε τό 1937 καί ἀποτελεῖται ἀπό τόν πρόλογο καί τρία κεφάλαια: Κεφ.Α «Τό ἐγώ τῆς γνώσης καί τό ἐγώ τῆς ὕπαρξης», Κεφ. Β «Ἡ πίστη» καί Κεφ. Γ «Ἡδονή καί πίστη». Σύνολο σελίδων τριάντα μία. Γιά ποιόν ὅμως λόγο ἀξίζει νά ἐνσκύψουμε στό δοκίμιο αὐτό;
«Νομίζω πώς ἡ σημερινή Ἑλλάδα μπορεῖ νά κρίνει τό λεγόμενο δυτικό πολιτισμό» διαβάζουμε σάν προμετωπίδα στόν πρόλογο τῆς Συμβολῆς. Ἡ σημερινή Ἑλλάδα «μπορεῖ καί πρέπει νά κρίνει τόν τέτοιο πολιτισμό»-τό δυτικό πολιτισμό-«ἄν θέλει νά σωθεῖ ἀπό τήν ἐπιρροή πού ἡ ἴδια ἡ Εὐρώπη ἐξάσκησε πάνω μας ἕναν ὁλάκερο αἰώνα» καί πρέπει νά προχωρήσει «μέ τήν ἀποκάλυψη τῶν σκοτεινῶν σημείων τῶν γηρασμένων Εὐρωπαίων. Προπάντων τίς ἀρρώστιες τους ἐκεῖνες πού μήτε οἱ ἴδιοι ὑποψιάζονται καί σχεδόν ποτέ δέν ἀναφέρουνε, χρειάζεται ἐμεῖς νά προσέξουμε». Καί μάλιστα, σέ ἕνα γράμμα σχετικό μέ τήν Συμβολή ὐπερτονίζει τήν ἀνάγκη αὐτή λέγοντας: «ἡ ἐποχή μας ἔχει ἱερή ὑποχρέωση νά κρίνει τό παρελθόν (καί, φυσικά, προπάντων τό εὐρωπαϊκό παρελθόν) καί … ἄλλωστε δέ μπορεῖ νά ἀποφύγει τούτην τήν ὑποχρέωση, γιατί νιώθει πώς διαφορετικά ἔρχεται ὁ θάνατος…Ἔργο τῆς γενεᾶς μας εἶναι νά ἐξηγήσει ποιός εἶναι αὐτός ὀ θάνατος».
Σημειώνει ὁ Ζήσιμος «πώς λέει: νά κρίνει, δέ λέει νά κατακρίνει»  καί ἐξακολουθεῖ σχολιάζοντας: «Αὐτή εἶναι μιά πρώτη γενική ἀρχή, ἀλλά καί στάση ἀνεξάρτητου ἀνθρώπου, συνδεμένη…μέ τήν προσπάθεια νά βροῦμε –σωστότερα νά μή χάσομε- τό πνευματικό ἐμεῖςμας, καταπῶς ὀρμήνευε ὁ Μακρυγιάννης στά Ἀπομνημονεύματά του…Ἡ κρίση πρέπει νά γίνει τή φορά τούτη, ὄχι μονάχα μέ τή «φαντασία» (Περικλῆς Γιαννόπουλος) ἤ μέ τή «σκέψη» (Ἴων Δραγούμης), ἀλλά μέ τήν πνευματική «ὅσο πιό συγκεκριμένη (καί ἥσυχη) συνείδηση τῆς ἀνωτερότητάς μας», ὄχι τῆς ἀνωτερότητας  ἐμᾶς τῶν σημερινῶν Ἑλλήνων, γιατί ἀπό κανένα δέν μποροῦμε νά εἴμαστε ἀνώτεροι, ἀλλά  τῆς ἀνωτερότητας τοῦ πνεύματος ἤ τῆς πνευματικῆς παράδοσης πού ἀκολουθήσαμε ἐμεῖς ἀπέναντι στό μή πνεῦμα, πολλές φορές, ἤ στίς δυτικές σχισματικές διακλαδώσεις (τοῦ Χριστιανισμοῦ, φυσικά, ἀφοῦ ἄλλη πνευματική παράδοση δέν ἀνάφανε, στίς περιοχές ὅπου ἀναφερόμαστε, ὕστερα ἀπό τό πέσιμο τοῦ ἀρχαίου κόσμου)…

Κυριακή 25 Αυγούστου 2019

Τι είναι πρόσωπο;


Τι είναι πρόσωπο; Και γιατί έχει σημασία πώς θα απαντήσουμε στην ερώτηση αυτή;
Κάθε ερμηνεία στις κοινωνικές επιστήμες έχει στο υπόβαθρό της κάποια ιδέα για το τι είναι το ανθρώπινο πρόσωπο, τι το κινητοποιεί, και τι μπορούμε να περιμένουμε από αυτό. Μερικές φορές αυτή η ιδέα είναι σαφής, αλλά τις περισσότερες φορές όχι. Και οι διαφορετικές έννοιες του προσώπου που θεωρούν οι κοινωνικοί επιστήμονες έχουν σημαντικές συνέπειες στον προσδιορισμό των ερωτήσεων που θα τεθούν, στην περαιτέρω επεξεργασία των χρησιμοποιούμενων εννοιών,  στη συλλογή των απαραίτητων στοιχείων και στις εξηγήσεις που θα διατυπωθούν.  Δεν μπορούμε να θέσουμε το ζήτημα της προσωπικότητας σε ένα “μαύρο κουτί” και έτσι να προχωρήσουμε. Το πρόσωπο ενδιαφέρει πάντοτε. Κατά τη γνώμη μου, το πρόσωπο είναι «το συνειδητό, αντανακλαστικό, εν-σωματωμένο, αυθυπερβατικό κέντρο της υποκειμενικής εμπειρίας που εξασφαλίζει τη διαρκή ταυτότητα, την ηθική δέσμευση, και την επικοινωνία, το οποίο – ως η ικανή αιτία των δικών του υπεύθυνων ενεργειών και αλληλεπιδράσεων – ενεργοποιεί πολύπλοκες δυνατότητες για πρωτοβουλία και δια-υποκειμενικότητα, προκειμένου να αναπτύξει και να διατηρήσει το δικό του αμέθεκτο εγώ σε σχέσεις αγάπης με άλλα προσωπικά εγώ όπως και με τον απρόσωπο κόσμο. “
Τα πρόσωπα είναι έτσι κέντρα με σκοπό. Αν αυτό είναι αλήθεια, τότε έχει συνέπειες για τον τρόπο που κάνουμε κοινωνιολογία ή επιστήμη γενικότερα. Διαφορετικές απόψεις για την ανθρώπινη προσωπικότητα θα οδηγήσουν σε διαφορετικά επιστημονικά ενδιαφέροντα, διαφορετικές επαγγελματικές και ηθικές ευαισθησίες, διαφορετικά θεωρητικά «παραδείγματα» εξήγησης και, εν τέλει, διαφορετικά οράματα για το τι συνιστά μία «καλή» ανθρώπινη ύπαρξη  την οποία η επιστήμη θα έπρεπε να υπηρετεί. Με αυτή την έννοια, η επιστήμη δεν είναι ποτέ αυτόνομη ή διαχωρισμένη από τα βασικά ερωτήματα των ανθρωπίνων προσωπικών όντων, υπάρξεων και ενδιαφερόντων. Ως εκ τούτου, εάν το όραμά μας για την ανθρώπινη προσωπικότητα είναι λάθος, διατρέχουμε τον κίνδυνο να χρησιμοποιήσουμε την επιστήμη για την επίτευξη προβληματικών ακόμα και καταστροφικών πραγμάτων. Η καλή επιστήμη πρέπει τελικά να οικοδομείται πάνω σε μια καλή κατανόηση της ανθρώπινης προσωπικότητας.

Σάββατο 29 Ιουνίου 2019

Πρόσωπο και κράτος / Νικόλαος Μπερντιάεφ, Πέντε στοχασμοὶ περὶ ὑπάρξεως

Miguel_Hernandez
 […] Ἡ ἀκραία μορφὴ τῆς ἀντικειμενοποίησης ἀντιπροσωπεύεται, ἐννοεῖται, ἀπὸ τὸ Κράτος. Τὸ Κράτος ἀγνοεῖ τὸ μυστήριο τοῦ προσώπου, ἔχει ὑπ’ ὄψη του μιὰ ἀφηρημένη μονάδα, ὄχι τὸ ζωντανὸ πρόσωπο. Τὸ Κράτος δὲν εἶναι ὑπαρξιακό, δὲν κρύβει μέσα του αὐτὸ τὸ στοιχεῖο ὑπαρξιακότητας ποὺ εἶναι παρόν, λόγου χάρη, στὴν πατρίδα, στερεῖται κάθε θαλπωρῆς καὶ κάθε ζωῆς. Τὸ Κράτος εἶναι μόνο καὶ μόνο μιὰ λειτουργία ἀντικειμενοποίησης, καὶ ὅ,τι ἀντιτίθεται περισσότερο στὴ μέθεξη. Ἡ μέθεξη δὲν εἶναι ποτὲ γνώρισμα τῶν λειτουργιῶν τοῦ Κράτους καὶ ὅταν ἀπαντᾶται σ’ αὐτές, εἶναι πάντα ἐξ αἰτίας τῆς εἰσβολῆς μέσα της κάποιου στοιχείου ἄλλης τάξεως. […] 

Ἡ δύναμη μιᾶς κοινωνίας καὶ εἰδικότερα ἡ κρατικὴ δύναμη δὲν συνιστᾶ ἀξία ἀφ’ ἑαυτοῦ της, καὶ μπορεῖ νὰ εἶναι ἐκδήλωση μιᾶς δαιμονικῆς φύσης. Ἡ ἀδυναμία τοῦ προσώπου μπροστὰ στὴν κοινωνία, μπροστὰ στὸ Κράτος, μπορεῖ νὰ ἀντιπροσωπεύει τὴν ὑψηλότερη ἀξία. Αὐτὸ ποὺ ὑπερέχει μὲ τὴ δύναμη μέσα σ’ αὐτὸν τὸν ἀντικειμενοποιημένο, ἔκπτωτο κόσμο, δὲν εἶναι καθόλου αὐτὸ ποὺ ἔχει τὴ μεγαλύτερη ἀξία. Ὁ ἄνθρωπος ἀξίζει περισσότερο ἀπὸ τὴν κοινωνία, τὸ ἔθνος, τὸ Κράτος, ἀλλὰ συμβαίνει νὰ συνθλίβεται ἀπὸ τὴν κοινωνία, τὸ ἔθνος, τὸ Κράτος ποὺ ἔχουν γίνει εἴδωλα τοῦ ἀντικειμενοποιημένου καὶ ἔκπτωτου κόσμου, τοῦ κόσμου τῆς διάσπασης, ὅπου οἱ σχέσεις στηρίζονται στὴ βία.

Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2019

Μπ. Ντάβου: Γνωσιακή Ψυχολογία: Τεχνολογικά διαμεσολαβημένες σχέσεις

Μπετίνα Ντάβου
Μετασχηματισμοί των διαπροσωπικών σχέσεων στην εποχή των κοινωνικών δικτύων
Το να μιλήσει κανείς για μετασχηματισμούς ενόσω αυτοί βρίσκονται σε εξέλιξη είναι ένα δύσκολο έργο. Ειδικά όταν ο μελετητής βρίσκεται και ο ίδιος μέσα στη δίνη αυτών των μετασχηματισμών. Η μελέτη της αλλαγής απαιτεί μια ιστορική και ερευνητική απόσταση από το φαινόμενο που αλλάζει. Γι’ αυτό, οποιοσδήποτε λόγος περί μετασχηματισμών στις διαπροσωπικές σχέσεις δεν μπορεί να είναι ούτε πλήρως επεξεργασμένος ούτε αμιγώς ερευνητικός, αλλά κυρίως διερευνητικός και βιωματικός.
Ένας τρόπος να εντοπίσουμε εν μέρει τι αλλάζει είναι να εξετάσουμε πώς μετατρέπονται οι παράμετροι που συνέθεταν τον ορισμό της διαπροσωπικής σχέσης πριν από την έλευση της διαδικτυακής συνθήκης. Παραδοσιακά, η διαπροσωπική σχέση αναφέρεται στη μορφή και στη φύση του δεσμού που ενώνει δύο ή περισσότερα πρόσωπα (π.χ. φιλική, ερωτική, επαγγελματική κ.λπ.). Ανεξάρτητα όμως από τη φύση του δεσμού που συνδέει δύο ανθρώπους, η έννοια της σχέσης περιλαμβάνει μια σχετική σταθερότητα στον χρόνο και ένα κοινό αίσθημα προσωπικής εμπλοκής ακόμη και σε περιπτώσεις που η φυσική επαφή απουσιάζει επί αρκετό χρονικό διάστημα. Το όχημα μέσω του οποίου η σχέση εγκαθιδρύεται, αναπτύσσεται και εξελίσσεται είναι η επικοινωνία, όπως αυτή διεξάγεται μέσα από την αλληλεπίδραση (άμεση ή διαμεσολαβημένη) των εμπλεκομένων στη σχέση. Η μελέτη των διαπροσωπικών σχέσεων είναι ένα σύνθετο φαινόμενο, το οποίο, για ερευνητικούς και διδακτικούς λόγους, χρειάζεται να αναλυθεί σε τουλάχιστον τρία επίπεδα, μολονότι στην πράξη τα επίπεδα αυτά διαπλέκονται και αλληλεπιδρούν.1   
Μετατροπές σε βασικά συστατικά των σχέσεων

Τετάρτη 1 Αυγούστου 2018

Διάλογος γιὰ τὸ Πρόσωπο: Θ. Ζιάκας, π. Ν. Λουδοβίκος & Δ. Γερούκαλης




Τὸ Ἀντίφωνο διοργάνωσε δημόσιο διάλογο γιὰ τὸ Πρόσωπο. 
Με τι κοινό συζήτησαν ο Θεόδωρος Ζιάκας, ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος καὶ ο Δημήτρης Γερούκαλης. Εξαιρετικό ενδιαφέρον είχαν οι τοποθετήσεις του κ. Γ. Κοντογιώργη και του π. Βασ. Θερμού.

Τρίτη 17 Απριλίου 2018

Ο άνθρωπος που σκεφτόταν «μην τυχόν»


«Βλέπω τον εαυτό μου να πέφτει. Είναι σαν να πέφτω σ’ ένα σκοτεινό υπόγειο, όπου θα είμαι για πάντα μόνη. Εκείνος με σπρώχνει σ’ αυτό το άθλιο υπόγειο, κι η πόρτα θα κλείσει πίσω μου, κι εγώ θα μείνω μόνη. Εντελώς μόνη. Για πάντα μόνη, σ’ ένα σκοτεινό υπόγειο».




του Αντώνη Ανδρουλιδάκη

Είναι η βιωμένη μαρτυρία μιας νέας γυναίκας εγκλωβισμένης στην Οριακότητα της ίδιας, αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας, που αποφεύγει τις στενές γνήσιες σχέσεις, προτιμώντας να είναι μόνη, παρά να υποστεί, γι’ ακόμη μια φορά, την απώλεια.

Ένας διαρκής Φόβος, με το Φ κεφαλαίο, αναζητά μανικά, σαν ένα ενσωματωμένο ραντάρ, την επιβεβαίωση της απώλειας του Άλλου. Ένας παπαγάλος στον ώμο είναι εκεί, συνοδεύει και υπενθυμίζει το «μην τυχόν».

Ακόμη και η ελάχιστη δυσαρέσκεια, η στιγμιαία δυσφορία, ερμηνεύεται ως ατράνταχτη απόδειξη της εγκατάλειψης. Μια κοινωνία ολόκληρη θα ανιχνεύσει μανιωδώς, θα επικρίνει λυσσαλέα, ακόμη και τα ήσσονα, θα εντοπίσει ελλείψεις και μόνον.Και σαν μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία, οι σχέσεις που συστήνουν εν τέλει την ίδια τη συλλογικότητα, θα εκπέσουν σε θυελλώδεις ρήξεις, θυελλώδεις συμφιλιώσεις, ξανά θυελλώδεις χωρισμούς, ξανά θυελλώδεις επαναβεβαιώσεις και φτου κι απ’ την αρχή. Μια ολόκληρη κοινωνία παγιδευμένη στο σπιράλ μιας, σχεδόν δεκαπεντάχρονης, ερωτικής σαχλαμάρας.