Της Αμάντα Πέτρουσιτς από τον νέο  Ερμή τον Λόγιο τ. 16 που κυκλοφορεί σε περίπτερα και βιβλιοπωλεία

Στις 20 Σεπτεμβρίου 1926, ο Έλληνας βιολιστής Αλέξης Ζουμπάς ηχογράφησε ένα από τα πιο στενόχωρα μουσικά κομμάτια που έχω ακούσει ποτέ. Το τραγούδι, με τίτλο «Ηπειρώτικο Μοιρολόι», είναι ένα πεντατονικό μοιρολόι που για χιλιετίες τραγουδιέται δίπλα σε φρεσκοσκαμμένους τάφους στην Ήπειρο, αυτό το άγριο κομμάτι γης στην ελληνοαλβανική μεθόριο. Η εκτέλεση του Ζουμπά είναι λίγο περισσότερο από τέσσερα λεπτά, χωρίς φωνή, και ως επί το πλείστον αυτοσχεδιαστική, κι έγινε συνοδεία κοντραμπάσου από κάποιον άγνωστο μουσικό. Ο Ζουμπάς ήταν τεχνικά εξαίρετος μουσικός –κάποιος θα μπορούσε να τον χαρακτηρίσει βιρτουόζο–, αλλά το πραγματικό του ταλέντο ήταν η ικανότητά του να αρθρώνει με απόλυτη εκφραστικότητα την αποσύνθεση. Υπάρχει μια απτή υστερία στο παίξιμό του, κάθε νότα τρέμει, λες κι ο βιολιστής έχει προσφάτως υποστεί κάποια συναισθηματική κατάρρευση αγνώστου μεγέθους.
Άραγε, ποιός ή τί τον σημάδεψε τόσο άσχημα; Το 1941 η γυναίκα του, τουλάχιστον η μία από τις κόρες του και δύο εγγόνια του σκοτώθηκαν σε αεροπορικές επιδρομές του Άξονα, αλλά τα γεγονότα αυτά έλαβαν χώρα 15 χρόνια μετά την ηχογράφηση. Την εποχή που ηχογράφησε το «Ηπειρώτικο Μοιρολόι» ήταν ήδη Αμερικανός πολίτης από δεκαεξαετίας. Είχε σχετική επιτυχία ως μουσικός, έχοντας ηχογραφήσει αρκετές δεκάδες δίσκους 78 στροφών (είτε ως σόλο καλλιτέχνης, είτε συνοδεύοντας κάποιους δημοφιλείς Έλληνες τραγουδιστές) κι έτσι μπόρεσε να επιστρέψει στην Ήπειρο το 1928 για τον γάμο μας κόρης του. Το αφήγημα του τραγουδιού είναι σαφές –η απώλεια–, αλλά λείπουν όλες οι υπόλοιπες λεπτομέρειες.