Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΛΥΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΛΥΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 18 Φεβρουαρίου 2024

Οι σκέψεις του Ελύτη για την κατάργηση της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών




Όπως είναι γνωστό ο νόμος του Κωνσταντίνου Καραμανλή για την κατάργηση της καθαρεύουσας εν μία νυκτί αποδοκιμάστηκε από μεγάλο μέρος της εκπαιδευτικής κοινότητας. Επίσης, η απόφαση θεωρήθηκε πως είχε πολιτικά κριτήρια και όχι γλωσσολογικά – επιστημονικά.

Έτσι, λοιπόν στις 27 Ιανουαρίου του 1976 μια μακρά συνεδρίαση στο κτίριο του Υπουργείου Παιδείας ολοκληρώνεται. Η ιστορική απόφαση έχει ληφθεί: η δημοτική καθιερώνεται ως η μόνη γλώσσα διδασκαλίας σε όλες τις βαθμίδες της υποχρεωτικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα.

Στην ιστορική συνάντηση προέδρευσε ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής και συμμετείχαν ο υπουργός και οι υφυπουργοί Παιδείας, πρυτάνεις πανεπιστημίων, πανεπιστημιακοί και πρόεδροι εκπαιδευτικών σωματείων.

Παρών ήταν και ο βουλευτής Επικρατείας του ΕΚΝΔ Ευάγγελος Παπανούτσος, ο οποίος λίγο πριν τη χούντα ήταν ο εμπνευστής της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης που εισήγαγε η κυβέρνηση Παπανδρέου.

Η ιστορική συνάντηση της 27ης Ιανουαρίου


Το γλωσσικό ζήτημα ήταν μόνο ένα από τα θέματα της διαβούλευσης. Το κεντρικό θέμα ήταν το εκπαιδευτικό σύστημα και οι παθογένειές του. Ωστόσο, η κατάργηση της καθαρεύουσας, όπως ήταν λογικό, μονοπώλησε το ενδιαφέρον της ελληνικής κοινωνίας. Συγκεκριμένα, η απόφαση ανέφερε ότι όλα τα σχολικά βιβλία έπρεπε να ξαναγραφούν στη δημοτική, ενώ ακόμη και τα κείμενα των αρχαίων φιλοσόφων στο Γυμνάσιο θα διδάσκονταν πλέον μόνο από μετάφραση, για να είμαστε πιο ακριβείς μόνο στη νεοελληνική απόδοση.

Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2024

Οδυσσέας Ελύτης: Έζησα το θαύμα της Αλβανίας στο Αλβανικό Μέτωπο - Άξιον Εστί

83 χρόνια πίσω...

Ξημερώνοντας τ’ Αγιαννιού (Οδ. Ελύτη) Η Πορεία προς το Μέτωπο


(Υπέροχο και πλήρες Αφιέρωμα της Σοφίας Ντρέκου!) 



της Σοφίας Ντρέκου



Με τον όρο Άξιον Εστί αναφερόμαστε στην εικόνα της Παναγίας, της «εφέστιας προστάτιδας», του Αγίου Όρους. Με το ίδιο όνομα επίσης τιτλοφορήθηκε το ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη «Άξιον Εστί» (έκδοση, 1959), το οποίο αργότερα μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης στο λαϊκό ορατόριο «Άξιον Εστί».

Η εικόνα της Παναγίας, το «Άξιον Εστί», είναι μια από τις περίφημες εικόνες του Αγίου Όρους. Βρίσκεται στο ναό του Πρωτάτου στις Καρυές του Αγίου Όρους, θεωρούμενη ως «κοινή εφέστιος προστάτις» εικόνα όλων των Αγιορείτικων Μονών, φέρουσα στο πλαίσιό της τις σφραγίδες και των 20 Μονών. Επί της εικόνας αυτής έγιναν κατά καιρούς πλείστα πιστά αντίγραφα ανά ένα εκ των οποίων βρίσκεται σε κάθε Μονή του Άθω. Εορτάζει με μεγάλη θρησκευτική λαμπρότητα τη Δευτέρα του Πάσχα και στις 11 Ιουνίου σε ανάμνηση του κάτωθεν θαύματος, αρχή της φήμης της εικόνας και ως θαυματουργής.

Άξιον εστί. Η θαυματουργή εικόνα του Πρωτάτου -
Έργο και φωτογραφία Βενιαμίν ιερομονάχου Κοντράκη (1872)

Ο Ανθυπολοχαγός Οδυσσέας Ελύτης στο Αλβανικό Μέτωπο

Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 2023

Οδυσσέας Ελύτης...



Όλα τα πήρε το Καλοκαίρι,


τ' άγρια μαλλιά σου στην τρικυμία 
το ραντεβού μας η ώρα μία.

Όλα τα πήρε το Καλοκαίρι,

τα μαύρα μάτια σου το μαντήλι
την εκκλησούλα με το καντήλι.

Όλα τα πήρε το Καλοκαίρι
κι εμάς τους δύο χέρι με χέρι.

Όλα τα πήρε το Καλοκαίρι

με τα μισόλογα τα σβησμένα
τα καραβόπανα τα σχισμένα.

Μες στις αφρόσκονες και τα φύκια
όλα τα πήρε τα πήγε πέρα
τους όρκους που έτρεμαν στον αγέρα.

Όλα τα πήρε το Καλοκαίρι
κι εμάς τους δύο χέρι με χέρι.

Οδυσσέας Ελύτης 
Όλα τα πήρε το Καλοκαίρι



ΠΗΓΗ - Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Παρασκευή 25 Αυγούστου 2023

Μίλτος Τεντόγλου




"Κάνε άλμα
πιο γρήγορο από τη φθορά."

Οδυσσέας Ελύτης 
Μαρία Νεφέλη  
εκδόσεις Ίκαρος

📸 Μίλτος Τεντόγλου

Σάββατο 18 Μαρτίου 2023

Οδυσσέας Ελύτης “Το παράπονο”




Εδώ στου δρόμου τα μισά
έφτασε η ώρα να το πω


Άλλα είν’ εκείνα που αγαπώ
γι’ αλλού γι’ αλλού ξεκίνησα

Στ’ αληθινά στα ψεύτικα
το λέω και τ’ ομολογώ

Σαν να ‘μουν άλλος κι όχι εγώ
μες στη ζωή πορεύτηκα

Όσο κι αν κανείς προσέχει
όσο κι αν τα κυνηγά

Πάντα πάντα θα ‘ναι αργά
δεύτερη ζωή δεν έχει.




Από τη συλλογή Τα Ρω του έρωτα (1972)

ΟΔ. ΕΛΥΤΗΣ . ''Εφυγε'' 18 Μαρτίου 1996.




Σε μια άλλη Ελλάδα, κάπου στο 1936, ο Γκάτσος συνάντησε τον Ελύτη και για 50 χρόνια, έμειναν αχώριστοι.

 Βρισκόντουσαν στο ιστορικό φιλολογικό "καφενείο" του Λουμίδη. Ο Γκάτσος και ο Ελύτης καθιέρωσαν τα φιλολογικά στέκια του Ηραίου και του Λουμίδη. Σε αυτά συγκεντρώνονταν πνευματικοί άνθρωποι –  στο πρώτο κυρίως πριν από τον πόλεμο και στο δεύτερο αμέσως μετά. Με την πάροδο του χρόνου σε αυτά τα στέκια ο Γκάτσος ξεχώρισε ως εξέχουσα προσωπικότητα μιας μεγάλης ομάδας διανοούμενων, ποιητών, ζωγράφων, λογοτεχνών από την οποία πέρασαν ο Κουν, ο Εγγονόπουλος, ο Εμπειρίκος, ο Τσαρούχης, ο Ν. Βαλαωρίτης, ο Χατζιδάκις, ο Ταχτσής, ο Μόραλης, ο Αργυράκης και πάρα πολλοί άλλοι. 

Επιστολή  του  Ν. Γκάτσου  προς  Ο. Ελύτη

29 Απριλίου

Αγαπητέ μου Οδυσσέα,

Είναι μια εβδομάδα περίπου από τότε που έλαβα το γράμμα σου, αλλά δε σου απάντησα αμέσως περιμένοντας να βρω την κατάλληλη ευκαιρία για να σου γράψω πιο πλατιά και πιο ελεύθερα τις σκέψεις μου και τα συμπεράσματά μου από πολλά πράγματα που μας απασχολούν και τους δυο.

Ας μιλήσουμε, λοιπόν, πρόχειρα, σα να βρισκόμασταν μαζί σε κάποια φιλική γωνιά όπως άλλοτε, κι ας αφήσουμε τα οριστικά συμπεράσματα από ορισμένες ανησυχίες μας, αφού άλλωστε μπορεί να είναι πολύ θλιβερά, για άλλη φορά.

Και πρώτα - πρώτα ευχαριστήθηκα πολύ που έλαβα γράμμα σου ύστερα από τόσον καιρό. Τα παράπονά μου νομίζω πως ήταν δικαιολογημένα: Σου είχα γράψει για τις φροντίδες μου και για τις προσπάθειες που έκαμα να πείσω όχι τόσο τον Αλέξη Σολομό όσο τους άλλους υπευθύνους του θεάτρου ότι συντομεύοντας αναγκαστικά τον Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας, έπρεπε να κρατήσουμε τα μέρη που εγώ θεωρούσα περισσότερο «θεατρικά» -δηλαδή πιο εύκολα να τα ερμηνεύσουν κατά τον τρόπο τους. Περίμενα μια τυπική τουλάχιστο έγκρισή σου για να τους μιλώ με περισσότερο κύρος, αλλά εσύ αγρόν ηγόραζες εις τα Ηλύσια Πεδία. Πάντως το ποίημα είχε μεγάλη επιτυχία όπως διάβασες και οι επιφυλάξεις των κριτικών σχετικά με την ερμηνεία ήταν ως ένα σημείο δικαιολογημένες, γιατί έχω πεισθεί πως οι Έλληνες ηθοποιοί βρίσκονται σε πολύ χαμηλό πνευματικό επίπεδο. Και φυσικά άλλο είναι να ερμηνεύσεις ένα συνηθισμένο νατουραλιστικό δράμα, κι άλλο να ερμηνεύεις ένα ποιητικό κείμενο.

ΟΔ. ΕΛΥΤΗΣ . ''Εφυγε'' σαν σήμερα 18 Μαρτίου 1996.




ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΡΑΓΜΑ που παίρνει μαζί του πεθαίνοντας ο άνθρωπος είναι το μικρό εκείνο μέρος της περιουσίας του που ίσα ίσα δεν ενδιαφέρει κανέναν άλλο.

Κάτι λίγες αισθήσεις ή στιγμές· δυό τρεις νότες κυμάτων, την ώρα που το μαλλί το παίρνει ο αέρας με τα γλυκά ψιθυρίσματα μες στο σκοτάδι, ολίγες μέντες από δυό κοντά κοντά βαλμένες ανάσες, ένα τραγούδι βαρύθυμο, σαν βράχος μαύρος, και το δάκρυ, το δάκρυ της μιας φοράς, το για πάντοτε.

Όλα όσα, μ’ άλλα λόγια, κάνουν την αληθινή του φωτογραφία, την καταδικασμένη να χαθεί και να μην επαναληφθεί ποτέ.

(Τα δημόσια και τα ιδιωτικά)

Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2023

Οδυσσέας Ελύτης: Πόλεμος, Κατοχή, Αντίσταση (B΄ μέρος)

του Σπύρου Κουτρούλη από τον νέο Λόγιο Ερμή τ. 21

Στο περιοδικό Ποιητική (τεύχος 5, Άνοιξη 1995) ο Γιώργος Κεχαγιόγλου γνώρισε στο κοινό ένα ιδιαίτερα σημαντικό υπόμνημα του Ελύτη για το Άξιον Εστί, που μέχρι τότε ήταν γνωστό μόνο σε μερικούς φιλολόγους και ερευνητές, όπως ο Γ. Σαββίδης και ο Κ. Φράιερ. Σε αυτό αποκαλύπτονται όχι μόνο στοιχεία της κοσμοθεωρητικής αφετηρίας του ποιητή αλλά και λεπτομέρειες για τον τρόπο της δημιουργίας του. Κατ’ αρχάς, ο Ελύτης συμπεραίνει ότι η Ελλάδα και ο ελληνισμός είναι μια αίσθηση ζωντανή και πάντα παρούσα, ενώ ρητορικά αναρωτιέται:

Ο άνθρωπος, μπορεί να ζήσει χωρίς κορυφές προς τις οποίες να τείνει; Τι θα αντικαταστήσει τη θυσία, τον ηρωισμό, την αγιότητα; Ο ποιητής πρέπει να κολακεύει τις ροπές του ανθρώπου της εποχής του ή πρέπει να τις κατευθύνει εκεί που αυτός νομίζει;[1]

Ο ποιητής μιλά για μια φυσική Μεταφυσική που εξαγιάζει τις αισθήσεις και ιεροποιεί την εγκόσμια ύπαρξη.

Κατά την προσωρινή διαμονή του σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ 1948 και 1951, ο Ελύτης βλέπει την τεράστια διαφορά στο βιοτικό επίπεδο ανάμεσα στην Ελλάδα και σε αυτές τις χώρες, ώστε για «δεύτερη φορά στη ζωή μου –η πρώτη ήταν στην Αλβανία– που έβγαινε από το άτομό μου και αισθανόμουν όχι απλά και μόνο αλληλέγγυος, αλλά ταυτισμένος κυριολεκτικά με τη φυλή μου»[2]. Το ίδιο διάστημα καταδικάζει το πνεύμα της Αναγέννησης, ενώ καταλήγει σε έναν ανεστραμμένο χριστιανισμό, αφού ο άνθρωπος θα πρέπει να οδηγηθεί στην αγιότητα «όχι από το δρόμο της στέρησης αλλά από το δρόμο της πλήρωσης των αισθήσεων»[3].

Όμως, από το τυπικό της ορθόδοξης λειτουργίας θα λάβει το σχήμα το οποίο θα αποδώσει στο Άξιον Εστί, σημειώνει δε διαφωτιστικά:

Αγνοούσα εντελώς την εκκλησιαστική φιλολογία και από φόβο μήπως πέφτω σε μιμήσεις αλλά και από μιαν όψιμη περιέργεια για την τεχνική των Βυζαντινών, παράγγειλα και μου στείλανε μια «Συνέκδημο Ορθοδόξου». Πριν ακόμη πιάσω στα χέρια μου το βιβλίο, είχα φτιάξει μέσα μου τον πυρήνα ενός ποιητικού συνθετικού έργου που θα μπορούσε να βασισθεί στα τονικά συστήματα της Βυζαντινής ποίησης και κυρίως στην αρχιτεκτονική του τυπικού μιας Λειτουργίας ή Δοξολογίας. Από την άποψη αυτή, απογοητεύθηκα όταν μελέτησα τα κείμενα. Η ιεροτελεστία περιείχε στοιχεία που μόνον το θεαματικό τους μέρος μπορούσε να τ’ αξιοποιήσει. Πέρασα πολλές φάσεις. Τελικά, είδα ότι έπρεπε να φτιάξω ένα αυθαίρετο αλλά εξ ίσου αυστηρό σύστημα αλληλοδιαδοχής ειδών ποιητικών και να μη διστάσω μπροστά στην αντιφατικότητα μορφής και περιεχομένου[4].

Το ίδιο διάστημα, ο Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας και ο Γ. Τσαρούχης καταλήγουν ότι το πνεύμα και το τυπικό αρχαίας τραγωδίας ζει με αυθεντικό τρόπο στην ορθόδοξη λειτουργία.

Ο Ελύτης επιδιώκει να υπερβεί την Ελλάδα των διχασμών, των μερίδων που βρίσκονται σε διαμάχη, για να αναδειχθεί:

μια αίσθησις αΐδια και αναλλοίωτη στη φυσική της πραγματικότητα, στο ήθος των ανθρώπων της, στα μνημεία του λόγου και της τέχνης που έχει γεννήσει. Αυτήν προσπαθεί ν’ απομονώσει ο ποιητής που δεν μιλά και δεν πρέπει να μιλά στο όνομα μιας οποιασδήποτε μερίδας του συνόλου αλλά στο όνομα του συνόλου, με βάση το αναλλοίωτο που το χαρακτηρίζει. Αυτό που είναι ίδιο σ’ έναν αρχαίο Ναό, σε μια βυζαντινή εκκλησία και σ’ ένα νεοελληνικό λαϊκό κτίσμα, στον Θεοτοκόπουλο και στον Θεόφιλο (ίδε Σεφέρη), στον Σολωμό και στον Καβάφη, στον Ροΐδη και στον Παπαδιαμάντη. Η “αίσθησις” αυτή, στο βάθος, είναι μια αντιστοιχία της φύσης. Και η αντιστοιχία της πάλι στον τομέα της αισθητικής και της ηθικής, είναι ακριβέστατη – αρκεί να γνωρίζεις να τη διακρίνεις[5].

Πέμπτη 5 Ιανουαρίου 2023

Οδυσσέας Ελύτης: Πόλεμος, Κατοχή, Αντίσταση (Α΄ μέρος)

Ο Οδυσσέας Ελύτης στο κέντρο της φωτογραφίας

του Σπύρου Κουτρούλη από τον νέο Λόγιο Ερμή τ. 21

Το παράδειγμα του πολίτη-οπλίτη, του στρατευμένου στοχαστή που υπερασπίζεται την πατρίδα στην πρώτη γραμμή, το οποίο στον αρχαίο ελληνικό κόσμο ενσαρκώθηκε από τον Σωκράτη, τον Αισχύλο και τον Σοφοκλή, ξαναζεί στη ζωή και το έργο του Οδυσσέα Ελύτη. Η ένοπλη υπεράσπιση της πατρίδας υπήρξε ένα γεγονός που καθόρισε το έργο του Αισχύλου. Στην τραγωδία του «Πέρσες» διακρίνουμε το πώς η βιωμένη και διόλου θεωρητική συμμετοχή στον πόλεμο μεταπλάσσεται σε πνευματικό έργο, σε τραγωδία όπου ο εχθρός δεν ζωγραφίζεται μόνο με σκοτεινά και ζοφερά χρώματα, αλλά αναδεικνύονται τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του, ώστε το συμπέρασμά του έρχεται με τρόπο λογικό: Η Ύβρις είναι αυτή που οδήγησε τους Πέρσες στην καταστροφή.

Ο Οδυσσέας Ελύτης είναι μια αντίστοιχη περίπτωση. Κατ’ αρχάς, έζησε τον πόλεμο από την πρώτη γραμμή και όχι από την ασφάλεια ενός Γραφείου. Οι εμπειρίες του, οδυνηρές, καθόρισαν τον χαρακτήρα που έλαβε ο ίδιος, το έργο του αλλά και έδωσαν το ύφος της προσωπικής του φιλοσοφίας. Περιέχονται στο «Χρονικό μιας Δεκαετίας» (Ανοιχτά Χαρτιά, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1987), στο Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας (εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1990), στο Άξιον Εστί (εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1989), αλλά και σε μεμονωμένα ποιήματα, όπως «Γιώργος Σαραντάρης», που περιέχονται σε μεταγενέστερες συλλογές όπως Τα ετεροθαλή.

Κατ’ αρχάς, το «Χρονικό μιας δεκαετίας» αποτελεί μια μορφή καταγραφής του ίδιου και της γενιάς του στα χρόνια πριν τον πόλεμο, στον πόλεμο του ’40, στην Κατοχή και στα χρόνια που ακολούθησαν. Στις αρχές του 1937, βρίσκεται στην Κέρκυρα, στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών. Ύστερα από οκτώ μήνες επιστρέφει στην Αθήνα και τοποθετείται στο 1ο Σύνταγμα Πεζικού. Στη συνέχεια, θα ακολουθήσει ο πόλεμος και η πορεία στο μέτωπο. Ο Ελύτης, όπως και ο Τσαρούχης, θα δοκιμαστεί σκληρά. Πόλεμος σημαίνει θάνατος, αλλά και κακουχίες πρωτοφανείς. Ο Ελύτης θα βαδίσει μέσα στην Αλβανία, δεν θα τραυματιστεί, αλλά θα αρρωστήσει από τύφο και θα γλιτώσει σαν από θαύμα. Γράφει λοιπόν:

Μου έτυχε, χωρίς διόλου να ’μαι θαρραλέος, να βρεθώ δυο ή τρεις φορές πιο κοντά στο θάνατο παρά στη ζωή. Στον πόλεμο φυσικά. Λοιπόν, ήταν κάτι εντελώς αντίθετο απ’ αυτό που περίμενα. Εγώ που τα ’χανα στην Αθήνα με το παραμικρό και που ένας απλός πονόδοντος μ’ έκανε να στέλνω στο διάβολο όλα μου τα προβλήματα, εδώ αισθανόμουνα μια διαύγεια καταπληκτική, μια δύναμη ικανή, θα έλεγα, να κυριαρχεί τα πράγματα και προς τα εμπρός και προς πίσω, χωρίς να παρεμβάλλεται τίποτε ανάμεσά τους, μια ηρεμία ουράνια, όπου μπροστά της η ταραχή του κόσμου, εκείνη κατησχυμένη και όχι εγώ, σταματούσε. Καμιά φορά συλλογίζομαι πως ίσως γι’ αυτό σώθηκα.

Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2022

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ: «Εζησα το θαύμα της Αλβανίας»



ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ: «Εζησα το θαύμα της Αλβανίας»


Απόσπασμα από την συγκλονιστική συνέντευξη του Οδυσσέα Ελύτη στην εφημερίδα Πανσπουδαστική, φύλλο 41/1962, για το πως γλύτωσε το θάνατο στο μέτωπο του 40 .

Στο μέτωπο αρρώστησα από βαρύτατο τύφο. Τα νερά που πίναμε όπου βρίσκαμε, ανάμεσα στα πτώματα των μουλαριών, ήταν μολυσμένα.
Χωρίς να γνωρίζω τι έχω, χρειάστηκε να κάνω τρία μερόνυχτα με τα πόδια και με το ζώο για να βρεθώ σε βατό δρόμο και να διακομισθώ στο νοσοκομείο των Ιωαννίνων.
Έμεινα εκεί σαράντα μέρες με σαράντα πυρετό, ακίνητος, με πάγο στην κοιλιά.

Με είχαν αποφασίσει, αλλά εγώ δεν είχα αποφασίσει τον εαυτό μου (σ.σ. ο Ελύτης ήταν τότε 30 ετών).
Θυμάμαι ότι αρνήθηκα να με μεταφέρουν στον μικρό θάλαμο των μελλοθανάτων, όπως κάποιο άλλο βράδυ αρνήθηκα πεισματικά να κοινωνήσω και να εξομολογηθώ στον παπά που μου φέρανε, όταν η κρίση της αρρώστιας έφτασε στο κατακόρυφο.

Μόλις αρχίζανε οι βομβαρδισμοί, ανοίγανε το διπλανό μου παράθυρο -μη σπάσουν τα τζάμια και τιναχτούν επάνω μου- και φεύγανε όλοι στα καταφύγια.
Ετσι πέρασα όλες τις τρομερές μέρες της γερμανικής επιθέσεως (σ.σ. Απρίλιος του 1941).
Κατάμονος, σ’ έναν έρημο θάλαμο και γεμάτος πληγές από την απόλυτη ακινησία. Και την ημέρα που κρίθηκε ότι είχα γλιτώσει και άρχισε να υποχωρεί ο πυρετός, ήρθε η διαταγή να εκκενωθεί το νοσοκομείο.

Με βάλανε όπως όπως σ’ ένα φορείο, που το χώσανε σ’ ένα φορτηγό αυτοκίνητο.
Η φάλαγγα, από τα Γιάννενα ως το Αγρίνιο, πολυβολήθηκε οκτώ φορές από τα «στούκας». Οι φαντάροι τρέχανε στα χωράφια, όμως εγώ ήταν αδύνατο να σταθώ όρθιος έστω και για μια στιγμή.

Τελικά, στο Αγρίνιο, με παρατήσανε σ’ ένα πεζούλι και φύγανε. Μια καλή κοπέλα, εθελοντής νοσοκόμος, με άλλη αποστολή, με βοήθησε και μ’ έσυρε ως το υπόγειο μιας καπναποθήκης όπου σωριάστηκα κι έμεινα τρεις μέρες.
Αλλά τα υπόλοιπα δεν έχουν σημασία για τους άλλους. Σημασία έχει ότι αν «έζησα το θαύμα», σώθηκα από ένα θαύμα.

Οι γιατροί στην Αθήνα τρίβανε τα μάτια τους. Σύμφωνα με την επιστήμη, θα έπρεπε με την παραμικρή μετακίνηση να πάθω εντερορραγία και να τελειώσω.
Το εξιτήριο που πήρε ο Ελύτης από το 2ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Αθηνών (24/4/1941) αναφέρει: Τυφοειδής πυρετός εν αποδρομή. Χρήζει κατ’ οίκον νοσηλείας επί δεκαήμερον.

«Πανσπουδαστική»: Λάβατε ποτέ καμιά τιμητική διάκριση;

Ελύτης: Τι λέτε; Ετσι εύκολα θα χαλούσε η τάξη των ελληνικών πραγμάτων; Παρασημοφορήθηκε ο αδελφός μου, που υπηρετούσε στην κεντρική Επιμελητεία Αθηνών.
Βλέπετε αυτή τη γλάστρα; Μου την έστειλε προχθές μόλις η ίδια εκείνη νοσοκόμα που σας έλεγα πριν ότι με έσωσε στην υποχώρηση. Περάσανε σχεδόν είκοσι δύο χρόνια και με θυμάται πάντα. Με τέτοια σώζεται η Τιμή ενός λαού κι όχι με τις αποφάσεις των επιτελείων.

«Πανσπουδαστική»: Προσωπικά εσείς, σαν έφεδρος ανθυπολοχαγός, τι κάνατε στον αγώνα;

Ελύτης: Τι να έκανα εγώ, ένα χαλασμένο παιδί της Αθήνας; Με κόπο ανυπολόγιστο, κατάφερα να είμαι απλώς συνεπής προς την αποστολή μου. Αλλά είδα στα πρόσωπα των στρατιωτών μου τη λάμψη, που είναι ικανός ο Ελληνισμός ν’ αναδώσει, όταν πιστεύει στο δίκιο του.
Και γνώρισα από κοντά την αψηφησιά του θανάτου, την ακατάβλητη θέληση της ζωής, που έγινε τελικά και δική μου.

[Εδώ ο ποιητής εξαίρει την παλικαριά των ανδρών της διμοιρίας του και όχι τον εαυτό του.]

Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2022

" ΤΟ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ " - Οδυσσέας Ελύτης

_______  " ΤΟ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ  "  _____

                              Οδυσσέας Ελύτης 



       "Μακρινή Μητέρα  *  Ρόδο μου Αμάραντο "


η συναυλία το 1977




______________

Ο Ελύτης διαβάζει το ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ





________

του

Βασίλης Στοϊλόπουλος  


«…. Τα θεμέλιά μου στα βουνά …»


Και όπως ερμήνευσε το «Άξιον Εστί» του Ελύτη με μια εξαιρετική «γεωλογική – παλαιοντολογική  ματιά» ο αείμνηστος Τάσος Λιγνάδης :  

«ό,τι άξιον εστί, ό,τι στ' αλήθεια ανέπαφο, το φυλάει η γη, που έχει στοιχειώσει μέσα στα ζωντανά φαντάσματα της: Ίσκιοι, ευχές στην πέτρα, κομμένα κεφάλια και χέρια σε μάρμαρο, όστρακα κραυγών σε πηλό, η κεντημένη ΚυράΠηνελόπη, η Αρετούσα σαν άδειο παράθυρο, η Λυγερή του τραγουδιού και του ΄Αδη, τα πουλιά και οι ιερείς, οι χαιρετισμοί στο Ρόδο το Αμάραντο, τα οστά μας άνθη της αύριον, οι Άγιοι αχειροποίητοι, και τα εικονίσματα και τα τέρατα και τα σημεία και το λιγοστό νερό και οι σάτυροι και οι νύμφες και ό,τι άλλο μας κάνει να νιώθουμε ποιο είναι το «νυν» και ποιο το «αιέν» του κόσμου». 

Γιατί, όπως έλεγε και ο ίδιος ο Ελύτης : 

«Χωρίς τη μνήμη δεν υπάρχει τίποτε. Μόνον όταν θυμάσαι, υπάρχεις στ΄ αλήθεια. Και μόνον όταν υπάρχεις στ΄ αλήθεια, είσαι στ΄  αλήθεια ελεύθερος».

___________

από
Γιώργος Τασιόπουλος   


Ο Οδυσσέας Ελύτης εξηγεί πώς έγραψε το " ΑΞΙΟΝ  ΕΣΤΙ " ...


 <<  Όσο κι αν μπορεί να φανεί παράξενο, 
την αρχική αφορμή να γράψω το ποίημα, 
μου την έδωσε η διαμονή μου στην Ευρώπη 
τα χρόνια του ’48 με ’51. 

  Ήταν τα φοβερά χρόνια όπου όλα τα δεινά μαζί – πόλεμος, κατοχή, κίνημα, εμφύλιος – δεν είχανε αφήσει πέτρα πάνω στη πέτρα. Θυμάμαι, την μέρα που κατέβαινα να μπω στο αεροπλάνο, ένα τσούρμο παιδιά που παίζανε σε ένα ανοιχτό οικόπεδο. 
Το αυτοκίνητό μας αναγκάστηκε να σταματήσει για μια στιγμή και βάλθηκα να τα παρατηρώ. 
Ήτανε κυριολεκτικά μες τα κουρέλια. Χλωμά, βρώμικα, σκελετωμένα, με γόνατα παραμορφωμένα, 
με ρουφηγμένα πρόσωπα. 
Τριγυρίζανε μέσα στις τσουκνίδες του οικοπέδου ανάμεσα σε τρύπιες λεκάνες και σωρούς σκουπιδιών. 
Αυτή ήταν η τελευταία εικόνα που έπαιρνα από την Ελλάδα. Και αυτή, σκεπτόμουνα, ήταν η μοίρα του Γένους που ακολούθησε το δρόμο της Αρετής και πάλαιψε αιώνες για να υπάρξει. 

  Πριν περάσουν 24 ώρες περιδιάβαζα στο Ουσί της Λωζάννης, στο μικρό δάσος πλάι στη λίμνη. Και ξαφνικά άκουσα καλπασμούς και χαρούμενες φωνές. 
Ήταν τα Ελβετόπαιδα που έβγαιναν να κάνουν την καθημερινή τους ιππασία. Αυτά που από πέντε γενεές και πλέον, δεν ήξεραν τι θα πει αγώνας, πείνα, θυσία. Ροδοκόκκινα, γελαστά, ντυμένα σαν πριγκηπόπουλα, με συνοδούς που φορούσαν στολές με χρυσά κουμπιά, περάσανε από μπροστά μου και μ’ άφησαν σε μια κατάσταση που ξεπερνούσε την αγανάκτηση...

Τετάρτη 25 Μαΐου 2022

Ζει στα όνειρά μας η Πατρίδα




Να κι ένα περίεργο παιχνίδι της μοίρας, απ' αυτά τα μεταφυσικά που προκαλούσε ο Χατζιδάκις και οι αυθεντικοί ποιητές.
Το 1993 ο Ελύτης και ο Χατζιδάκις νοσηλεύτηκαν στο ίδιο νοσοκομείο σε διπλανά δωμάτια. Ο ποιητικός διάλογος μεταξύ των δύο ανδρών προς το τέλος της ζωής τους είναι συγκλονιστικός: 

Γιατί τα κάναμε όλα αυτά, Μάνο; Κοίταξε γύρω σου την παρακμή λέει ο Ελύτης.

 Και απαντά ο Χατζιδάκις: Τα κάναμε για μας και τους φίλους μας. Άλλωστε η Ελλάδα έχει πεθάνει προ πολλού και ζούσε μόνο μέσα στα όνειρα μας...

Παρασκευή 22 Απριλίου 2022

Η Μεγάλη Εβδομάδα του Οδυσσέα Ελύτη


Μ. ΔΕΥΤΕΡΑ
 
Κατάκοπος από τις ουράνιες περιπέτειες, έπεσα τις πρωινές ώρες να κοιμηθώ.
Στο τζάμι, με κοίταζε η παλαιά Σελήνη, φορώντας την προσωπίδα του Ήλιου.
 
Μ. ΤΡΙΤΗ
 
Μόλις σήμερα βρήκα το θάρρος και ξεσκέπασα το κηπάκι σαν φέρετρο. 
Με πήραν κατάμουτρα οι μυρωδιές, λεμόνι, γαρίφαλο.
Ύστερα παραμέρισα τα χρόνια, τα φρέσκα πέταλα και να: 
η μητέρα μου, μ’ ένα μεγάλο άσπρο καπέλο και το παλιό χρυσό ρολόι της κρεμασμένο στο στήθος.
Θλιμμένη και προσεκτική. Πρόσεχε κάτι ακριβώς πίσω από μένα.
Δεν πρόφτασα να γυρίσω να δω γιατί λιποθύμησα.
 
Μ. ΤΕΤΑΡΤΗ
 
Ολοένα οι κάκτοι μεγαλώνουν κι ολοένα οι άνθρωποι ονειρεύονται σα να ’ταν αιώνιοι. Όμως το μέσα μέρος του Ύπνου έχει όλο φαγωθεί και μπορείς τώρα να ξεχωρίσεις καθαρά τι σημαίνει κείνος ο μαύρος όγκος που σαλεύει
Ο λίγες μέρες πριν ακόμη μόλις αναστεναγμός
Και τώρα μαύρος αιώνας.

Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2021

Παυλίνα Παμπούδη: Σαν σήμερα πριν 110 χρόνια γεννήθηκε ο μεγάλος Οδυσσέας Ελύτης…




 Και επειδή πρέπει να μνημονεύουμε μόνο τα γενέθλια των ποιητών – και να μην αναφερόμαστε στο θάνατο, εφόσον θάνατος γι αυτούς δεν υπάρχει, τον τιμούμε με ένα απόσπασμα από το «Μονόγραμμα», του, που κυκλοφόρησε το 1972

 

 

 

 Θα πενθώ πάντα – μ’ ακούς; – για σένα,

μόνος, στον Παράδεισο.

 

 (…)

ΙΙ.

Πενθώ τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται

Χωρίς εμάς και τραγουδώ τ’ άλλα που πέρασαν

Εάν είναι αλήθεια

 

Μιλημένα τα σώματα και οι βάρκες που έκρουσαν γλυκά

Οι κιθάρες που αναβόσβησαν κάτω από τα νερά

Τα “πίστεψέ με” και τα “μη”

Μια στον αέρα, μια στη μουσική

Τα δυό μικρά ζώα, τα χέρια μας

Που γύρευαν ν’ ανέβουνε κρυφά το ένα στο άλλο

Η γλάστρα με το δροσαχί στις ανοιχτές αυλόπορτες

Και τα κομμάτια οι θάλασσες που ερχόντουσαν μαζί

Πάνω απ’ τις ξερολιθιές, πίσω απ’ τους φράχτες

Την ανεμώνα που κάθισε στο χέρι σου

Κι έτρεμε τρεις φορές το μωβ  τρεις μέρες πάνω από τους καταρράχτες

 

Εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδώ

Το ξύλινο δοκάρι και το τετράγωνο φαντό

Στον τοίχο, τη Γοργόνα με τα ξέπλεκα μαλλιά

 

Τη γάτα που μας κοίταξε μέσα στα σκοτεινά

Παιδί με το λιβάνι και με τον κόκκινο σταυρό

Την ώρα που βραδιάζει στων βράχων το απλησίαστο

Πενθώ το ρούχο που άγγιξα και μου ήρθε ο κόσμος.

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2020

Ο Οδυσσέας Ελύτης εξηγεί πως έγραψε το " ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ " ...


"Οσο κι αν μπορεί να φανεί παράξενο, την αρχική αφορμή να γράψω το ποίημα,
μου την έδωσε η διαμονή μου στην Ευρώπη τα χρόνια του ’48 με ’51. 

Ηταν τα φοβερά χρόνια όπου όλα τα δεινά μαζί – πόλεμος, κατοχή, κίνημα, εμφύλιος – δεν είχανε αφήσει πέτρα πάνω στη πέτρα. Θυμάμαι, την μέρα που κατέβαινα να μπω στο αεροπλάνο, ένα τσούρμο παιδιά που παίζανε σε ένα ανοιχτό οικόπεδο. 

Το αυτοκίνητό μας αναγκάστηκε να σταματήσει για μια στιγμή και βάλθηκα να τα παρατηρώ. 

Ητανε κυριολεκτικά μες τα κουρέλια. Χλωμά, βρώμικα, σκελετωμένα, με γόνατα παραμορφωμένα,
με ρουφηγμένα πρόσωπα. 

Τριγυρίζανε μέσα στις τσουκνίδες του οικοπέδου ανάμεσα σε τρύπιες λεκάνες και σωρούς σκουπιδιών.
Αυτή ήταν η τελευταία εικόνα που έπαιρνα από την Ελλάδα. Και αυτή, σκεπτόμουνα, ήταν η μοίρα του Γένους που ακολούθησε το δρόμο της Αρετής και πάλαιψε αιώνες για να υπάρξει. 

Πριν περάσουν 24 ώρες περιδιάβαζα στο Ουσί της Λωζάννης, στο μικρό δάσος πλάι στη λίμνη. Και ξαφνικά άκουσα καλπασμούς και χαρούμενες φωνές.
Ηταν τα Ελβετόπαιδα που έβγαιναν να κάνουν την καθημερινή τους ιππασία. Αυτά που από πέντε γενεές και πλέον, δεν ήξεραν τι θα πει αγώνας, πείνα, θυσία. Ροδοκόκκινα, γελαστά, ντυμένα σαν πριγκηπόπουλα, με συνοδούς που φορούσαν στολές με χρυσά κουμπιά, περάσανε από μπροστά μου και μ’ άφησαν σε μια κατάσταση που ξεπερνούσε την αγανάκτηση...

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2020

Εκκλησία και Τέχνη - Ο ΡΩΜΑΝΟΣ Ο ΜΕΛΩΔΟΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ

Εκκλησία και Τέχνη (2018).



Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου: 


Ο ΡΩΜΑΝΟΣ Ο ΜΕΛΩΔΟΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ - Ετήσια έκδοση χριστιανικού διαλόγου και κλιματισμού "Ανθίβολα", τεύχος 2ο, Αφιέρωμα: Εκκλησία και Τέχνη (2018).

ΚΛΙΚ εδώ...


Γράφει ο Ελύτης:
"Το φως της λαμπάδας που άναψε αυτός ο νεαρός διάκονος της Βηρυτού, φτάνοντας μία μέρα στη Βασιλεύουσα μ’ ένα τυλιχτάρι κάτω από τη μασχάλη, για να κλειστεί σ’ ένα καμαράκι και να γράψει εκατοντάδες ποιήματα, δεν ομολογεί απλώς πίστη και αφοσίωση στην εκκλησία του Χριστού· καίει και θρέφεται από μια παράδοση που δεν είχε ίσως κανένα πλέον αντίκρισμα στον απέραντο ελληνόφωνο πληθυσμό (ηττημένη καθώς ήτανε από τον μονοθεϊσμό και τις νέες ανθρωπιστικές αξίες), κρατιότανε όμως γερά, σαν τρόπος εκφραστικός, αγκιστρωμένη από τη γλώσσα κι έτοιμη, μέσ’ απ’ αυτήν, να περάσει στο αντίπαλο στρατόπεδο, για να κατισχύσει με τον ίδιο τρόπο ακριβώς που ο φορέας της είχε, ειρηνικά κι εκείνος, πετύχει να βρεθεί, από υποτελής, κυρίαρχος και ιδρυτής μιας παντοδύναμης αυτοκρατορίας..."

Από τον Ρωμανό τον Μελωδό στον Οδυσσέα Ελύτη1 Οκτωβρίου 2020


Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον αείμνηστο καθηγητή Θεολογίας Νικόλαο Ματσούκα όταν κατά τη διάρκεια του μαθήματος του στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ σε μια αποστροφή του λόγου του.

Eίπε ότι οι μαθητές μας στα σχολεία θα μπορούσαν να μάθουν την Ορθόδοξη διδασκαλία της Εκκλησίας μας μελετώντας απλά και μόνο τα λογοτεχνικά κείμενα των συγγραφέων της γενιάς του ΄30 διότι αυτοί οι λογοτέχνες είχαν διαβάσει και μελετήσει τα εκκλησιαστικά και πατερικά κείμενα από τα οποία εμπνεύστηκαν.


Πράγματι, μια απλή μελέτη του έργου της νεοελληνικής διανόησης είναι ικανή να καταδείξει ότι η Ορθόδοξη θεολογία έχει διαποτίσει το σύγχρονο πολιτισμό των νεοελλήνων μόνο και μόνο από τους όρους και τις λέξεις που χρησιμοποιούνται. Άραγε ο τίτλος του έργου «Άξιον εστίν» του μεγάλου νομπελίστα Οδυσσέα Ελύτη δεν παραπέμπει σε εκκλησιαστικό ύμνο; Εκφράσεις επίσης από το έργο του όπως «Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ», δεν παραπέμπει σε εκκλησιαστικά κείμενα; (βλ. το τροπάριο του Εσπερινού των Χριστουγέννων:«Ανέτειλας Χριστέ εκ Παρθένου, νοητέ Ήλιε της Δικαιοσύνης, και Αστήρ σε υπέδειξεν, εν σπηλαίω χωρούμενον τον αχώρητον…»

Η ποιητική γλώσσα του Ελύτη διακρίνεται για την επίδραση από το λόγο του Ευαγγελίου και τη βυζαντινή υμνογραφία. Η βασική του ποιητική σύνθεση το «Άξιον εστίν»που διαιρείται σε τρία μέρη και τιτλοφορείται: «Η Γένεσις», «Τα Πάθη», «Δοξαστικόν» βασίζεται πάνω στη λειτουργική παράδοση. Σύμφωνα με τον Ανδριόπουλο η επιρροή του Ρωμανού του Μελωδού είναι εμφανής στο έργο του Ελύτη. Μάλιστα σημειώνει ότι «όπως έχει ο ίδιος ο Ελύτης αναφέρει, ακολούθησε το παράδειγμα του Ρωμανού για την αρχιτεκτονική του «Άξιον εστίν».

Ο Ελύτης είναι ο πρώτος και ο μόνος που ασχολήθηκε μέχρι σήμερα συστηματικά με την ποιητική του Ρωμανού του Μελωδού που τον έχει μελετήσει βαθιά και τονίζει πως «σε μια ενότητα του δοκιμίου του, ο Ελύτης προβαίνει σε μια επί τροχάδην αναφορά στην ελληνική ποίηση για να καταδείξει τη συμβολή του Ρωμανού στην αναζωογόνηση της, καθώς ο Ρωμανός έχει μια ιδιαίτερη αξία για τον Ελύτη ως εκφραστής της ελληνικότητας με όχημα τη γλώσσα. Είναι γι αυτόν ένας πυλώνας της ελληνικής συνέχειας».

Σάββατο 25 Ιουλίου 2020

Οδυσσέας Ελύτης, Δολώματα για τον κανένα



Ένα τριαντάφυλλο που γίνεται ποίηση μπορεί να σε συντρίψει πολύ περισσότερο από μια γροθιά που δεν γίνεται ποίηση.

Μυριάδες λόγια μαραίνονται στα κόκκινα βιβλία, όταν ένα απλό κοριτσάκι πυροβολεί.

Καθώς φαίνεται, ακόμη και για ν’ αποτραπούν καθεστώτα –τι θρίαμβος– χρειάζεται η καλή ποιότητα.

Μέσα στη θλίψη της απέραντης μετριότητας που μας πνίγει από παντού, παρηγοριέμαι ότι κάπου, σε κάποιο καμαράκι, κάποιοι πεισματάρηδες αγωνίζονται να εξουδετερώσουν τη φθορά.

Με πλήρη επίγνωση ότι μια μέρα ο πλανήτης αυτός θα καταψυχθεί ή θ’ αναφλεγεί μαζί με τα επιτεύγματά τους.


Άλλης λογής ήρωες, που, αυτοί, θα βγάλουν ασπροπρόσωπη την ποτέ ανθρωπότητα.


Οδυσσέας Ελύτης, Εν λευκώ, «Τα μικρά έψιλον» (εκδ. Ίκαρος, Δεκέμβρης 1992) 

Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2019

Ο Οδυσσέας Ελύτης εξηγεί πώς έγραψε το «Άξιον Εστί»

Όσο κι αν μπορεί να φανεί παράξενο,
την αρχική αφορμή να γράψω το ποίημα,
μου την έδωσε η διαμονή μου στην Ευρώπη
τα χρόνια του ’48 με ’51.
Ήταν τα φοβερά χρόνια όπου όλα τα δεινά μαζί – πόλεμος, κατοχή, κίνημα, εμφύλιος – δεν είχανε αφήσει πέτρα πάνω στη πέτρα. Θυμάμαι, την μέρα που κατέβαινα να μπω στο
αεροπλάνο, ένα τσούρμο παιδιά
που παίζανε σε ένα ανοιχτό οικόπεδο.
Το αυτοκίνητό μας αναγκάστηκε να σταματήσει για μια στιγμή και βάλθηκα να τα παρατηρώ.
Ήτανε κυριολεκτικά μες τα κουρέλια.
Χλωμά, βρώμικα, σκελετωμένα,
με γόνατα παραμορφωμένα,
με ρουφηγμένα πρόσωπα.
Τριγυρίζανε μέσα στις τσουκνίδες του οικοπέδου ανάμεσα σε τρύπιες λεκάνες και σωρούς σκουπιδιών.
Αυτή ήταν η τελευταία εικόνα που έπαιρνα από την Ελλάδα. Και αυτή, σκεπτόμουνα,
ήταν η μοίρα του Γένους που ακολούθησε το δρόμο της Αρετής και πάλαιψε αιώνες για να υπάρξει.
Πριν περάσουν 24 ώρες περιδιάβαζα στο Ουσί της Λωζάννης, στο μικρό δάσος πλάι στη λίμνη. Και ξαφνικά άκουσα καλπασμούς και χαρούμενες φωνές.
Ήταν τα Ελβετόπαιδα που έβγαιναν να κάνουν την καθημερινή τους ιππασία. Αυτά που από πέντε γενεές και πλέον, δεν ήξεραν τι θα πει αγώνας, πείνα, θυσία. Ροδοκόκκινα, γελαστά, ντυμένα σαν πριγκηπόπουλα, με συνοδούς που φορούσαν στολές με χρυσά κουμπιά, περάσανε από μπροστά μου και μ’ άφησαν σε μια κατάσταση που ξεπερνούσε την αγανάκτηση…