Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2024

Χρήστος Γιανναράς: Το τραύμα της θεολογίας

από Θανάσης Παπαθανασίου

-18 Δεκεμβρίου 2024

Θέλω να σας ευχαριστήσω από τα βάθη της καρδιάς μου για την πρόσκληση, και για την ευκαιρία αυτή[1], να συνεισφέρω δυο λόγια για έναν δάσκαλο της γενιάς μου, και όχι μόνο. Για τον Χρήστο Γιανναρά, που πριν από 99 ημέρες τον αποχαιρετίσαμε στο Πρώτο Κοιμητήριο της Αθήνας. Και με συγκινεί που αυτή η δυνατότητα μου δίνεται εδώ, στην αγαπημένη Κύπρο.

Με την φράση «Το τραύμα της θεολογίας» στον τίτλο της εισήγησής μου, προσπαθώ να συνοψίσω την πολυδιάστατη κληρονομιά του Χρήστου Γιανναρά. Αλλά, γιατί τραύμα; Είναι γεγονός πως, μόλις μιλήσουμε για τραύμα, σκεφτόμαστε κάτι εφιαλτικό: μια εμπειρία που έχει χτυπήσει βάναυσα τον άνθρωπο, τον κάνει λειψό και έκτοτε βαραίνει τη ζωή του.

Ωστόσο, τραύμα δεν είναι μόνο αυτό. Υπάρχει κι ένα αλλιώτικο τραύμα. Ένα τραύμα το οποίο δεν με κάνει λειψό, αλλά (αντιθέτως) χωρίς το οποίο θα μείνω λειψός. Είναι αυτό που τραγουδά στο «Άσμα Ασμάτων» η αγαπημένη: «Τετρωμένη ἀγάπης ἐγώ» - «Είμαι τραυματισμένη από την αγάπη». Καθόσον η αγάπη δεν επικολλάται απλώς στην ανθρώπινη ύπαρξη. Διαποτίζει την ύπαρξη, την χαράζει, την ορίζει.

Να ‘σαι λοιπόν κατ’ αυτό τον τρόπο τραυματισμένος από την θεολογία, είναι η περίπτωση του Χρήστου Γιανναρά. Σε μια οδοιπορία όπου λαβώνεσαι και λαβώνεις. Θυμάμαι ότι ο Χριστός όρισε τους μαθητές του ως οδοιπόρους, και ως απαραίτητα εφόδιά τους τούς υπέδειξε το ραβδί του οδοιπόρου και το μαχαίρι. Και παρακάτω μας βεβαιώνει η Γραφή ότι ο λόγος του Θεού είναι «πιο κοφτερός κι από δίκοπο σπαθί». Για σκεφτείτε: Στο δίκοπο σπαθί, η μια του κόψη βλέπει απέναντι, η άλλη του κόψη βλέπει εσένα που το κρατάς. Το σπαθί κρίνει τον απέναντι, αλλά κρίνει και εσένα. Καλείσαι να κόψεις, μόνο αν είσαι έτοιμος να κοπείς. Αυτή ακριβώς η επίγνωση (ότι και ο ίδιος υπόκεισαι στο σπαθί του λόγου που κρατάς) ξεχωρίζει τον φιλότιμο τετρωμένο της θεολογίας, από τον τυφλωμένο σταυροφόρο. Για τον τυφλωμένο σταυροφόρο, το μαχαίρι του έχει μια και μόνο όψη: μονάχα αυτήν που κοιτάζει απέναντι.

Συζητώντας λοιπόν επί χρόνια με τον Χρήστο Γιανναρά, και συζητώντας τώρα για τον Χρήστο Γιανναρά, έχω την αίσθηση ότι κάθε γραπτό του αποπνέει αυτό ακριβώς: «Τετρωμένος θεολογίας εγώ». Κάθε γραπτό του αποπνέει την υπαρξιακή και παθιασμένη βίωση της θεολογίας, την λογική και κριτική, μα όχι νοησιαρχική. Αυτό εισέπραττε ο αναγνώστης των γραπτών του: έξαψη˙ είτε ο αναγνώστης ταυτιζόταν, είτε ακόμη κι αν εκνευριζόταν μαζί του. Έξαψη πάντα, αδιαφορία, ποτέ!

Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2024

Αναφορά στον Χρήστο Γιανναρά (1935-2024)


του Λεωνίδα Σταματελόπουλου

τινὰ νοητὴν εἰδωλολατρείαν εἰδωλοποιοῦντες ἐν ἑαυτοῖς,

τὰ μὴ ὄντα ὠς ὄντα ἔχουσι

Μέγας Βασίλειος

…βαραίνει η θεολογική αναπηρία πάνω στη ζωή του τόπου:

αλλοτριώνει την Εκκλησία,

αποπροσανατολίζει τη διανόηση, εγκαταλείπει την πολιτική,

αφήνει δίχως νόημα, μέσα στον παραλογισμό και το άγχος,

την καθημερινότητα των περισσότερων ανθρώπων

Χρήστος Γιανναράς, Καταφύγιο ιδεών, Αθήνα 20016σ. 178.

Δεν μπορούσες να σπουδάζεις θεολογία από τη δεκαετία του ’80 κι εντεύθεν δίχως να έρθεις σε επαφή με το έργο του του Χρήστου Γιανναρά. Υπήρχαν και άλλοι αξιόλογοι καθηγητές θεολογίας, αλλά ήταν ο Χρήστος Γιανναράς που όχι μόνον είχε συγγράψει σημαντικά βιβλία συστηματικής θεολογίας αλλά, έχοντας εξέλθει των τειχών των θεολογικών σπουδαστηρίων, δίδασκε φιλοσοφία και παρενέβαινε στον δημόσιο διάλογο.

 Στον λόγο του συμπλεκόταν θεολογία, φιλοσοφία και κριτική του πολιτισμού, με πολιτικές συνέπειες, με τρόπο θαρραλέο και αποφασιστικό. Έχοντας διαμορφώσει τα θεολογικά και φιλοσοφικά του κριτήρια είχε επεκταθεί, με προσωπικό και πρωτότυπο τρόπο, και στα πεδία της πολιτικής, της τέχνης, των φυσικών επιστημών, όχι μέσα από την εξαντλητική πραγμάτευσή τους, τα πεδία στα οποία είχε εμβαθύνει ήταν άλλα, αλλά κτίζοντας γέφυρες διαλόγου.

Για τον Χρήστο Γιανναρά η φιλοσοφία δύναται να μην είναι απλώς έκφραση ταξικών ή ατομικών συμφερόντων ή απόρροια της βούλησης για ισχύ – εδώ, με άλλα λόγια, δεν έχουν θέση οι λεγόμενες «ερμηνευτικές της υποψίας» – και για τούτο, πίστευε στην αυτονομία της συνείδησης, συνείδηση όχι αποκομμένης από τις υπόλοιπες λειτουργίες της ύπαρξης, και ότι η, εν συνόλω θεωρούμενη ύπαρξη, μπορεί να καθοδηγήσει τις ανθρώπινες πράξεις αντί να ποδηγετείται από τις πρακτικές. Από εδώ απέρρεε και η μέριμνά του να παρέμβει στις συνειδήσεις δίνοντας έμφαση στον πολιτισμό, μετασχηματίζοντας τη φιλοσοφική και θεολογική του σκέψη σε κριτική του πολιτισμού. Η σκέψη του είχε βαθύτατα προσωπικές ρίζες, όχι ως απλό θεωρητικό διαφέρον, αλλά υπό την έννοια ότι αναζητούσε από τη θεολογία και τη φιλοσοφία έναν προσανατολισμό του βίου, ενώ οι ίδιες οι προσωπικές εμπειρίες του έπαιρναν θεωρητικό σχήμα. Για παράδειγμα, η αντιπαράθεσή του προς τον εκδυτικισμό της εγχώριας θεολογίας ρίζωνε στις εμπειρίες του στην εξωεκκλησιαστική οργάνωση της Ζωής, όπως επίσης και στις ακαδημαϊκές του σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Το θεμέλιο της σκέψης του Χρήστου Γιανναρά είναι γνωσιολογικό και συνοψίζεται στην αποφατική γνωσιολογική στάση, στην οποία εμπεριέχεται η έννοια της εμπειρίας και της σχέσης. Μόνιμα γνωρίσματα της σκέψης του, το αίτημα της εμπειρικής μετοχής στο γινωσκόμενο, η προσπάθεια να μην αυτονομείται το σημαίνον από το σημαινόμενο ούτε οι ιδέες από την πραγματικότητα, και η επαλήθευση να μετατίθεται από την ατομική κρίση στον διυποκειμενικό λόγο. Με αυτή την έννοια, γινόταν η απόπειρα να μην εξαντλείται η αλήθεια στη διατύπωσή της, δίχως τούτο να σημαίνει απόρριψη της λογικής ή καταφυγή στον ατομοκεντρικό μυστικισμό ή ακόμη, στις, όποιες, συναισθηματικές βεβαιότητες. Εν τέλει, κρίσιμο αίτημα της φιλοσοφικής του στάσης είναι να μην απολυτοποιείται η μέθοδος, ώστε να έχουμε έγκυρες γνωστικές διατυπώσεις. Ο γνωσιολογικός αυτός αποφατισμός είναι το θεμέλιο επί του οποίου θα συντεθεί φιλοσοφία και θεολογία στο έργο του. Συγχρόνως, θεώρησε την ηθική ως οντολογική σε αντιδιαστολή με την κατανόησή της ως ένα έξωθεν επιβαλλόμενο σύστημα, δεοντολογικό και άσχετο προς το Είναι, σύνολο αρχών. Συνεπώς, εξέφρασε μία ηθική της αυθεντικότητας του ανθρώπου. Στην προοπτική των ανωτέρω, η μεταφυσική έπαυε να είναι νοησιαρχική και καθίστατο εμπράγματη, κατά την ρήση του Λορεντζάτου, σχήμα σκέψης που ανέπτυξε σε έκταση και βάθος ο Γιανναράς.

Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2024

Ένας μεγάλος Δάσκαλος» Αφιέρωμα στο μακαριστό καθηγητή Χρήστο Γιανναρά



ΕΝΟΡΙΑ​ ΕΝ ΔΡΑΣΕΙ

«Ένας μεγάλος Δάσκαλος» Αφιέρωμα στο μακαριστό καθηγητή Χρήστο Γιανναρά (1ο)


Συμμετέχουν:

• Πρωτοπρεσβύτερος π. Νικόλαος Λουδοβίκος, Συγγραφέας, Καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων,
 
• Πρωτοπρεσβύτερος π. Ανδρέας Ανδρεόπουλος, Καθηγητής Πανεπιστημίου του Winchester• Norman Russell, Καθηγητής Πατρολογίας και Βυζαντινής Θεολογίας, Επίτιμος ερευνητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης,

Σωτήρης Μητραλέξης, Ερευνητικός εταίρος στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου.


Συντονίζει ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Σπυρίδων Τσιμούρης, Θεολόγος.

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2024

Δίκοπη η αρχοντιά


Χρήστος Γιανναάς| 15 Jan 2023


«Ταπεινά φρονώ», έλεγαν οι Έλληνες σοφοί (όταν και όσο υπήρχαν), προκειμένου να εκφράσουν γνώμη, άποψη, εμπειρική βεβαιότητα. Όποιον αποφαινόταν εκφέροντας τη γνώμη του σαν ισχυρισμό, δεν τον εμπιστεύονταν – λογάριαζαν επιπόλαιη και πιθανόν εσφαλμένη κάθε ατομική βεβαιότητα. Γίνεται έγκυρη γνώση η ατομική βεβαιότητα, μόνο όταν «κοινωνείται» – όταν «πάντες ομοδοξούσι (έχουν ομού την δόξαν – γνώμη – εμπειρική πιστοποίηση) και έκαστος επιμαρτυρεί». Η «α-λήθεια» (η μη λήθη – απόκρυψη, η λογική φανέρωση – εμφάνεια) προϋποθέτει κοινωνούμενη τη σημαινόμενη εμπειρία.

Μια τέτοια γνωσιοθεωρία (διάκριση της έγκυρης – ορθής γνώσης από την πλάνη ή το ψεύδος) βρίσκεται στους αντίποδες του τρόπου οργάνωσης και πραγμάτωσης του συλλογικού βίου, αλλά και της ατομικής ανθρώπινης ύπαρξης σήμερα. Σήμερα, στον παγκοσμιοποιημένο τρόπο του βίου ή πολιτισμό, αλήθεια είναι η γνώση, που την εγκυρότητά της την εγγυάται μια υπέρτατη, αλάθητη αυθεντία ή μια κοινή των ανθρώπων συμφωνία – σύμβαση. Μπορούμε να συν-εννοηθούμε, σήμερα, όχι με βάση την εμπειρία της άμεσης σχέσης με την πραγματικότητα, αλλά μόνο με μια βουλητική, ατομική συγκατάθεση ή άρνηση – απόρριψη της κοινής σύμβασης που αφορά στη σημαινόμενη από τις λέξεις εμπειρία.

«Χρήστος Γιανναράς: H πρόκληση της Θεολογίας στη σύγχρονη Ελλάδα. Σημείο αντιλεγόμενο.»



Στο φιλόξενο εκκλησάκι του Αγίου Ανδρέα την Δευτέρα 11 Νοεμβρίου σε μία εκδήλωση μνήμης και τιμής μίλησαν και συζήτησαν για τον Χρήστο Γιανναρά και το έργο του, η Νάνσυ Φουσέκη, ο Βασίλης Ξυδιάς και ο Αλέξανδρος Μιστριώτης.

Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2024

Οι απαρχές της νεώτερης ευρωπαϊκής φιλοσοφία σύμφωνα με τον Χρήστο Γιανναρά


από Δημήτρης Γ. Ιωάννου


Ο Χρήστος Γιανναράς υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες στοχαστές του 20ου αιώνα. Ένα από τα καλύτερά του βιβλία, περιεκτικό και άκρως διαφωτιστικό, υπήρξε κατά τη γνώμη μου το «Σχεδίασμα Εισαγωγής στη Φιλοσοφία». Εκεί ο Γιανναράς περιγράφει όλη την φιλοσοφική εξέλιξη, από την αρχαία Ελλάδα μέχρι τις μέρες μας. Στο παρόν άρθρο θα ασχοληθώ αποκλειστικά με ένα κομμάτι της όλης φιλοσοφικής πορείας, αυτό που αφορά την απαρχή της νεώτερης ευρωπαϊκής φιλοσοφίας, που είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την μετέπειτα εξέλιξη της ευρωπαϊκής σκεψης.

Κατά τον φιλόσοφο, νεώτερη φιλοσοφία αρχίζει στην πραγματικότητα με τον σχολαστικισμό, οι ρίζες του οποίου πρέπει να αναζητηθούν στον άγιο Αυγουστίνο (Χρ. Γιανναρά, Σχεδίασμα Εισαγωγής στη Φιλοσοφία, Εκδ. Δόμος, β έκδοση, Αθήνα 1994, σ. 112 κ.ε.). Στον Αυγουστίνο απαντάται η πρώτη χρησιμοθηρική εκδοχή της γνώσης και δη της πίστεως. Ο ιερός Πατήρ έγραψε ένα έργο, με τίτλο De utilitate credendi (=Περί της χρησιμότητας της πίστεως). Ο Γιανναράς γράφει: «Και μόνο ο τίτλος αυτού του έργου θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ενδεικτικό ορόσημο στην ιστορία της ανθρώπινης σκέψης. Η ίδια η θρησκευτική πίστη, η κατεξοχήν αναζήτηση της μετα-φυσικής γνώσης (που για να είναι μετα-φυσική πρέπει κατά τεκμήριο να είναι ελεύθερη από σκοπιμότητες υπηρετικές της φύσης), υποτάσσεται από τον Αυγουστίνο στις ωφελιμιστικές απαιτήσεις αυτοκατοχύρωσης του ατόμου» (ό.π. σ. 118). Ο Λατίνος πατέρας λέγεται ότι κληρονόμησε με την σειρά του αυτή την τάση προς αναζήτηση της χρησιμοθηρίας από το ρωμαϊκό δίκαιο- αλλά δεν θα αναλύσουμε τώρα την σχέση αυτή.

Στο συγκεκριμένο του έργο λοιπόν ο Άγιος Αυγουστίνος αναλύει γιατί είναι «χρήσιμο» να πιστεύει κάνεις. Στους Έλληνες Πατέρες μια τέτοια διερώτηση θα ήταν αδιανόητη. Δεν πιστεύει κανείς γιατί η πίστη είναι «ωφέλιμη» σε κάτι, αλλά γιατί ο ζων Θεός, αίτιο και αρχή και σκοπός όλων των όντων, έλκει αυτά διά του έρωτος προς τον Εαυτό Του. Πιο απλά, ο πιστός, που είναι εικόνα Θεού, αναζητεί την πηγή και το αρχέτυπο του εαυτού του, ψάχνει να βρει τον κρουνό της αγάπης και του κάλλους, και έτσι στρέφεται στον Δημιουργό Του. Η θρησκευτική πίστη δεν είναι «χρήσιμη» σε κάτι, αφού δεν υπάρχει κάτι παραπάνω από αυτήν- η υπαρξιακή αυτή στροφή του πλάσματος προς τον Κύριό του είναι όλη η ουσία της πίστεως. Το ίδιο, μας λέγει ο Γιανναράς πολύ σωστά, ισχύει για όλη την λεγόμενη «μεταφυσική» γνώση. Ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης κ.λπ. καλλιέργησαν την φιλοσοφία από έρωτα για την αλήθεια – και αυτό είναι όλο.

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2024

Κριτικά σχόλια στο κείμενο του Διονύσιου Σκλήρη για τον Χρήστο Γιανναρά


του ΣΩΤΗΡΗ ΓΟΥΝΕΛΑ

Αγαπητέ Διονύση

Μου δίνεις την αφορμή, μια και δεν έγραψα τίποτε για την πρόσφατη εκδημία του φίλου Χρήστου Γιανναρά, να διευκρινίσω κάποια σημεία σχετικά με ορισμένες πλευρές του έργου του αλλά και τις κρίσεις που περιέχει το δικό σου κείμενο. Είναι αλήθεια, ότι δεν μπορεί κανείς σε λίγες σελίδες να καλύψει τα θέματα, καθώς ο Χ.Γ. απλώθηκε σε ποικίλες περιοχές όχι μονάχα θεολογικές αλλά και φιλοσοφικές και πολιτικές. Ωστόσο, μένω μέσα στις δικές σου προκείμενες.

Πολλοί, όπως κι εσύ, υπογραμμίζουν το γεγονός ότι ο Χ.Γ. διηύρυνε την θεολογική περιοχή όπως ίσως κανείς άλλος στα χρόνια του, και άνοιξε διάλογο ουσίας με φιλοσόφους και θεωρητικούς Έλληνες και προπαντός ξένους. Αλλά υπάρχουν ζητήματα. Εδώ και χρόνια όταν γίνεται λόγος για Θεολογία με κεφαλαίο ή μικρό γράμμα, το βάρος πέφτει στην επιστημονική θεολογία και τους επιστήμονες θεολόγους παρά το γεγονός ότι έγινε προσπάθεια από πρόσωπα όπως ο Ν. Νησιώτης, ο Π. Νέλλας, και γενικότερα η λεγόμενη θεολογία του 60 να «γυρίσουμε» στην πατερική θεολογία και να εμπνευστούμε από αυτήν προωθώντας μια αποκατάσταση νοημάτων και σημασιών που στο πέρασμα των αιώνων είχαν παρανοηθεί, παραμορφωθεί ή διαστρεβλωθεί. Υπογράμμιζαν έτσι τη σημασία της αποκαλυπτικής θεολογίας και του χαρίσματος. Και συνέδεαν την θεολογία με το εκκλησιαστικό γεγονός.

Ο Χ.Γ. παρά το ότι διαλέχθηκε με σειρά Δυτικοευρωπαίων φιλοσόφων, και μάλιστα με τον Χαϊντέγγερ, δεν άφησε στο περιθώριο ούτε λησμόνησε την περίπτωση Διονυσίου του Αρεοπαγίτη και τον αποφατισμό του (βλέπε και το βιβλίο του Χαιντέγγερ και Αρεοπαγίτης) που έτσι κι αλλιώς συνδέεται με το σύνολο των πατερικών θεωρήσεων.

Ο Γιανναράς έχει επιμείνει στο θέμα του αποφατισμού τον οποίο βρίσκει ότι κατοικεί και τον αρχαίο προχριστιανικό λόγο καθώς γράφει στο βιβλίο του Ορθός λόγος και κοινωνική πρακτική, στο κεφάλαιο «Ορθολογισμός και αποφατισμός» (σ. 181) σημειώνοντας ότι η αρχαία ελληνική σκέψη χαρακτηρίζεται από

«μια γενικότερη αποφατική στάση…που αρνείται να εξαντλήσει τη γνώση στη διατύπωσή της, επομένως αρνείται και να επαληθεύσει τη γνώση μόνο με τον έλεγχο της ορθής διατύπωσης» (σ. 185).

Εννοεί ότι οι αρχαίοι (ενν. φιλό-σοφοι) χωρίς να αυτονομούν τρόπους και μεθόδους λογικής επεξεργασίας των συλλογισμών «δεν εξαντλούν την αλήθεια στην ορθότητα της διατύπωσης», κλείνοντας έτσι την αλήθεια σε γνωσιολογικά σχήματα, όπως άρχισαν να κάνουν οι σχολαστικοί και συνέχισαν οι νεώτεροι δυτικοί.

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2024

Τὸ ἀληθεύειν ὡς κοινωνεῖν. Θεολογία και φιλοσοφία στο έργο του Χρήστου Γιανναρά

Μετάβαση στο περιεχόμενο


Ζωγραφική: Νεκτάριος Αντωνόπουλος

Σταύρος Γιαγκάζογλου

Κείμενα, Χρήστος Γιανναράς

Ιχνηλασία μιας διαδρομής


Ο Χρήστος Γιανναράς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935 και έζησε ως μαθητής στα δύσκολα χρόνια της κατοχής και του εμφυλίου. Από την ηλικία των τεσσάρων ετών έχασε τον πατέρα του και η μητέρα του αγωνίστηκε με σθένος για την επιβίωση των τεσσάρων παιδιών της. Ως μαθητής του Γυμνασίου εντάχθηκε στα κατηχητικά της «Ζωής» και μέσα στο κλίμα αυτό, ενώ αρχικά προσανατολιζόταν να σπουδάσει στο Πολυτεχνείο, στράφηκε εν τέλει στη θεολογία και εισήχθη στη Θεολογική Σχολή Αθηνών. Παράλληλα, εγκατέλειψε την οικογενειακή του στέγη και εισήλθε αρχικά ως οικότροφος και κατόπιν ως δόκιμο μέλος στη χριστιανική αδελφότητα «Ζωή». Σε όλη την περίοδο των θεολογικών σπουδών του στην Αθήνα ο Χρήστος Γιανναράς εργαζόταν στη γραμματεία των διαφόρων εντύπων της χριστιανικής αυτής οργάνωσης και συμμετείχε στο ιεραποστολικό έργο, κυρίως στα κατηχητικά και στις κατασκηνώσεις της.



Φωτογραφία: Βασίλης Γόνης

Εξαρχής, όμως, η συμμετοχή του στη «Ζωή» φαινόταν να μην τον ενθουσιάζει πλήρως και παρέμενε στους κόλπους της αναμένοντας μια ανανέωση ή κάποια αλλαγή, η οποία, όμως, δεν ερχόταν. Στο απόγειο της ισχύος της στη δεκαετία του 1950 η «Ζωή» άρχισε να παρουσιάζει διάφορα εσωτερικά προβλήματα και εντάσεις, τα οποία κορυφώθηκαν με τη διάσπαση δύο προσωποπαγών τάσεων στους κόλπους της και οδήγησαν στη δημιουργία μιας νέας χριστιανικής αδελφότητας με το όνομα «Σωτήρ», καθώς και στη μεγάλη έξοδο και διαρροή πολλών στρατευμένων μελών της στις αρχές της δεκαετίας του 1960.

Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2024

Finis Finis

Μετάβαση στο περιεχόμενο




Ζωγραφική: Νεκτάριος Αντωνόπουλος

Θανάσης Ν. Παπαθανασίου

Finis Finis

Κείμενα, Χρήστος Γιανναράς

Στοχασμοί και στεναγμοί, κεράκι στην έξοδο του Χρήστου Γιανναρά

«Τὸ μὲν ἐπιτιμᾷν οὐ μέγα· ῥᾷστον γὰρ, καὶ τοῦ βουλομένου παντός.
Τὸ δὲ ἀντεισάγειν τὴν ἑαυτοῦ γνώμην, ἀνδρὸς εὐσεβοῦς καὶ νοῦν ἔχοντος».

«Το να επιπλήττουμε δεν είναι σπουδαίο πράγμα. Είναι πανεύκολο
και μπορεί να το κάνει όποιος θέλει. Αλλά το να αντιπαραθέτει κάποιος την
άποψή του, είναι χαρακτηριστικό ανθρώπου και ευσεβούς και μυαλωμένου».

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ, Λόγος κθ’,
Λόγος θεολογικός τρίτος περί Υιού, PG 36, 73Α

Εδώ και χρόνια το τελείωμα κάθε καλοκαιριού μού επισφραγίζει και μία διάψευση. Κάθε χρόνο περνά το καλοκαίρι δίχως να ʼχω μπορέσει να βρω τον χρόνο που περίμενα ώστε να μαζέψω, να ανοίξω, να ξαναδώ, να τακτοποιήσω το αρχείο μου. Υλικό δεκαετιών πλέον, και πολύ ποικίλων διαδρομών, το οποίο αυγαταίνει κι από πάνω, αφού τα τρεχάματα δεν καταλαγιάζουν…

Προσπάθησα να ανασκαλέψω κάπως το αρχείο μου όταν –λίγο πριν ξεψυχήσει ο Αύγουστος– ήρθε η είδηση θανάτου του εκ των δασκάλων της γενιάς μας Χρήστου Γιανναρά. Ανασκαλεύοντας, προσπάθησα να ψαχουλέψω το δέος που ξαναχτυπά την πόρτα, καθώς μαζεύονται δεκαετίες στην καμπούρα μας, οι απώλειες από ψιχάλα γίνονται πια βροχή και καταλαβαίνεις ότι μιλώντας για τον εκλιπόντα ή την εκλιπούσα στοχάζεσαι όχι μόνο τη δική τους διαδρομή, αλλά και τη δική σου – αφού η ύπαρξή τους και η παρουσία τους συν-έθεσε τους βηματισμούς σου. Η εκδημία του Χρήστου Γιανναρά εύλογα συσχετίστηκε με αυτήν του άλλου μεγάλου, Ιωάννη Ζηζιούλα, ενάμιση χρόνο νωρίτερα (2 Φεβρουαρίου 2023). Στη δική μου αίσθηση σχετίζεται και με άλλες δύο αναχωρήσεις: της Καίτης Χιωτέλλη πριν τέσσερα ολόκληρα χρόνια (30 Ιουνίου 2020) και του Γιάννη Παπαδόπουλου μόλις πριν δυο μήνες (29 Ιουνίου φέτος). Είναι δυο άνθρωποι άλλου διαμετρήματος, που συνδέονταν με τον Γιανναρά προσωπικά, με το εγχείρημα της θεολογίας του ’60 αλλά και με τους ποικίλους δρόμους των κατοπινών δεκαετιών. Ιδίως η σχέση μου με τον Γιάννη Παπαδόπουλο (μεταφραστή του Φλωρόφσκυ το 1972[1], μέλος της συντακτικής επιτροπής της Σύναξης από το 1995 και συνομιλητή του Γιανναρά) εμπλούτιζε την σχετική πληροφόρηση και όξυνε τα κριτήρια – κριτικά και αυτοκριτικά.

Δίχως λοιπόν να έχω κατορθώσει να μπω όσο ήθελα στο αρχείο μου, ανασύρω κάποια πράγματα για τον Χρήστο Γιανναρά, κι ελπίζω σε περισσότερα κάποια άλλη στιγμή. Τώρα που έκλεισε το επίγειο ταξίδι του, χρειαζόμαστε ανασκούμπωμα για ήρεμη, γερή και ειλικρινή δουλειά πάνω σε όσα έχει καταθέσει, αλλά και πάνω σε όσα έχουν γραφτεί γι’ αυτόν[2].

Καθώς στα βιβλία που αγοράζω σημειώνω ημερομηνία απόκτησης (και στη συνέχεια πολλά και διάφορα άλλα), βλέπω ότι το πρώτο βιβλίο του Χρήστου Γιανναρά που διάβασα ήταν το Ορθοδοξία και Δύση: Η θεολογία στην Ελλάδα σήμερα, στην πρώτη του έκδοση, των 174 σελίδων[3]. Το είχα αγοράσει από τον «Γρηγόρη» στις 20 Φεβρουαρίου 1979. Ήμουν 19,5 ετών και φοιτητής Νομικής. Ακολούθησαν τα άλλα του. Βλέπω τώρα μάλιστα (από τις σημειώσεις μου πάνω τους) ότι κάποια τα αγόρασα από την πώληση θεολογικών βιβλίων που οργανώναμε κάθε τόσο στην ενορία του Αγίου Δημητρίου Βύρωνα μια νεανική παρέα, με την οποία είχαμε αναλάβει τα κατηχητικά. Φέρναμε δηλαδή στους ενορίτες βιβλία των συγγραφέων που τότε –στη δεκαετία του 1980– ταρακουνούσαν ελπιδοφόρα και πάσχιζαν να αφαιρέσουν λέπια από τα μάτια. Βλέπω, για παράδειγμα, ότι από εκεί είχα πάρει το Τίμιοι με την Ορθοδοξία[4] το 1981 και τις Κριτικές Παρεμβάσεις[5] το 1983. Ας παρεμβάλω εδώ ότι το 1979 ήταν η χρονιά γνωριμίας μου και με τη σκέψη του Παναγιώτη Νέλλα. Τότε εκδόθηκε το Ζώον Θεούμενόν του, λίγο μετά γνωρίστηκα με τον ίδιο.

Α. Μια φορά και πολλούς καιρούς…

Πότε γνώρισα προσωπικά τον Χρήστο Γιανναρά; Νομίζω ότι ήταν την Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 1986[6]. Ήμουν ομιλητής σε θεολογικό εργαστήριο του Ιδρύματος Γουλανδρή-Χορν στην Πλάκα[7]. Ο Γιανναράς βρισκόταν στο ακροατήριο. Ένας φίλος που ήδη τον γνώριζε, είχε πάρει την πρωτοβουλία να κανονίσει συνάντησή μας μετά την εκδήλωση, για να γνωριστούμε και να δούμε… ό,τι προκύψει.

Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2024

Χρήστος Γιανναράς - ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ




Πρόλογος

Εισαγωγή

Η ένωση των εκκλησιών και η ενότητα της Εκκλησίας

1. Η αλήθεια της ενότητας

-Η θεολογία της ενότητας

-Η δυναμική της ενότητας

-Το χάρισμα της ενότητας

2. Η ενότητα της αλήθειας

-Η αίρεση-αναίρεση της ενότητας

-Το μονοειδές των αιρέσεων

-Εκκλησία και αίρεση / δυο ασύμπτωτες οντολογίες

3. Η ιστορική δοκιμασία της ενότητας

-Θεσμοποίηση και εκκοσμίκευση της Εκκλησίας

-Η θεσμοποίηση της εκκοσμίκευσης στη Δύση

-Το τίμημα της θεσμοποιημένης εκκοσμίκευσης

4. Το πρόβλημα της ενότητας σήμερα

-Η ομοσπονδιακή ενότητα

-Κρίση και δυνατότητες της οικουμενικής κίνησης

-Ο θεσμός της πενταρχίας σήμερα

Απόσπασμα από τον πρόλογο του συγγραφέα

[...] Οι σελίδες που ακολουθούν επιχειρούν μια «συστηματική» προσέγγιση στο μεγάλο θέμα της ενότητας της Εκκλησίας. Η ενότητα της Εκκλησίας δεν είναι οργανωτικό ή διανοητικό επίτευγμα, αλλά καταρχήν ένα υπαρκτικό γεγονός, ένας τρόπος υπάρξεως που συνιστά την Εκκλησία. Ταυτίζεται η ενότητα με την αλήθεια της Εκκλησίας, δηλαδή με αυτό που είναι η Εκκλησία ως υπαρκτική δυνατότητα και χάρισμα ζωής.

Αλλά η «συστηματική» αυτή προσέγγιση της ενότητας της Εκκλησίας δεν είναι δυνατό να αγνοήση τις ιστορικές φανερώσεις ή τις ιστορικές δοκιμασίες της εκκλησιαστικής ενότητας. Έξω από τη συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα, η σύνδεση της ενότητας με την αλήθεια της Εκκλησίας κινδυνεύει να μεταβληθή σε αφηρημένη νοητική σύλληψη, άσχετη με τη ζωή των ανθρώπων.

Ταυτόχρονα όμως η σύνδεση της αλήθειας της Εκκλησίας με την ιστορική φανέρωση και πραγμάτωση ή την αποτυχία της εκκλησιαστικής ενότητας προσκρούει στην «ακρίβεια» της ιστορικής φαινομενολογίας. Με τα κριτήρια της ιστορικής φαινομενολογίας η ενότητα της Εκκλησίας και οι ιστορικές της δοκιμασίες είναι ένα επιφαινόμενο κοινωνικών και πολιτιστικών διαφοροποιήσεων, και όχι καταρχήν ένα υπαρκτικό κατόρθωμα ή υπαρκτική αποτυχία των ανθρώπων. Όχι πως οι κοινωνικές και πολιτιστικές διαφοροποιήσεις είναι άσχετες με την υπαρκτική περιπέτεια του ανθρώπου. Αλλά η σχέση ανάμεσα στους δυο αυτούς παράγοντες είναι οπωσδήποτε από τα οξύτερα προβλήματα διάκρισης των ορίων ανάμεσα σε μιαν αυθαίρετη ερμηνεία της ιστορίας και στην κριτική - αφαιρετική θεώρησητης Ιστορίας που υπερβαίνει τη συμβατική «αντικειμενικότητα» της φαινομενολογίας των συμπτωμάτων.

Μέσα στη σύγχυση που δημιουργούν ο ιστορικός θετικισμός από τη μια μεριά, και ο εννοιολογικός φορμαλισμός από την άλλη, η επανασύνδεση της αλήθειας της Εκκλησίας με τα συγκεκριμένα ιστορικά και κοινωνικά φανερώματα αυτής της αλήθειας, αλλά και με το υπαρκτικό της περιεχόμενο, δεν μπορεί να πραγματοποιηθή παρά μόνο με την προϋπόθεση μιας ανανεωμένης θεολογικής γλώσσας -μιας γλώσσας που θα κατορθώση να θεολογήση στα συγκεκριμένα όρια της ιστορικής εμπειρίας.

Αν οι σελίδες που ακολουθούν πετυχαίνουν σε ένα ελάχιστο ποσοστό τους «δίκοπους» αυτούς στόχους, θα το κρίνη ο αναγνώστης. Θα είναι μέγιστο κέρδος αν οι στόχοι επισημαίνονται έστω και μέσα από την αποτυχία της αντιμετώπισής τους.



Εἰσαγωγὴ

Η ΕΝΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΚΑΙ Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Μὲ τὰ κριτήρια ποὺ ἐπιβάλλει ὁ τρόπος τῆς ζωῆς μας σήμερα, δηλαδὴ ὁ πολιτισμός μας, μιλᾶμε καὶ προσπαθοῦμε περισσότερο γιὰ τὴν ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν καὶ λιγώτερο γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν εἶναι ἕνας στόχος ποὺ μοιάζει συγκεκριμένος καὶ ἐφικτός, μπορεῖ νὰ μεθοδευτῆ καὶ νὰ ἐπιδιωχθῆ μὲ ὀρθολογικὴ ἀντικειμενικότητα: μὲ ἰδεολογικὲς διευκρινίσεις καὶ ἀμοιβαῖες παραχωρήσεις ἢ σὰν ἠθικὸ κατόρθωμα ἀλληλοκατανόησης καὶ καλῶν διαθέσεων.

Στὴν πραγματικότητα ὅμως ἡ ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν, ἔστω καὶ ἠθικὰ δικαιωμένη ἢ ὀρθολογικὰ ἐφικτή, δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὰ οὐσιώδη προβλήματα τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι πρόβλημα στενὰ «ἐνδοεκκλησιαστικό», πρόβλημα ποὺ ἐνδιαφέρει κυρίως τοὺς θεσμοποιημένους ἐκκλησιαστικούς ὀργανισμοὺς καὶ τὶς μεταξύ τους σχέσεις, πρόβλημα ποὺ ὑπηρετεῖται ἀπὸ τὴ θεολογική γραφειοκρατία. Ἡ εὐρύτατη δημοσιότητα ποὺ δίνεται κάποτε στὶς προσπάθειες γιὰ τὴν ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν δὲν σημαίνει ὁπωσδήποτε ἕνα οὐσιαστικώτερο καθολικὸ ἐνδιαφέρον – ἀπευθύνεται μᾶλλον στὸ συναισθηματισμὸ τῶν μαζῶν, ὅταν δὲν ἐξυπηρετεῖ πολιτικὲς σκοπιμότητες.

Ανάμεσα στη φιλοσοφία και τη θεολογία


Ζωγραφική: Νεκτάριος Αντωνόπουλος

Γιώργος Γρηγορίου

Κείμενα, Χρήστος Γιανναράς

Χρήστος Γιανναράς και Ζαν- Λυκ Μαριόν.

Δύο συγγενείς πορείες, δύο ανάλογες αντιδράσεις

Χρήστος Γιανναράς. Από τον «θάνατο του Θεού» στην αποφατική θεολογία


Για τον Χρήστο Γιανναρά ο Φρειδερίκος Νίτσε (Friedrich Nietzsche) υπήρξε ο φιλόσοφος-προφήτης της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας[1]. Είχε το χάρισμα της πρόβλεψης και της προαγγελίας. Διακρινόταν για την οξυμμένη αντιληπτικότητά του και είχε τη ικανότητα της οξυδέρκειας. Στο βιβλίο του Η θέληση για δύναμη (Der Wille zur Macht), το 1887, σημειώνει ο Γιανναράς, ο Γερμανός φιλόσοφος εκθέτει το δικό του αφήγημα για την επερχόμενη ιστορία των δύο επομένων αιώνων. «Περιγράφω», αναφέρει εκεί, «αυτό που έρχεται και νομοτελειακά θα συμβεί. Περιγράφω την ανάδυση του μηδενισμού· ενός μηδενισμού που αποδίδω στον Χριστιανισμό· σ’ αυτήν την μηδενιστική θρησκεία».

Φωτογραφία: Βασίλης Γόνης

Προκειμένου να κατανοήσουμε τι εννοεί ο Νίτσε όταν χαρακτηρίζει τον Χριστιανισμό «μηδενιστική θρησκεία», θα πρέπει, μας λέει ο Γιανναράς, να λάβουμε υπ’ όψιν μας τις δύο εκδοχές της χριστιανικής θρησκείας που είχε γνωρίσει ο Γερμανός φιλόσοφος: τη ρωμαιοκαθολική και την προτεσταντική. Υπό τις δύο αυτές εκδοχές, γράφει, δεν χωρεί αμφιβολία ότι ο Νίτσε γνωρίζει και αναφέρεται σε μία θρησκεία νοησιαρχική και ηθικιστική[2]. Αυτή είναι η θρησκεία που ονομάζει θρησκεία του μηδενός. Αυτής της θρησκείας «ο Θεός πέθανε» και τον Θεό αυτόν «τον σκοτώσαμε εμείς», θα γράψει στο έργο του Η χαρούμενη Επιστήμη (Die fröhliche Wissenschaft).

Για τον Γιανναρά, το διορατικό χάρισμα του Νίτσε συνίσταται στην πιστοποίηση ότι ο Θεός του, ο Θεός που πέθανε, είναι ο Θεός του μεσαιωνικού Χριστιανισμού. Η περί του θεού αυτού ήδη νεκρή νοητική κατασκευή είναι εκείνη που πέθανε· και φονείς του Θεού αυτού είμαστε όλοι εμείς· εμείς που δεχτήκαμε να επαληθεύεται η ύπαρξή του από την «ορθότητα» της συλλογιστικής μας μεθόδου, εμείς που μεταποιήσαμε τον Θεό σε νεκρό νοητικό είδωλο[3]. Το «ο Θεός πέθανε» σημαίνει ότι ο χριστιανικός Θεός, ο Θεός της χριστιανικής μεταφυσικής, είναι πλέον ένα νεκρό πλάσμα του νου, μία αφηρημένη έννοια, μία ειδωλοποιημένη συμβατική αξία. Το προφητικό κήρυγμα του Νίτσε για τον «θάνατο του Θεού» είναι μια άρνηση που μηδενίζει τα «νοητά είδωλα του Θεού» δίχως να αποκαλύπτει κάποια αλήθεια στη θέση τους. Πρόκειται για έναν ειδωλοκλαστικό αποφατισμό, που με τη μορφή του μηδενισμού εμφανίζεται ως η εσωτερική κρίση της δυτικής μεταφυσικής· μιας μεταφυσικής, η οποία στηριζόμενη στην αλλοτριωμένη από τον σχολαστικισμό αριστοτελική γνωσιοθεωρία, οικοδομείται επάνω στην προϋπόθεση της ύπαρξης του Θεού, ενώ σταδιακά τον αποκλείει από την παρουσία του στον κόσμο. Ο Θεός ταυτίζεται με τη νοητική σύλληψη της απρόσωπης και αφηρημένης πρώτης αιτίας του κόσμου ή της απόλυτης αυθεντίας στην Ηθική. Και στις δύο περιπτώσεις η ύπαρξή του είναι μία νοητική αναγκαιότητα κατοχυρωμένη με αποδεικτική επιχειρηματολογία[4], αλλά άσχετη με την ιστορική εμπειρία και την υπαρκτική περιπέτεια του ανθρώπου [5].

Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2024

Ο Χρήστος Γιανναράς ως στοχαστής της εποχής του




του ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΣΚΛΗΡΗ


Το ενδιαφέρον στη σκέψη του Χρήστου Γιανναρά είναι η μετάβαση από τη φιλοσοφία στη θεολογία και αντιστρόφως, αλλά και στην πολιτική θεωρία, την πολιτισμική κριτική, καθώς και στη φιλοσοφική θεματοποίηση του Νέου Ελληνισμού. Θα προσπαθήσουμε να τον εξετάσουμε ως έναν στοχαστή της εποχής του με τη διπλή έννοια, δηλαδή ως καθοριζόμενο από την εποχή του, αλλά και ως αναπτύσσοντα έναν στοχασμό ιδιάζοντα για την εποχή του, σε διάλογο με άλλους σημαντικούς φιλοσόφους και στοχαστές.

Ο Χρήστος Γιανναράς ως φαινομενολογικός θεολόγος «από τα κάτω»

Ως προς τη θεολογία μια μεγάλη δυναμική στη σκέψη του Χρήστου Γιανναρά έγκειται στο ότι κάνει θεολογία «από τα κάτω», αφορμώμενος από τη συγκεκριμένη εμπειρία. Βοήθησε σε αυτό η σπουδή του στη φαινομενολογική φιλοσοφική παράδοση, η οποία από τον Έντμουντ Χούσσερλ και μετά πρεσβεύει έναν τρόπο του φιλοσοφείν όπου η συνείδηση είναι «ριγμένη στα πράγματα». Είναι αξιοσημείωτο ότι η φαινομενολογία στον 19ο αιώνα ξεκίνησε από μία ανανεωμένη μελέτη του Αριστοτέλους από τον Φραντς Μπρεντάνο, η οποία οδήγησε τον Χούσσερλ στο να θέλει να υπερβεί το δίπολο ιδεαλισμού και υλισμού. Για τον λόγο αυτό η φαινομενολογική συνείδηση δεν είναι ούτε παμπεριεκτική και παντοδύναμη με κίνδυνο οντολογικής μοναξιάς, όπως στον ιδεαλισμό, ούτε προϊόν της ύλης, όπως στον υλισμό, αλλά είναι μία ρίψη μέσα στα πράγματα. Ο Γιανναράς θα πραγματοποιήσει με τη σειρά του μια συνάντηση της φαινομενολογίας με τον Αριστοτέλη, αλλά περισσότερο με τον Αριστοτέλη, όπως έχει ερμηνευθεί από τους χριστιανούς Πατέρες της Ανατολής. Η αφόρμηση της σκέψης στον Γιανναρά είναι πάντα η συγκεκριμένη εμπειρία, με ένα αριστοτελικό θάμβος να υπερκεράζει την υπαρξιστική ναυτία, ενώ η φαινομενολογική επ-οχή (δηλαδή θέση εντός παρενθέσεων κάθε πραγματολογικής πληροφορίας) τον κάνει να αναστέλλει τη γνώση εξ αποκαλύψεως που προσφέρουν τα χριστιανικά δόγματα «άχρις καιρού». Τη νιτσεϊκή έννοια της αυθυπερβάσεως τη συνέδεσε με τον έρωτα ως σχέση εκ των ένδον εκστατική, ως αγάπη μετ’ επιτάσεως ή ως «ἔφεσιν πλήρους ὀντότητος» κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, δηλαδή ως επιθυμία για εύρεση μιας πληρέστερης εκδοχής της ύπαρξής μας στο μέλλον. Ο Γιανναράς ήταν έτσι ένας πολύ ιδιαίτερος θεολόγος, καθώς δεν προσπαθούσε να επιβάλει εξαρχής τη δογματική ή τη γνώση εξ αποκαλύψεως ή ακόμη κάποιο εσχατολογικό όραμα, αλλά άρχιζε πάντα εξ αποριών. Βέβαια οι απορίες αυτές μπορεί να πληρούνταν από μια χριστιανική αριστοτελίζουσα μεταφυσική ίσως πιο γρήγορα από ό,τι θα επιθυμούσε ένας δυτικός φαινομενολόγος της εποχής μας, αλλά το γεγονός παρέμενε ότι η γραφή του με το ιδιάζον λογοτεχνικό ύφος της ξεκινούσε από συναρπαστικές θέσεις αποριών και αδιεξόδων.

Η φιλοσοφία της ενέργειας και της δωρεάς στον Γιανναρά και τον Ζαν-Λυκ Μαριόν

O δρόμος που άνοιξε ο Χρήστος Γιανναράς με πρωτοποριακό τρόπο ήδη τη δεκαετία του 1960 για μια σύγκριση ανάμεσα αφενός στον αποφατισμό των Βυζαντινών Πατέρων με έμφαση στα Αρεοπαγιτικά συγγράμματα και αφετέρου στην καταγγελία από τον Μάρτιν Χάιντεγκερ της λεγόμενης οντοθεολογίας, δηλαδή μια θεολογίας που δεν είναι αρκετά μεγαλειώδης προκειμένου να προσεγγίσει τον Θεό, καθώς τον εκδέχεται ως ένα επιμέρους ον μεταξύ πολλών, ακόμη κι αν θεωρείται ως πρώτη αιτία ή ως έσχατος σκοπός- τελικό αίτιο, ακολουθήθηκε εκ των υστέρων και από τον επιφανή Γάλλο φαινομενολόγο Ζαν-Λυκ Μαριόν. Οι ομοιότητες μεταξύ Μαριόν και Γιανναρά είναι ένα από τα στοιχεία που απασχολούν πλέον τη διεθνή βιβλιογραφία. Κυρίως η έμφαση του Μαριόν στην αντι-ειδωλολατρία, δηλαδή στο ότι χρειάζεται να διαγράφουμε κάθε νοητικό είδωλο που ως νοητικώς αυτοαναφορικό μας απομακρύνει από τον ζώντα Θεό, συνδέεται με τη θεώρηση του Γιανναρά ότι το αίτημα για θετικιστική βεβαιότητα τόσο στη νόηση όσο και στην ηθική αποτελεί μια μάταιη προσπάθεια κατοχύρωσης του εγωκεντρικού ατόμου.

Χρήστος Γιανναράς για τα "Καθ' εαυτόν"



Ο Χρήστος Γιανναράς σχολιάζει μετά την παρουσίαση του βιβλίου του "τα καθ' εαυτόν" και συζητά με το κοινό.

Συντονισμός Χρήστος Τερέζης Πανεπιστήμιο Πατρών - Μάρτιος 1996.

ΠΗΓΗ:
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2024

Ο σεβ. Μητρ. Προικοννήσου κ. Ιωσήφ για τον Χρήστο Γιανναρά

από Αντίφωνο




Παρατίθεται εδώ ΟΛΟΚΛΗΡΗ η τοποθέτηση του σεβ. μητροπολίτη Προικοννήσου κ. Ιωσήφ που δεν μεταδόθηκε στην ζωντανή μετάδοση της εξόδιου ακολουθίας του Χρήστου Γιανναρά λόγω τεχνικών προβλημάτων.

ΠΗΓΗ:https://youtu.be/FOOBqTWCev4?si=EECCrBAN0e2mvqOs
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2024

Ο Νέος Ελληνισμός ως απώλεια του ελληνικού τρόπου στον Χρήστο Γιανναρά


Του Διονύση Σκλήρη 

Μερικές σκέψεις ακόμη για το έργο του Χρήστου Γιανναρά

Για τον Γιανναρά ο Ελληνισμός δεν είναι ιδεολογία, αλλά τρόπος που παραδίδεται οργανικά από γενιά σε γενιά. Η ιδεολογία αποτελεί μια ψευδαισθητική νοησιαρχική κατασκευή που επιβάλλεται επί της πραγματικότητας, ενώ ο τρόπος αποτελεί ένα ήθος που μεταδίδεται και μετέχεται, αλλά διαφεύγει της κατοχής. Ο Νεοέλληνας, ωστόσο, ζει ακριβώς το δράμα της απώλειας αυτού του τρόπου και μια υπεραναπληρωματική ιδεολογικοποίησή του. Για αυτό και αν ενέχεται για κάτι η Δύση από τον θρυλούμενο γιανναρικό «αντιδυτικισμό», αυτό είναι ότι προκάλεσε τον Νεοέλληνα, δηλαδή αυτό το υβρίδιο Ρωμιοσύνης και εκδυτικισμού του σύγχρονου «Ελλαδέξ». Ο Γιανναράς κρίνει κυρίως τον εντός ημών, τον εντός των Νεοελλήνων εκδυτικισμό, που τον βλέπει ως μια απώλεια του ελληνικού τρόπου. Για αυτό και οι Νεοέλληνες καλλιτέχνες που προτείνονται κυρίως από τον Γιανναρά είναι αυτοί που αποτυπώνουν έναν μη ιδεολογικό τρόπο, όπως λ.χ. ο Ιωάννης Μακρυγιάννης ή ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, καθώς και όσοι ανακαλύπτουν εκ νέου τον ελληνικό τρόπο, όπως ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Γιώργος Σεφέρης, ο Φώτης Κόντογλου, ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Σπύρος Παπαλουκάς, ο Σπύρος Βασιλείου, ο Ράλλης Κοψίδης, ο Νίκος Εγγονόπουλος, ο Ζήσιμος Λορεντζάτος, ο Γιώργος Θεοτοκάς, ο Δημήτρης Πικιώνης κ.ά. Καταδικάζονται αντιθέτως τόσο οι θεωρούμενοι μεταπράτες, όπως ο Αδαμάντιος Κοραής, όσο και αυτοί που πρωτοτυπούν μεν, πλην με το να κατασκευάσουν τεχνητούς φαντασιακούς κόσμους, όπως θεωρεί ο Γιανναράς ότι κάνει λ.χ. ο Νίκος Καζαντζάκης με το κατασκευασμένο γλωσσικό του ιδίωμα. Βεβαίως, οι επικριτές του Γιανναρά θα τονίσουν συχνά ότι ο ίδιος με τα σαρωτικά σχήματά του κατασκεύασε έναν τεχνητό Ελληνισμό, κομμένο και ραμμένο στα πρότυπα μιας ανταπόκρισης στα μοντερνιστικά δυτικά αδιέξοδα και ως προς αυτό υπήρξε και ένας μετα-δυτικός (κατά ορισμένους ένας «μετ-αποικιακός») σύγχρονος ιδεολόγος. Ποιο είναι, εντέλει, το πραγματικό και ποιο το φαντασιώδες στον Ελληνισμό (για να παραφράσουμε τον τίτλο εμβληματικού έργου του Χρήστου Γιανναρά);

Ελληνισμός: Αόριστος και ορισμένος


To αφήγημα του Χρήστου Γιανναρά για τον Ελληνισμό επέμενε στη συνέχεια μέσα από την ασυνέχεια. Λ.χ. πλάι στην ελληνική συνέχεια ως προς τη γνωσιολογία (μέθεξη αντί για διανοητική κατοχή) τόνιζε την ασυνέχεια στην οντολογία, καθώς, κατά τον Γιανναρά, στη βυζαντινή χριστιανική οντολογία υπάρχει μια απελευθέρωση από την κοσμική αναγκαιότητα και ειμαρμένη της αρχαίας ελληνικής, με τον Τριαδικό Θεό να υποστασιάζει το υπερούσιο είναι του ως ελευθερία. Ο κοινοτισμός μάλιστα του Γιανναρά είχε και ένα θεολογικό αρχέτυπο, καθώς η ενορία, ως εκκλησιαστικός πυρήνας της κοινότητας, θεωρείται ότι αποτελεί εικονισμό ενός Θεού που είναι αγάπη μιας πολλαπλότητας προσώπων στο ίδιο του το Είναι.

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2024

Χρήστος Γιανναράς | Τέλος Εποχής



Ο π. Αθανάσιος Παραβάντσος (ηγούμενος της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Μεγαλοβρύσου Αγιάς) μιλά για το τέλος εποχής με την κοίμηση του σπουδαίου Χρήστου Γιανναρά.


ΠΗΓΗ: https://antifono.gr/christos-giannaras-telos-epochis/

 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2024

Ο Χρήστος Γιανναράς για τον “Τσάμικο” των Ν.Γκάτσου/Μ. Χατζηδάκι (BINTEO)


Το σύντομο σχόλιο του Χρήστου Γιανναρά προέρχεται από μια παλαιά συζήτησή του με τον Στέλιο Ράμφο, με θέμα την παιδεία και τα σχολικά βιβλία, σε εκπομπή της Λιάνας Κανέλη

-προέλευση από το κανάλι Antifono,

-τρεις πίνακες είναι του ζωγράφου Θεόφιλου.


Οι στίχοι του τραγουδιού:



Στα κακοτράχαλα τα βουνά

με το σουραύλι και το ζουρνά

πάνω στην πέτρα την αγιασμένη

χορεύουν τώρα τρεις αντρειωμένοι.

Ο Νικηφόρος κι ο Διγενής

κι ο γιος της Άννας της Κομνηνής.



Δική τους είναι μια φλούδα γης

μα εσύ Χριστέ μου τους ευλογείς

για να γλιτώσουν αυτή τη φλούδα

απ’ το τσακάλι και την αρκούδα.



Δες πώς χορεύει ο Νικηταράς

κι αηδόνι γίνεται ο ταμπουράς.

Από την Ήπειρο στο Μοριά

κι απ’ το σκοτάδι στη λευτεριά

το πανηγύρι κρατάει χρόνια

στα μαρμαρένια του χάρου αλώνια.



Κριτής κι αφέντης είν’ ο Θεός

και δραγουμάνος του ο λαός.


ΠΗΓΗ:https://cognoscoteam.gr/archives/45559
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2024

ΜΙΚΡΟ «ΕΞ ΑΡΙΣΤΕΡΩΝ» ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΧΡΗΣΤΟ ΓΙΑΝΝΑΡΑ



 Δημοσιεύθηκαν στον ιστοχώρο του Δρόμου της Αριστεράς δύο κείμενα από το φύλλο του Σαββάτου 7/9/2024, που μαζί με το προηγούμενο κείμενο του Βασίλη Κεχαγιά, αναρτημένο απ' ευθείας στην ιστοσελίδα του Δρόμου, φτιάχνουν ένα μικρό «εξ αριστερών» αφιέρωμα στον ΧΡΗΣΤΟ ΓΙΑΝΝΑΡΑ.

Το κείμενο του Δρόμου... 
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΕΝΟΣ ΚΑΤΕΞΟΧΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ | https://edromos.gr/o-thanatos-enos-katexochin-pneymatikoy-anthropoy/

Το κείμενο του Βασίλη Κεχαγιά... ΠΩΣ... «ΕΘΑΨΑΝ» ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΑΡΑ | https://edromos.gr/pos-ethapsan-ton-giannara/

Και εδώ του Βασίλη Ξυδιά... 
Η ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΕΝΟΣ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΟΥ ΔΙΑΝΟΟΥΜΕΝΟΥ | https://edromos.gr/chr-giannaras-i-rizospastiki-klironomia-enos-syntiritikoy-dianooymenoy/

Ένα μικρό απόσπασμα από το κείμενο του Βασίλη Ξυδιά...

<< ... το έργο που αφήνει πίσω του ο Γιανναράς αποκτά μια ιδιαίτερη αξία για τη σύγχρονη ελληνική αριστερά. Αν και ο ίδιος ήταν φορέας μιας μεσοαστικής συντηρητικής κουλτούρας των μέσων του 20ου αιώνα, με βαθιά πίστη σε αξίες όπως η ιεραρχία, ο σεβασμός των θεσμών κλπ, όντας επίσης πολύ δύσπιστος έως εχθρικός προς κάθε εξεγερτική λογική, ωστόσο η οξυδέρκεια και η εντιμότητά του ως πνευματικού ανθρώπου τον έκανε ασυμβίβαστο εχθρό της νεοελληνικής αστοκρατίας, της ξενοδουλείας και του πολιτισμικού πιθηκισμού που βρίσκονται στο υπέδαφος του ελληνικού υπαρξιακού προβλήματος.

Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2024

Ο Χρήστος Γιανναράς και ο Αόριστος Ελληνισμός

Διονύσιος Σκλήρης

Η πρόσφατη εκδημία του καθηγητή Φιλοσοφίας Χρήστου Γιανναρά θέτει εκ των πραγμάτων ζητήματα του νοήματος που αποδίδουμε στον Νέο Ελληνισμό.

Ο ιστορικός βίος του Χρήστου Γιανναρά από το 1935 συνέπεσε με τη μεταπολεμική ανασυγκρότηση της Ελλάδας, καθώς και με τη μεταπολίτευση, ενώ συνέβαλε και ο ίδιος στην ιδεολογική αυτοκατανόηση των Νεοελλήνων. Σε μια πρώτη φάση της ζωής του ανήκε στο κίνημα θεολόγων «Ζωή», από το οποίο έφυγε με μια ρήξη, την οποία περιγράφει στο βιβλίο του Καταφύγιο Ιδεών (Δόμος, Αθήνα 1987). Αργότερα, στο έργο Ορθοδοξία και Δύση στη Νεώτερη Ελλάδα (Δόμος, Αθήνα 1992) θα περιγράψει τις θρησκευτικές οργανώσεις, όπως η «Ζωή», ως, μεταξύ άλλων, μια προσπάθεια αστικοποίησης αγροτικών πληθυσμών στην πρωτεύουσα μέσα από έναν ηθικισμό προτεσταντικού τύπου, ο οποίος οδήγησε σε μια αλλοτρίωση ως προς τη λαϊκή παράδοση και αυθεντικότητα. Αν και αρνήθηκε το παρελθόν του ως μέλους μιας ιεραποστολικής οργάνωσης, ο Χρήστος Γιανναράς διατήρησε σε όλη την υπόλοιπη ζωή του μια κλήση ιεραπόστολου: Με την άοκνη παρουσία του ως δημόσιου διανοούμενου, αλλά και φιλόσοφου, θεολόγου και λογοτέχνη, με βιβλία, επιφυλλίδες, μιντιακή παρουσία, αλλά και συνεχείς ομιλίες ανά την Ελλάδα, ο Χρήστος Γιανναράς υπήρξε ένας ιεραπόστολος της ιδιοπροσωπίας και της αποστολής του Ελληνισμού, αν και ταυτοχρόνως οιονεί αυτοπροσδιοριζόταν ως ένας νιτσεϊκός προφήτης του θανάτου του, καθώς επικαιροποιούσε το μήνυμα του Φρίντριχ Νίτσε για τον θάνατο του Θεού στις δυτικές κοινωνίες μας ως έναν θάνατο της πολιτισμικής αντιπρότασης του Ελληνισμού, για τον οποίο είμαστε όλοι υπεύθυνοι.

Το πνεύμα απόδρασης από φαύλα δίπολα

Η σκέψη του Χρήστου Γιανναρά συνδέθηκε με τις μεταπολεμικές περιπέτειες της Ελλάδας. Η καταγγελία του προς τις θρησκευτικές οργανώσεις συνδέθηκε με μια κριτική σε ένα πρότυπο δυτικού εκσυγχρονισμού, που περνάει μέσα από τον εξαστισμό και μια προτεσταντικού τύπου ηθική, με ταυτόχρονη εργαλειοποίηση αυτής της θρησκευτικότητας σε ψυχροπολεμική αντικομμουνιστική κατεύθυνση. Ωστόσο, ενώ συμμετείχε στον χριστιανομαρξιστικό διάλογο, ο Χρήστος Γιανναράς προτιμούσε να βλέπει την ελληνική ιδιοπροσωπία ως έναν τρίτο εναλλακτικό δρόμο ανάμεσα στα δύο μπλοκ του καπιταλισμού και του κομμουνισμού, που θεωρούσε ως εξίσου παραφυάδες του δυτικού πνεύματος.

 Το νεανικό έργο του Η Ελευθερία του Ήθους (Αθηνά, Αθήνα 1970), γραμμένο στο Παρίσι τον Μάη του 1968, θεωρήθηκε ότι έφερε στην Ελλάδα της στρατιωτικής δικτατορίας κάτι από την ευρωπαϊκή πολιτισμική επανάσταση της δεκαετίας του 1960, με τη διαφορά βέβαια ότι ως αντιπρόταση στον συντηρητικό ηθικισμό κόμιζε το παραδοσιακό ήθος, το οποίο μεταδίδεται κοινοτικώς χωρίς να διδάσκεται ως ιδεολογία.