Μπορεί η Αθήνα παραδοσιακά να είχε στηρίξει και να στηρίζει ακόμα πολλές ελπίδες στην ΕΕ αναφορικά με τις τουρκικές προκλητικές ενέργειες σε βάρος και ελληνικών και κυπριακών κυριαρχικών δικαιωμάτων, αλλά το πρακτικό αποτέλεσμα ήταν τουλάχιστον μέχρι τώρα απογοητευτικό, παρ’ ότι δύο κράτη-μέλη ουσιαστικά δέχονται επίθεση. Το έργο επαναλαμβάνεται σχεδόν σε κάθε σύνοδο.

Γίνεται μια κάποια συζήτηση, ομόφωνα οι εταίροι εκφράζουν την αλληλεγγύη και την συμπάθειά τους, ακούγονται κάποιες αόριστες ιδέες για μέτρα –μετά βίας θα τα ονόμαζε κανείς κυρώσεις– και κατόπιν, στις δηλώσεις που ακολουθούν τονίζεται η ανάγκη διαλόγου μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας για τις διαφορές τους γενικώς και τα “διαφιλονικούμενα” ύδατα της Ανατολικής Μεσογείου ειδικώς. Με λίγα λόγια τα συνηθισμένα.

Εκείνο που, αν και τείνει να γίνει συνηθισμένο, δεν παύει να είναι ενοχλητικό, είναι το ότι, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου συνήθως εκφράζει την απογοήτευσή του για το αποτέλεσμα, ο κ. Δένδιας συνήθως δηλώνει την ικανοποίησή του για το ίδιο αποτέλεσμα. Μόνο όταν η τουρκική δραστηριότητα πλήττει τα ελληνικά συμφέροντα, ο κ. Δένδιας υψώνει τους τόνους, μιλώντας για “απόλυτη αναγκαιότητα” κυρώσεων.

Επίμονα, μετά από κάθε έκφραση αλληλεγγύης και συμπάθειας, οι σύμμαχοι, εταίροι και επιθυμητοί “προστάτες” της χώρας μας συνιστούν “να τα βρούμε” με την Τουρκία, να αποκλιμακώσουμε και να πάμε σε συζητήσεις με ασαφές πλαίσιο. Τόσο ασαφές που παραπέμπει στο καθολικό πλαίσιο διαπραγμάτευσης που επιθυμεί η Τουρκία, αρχίζοντας από τα σύνορα και τον “ατυχή” καθορισμό τους στα 1923 και στα 1947.

Μίνι πόλεμος υπό διεθνή εποπτεία