Η Αριστερά και η Μεγάλη Ιδέα (Α΄ μέρος)
Χάρτης της Ελλάδας όπως καθορίστηκε από την συνθήκη των Σεβρών το 1920.
Απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά, 1909-1922, Επανάσταση και Αντεπανάσταση στην Ελλάδα που κυκλοφορεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις.
Παρότι είναι ευρύτατα γνωστή η στάση της κομμουνιστικής Αριστεράς, εναντίον της Μικρασιατικής Εκστρατείας αγνοείται το γεγονός έως το 1918-19 στο εσωτερικό της κυριαρχούν τα ρεύματα που αναδείκνυαν τη σημασία του εθνικού ζητήματος, παρότι διακινούνταν και αντίθετες απόψεις. Και αυτό διότι μετά το 1919 κυριάρχησε η κομμουνιστική Αριστερά στο σοσιαλιστικό κίνημα της Ελλάδα πνίγηκαν όλα τα άλλα ρεύματα και «ξεχάστηκε» η παλαιότερη ιδεολογία της ελληνικής Αριστεράς.
Πράγματι οι ρίζες της στον 19ο αιώνα ήταν μάλλον γαριβαλδινού χαρακτήρα, συναρτώντας την κοινωνική απελευθέρωση με την απελευθέρωση των υπόδουλων λαών της οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Παναγιώτης Πανάς, στην Αλήθεια, τόνιζε, ήδη το 1861, πως το νόημα του «ἀληθοῦς» ριζοσπαστισμού δεν έχει «ὡς μόνο του δόγμα τὴν ἐθνικὴν ἀποκατάστασιν, ἀλλὰ καί τὴν ἐπὶ τὰ βελτίῳ τῆς κοινωνίας ἀνάπλασιν»[1].
Οι γεννήτορες του ελληνικού σοσιαλιστικού κινήματος, ο Πλάτων Δρακούλης, (1858 – 1942) που εξέδιδε το Άρδην, και ο Σταύρος Καλλέργης την εφημερίδα Σοσιαλιστής, και είχαν οργανώσει από κοινού τον πρώτο εορτασμό της εργατικής Πρωτομαγιάς, το 1893, συνδύαζαν τις κοινωνιστικές τους αντιλήψεις με τον πατριωτισμό. Ο Πλάτων Δρακούλης θα προχωρήσει στην ίδρυση του Συνδέσμου των Εργατικών Τάξεων της Ελλάδος (ΣΤΕΤ), στα 1908, και του Ελληνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, που συμπεριλάμβαναν στους στόχους τους και τις εθνικές διεκδικήσεις ενώ στη συνέχεια θα στηρίξει ανοικτά τους Φιλελευθέρους.
Ο Σταύρος Καλλέργης (1864-1926), που οργάνωσε τον Κεντρικό Σοσιαλιστικό Σύλλογο και εξέδιδε την εφημερίδα Σοσιαλιστής, θα συμμετάσχει μαζί με τον ομοϊδεάτη του Μαρίνο Αντύπα στην επανάσταση της Κρήτης και θα εκλεγεί αντιπρόσωπος στην Επαναστατική Συνέλευση του Αρκαδίου και βουλευτής στην εθνική εξέγερση του 1912. Ο Κεφαλλονίτης Μαρίνος Αντύπας (1872-1907), συνεχιστής του επτανήσιου ορθόδοξου ριζοσπαστισμού, μετά την Κρήτη θα συγκρουστεί με τους μεγαλοκτηματίες της Θεσσαλίας και θα δολοφονηθεί το 1907.
Ο Νικόλαος Γιαννιός (1885-1958) είχε χρηματίσει γραμματέας του Γιάννη Ψυχάρη στο Παρίσι, το 1903-1905, ενώ στην Κωνσταντινούπολη, το 1908-1910, υπήρξε αρχισυντάκτης της εφημερίδας Λαός –όργανο του δημοτικιστικού «Ἀδερφάτου τῆς Ἐθνικῆς Γλώσσας»– και συνεργάστηκε με τον Ίωνα Δραγούμη. Παράλληλα, ενεπλάκη στο σοσιαλιστικό κίνημα της οθωμανικής Αυτοκρατορίας με το «Σοσιαλιστικό Κέντρο της Τουρκίας» και εξέδιδε την εφημερίδα Εργάτης. Τελικώς, καταδιωγμένος από τους Νεότουρκους, θα καταφύγει στην Αθήνα και το 1911 θα ιδρύσει το Σοσιαλιστικό Κέντρο Αθήνας[2].
Όμως, η ενσωμάτωση των νέων εδαφών μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, και ιδιαίτερα εκείνων της Θεσσαλονίκης, θα προκαλέσει τεκτονικές μετατοπίσεις στο σοσιαλιστικό και εργατικό κίνημα. Στη Θεσσαλονίκη, τουλάχιστον το 40% του πληθυσμού ήταν εβραϊκής καταγωγής, οι δε Εβραίοι εργάτες αποτελούσαν την πλειοψηφία της εργατικής τάξης. Μέσα στον αναβρασμό που είχε προκαλέσει η επανάσταση των Νεοτούρκων, οι Εβραίοι εργάτες θα ιδρύσουν, τον Ιούλιο του 1909, τη «Σοσιαλιστική Εργατική Ομοσπονδία», γνωστότερη ως Φεντερασιόν, η οποία επεκτάθηκε σε μια σειρά πόλεων της Μακεδονίας και αναγνωρίστηκε ως το επίσημο τμήμα της Σοσιαλιστικής Διεθνούς στην οθωμανική Αυτοκρατορία[3].
Όταν πραγματοποιήθηκε η ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης στο ελληνικό κράτος, η Φεντερασιόν αρχικώς την αντιμετώπισε αρνητικά, καθώς δεν συμμεριζόταν την ιδεολογία και τους πόθους των Ελλήνων. Σταδιακώς, όμως, μετά τον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο, θα αρχίσει να συμμετέχει ενεργά στην εργατική και σοσιαλιστική κίνηση της χώρας – τα δε σωματεία της Θεσσαλονίκης ήταν πολύ ισχυρότερα από εκείνα της νότιας Ελλάδας. Σύντομα, η Φεντερασιόν, που υποστήριζε την ουδετερότητα, θα συγκρουστεί με τον Γιαννιό και τον Δρακούλη, που τάσσονταν υπέρ της συμμετοχής της Ελλάδας στον Α΄ ΠΠ. Η Φεντερασιόν θα συμμετάσχει στις εκλογές του 1915 μαζί με τη βασιλική Αντιπολίτευση και θα εκλέξει τον Αριστείδη Σίδερι και τον Άλμπερτ Κουριέλ ως τους πρώτους Έλληνες σοσιαλιστές βουλευτές. Όμως, εξαιτίας και της στενής σύνδεσης σημαντικού μέρους των Εβραίων της Θεσσαλονίκης με τη Γαλλία, η αντίθεσή τους προς τον πόλεμο σταδιακώς θα μετριαστεί.
Πάντως, μέχρι την εδραίωση της ρωσικής Επανάστασης, οι οπαδοί της στήριξης των εθνικών αιτημάτων της Ελλάδας θα κυριαρχούν στο εσωτερικό του εργατικού κινήματος· μάλιστα, το 1917, ο Νίκος Γιαννιός θα συμμετάσχει στην κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης και, μαζί με τον Γιάννη Πετσόπουλο, θα εκδώσουν τον Ριζοσπάστη που στήριζε τις εθνικές διεκδικήσεις της Ελλάδας. Ο Δημήτρης Γληνός θα αναλάβει τη γενική Γραμματεία του Υπουργείου Παιδείας ενώ ο Κωνσταντίνος Χατζόπουλος ο μεταφραστής του Κομμουνιστικού Μανιφέστου θα χρηματίσει το 1917 υπεύθυνος της κρατικής λογοκρισίας.[4] Σοσιαλιστές αντιπρόσωποι θα συμμετάσχουν και στις Διασκέψεις Ειρήνης: στο Λονδίνο –Πολυζόπουλος, Αλεξιάδης Δρακούλης, οι Σίδερις και Κουριέλ, και ο Π. Δημητράτος– με στόχο να επηρεάσουν τους Ευρωπαίους αντιπροσώπους υπέρ των ελληνικών θέσεων. Το ίδιο το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος (ΣΕΚΕ), το μετέπειτα ΚΚΕ, θα δημιουργηθεί το 1918, με τις ευλογίες της κυβέρνησης, στα πλαίσια της ενίσχυσης της ελληνικής παρουσίας στο ευρωπαϊκό σοσιαλιστικό κίνημα. Άλλωστε, και οι «Κοινωνιολόγοι» του Παπαναστασίου και οι ριζοσπάστες του Φιλάρετου θα συνταχθούν με τον Βενιζέλο.