- Αρχική σελίδα
- ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ
- 1940
- ΕΡΤFLIX
- ΜΑΤΙΕΣ ΣΤΟ ΧΘΕΣ
- ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΝ
- ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ
- ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΟ ΡΑΔΙΟ
- ΘΕΑΤΡ/ΜΟΥΣ/ΒΙΒΛΙΟ
- ΘΕΑΤΡΟ
- ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ
- ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΚΑΪ
- ΑΡΧΕΙΟ ΕΡΤ
- ΜΟΥΣΙΚΗ
- ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ
- Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΟΥ
- ΤΥΠΟΣ
- ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟΣ
- ΟΛΑ ΔΩΡΕΑΝ
- ΒΙΝΤΕΟ
- forfree
- ΟΟΔΕ
- ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΗΧΟΣ
- ΔΩΡΕΑΝ ΒΟΗΘΕΙΑ
- ΦΤΙΑΧΝΩ ΜΟΝΟΣ
- ΣΥΝΤΑΓΕΣ
- ΙΑΤΡΟΙ
- ΕΚΠ/ΚΕΣ ΙΣΤΟΣ/ΔΕΣ
- Ο ΚΟΣΜΟΣ ΜΑΣ
- ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ
- ΓΟΡΔΙΟΣ
- SOTER
- ΤΑΙΝΙΑ
- ΣΙΝΕ
- ΤΑΙΝΙΕΣ ΣΗΜΕΡΑ
- ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
- Ε.Σ.Α
- skaki
- ΤΕΧΝΗ
- ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
- ΑΡΙΣΤΟΜΕΝΗΣ
- gazzetta.gr
- ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ
- ΑΝΤΙΦΩΝΟ
- ΔΡΟΜΟΣ
- ΛΥΓΕΡΟΣ
- ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ...
- ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
- γράμματα σπουδάματα...
- 1ο ΑΝΩ ΛΙΟΣΙΩΝ
- ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ & ΓΛΩΣΣΑ
- ΓΙΑΓΚΑΖΟΓΛΟΥ
- ΜΥΡΙΟΒΙΒΛΟΣ
- ΑΡΔΗΝ
- ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΥΠΕΠΘ
- ΕΙΔΗΣΕΙΣ
- ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ
- ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
19 Νοεμβρίου 2025
Οι (κατά φαντασίαν) χήρες του Σαββόπουλου
04 Νοεμβρίου 2025
Ὁ πνιγμένος ἀπό τά μαλλιά (τῆς Καρυστιανοῦ) πιάνεται
από Θεόδωρος Παντούλας
-2 Νοεμβρίου 2025Οἱ δημοσκόποι, ἐκτός ἀπό ἐπιστήμονες, εἶναι καί ἐλεύθεροι ἐπαγγελματίες. Ἔχουν, δηλαδή, ἐργοδότες πού τούς πληρώνουν γιά τίς δουλειές πού τούς παραγγέλνουν. Καί, παλαιόθεν, «ὁ πελάτης ἔχει πάντα δίκιο». Πάντα. Μέ αὐτή τήν ὑπενθύμιση δέν ὑπονοῶ κάτι ἐπιλήψιμο, διότι ὅπως δέν ἀμφιβάλλω ὅτι ὑπάρχουν εὐσυνείδητοι ἐπαγγελματίες, δέν ἀμφιβάλω ὅτι οἱ πλεῖστοι ἐξ αὐτῶν εἶναι καλότροποι καί τό χέρι πού τούς μπουκώνει, ἐάν δέν τό φιλᾶνε, τουλάχιστον δέν τό δαγκάνουν. Τά γράφω αὐτά διότι, ὅπως γνωρίζετε, οἱ δημοσκοπήσεις ἔχουν τρόπον τινά ὑποκαταστήσει τήν ἐκλογική διαδικασία καί διαμορφώνουν, ἐν πολλοῖς, ὄχι μόνο τό κλίμα ἀλλά τά ἴδια τά ἀποτελέσματά της. Οἱ ἐκλογεῖς, γνωρίζοντας ὅτι τό παιχνίδι εἶναι στημένο καί οἱ διαιτητές πιασμένοι, προσέρχονται στίς κάλπες γιά νά ἐπιβεβαιώσουν ἤ νά διαψεύσουν τά προγνωστικά τῶν δημοσκόπων — δέν ἔχουν προσδοκίες γιά κάτι περισσότερο.
Ἐντούτοις, δημοσκόποι καί δημοσκοπήσεις δέν μποροῦν νά ἀγνοήσουν παντελῶς τήν πραγματικότητα καί νά ἀποκρύψουν ὅτι ἡ πλειονότητα ὅσων ἀπαντοῦν στά ἐπιτηδευμένα διλήμματα πού τούς θέτουν, προκρίνουν, ἀντί τῶν διάφορων ἐκδοχῶν «κυβερνησιμότητας», τό σκέτο «χάος», — χωρίς παρόλα αὐτά νά ἱδρώνει στό ἐλάχιστο τό αὐτί ὅσων ἕπονται μέ διαφορά τῆς δημοφιλοῦς καί βροντώδους ἐπιλογῆς τοῦ «κανένα»!
Οἱ δημοσκόποι μάλιστα, τώρα τελευταῖα ὅπως θά παρατηρήσατε, κοντά στούς ὑπάρχοντες κομματικούς σχηματισμούς βάζουν στούς λογαριασμούς τους —τόν φόβο τους νά ἔχουν οἱ ἐπίλοιποι μουστερῆδες δηλαδή— καί τούς ἐν δυνάμει σχηματισμούς! Κόμμα Σαμαρᾶ, κόμμα Τσίπρα καί κόμμα Καρυστιανοῦ — διότι, ὡς γνωστόν, τά κόμματα ἐν Ἑλλάδι δέν εἶναι συλλογικά ἐγχειρήματα πολιτῶν ἀλλά προσωποπαγῆ καπρίτσια χαρισματικῶν ἀρχηγῶν.
20 Οκτωβρίου 2025
Κάποτε σ’ έκλαιε λαός – τώρα ούτε που σε ξέρει
*Θεόδωρος Παντούλας
Πολλοί θα τον ζήλευαν. Κανονικό, και όχι τάχα μου, αρχοντόπουλο. Είχε μπροστά του μια ζωή στρωμένη. Ο Παύλος Μελάς, καλής γενιάς παραβλάσταρο, εύπορος, γιος Ηπειρώτη μεγαλέμπορου, μικροπαντρεμένος με τη Ναταλία, θυγατέρα του Στέφανου κι αδελφή του Iωνος Δραγούμη, πατέρας δυο παιδιών. Γιος πολιτικού, δηλαδή, και γαμπρός κατοπινού πρωθυπουργού.
Και όμως, άφησε τις ανέσεις και τις νοικοκυροσύνες και βγήκε κλαρίτης στις ράχες της Μακεδονίας. Αμαθος στις κακοτοπιές, αλλά δεν πισωπάτησε. Και ήταν ένας αλλιώτικος καπετάνιος αυτός. Γλυκομιλούσε στους χωρικούς και δεν μακέλευε τους αντιπάλους του. Στις 13 Οκτωβρίου 1904 στάθηκε με τους άνδρες του στη Στάτιστα της Καστοριάς ν’ αναπαυθούν για λίγο και ο ίδιος εκεί αναπαύθηκε για πάντα, ίνα πληρωθή η παραδοξολογία ότι αυτός «δεν πήγε στη Μακεδονία για να σκοτώσει αλλά για να σκοτωθεί» (Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος).Τον σταυρό του ο Παύλος Μελάς παράγγειλε να τον δώσουν στη γυναίκα του και το τουφέκι του στον γιο τους με τη διαβεβαίωση ότι έκανε το καθήκον του. Ηταν μόλις 34 ετών. Αλλού ταφιάστηκε το κορμί κι αλλού η κεφαλή του – μην πέσει στα χέρια των εχθρών το σεπτό σκήνωμά του. Και κοντά εβδομήντα χρόνια μετά, πήγε να τον ανταμώσει στο κιβούρι του η Παύλαινα, η υπεραιωνόβια κυρα-Ναταλία (που αν με άφηναν οι διορθωτές, όλα τα γράμματα του ονόματός της θα τα έγραφα κεφαλαία), η οποία όλο της τον καιρό πορεύτηκε ανδροπατώντας, ισόβιο ψυχοκέρι στη μνήμη εκείνου του αμνού που έγινε όχι το ψοφίμι αλλά το σφαγάδι της Μακεδονίας – της σκέτης Μακεδονίας, άνευ ετέρου προσδιορισμού τότε.
30 Σεπτεμβρίου 2025
Αχ, «και να ’ξερες γιατί το τζάκισες το χέρι σου»
*Θεόδωρος Παντούλας
Νομίζω ότι μπορούμε να συμφωνήσουμε πως ο Μακρυγιάννης, από τον καιρό της αργοπορημένης ανακάλυψής του και δώθε, τοποθετήθηκε σε περίοπτη θέση στο νεοελληνικό πάνθεον. Οι γραμματικοί ανακάλυψαν έναν προικισμένο… πεζογράφο και οι γραμματιζούμενοι (ξέρετε, αυτοί οι πάντοτε ευκολόπιστοι) τον ανέγνωσαν μετά μανίας, τον γύρεψαν στους αστικούς μπαξέδες (Ελευθερίου – Ανδριόπουλος) και αιτήθηκαν την επιστροφή του που το «στραβό» θα κάνει «ίσο» (Γκάτσος – Ξαρχάκος).
Μετά τον θρίαμβο του εγχώριου σοσιαλισμού (και τη δημοσίευση των Τετραδίων του) ήγγικεν όμως ο καιρός της απομάγευσης και της καταγγελίας του «μακρυγιαννισμού». Τέρμα η… λογοτεχνική κριτική. Εφεξής βορά του αδέκαστου επιστημονισμού, όχι τόσο τα γραφτά όσο ο ίδιος ο Μακρυγιάννης, που στο πρόσωπό του αναγνωρίστηκε όχι η καταπόνηση από τις άπονες εξουσίες που τον σακάτεψαν –κυριολεκτικά– αλλά το πέρασμα του ρωμιού «από την αγροτική οικονομία σε μια μικροεμπορευματική – τοκογλυφική»! Επιπλέον, ο αγράμματος «πατριδοφύλακας» κατά τας γραφάς του συρμού και του διασυρμού, εκτός από ημίτρελος θεούσος, εντέλει ήταν ένας δευτεροκλασάτος καπετάνιος, ένας παραδόπιστος καιροσκόπος, ένας μεμψίμοιρος καταφερτζής που γέλασε λ.χ. τον Σεφέρη, τον Λορεντζάτο και το πανελλήνιο, αλλά οι «μισομαθείς και άθρησκοι» που τον περίλαβαν τον έκαναν τσακωτό –grand succès– στις επιστημονικές τους ξόβεργες! (Οι υπόλοιποι θηρευτές εισέτι αρκούμαστε στα στοιχειώδη της κυνηγεσίας: «με τις ξόβεργες μπορεί να πιάνεις πουλιά, δεν πιάνεις ποτέ το κελαηδητό τους».)
Πέραν τούτων, ως Eλληνες και ως νεοελληνιστές, για πολλούς λόγους, θα χρωστάμε ες αεί χάριτες στον Γιάννη Βλαχογιάννη. Χάρη στους δικούς του κόπους μάθαμε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα για τον Στρατηγό. Eκτοτε, τα «Απομνημονεύματά» του κυκλοφόρησαν σε διάφορες εκδόσεις με διάφορα προβλήματα. Το άλλο του εργόχειρο, η ημετέρα «φωτισμένη λογοκρισία» (Γ. Π. Σαββίδης) το πέρασε από τα σαράντα κύματα για να εκδοθεί με καθυστέρηση σαράντα ετών υπό τον διόλου ευφάνταστο τίτλο «Οράματα και θάματα», μόλις το 1983. Σήμερα έχουν περάσει περισσότερο από είκοσι χρόνια από την τελευταία του ανατύπωση κι ο εκδότης (ΜΙΕΤ), παρότι εξαντλημένο, δεν στέργει να το επανεκδώσει. Με άλλα λόγια, τα δύο αυτά βιβλία είναι δυσεύρετα ή και άβρετα στα βιβλιοπωλεία. Και αυτή η αδόκητος απουσία από τα ράφια (και τις κουβέντες μας) εκτιμώ πως είναι λαλέουσα. Πρωτίστως, μας λέει σταράτα ότι δεν υπάρχει κανένα αναγνωστικό ενδιαφέρον. Και δεν υπάρχει αναγνωστικό ενδιαφέρον διότι, κυρίως μετά το «Οράματα και θάματα», με όλα αυτά τα θεοτικά, ο Μακρυγιάννης έπαψε να είναι συμβατός με τις επιστημονικοφανείς και ιδεοληπτικές μπαγαποντιές κι έγινε ξεκάθαρα οχληρός γιατί μας θύμιζε ότι η ρίζα μας δεν κρατάει από τον τοκογλύφο του Διαφωτισμού (Βολταίρος), αλλά «απ’ το δέντρο του Θεού» (Γκάτσος).
15 Αυγούστου 2025
«Κυρά μου, αν θα κρεμαστείς, κρεμιέται ο κόσμος όλος»
Του Θοδωρή Παντούλα
14 Αυγούστου 2025
«Κυρά μου, αν θα κρεμαστείς, κρεμιέται ο κόσμος όλος»
από Θεόδωρος Παντούλας
Νομίζω ότι ένας πολιτισμός αποτιμάται κατά κύριο λόγο από τον τρόπο που πενθεί και από τον τρόπο που γιορτάζει. Και, ειλικρινά, δεν γνωρίζω κάποιον που να καυχάται για τους σημερινούς τρόπους. Στα μέρη μας ωστόσο αυτοί οι, κάποτε αξεχώριστοι, τρόποι είχαν για πολλούς αιώνες συγκεκριμένες εκφάνσεις κι εκφορές. Η Παναγία, καλή ώρα, ακαμάτως μεσίτευε υπέρ πλεόντων, οδοιπορούντων, νοσούντων, καμνόντων, αιχμαλώτων και της σωτηρίας αυτών και στάθηκε η καταφυγή των αναγκεμένων, η παραμυθία των αδικουμένων, το αντιστύλι των οδυνομένων.
Τα παραπάνω δεν είναι θεολογικά φληναφήματα αλλά ιστορικές αποτιμήσεις από τις οποίες κάθε άλλο παρά λείπουν τα τεκμήρια. Η ταπεινή κόρη της Ναζαρέτ ήταν ένα πρόσωπο εξόχως οικείο και αγαπητό στον λαό. Ολα τα σπίτια –ακόμη και τα πιο φτωχά ή κυρίως αυτά– είχαν το εικονοστάσι τους κι όλα τα εικονοστάσια είχαν εικόνα της. Αυτή η οικειότητα και η αγάπη θησαυρίστηκε σε αχειροποίητα εικονίσματα και απέριττα ξωκλήσια που στέγασαν απελπισμούς και ανατάσεις. Η εγγύτητα προς το πρόσωπό της εκφράστηκε εναργώς με τα αμέτρητα, κυριολεκτικά, Θεοτοκονύμια και την πάγκοινη και σπαρακτική επίκληση «βόηθα Παναγιά». Στη γλυκύτητα της Γυναίκας, που ήταν κόρη των ανθρώπων και μάνα Εκείνου που έκοψε την Ιστορία στα δυο, προσέτρεχαν κι οι μικρομάνες, ζητώντας της στα νανουρίσματά τους να συντροφεύει τα παιδιά τους.
Πριν από τον Δεκαπενταύγουστο οι άνθρωποι δέονταν, νήστευαν κι άσπριζαν τις αυλές τους για να καλοδεχτούν τη Δέσποινά τους. Παράδοξο κι ετούτο: να είναι, δηλαδή, γιορτή ζωής και αφθαρσίας εγκώμιο η Κοίμησή της! Δεύτερο Πάσχα, Πάσχα του καλοκαιριού λογιζόταν ο Δεκαπενταύγουστος και σε πολλά μέρη στόλιζαν και περιέφεραν τον Επιτάφιό της.
Η εκκλησιαστική εμπειρία βεβαιώνει ότι ο θάνατος στην επικράτειά της δεν έχει ούτε τον πρώτο ούτε τον τελευταίο λόγο. Γι’ αυτό ανάβονταν κεριά στη χάρη της, γίνονταν γονυκλισίες στα εικονίσματά της, τάματα σωρεύονταν στην ποδιά της και πανηγύρια στήνονταν στο όνομά της σε αυλόγυρους ναών και ανοιχτωσιές. Οι κοινότητες συνάζονταν γύρω από τα χοροστάσια και, συχνά, δεξιώνονταν τους ξενιτεμένους τους – ζώντες και τεθνεώτες. Οι πανηγυριστές φίλιωναν, φιλιούνταν και πιάνονταν χέρι χέρι σε κυκλωτικούς χορούς.
26 Ιουλίου 2025
Αμφότεροι, το όραμα και το σχέδιο δεν το είχαν στα νιάτα τους. Υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι το έχουν στα στερνά τους;
Του Θοδωρή Παντούλα
21 Ιουλίου 2025
Νερό από τον τόπο μας και μήλα απ’ τη μηλιά μας
*Θεόδωρος Παντούλας 20.07.2025 Καθημερινή
Eνας φίλος λέει ότι «ο ξένος που μας χτυπάει την πόρτα μπορεί να είναι ο Χριστός».Το επιχείρημα είναι ακαταγώνιστο υπό δύο προϋποθέσεις. Η πρώτη είναι να πιστεύεις στον Χριστό. Η δεύτερη, να είσαι διατεθειμένος να στριμωχτείς. Δεν ξέρω ποια από τις δύο ξεβολεύει περισσότερο. Η πρώτη σού αλλάζει τη ζωή, η δεύτερη σε στενεύει.
Και το στένεμα αυτό, που είναι, θαρρώ, απότοκο της πρώτης προϋπόθεσης, απαιτεί όχι απλώς να δεξιωθείς έναν παροδίτη, αλλά να δεξιωθείς όποιον παροδίτη κρούει τη θύρα σου. Κι αν σου την κρούουν όλης της γης οι αναγκεμένοι, θα πρέπει να αποφασίσεις πόσοι χωράνε στο σπίτι και στους πόσους ξεσπιτώνεσαι επειδή δεν χωράς εσύ.
Σταματώ εδώ, γνωρίζοντας ελάχιστα πρόσωπα που ανήκουν στις παραπάνω κατηγορίες συνανθρώπων μας. Γνωρίζω όμως καμπόσα που παραβλέπουν ότι στην κακογερασμένη ήπειρό μας δεν είμαστε εξαίρεση, αλλά ακόμη ένα έθνος που σβήνει. Την προηγούμενη χρονιά (2024) ο αριθμός θανάτων των Ελλήνων ήταν υπερδιπλάσιος από αυτόν των γεννήσεων.
«Κανένα πρόβλημα», μας καθησυχάζουν όσοι γνωρίζουν πράγματα που οι υπόλοιποι αγνοούμε. Θα κάνουμε, λένε, εισαγωγή νταβραντισμένων Αφροασιατών, διότι στα μέρη τους έχουν πληθυσμιακό πλεόνασμα. Κι επιπλέον, δευτερώνουν οι γνωρίζοντες, θα είναι και βασταγεροί, ακριβώς όπως τους θέλουμε: θα μαζεύουν τις σοδειές μας, θα ξεβρωμίζουν τα σπίτια μας και θα γηροκομούν τα γονικά μας. Κι εντέλει, θα σώσουν και το «ασφαλιστικό» και θα έχουμε όλοι μας καλά στερνά και μπόλικα ευρά!
Σοβαρά τώρα; Αυτό λογίζεται «μια κάποια λύσις»; Να στηρίξουμε τη μακροημέρευσή μας στον πόνο των άλλων; Κι όμως, αυτή την παλιανθρωπιά την ακούμε όλο και συχνότερα και την κουβεντιάζουμε πλέον χωρίς να ντρεπόμαστε, χωρίς να μας προσβάλλει η χυδαιότητα που εκδέχεται τους αδύναμους σαν εμπορεύματα που μετακινούνται όπου υπάρχει ζήτηση. Αλλέως ειπείν, όχι μόνο συνηθίσαμε ή μοιάσαμε στο τέρας, αλλά γίναμε όμοιοί του!
29 Ιουνίου 2025
ΛΟΥΙΤΖΙ ΠΙΡΑΝΤΕΛΛΟ
Του Κώστα Χατζηαντωνίου
20 Μαΐου 2025
H έρημη Ελλάδα δεν έγινε ερήμην των Μαυρογιαλούρων
*Θεόδωρος Παντούλας • 18.05.2025
Στον τόπο μας, χάρη στο πνευματικό ξεπάτωμα που προηγήθηκε του οικονομικού, έχουμε μια εν πολλοίς ερημωμένη κι ερειπωμένη χώρα με υποθηκευμένες υποδομές και δημογραφική φυλλόρροια.Η κυρίαρχη στάση σε όλο αυτό είναι η παραίτηση. Για όσους όμως δεν είναι τόσο μπαγαπόντηδες ώστε να προκρίνουν τον μαρασμό σαν… ευκαιρία, θα ήθελα να θυμίσω μια διαφορετική στάση.
Ξεχάστε, σας παρακαλώ, τη διοικητική γεωγραφία. Η Ελλάδα δεν αποτελείται από εκλογικές περιφέρειες, συγκροτείται από διαμερίσματα. Αυτά τα διαμερίσματα έχουν γεωμορφολογικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά. Από αυτά τα χαρακτηριστικά προκύπτουν φυσιογνωμίες.
Η πρότασή μου είναι, αντί να μεταβολίζουμε την αθηναϊκή κακοπλασία στις περιφέρειες, να ανακαλύψουμε και να υπηρετήσουμε τις φυσιογνωμίες τους.
Σε έναν κόσμο που αλλάζει, η ετερότητα της τοπικότητας δεν είναι άχθος αλλά στολίδι. Και τα διαμερίσματα της χώρας, σμιλεμένα από τη φύση και τον χρόνο, έχουν διαφορετικές προίκες. Διαφορετικές ομορφιές, ίδια φεγγοβολή.
Με την απειροκαλία των τελευταίων δεκαετιών έχουν λερωθεί οι ομορφιές τους, αλλά δεν υπάρχει λόγος να ανεχόμαστε τη νόθευσή τους από τα μασκαραλίκια με τα οποία τα φορτώσαμε. Η χώρα είναι κατάστικτη από ευρήματα ασύλληπτου αισθητικού βάθους. Η διάσωση και η προβολή τους αποτελούν ισχυρά ταυτοτικά στοιχεία. Δεν έχουμε χρεία άλλων μαρτύρων. Το μακρυγιαννικό «γι’ αυτά πολεμήσαμε», φτάνει και περισσεύει.
23 Απριλίου 2025
Του φτωχού τ’ αρνί – του Θεόδωρου Ε. Παντούλα

Του φτωχού τ’ αρνί – του Θεόδωρου Ε. Παντούλα
27/04/2019Του φτωχού τ’ αρνί
Κι ας σε γελούν οι άνθρωποι μέσα στην αγορά
αγρίμι ζυγωμένο μου στην τόση ερημιά
Εσύ είσαι αρνάκι του Θεού, είσαι σφαχτό του κόσμου
έχεις το Πάσχα μέσα σου κι απ’ εκείνο δωσ’ μου
Να γιοματίσω παιδεμούς που έχεις σοδιασμένους
να κεραστώ και τους καημούς που ‘χεις σιγουρεμένους
Παράδες όσους κι αν βαστούν, όποια τιμή κι αν δώσουν,
αυτοί που δεν επόνεσαν ποτέ δεν θα μερώσουν.
Σ’ εμάς στραγγίξαν τα νερά και χλόισε ο τόπος,
τα ψυχοκέρια γίνηκαν ο πιο δικός μας τρόπος.
Λίγο ψωμί, πολύ κρασί και η ευχή σου σώνει.

* Το κείμενο γράφτηκε με αφορμή την παραπάνω φωτογραφία του Κώστα Μπαλάφα.
22 Απριλίου 2025
«Καμπάνες αναστάσιμες χτυπούν αλαργινά» – μα πολύ αλαργινά
*Θεόδωρος Παντούλας
Μια ομολογημένη δυσκολία δεν είναι λιγότερο δυσκολία – είναι μοιρασμένη ωστόσο και δεν σε πλακώνει το βάρος της. Γι’ αυτό και ξεθαρρεύω να ομολογήσω ότι οι μέρες που προηγούνται κι έπονται της Λαμπρής με στενεύουν. Με στενεύει ο συγκρατημένος (από καθωσπρεπισμό, μη μας πούνε και θεούσους) συναισθηματισμός της Μεγάλης Εβδομάδας και η τσουρούτικη μεταπασχαλινή ξεφάντωση.
Οσοι πασχίζουμε, λίγο ή περισσότερο, να είμαστε Χριστιανοί φαινόμαστε, πώς να το πω, μπόσικοι. Είμαστε αλαφιασμένοι από τις σκοτούρες του βιοπορισμού και φαρμακωμένοι από τις ακάλυπτες επιταγές του κυρίαρχου καταναλωτικού ηδονισμού. Είναι σχεδόν εθιμικός ο ξώφαλτσος εκκλησιασμός μας και περίπου εξαναγκασμός το πλαδαρό γλεντοκόπι μας. Δεν αντέχουμε την ευαγγελική προτροπή να ξεβολευτούμε, να τα εκποιήσουμε όλα και να αξιωθούμε τον πολύτιμο μαργαρίτη. Γι’ αυτό και δεν νεκροστολίζουμε αυτοπροσώπως τον Χριστό – με απευθείας ανάθεση στο πλησιέστερο ανθοπωλείο γίνεται ο Επιτάφιος. Και στην Ανάσταση, κομψευόμενοι πάντα, παρά πέντε προσερχόμαστε «για το καλό» και τις κροτίδες, ενώ και πέντε κουταλιάζουμε τη μαγειρίτσα!
06 Απριλίου 2025
Χαιρετίας ντραντέλληνα Μιχάλη Χαραλαμπίδη
από Θεόδωρος Παντούλας
Του Μιχάλη Χαραλαμπίδη τα χνώτα δεν ταίριαζαν με αυτούς τους ανθρώπους, τον στένευαν τα φερσίματά τους. Είχε άλλη συμπεριφορά, γιατί είχε άλλη ποιότητα. Δεν αναφέρομαι στην επιστημοσύνη του. Αναφέρομαι στην ιθαγένειά του. Ήξερε, δηλαδή, από πού ερχόταν και γι’ αυτό ήξερε και πού ήθελε να φτάσει. Ήταν ευγενής και η αφετηρία και η διαδρομή του.
Οι περισσότεροι που βρέθηκαν στον σκληρό πυρήνα της εξουσίας δεν αρνήθηκαν τις «ευκολίες» της. Και πολλοί από αυτούς όχι απλώς βούτηξαν το δάχτυλο στο μέλι, αλλά πήραν παραμάσχαλα και το βάζο.
Ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης πορεύθηκε χωρίς να λερωθεί από τέτοιες μικρότητες. Κι όχι μόνον αυτό. Όταν το κόμμα έκανε γιουρούσι στο κράτος, αυτός επέμενε όχι απλώς σε μιαν άλλη, έντιμο, περπατησιά αλλά στην επανεύρεση ενός τρόπου συμβατού με τις καταβολές και της καταβολάδες του τόπου μας. Όταν οι υπόλοιποι σταδιοδρομούσαν ως υπότροφοι του κράτους και του παρακράτους, ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης γεωργούσε την επικράτεια αιτούμενος την ένταξη των περιφερειών σε έναν εθνικό κορμό πέραν των ορίων της Αττικής. Μιλούσε για μια πληθυντική πολιτιστική παρακαταθήκη που δεν θα ήταν βαρίδι αλλά πλεονέκτημα στο νέο γεωπολιτικό περιβάλλον. Μιλούσε για μια παραγωγική μνήμη που θα μας καθιστούσε εκ νέου δημιουργούς – εργαζόμενους, δηλαδή, για τον Δήμο.
01 Απριλίου 2025
Η Κύπρος δεν είναι μακριά. Είναι μέσα μας.
Του Θόδωρου Παντούλα
Η Κύπρος δεν είναι μακριά. Είναι μέσα μας.
03 Μαρτίου 2025
«Να φωτίσω τις αιτίες που μ’ αφήνουνε μισό»
από Θεόδωρος Παντούλας
Οι «πολλές κινήσεις κι ομιλίες» με δυσκολεύουν. Η «πολλή συνάφεια του κόσμου» με ζορίζει. Την ομολογώ εξ αρχής την αδυναμία μου, γιατί ακριβώς για τον πολύ «κόσμο» θέλω να γράψω σήμερα. Για τον κόσμο που, παρά τις χρόνιες και φιλότιμες προσπάθειες ραδιοτηλεοπτικής και διαδικτυακής εξηλιθίωσής του, δεν βούλιαξε αυτή τη φορά στον καναπέ του. Για τον κόσμο που γέμισε τις ανά την επικράτεια πλατείες αιτούμενος με τη σιωπηρή, αλλά λαλέουσα, παρουσία του, όχι θερμίδες για τη γαστέρα του αλλά δικαιοσύνη.Κι όταν συναποφασίσουμε, ας παραδεχτούμε ότι ο εκ νέου υποβιβασμός του σε «ετερόκλητο όχλο» και η συκοφάντησή του σε «ψεκασμένο» συρφετό δεν είναι ενήλικη συμπεριφορά και οπωσδήποτε δεν είναι ο τιμιότερος τρόπος αντιμετώπισής του.
Αλλά ποιοι στο καλό είναι όλοι αυτοί με τα σφιγμένα χείλη και τα χαμένα βλέμματα, που κατέκλυσαν τις πλατείες; Είναι αργόσχολοι; Είναι ταραξίες; Είναι ενεργούμενα της αφερέγγυας αντιπολίτευσης που δεν γεμίζει ούτε ταξί στα καλέσματά της;
22 Ιανουαρίου 2025
Αυτός με την αξία του κι εμείς με ξένες πλάτες
Θεόδωρος Παντούλας
Επ’ εσχάτοις οι μισοί Ελληνες πίνουν νερό στο όνομα του «Στέλιου» και οι άλλοι μισοί παθαίνουν αναφυλαξία με οτιδήποτε υπερβαίνει την επιτρεπόμενη δόση μπασκλασαρίας. Ομολογώ ότι με ξαφνιάζει η ευρηματικότητα με την οποία ανακαλύπτουμε λόγους (και μάλιστα ξεθυμασμένους) για να τσακωθούμε, αλλά νομίζω ότι όλος αυτός ο καβγάς δεν έχει και πολύ νόημα.
Ο Στέλιος Καζαντζίδης μάς άφησε χρόνους και μαζί του μας άφησε και η εποχή του. Ορφανεμένος από μικρός ο ίδιος βγήκε νωρίς στο μεροκάματο, χωρίς να προλάβει να τελειώσει ούτε το Δημοτικό! Είχε πανωπροίκι το χάρισμα, αλλά δεν ήταν τόσο οι πρωτάκουστες φωνητικές δεξιότητες που τον καθιέρωσαν όσο το ειλικρινές ερμηνευτικό πάθος. Δεν μπήκε απλώς με τα μπούνια στη δισκογραφία, μπήκε στις ψυχές των βασανισμένων ακροατών του. Και στην Ελλάδα του ’50 και του ’60 έγινε η στεντόρεια φωνή όλων των αδικημένων. Αδικημένος κι αυτός, αλλά όχι λυγισμένος. Ολοφύρονταν αλλά δεν κλαιγόταν. Το παράπονό του δεν ξέπεφτε σε κλάψα. Είχε μια περηφάνια ο τρόπος του. Οι χαρακιές του ήσαν παράσημα μιας ζωής στηριγμένης στο «φιλότιμο» κι όχι στις «ξένες πλάτες». Και τα φωνήεντα που τελειωμό δεν είχαν ήσαν βάλσαμο και λεπίδι δίκοπο για τους πονεμένους που αναπαύονταν σιγοντάροντας τον κοινό τους σπαραγμό. Μαστοράτζες και καλφάδια, μικρονοικοκύρηδες και μικροκακομοίρηδες οι περισσότεροι δεν ψώνισαν (ούτε ψωνίστηκαν) από τα καθρεφτάκια της κοινωνικής κινητικότητας. Το όμορφο προσφυγόπουλο δεν ήταν μονάχα ο δικός τους άνθρωπος, ήταν αυτός που δεν το έβαζε κάτω. «Το μίσος και το ψέμα» δεν τα έκανε ζάφτι. Προσδοκούσε μια «καινούργια κοινωνία άλληνε». Και τα έβαζε στα ίσα με το κακό και το άδικο, με τον υπόκοσμο της νύχτας και της μέρας. Κι ήθελε, στ’ αλήθεια, τσαγανό στα 35 σου, όταν μάλιστα μεσουρανείς, να γυρνάς την πλάτη στα λεφτά και στη δημοσιότητα για να πας με τα φιλαράκια σου για ψάρεμα.
Εκτοτε ο ανυπόταγος αλιέας, και επί χούντας και επί Μεταπολίτευσης, τελούσε υπό ραδιοτηλεοπτικό αποκλεισμό. Και, όπως λένε οι θυμόσοφοι, μάτια που δεν βλέπονται γρήγορα λησμονιούνται. Δεν αναφέρομαι στους ξεριζωμούς που έπαψαν να πληγώνουν. Αναφέρομαι στο κοινό, που όσο ο «Στελάρας» ψαρολογούσε, αυτό καβαλούσε τον κάλαμο και μεγαλοπιανόταν. Διότι, τι να την κάνει την «έντιμο πενία» όταν γύρω του σφύριζαν μαυλιστικά το χρήμα και οι χρηματισμένοι; Αφού δεν χώραγε πλέον στη ζωή του την έβαλε στο ράφι της σιντιέρας και ξεμπέρδεψε.
31 Δεκεμβρίου 2024
Κουνώντας μαντίλια στο «Ελ. Βενιζέλος»
*Θεόδωρος Παντούλας
Οσο εμείς υποδεχόμαστε χαριέντως «παράτυπους» μετανάστες στη δημογραφικά ρημαγμένη χώρα μας, περισσότερο από ένα εκατομμύριο (1.000.000) νέοι άνθρωποι –τα παιδιά μας, τα ανίψια μας κι οι φίλοι τους– πήραν των ομματιών τους κι εγκαταστάθηκαν στην αλλοδαπή.
Ορισμένοι, διαφόρων αποχρώσεων, πολιτευτές χαίρονται χαρά μεγάλη που έφυγαν από τη μέση 1.000.000 άνεργοι, υποαπασχολούμενοι, ετεροαπασχολούμενοι και σε κάθε περίπτωση οχληροί νέοι, κι αυτό τους επιτρέπει –και με το δίκιο τους– να καμαρώνουν για τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας που κατόρθωσαν οι πολιτικές τους! Κάποιοι άλλοι (περισσότερο από φθόνο νομίζω κι όχι από πεποίθηση) επικρίνουν τους φευγάτους σαν ριψάσπιδες, που δεν έμειναν κοντά μας να εργασθούν για την ανόρθωση της υπό επιτρόπευση πατρίδας – αυτό ακούγεται από μόνο του σαν κακόγουστο αστείο, αλλά δεν έχουμε κατ’ ανάγκην όλοι την ίδια αίσθηση του χιούμορ. Τέλος, είμαστε κι όλοι οι επίλοιποι (ανάμεσά τους και η αφεντιά μου) που μακαρίζουμε τους φευγάτους και μας λυπεί σφόδρα, περισσότερο από την αναχώρησή τους, ότι εμείς… μένουμε πίσω.
Σε άλλες ευκαιρίες έχω αναφερθεί, έστω ακροθιγώς, στη φιλαπόδημη φτιαξιά των Ελλήνων και στην απαρόμοιαστη φιλοπατρία των ξενιτεμένων μας που αποδείχθηκαν, σε πολλές περιπτώσεις, δύο και τρεις φορές περισσότερο Ελληνες από τους επιχώριους. Δεν είναι εδώ ο χώρος για περισσότερα. Ούτε και νομίζω ότι χρειάζονται περισσότερα. Αρκεί να θυμηθούμε τους εθελοντές στους πολέμους του προηγούμενου αιώνα ή πως όποιο ντουβάρι εξαιρείται της πλήθουσας νεοελληνικής ασχήμιας είναι δώρημα των αποδήμων ευεργετών που ποτέ δεν απολησμόνησαν ούτε αυτούς που άφησαν στους γενέθλιους τόπους ούτε ότι από αυτούς κρατάει η σκούφια τους.
Βεβαίως, η σημερινή μετανάστευση είναι καταφανώς πολύ διαφορετική από εκείνες των παρελθόντων αιώνων. Οι αποχωρισμοί είναι λιγότερο οριστικοί και η τεχνολογία με τις ευκολίες της μαλακώνει κάπως της απουσίας τον καημό. Επίσης, δεν εκπατρίζονται πλέον οι χειρώνακτες αλλά οι κατά τεκμήριο μορφωμένοι.
25 Δεκεμβρίου 2024
ΝΑ ΤΑ ΠΟΥΜΕ;
Του Θοδωρή Παντούλα
13 Δεκεμβρίου 2024
Βουλιάζοντας στα απόνερα του Διαφωτισμού
Είναι πολύ όμορφο να διαφωνείς με απόψεις και ταυτοχρόνως να υπερασπίζεσαι πεισματικά το δικαίωμα αυτών που τις εκφέρουν, ακωλύτως να τις εκφράζουν. Ποτέ όμως ο Βολταίρος δεν διατύπωσε τον ανωτέρω διάσημο αφορισμό που για δεκαετίες του πιστώθηκε από μια γενικευμένη αλλά προδήλως επιπόλαια, οπαδικής κοπής, επιδοκιμασία.
Οι ακαδημαϊκές προκαταλήψεις που θωράκισαν τον Βολταίρο όχι απλώς απέκρυψαν τα κουσούρια των Διαφωτιστών (που υπήρξαν τα εικονίσματα της νεωτερικότητας), αλλά φιλοτέχνησαν μια ψευδή αναπαράστασή τους σαν γενναίων εραστών του μεγάλου και του αληθινού. Ο Βολταίρος μάλιστα θεωρήθηκε ο πιονιέρος τους. Και, πράγματι, ο ζηλόφθονος αυλοκόλακας τον είχε τον τρόπο του και ως συγγραφέας και ως… επενδυτής. Ενώ έκανε καριέρα σαν «απόστολος της ανεκτικότητας», ταυτοχρόνως έκανε και το κομπόδεμά του από το δουλεμπόριο! Οι απροκάλυπτα ρατσιστικές, δηλαδή απάνθρωπες, θεωρήσεις του, όπως και οι αντισημιτικές απόψεις του, πέρασαν και δεν ακούμπησαν – ή ακριβέστερα ακούμπησαν αλλά πέρασαν στα μουγγά. Αυτό που έμεινε εδραίο είναι το χαλκευμένο φωτοστέφανο του γιαλαντζί υπέρμαχου της πολυφωνίας!
Τα τελευταία ωστόσο χρόνια τολμητίες μελετητές αποκαθήλωσαν το τοτέμ του Διαφωτισμού και μας έδειξαν ότι ο Βολταίρος και οι φίλοι του κάθε άλλο παρά άμοιροι των ανθρώπινων αδυναμιών υπήρξαν. Ήσαν το ίδιο, αν όχι περισσότερο αλαζόνες, μισαλλόδοξοι και μικροπρεπείς με τους άλλους ανθρώπους του φυράματός τους. Χάρη σε αυτούς τους απόκοτους ερευνητές υποψιαστήκαμε ότι ο Διαφωτισμός δεν ήταν μια λαϊκή εξέγερση αλλά ένα ελιτίστικο καπρίτσιο που περιφρονούσε τον λαό και τα ταυτοτικά του στοιχεία, ένα αιματηρό κίνημα πραξικοπηματιών. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η ανεκτικότητα δεν ήταν στις προτεραιότητές του Βολταίρου και των φίλων του – ούτε η διαλλακτικότητα ούτε η ανεξιθρησκία. Η μονομανία του άλλωστε δεν περιοριζόταν στην καθολική εκκλησία –έπαιρνε αμπάριζα όλες τις θρησκευτικές παραδόσεις.
Και είναι στ’ αλήθεια περίεργο ότι σήμερα, που ο θρησκευτικός φανατισμός δεν μας χτυπάει απλώς την πόρτα αλλά την παραβιάζει, επιστρατεύεται, στο όνομα της «συμπερίληψης» και άλλων πολυπολιτισμικών ωραίων, η καλοσύνη του Διαφωτισμού!
Το ερώτημα που ευλόγως προκύπτει είναι αν μπορεί μια καλπιά (γιατί περί αυτής πρόκειται) να απαντήσει στην εγχώρια ή εισαγόμενη αδιαλλαξία;
03 Νοεμβρίου 2024
Μεσίστια η επέτειος, τσουρούτικη η γιορτή
*Θεόδωρος Παντούλας
Κάθε φορά που κοντοζυγώνει η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου με ζώνουν τα φίδια. Σκέφτομαι το οπτικοακουστικό υλικό που θα κυκλοφορήσει στα «μέσα κοινωνικής δικτύωσης», στο οποίο οι μαθητές θα απαντούν άλλα αντί άλλων σχετικά με τον εορτασμό, και… δαιμονίζομαι. Παλιότερα τους έκανα χάζι τους νεολαίους, υποθέτοντας ότι παίρνουν στο ψιλό τους ρεπόρτερ. Μετά βεβαιώθηκα ότι είναι τωόντι άγευστοι της γιορτής και ανυποψίαστοι του περιεχομένου της.
Και κοντά στα σχολιαρούδια πολλοί νταβραντισμένοι ενήλικοι που, έχοντας δυσανεξία σε οτιδήποτε ούτως ειπείν εθνικό, στρογγυλεύουν με δικολαβισμούς την αποστροφή τους βρίσκοντας παρωχημένες τις παρελάσεις (τις συγκεκριμένες) ή θεωρώντας καλύτερο να γιορτάζουμε τη λήξη του πολέμου και όχι το ξεκίνημά του!
Εχουν τα δίκια τους οι άνθρωποι. Οι πόλεμοι είναι, πράγματι, αγριευτικές καταστάσεις και οι παλιοί ήσαν ακάτεχοι από τις σημερινές μετωνυμίες των «ανθρωπιστικών επεμβάσεων», χώρια ότι δεν είχαν και κουμπιά να πατήσουν. Εφ’ όπλου λόγχη, δηλαδή με σώμα με σώμα, έγραφαν ιδίαις χερσί και εκ του σύνεγγυς τις εποποιίες τους. Μολαταύτα οι κοινωνίες που σέβονται τον εαυτό τους και τη διαδρομή τους στον χρόνο τιμούν όσους αγωνίστηκαν – πάντως όχι για να απλώνουμε εμείς μερακλίδικα τις αρίδες μας. Θέλω να πω ότι η απόδοση τιμών δεν είναι μια επετειακή ρητορεία. Είναι μια ανανεούμενη δέσμευση των επιγόνων ότι θα σταθούν ισοϋψείς με τους προγόνους. Είναι δέσμευση ότι θα πουν κι αυτοί, σαν έρθει η δική τους ώρα, τα δικά τους «όχι».
Δεν είναι προφανέστατα η δική μας περίπτωση αυτή. Εμείς ως πολιτεία παριστάμεθα αγγαρεμένοι από το πρωτόκολλο σε ξέπνοες εκδηλώσεις κι ως κοινωνία οι περισσότεροι ανησυχούμε αν βγαίνει τριημεράκι με την αργία κολλητή για να εκδράμουμε στις ανά την επικράτεια εξοχικές ταβέρνες.




















