Κριτικές φωνές, διαχρονικά αλλά και ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες, ακούγονται εκ μέρους της Αριστεράς, κομμουνιστικής ή μη, για την ολοένα και μεγαλύτερη συμπόρευση και ταύτιση με τις ΗΠΑ και τον δυτικό παράγοντα.
Όντως, η μονοσήμαντη διαμόρφωση του εθνικού συμφέροντος μέσα από το πρίσμα των συμμαχικών προτεραιοτήτων συνεπάγεται την εξάλειψη της Αθήνας ως αυτόνομου γεωπολιτικού δρώντος και την απονομιμοποίηση κάθε σκέψης για συγκρότηση αυτοδύναμης ισχύος, εξέλιξη η οποία εξυπηρετεί τόσο ένα ανεπαρκές πολιτικό προσωπικό ανίκανο για οτιδήποτε απαιτεί επιτελικό σχεδιασμό, όσο και μια κουρασμένη και γερασμένη κοινωνία εθισμένη σε πάσης φύσεως παροχές και απαράσκευη για μακροχρόνιους αγώνες.
Οι παραπάνω σκέψεις, όμως, δεν αποτέλεσαν έγνοια των Ελλήνων αριστερών. Ο εμμονικά καταγγελτικός λόγος για την δυτική μονομέρεια οδηγεί σε αδιέξοδο αν δεν συνοδεύεται από μια βιώσιμη εναλλακτική προοπτική.
Ποια είναι η εναλλακτική εφ’ όσον Σύμφωνο της Βαρσοβίας δεν υφίσταται αλλά ακόμα και αν υπήρχε τα κρατικά συμφέροντα θα επισκίαζαν τα αντίστοιχα ιδεολογικά με πολλές «σύντροφες» χώρες να έβρισκαν έναν διακανονισμό με την Άγκυρα; Η θέση της αποδέσμευσης από το δυτικό πλέγμα συμμαχιών, παράλληλα, προκαλεί τον γέλωτα αν ληφθεί υπ’ όψιν τόσο ο Στρατηγικός Διάλογος με τις ΗΠΑ επί ΣΥΡΙΖΑ με τον κ. Τσίπρα μάλιστα να επαίρεται στον κήπο του Λευκού Οίκου για την υπέρβαση του ορίου του ΝΑΤΟ ( 2%) για τις αμυντικές δαπάνες εκ μέρους της Ελλάδος πιστοποιώντας τη συμμόρφωση της τελευταίας στις συμμαχικές επιθυμίες, όσο και η συμπόρευση της Αριστεράς στο σύνολό της με βασικές στοχοθεσίες της Ουάσιγκτον και των Βρυξελλών στην ευρύτερη περιοχή εξαιτίας διαχρονικών ιδεοληπτικών εμμονών σχετικά με την ιστορία και την ταυτότητα αυτής της χώρας με αποκορύφωμα τη Συμφωνία των Πρεσπών. Οι ψυχώσεις αυτές νομιμοποιούν ιδεολογικά τις στοχεύσεις των ΗΠΑ, οι οποίες – σε όχι λίγες περιπτώσεις – δεν ταυτίζονται με τα ελληνικά συμφέροντα.