Την περίοδο 1824-1827 η Τριφυλία έγινε τόπος άγριων μαχών και γνώρισε πρωτοφανή καταστροφή του ανθρώπινου και φυσικού της πλούτου. Η αντιμετώπιση του Ιμπραήμ με συνεχή κλεφτοπόλεμο, καθώς είχε οργανωμένο και αριθμητικά υπέρτερο στρατό και η αντιμετώπιση των Νενέκων και του προσκυνήματος, κράτησαν την επανάσταση ζωντανή και ανέδειξαν τη στρατηγική ιδιοφυία του Κολοκοτρώνη.
Οι Τριφύλιοι Ντρέδες αντέταξαν τον μέχρι τέλους αγώνα στην αντιμετώπιση του Ιμπραήμ. Κατάφεραν να κρατήσουν ελεύθερες τις περισσότερες περιοχές τους, ενώ προσέτρεχαν σε όλα τα πεδία των κύριων μαχών, στις άλλες επαναστατημένες περιοχές.
Ο Ιμπραήμ επιχείρησε να υποτάξει τους Ντρέδες και τα Σουλιμοχώρια το 1827 και το 1828. Απέτυχε. Το 1827 έγιναν τρείς μάχες στην περιοχή των Ντρέδων: η μάχη στο Λάπι Κοπανακίου (22/4/1827), η μάχη στο Ψάρι (24/4/1827) και η μάχη στον Αετό (29/4/1827). Το 1828 έγινε τέταρτη μάχη στα Γουβαλάρια Δωρίου (20/5/1828).
Η μάχη στο Λάπι “συγκαταλέγεται μεταξύ των επισημωτέρων συγκροτηθεισών μαχών καθ` όλον τον Ελληνικόν Αγώνα”, σύμφωνα με το Γρηγοριάδη.
Πριν ξεκινήσει η μάχη, ο Ιμπραήμ έστειλε μια κολακευτική επιστολή γεμάτη υποσχέσεις, για στρατιωτικούς βαθμούς και χρηματική βοήθεια στους Ντρέδες της περιοχής και «άφεσιν και συγχώρησιν», αν υποταχτούν.
Η απαντητική επιστολή των Σουλιμοχωριτών/Ντρέδων είναι ενδεικτική του τρόπου σκέψης, των αξιών και του φρονήματος των αγωνιστών της εποχής.
Το Σουλιμά κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας ήταν ελεύθερο ελληνικό έδαφος και συνεπώς το πλέον ασφαλέστερο μέρος για να γίνονται οι συσκέψεις και τα συμβούλια των κλεφταρματολών της Πελοποννήσου. Εκεί συγκεντρώθηκαν ο Ζαχαριάς με τα παλικάρια του, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης με τ’ ασκέρι του, ο Γιώργης από τον Αετό, ο Θανάσης Πετιμεζάς, ο Αναγνωσταράς, ο Πέτροβας, ο Τρίγκας, ο Νταγρές, ο Γιαννάκης Γκάζντας, ο Γιώργος Συρράκος και άλλοι για να αποφασίσουν τι έπρεπε να κάνουν μετά τον σκληρό διωγμό από τους Τούρκους.
Στο αρχοντικό των Παπατσωραίων, αναφέρει ο Φραντζής, ανέβαινε πολλές φορές ο ίδιος αλλά και ο τότε θρυλικός μητροπολίτης Τριφυλίας Γερμανός και όρκιζαν ‘’φιλικούς’’ πολλούς κλεφτοκαπεταναίους.
Επίσημα η Επανάσταση κηρύχτηκε από τους Ντρέδες στις 24 Μαρτίου 1821, μία ημέρα δηλαδή ενωρίτερα από εκείνη που είχε προκαθοριστεί από τη Φιλική Εταιρεία.
Αλλά εκεί που διέπρεψαν κυριολεκτικά οι Ντρέδες και το Σουλιμά καταξιώθηκε στην Ιστορία, ήταν κατά την περίοδο του επικού εννιάχρονου απελευθερωτικού αγώνα του 1821, που σήκωσαν δυσανάλογα μεγάλο βάρος σε σχέση με τον πληθυσμό των Σουλιμοχωρίων, για την ελευθερία των Ελλήνων.
Μια ακόμα σελίδα ηρωισμού γιά την Αρκαδιά, μα και γιά όλους τους Αρκαδινούς, είναι και η μάχη που έγινε, αμέσως μετά την μάχη στο Μανιάκι, με τον Ιμπραήμ, στα νότια υψώματα της πόλεως, στο μέσον του τριγώνου που σχηματίζεται με κορυφές, την Αρκαδιά, τον συνοικισμό του Ροντακίου και το χωριό Ξηρόκαμπο (Μαλενίτι).
Είχε πια πέσει, μεγαλόπρεπα μα και πένθιμα, η αυλαία στο θρυλικό Μανιάκι. Ο μπουρλοτιέρης των ψυχών, Παπαφλέσσας, σαν άλλος Λεωνίδας, είχε ξαναζωντανέψη με τον ηρωικό του θάνατο στην ελληνική μνήμη, του Λεωνίδα την θυσία. Το «φίλημα» του Ιμπραήμ προς τον γενναίο, μα νεκρό πια αντίπαλό του, ήταν ένα γεγονός, που και σήμερα αναντίρρητα συγκινεί.
Οι Αρκαδινοί μόνοι σχεδόν σύντροφοι στην μάχη- θυσία του Παπαφλέσσα στα «Ταμπούρια», που πιο κοντά στο χωριό Παιδεμένου (Φλεσσιάδα), παρά στο Μανιάκι, βρίσκονται, είχαν πληρώσει γιά μιά ακόμα, πολλοστή φορά, βαρύ φόρο σ’ αίμα.
Ο Ιμπραήμ, μετά από αυτή του την επικράτησι, έκοβε δρόμο γιά την πατρίδα των αντιπάλων ηρώων, την Αρκαδιά. «'Ηθελε να πάη και να πατήση την πρωτεύουσα εκείνων, που τόσο σκληρά τον πολέμησαν στο Μανιάκι». Ο Αθανάσιος Γρηγοριάδης, ο Πλαπούτας και οι άλλοι δεν είχαν φτάσει γιά να συνδράμουν στην προσπάθεια του Παπαφλέσσα. Είχαν μείνει στις κορυφές των βουνών της Αρκαδίας και συγκεκριμένα στο χωριό της κορυφής, στην Μάλη.
Ένας ανώτερος αξιωματικός του Γρηγοριάδη, ο Αντώνης Χαλαζονίτης, τα χαράματα της 21ης Μαΐου, ξημέρωνε η γιορτή των ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης, έφερνε από τις γραμμές των προφυλακών στην Μάλη στους καπεταναίους την είδησι, πώς φάνηκαν προελαύνοντα τα εχθρικά μιλιούνια, του Ιμπραήμ οι ορδές. Στόχος τους, δίχως άλλο η Αρκαδιά.
«Εις τούτον τον τόπον ουδεμία πράξις φιλοπατρίας δεν έμεινεν ατιμώρητος»
Εμμανουήλ Ροΐδης
Το καλοκαίρι του 1834, η κατάσταση στην απελευθερωμένη χώρα απείχε πολύ από το να μπορεί να χαρακτηρισθεί ως υποφερτή για τον μέσο πολίτη, αυτόν που πολέμησε, υπέφερε, στερήθηκε, μάτωσε, έθαψε δικούς, είδε το σπίτι του και τη σοδειά του να καταστρέφονται, όμως με επιμονή και επιμονή κατάφερε, τελικά, να διώξει τον Τούρκο δυνάστη.
Όσοι πολέμησαν και θυσίασαν στην Επανάσταση, προσωπική ζωή, υγεία, οικογένεια μαζί με το φτωχικό βιός τους, ένιωθαν στο πετσί τους τον παραγκωνισμό και την απαξίωση, καθώς στο απελευθερωμένο κομμάτι της Ελλάδας, τις θέσεις ευθύνης και τα καίρια πόστα, αλλά και τις όποιες ευκαιρίες, που τους εξασφάλιζαν άνετη και πλούσια διαβίωση, τις νέμονταν μεταξύ τους Φαναριώτες, "Φιλέλληνες", Βαυαροί, τυχοδιώκτες και δουλοπρεπείς παρατρεχάμενοι της εξουσίας.
Για να έχουμε μια πραγματική εικόνα της κατάστασης, πρέπει να γνωρίζουμε πως μόνο το 1/6 των Ελλήνων είχε δική του γη και μόνο το 1/4 δικό του ζώο. Όσοι καλλιεργούσαν εθνική γη πλήρωναν ποσοστό 15% ως ενοίκιο για τη γη και επί πλέον ένα 10% ως φόρο της δεκάτης, χωρίς να υπολογίσουμε τις αυθαιρεσίες των εισπρακτόρων.
Ο καλλιεργητής έδινε, επίσης, ένα σημαντικό ποσοστό στον ιδιοκτήτη των ζώων και των εργαλείων καθώς και για τους σπόρους. Τελικά δεν του απέμενε ούτε το 30% της παραγωγής του! Αν, φυσικά, πήγαιναν όλα καλά και δεν πάθαινε σοβαρές ζημιές από τον καιρό και τις αρρώστιες. Είναι χαρακτηριστικός ο στίχος από το δημοτικό τραγούδι της εποχής:
ξήντα παράδες το σφαχτό, δύο γρόσια το μοσχάρι και τρία γρόσια τ' άλογο, ποιος θε να υποφέρει;...
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, οι ενέργειες του προτεστάντη Αντιβασιλέα Μάουρερ που ήταν αρμόδιος για τα εκκλησιαστικά, είχαν προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις μέσα στην κοινωνία, που είχαν ως αποτέλεσμα να ξεσπάσουν ταραχές, οι οποίες πήραν επικίνδυνες διαστάσεις, φτάνοντας στα όρια του διχασμού. Και με όλη αυτή την ερεβώδη κατάσταση να καταπλακώνει τις ψυχές και την καθημερινότητα των Ελλήνων, ήρθε και η καταδίκη "εις θάνατόν" των στρατηγών Θόδωρου Κολοκοτρώνη και Δημήτρη Πλαπούτα και ακολούθησε η από καιρού αναμενόμενη έκρηξη.
Ο ξεσηκωμός των Ντρέδων
Στις 29 Ιουλίου 1834, ημέρα Κυριακή, πεντακόσιοι Σουλιμοχωρίτες-Ντρέδες, με επικεφαλής τον καπετάνιο τους Γιαννάκη Γκρίτζαλη από το Ψάρι, αιφνιδίασαν τις αρχές της Κυπαρισσίας (Αρκαδιάς), που ήταν η πρωτεύουσα του Νομού Μεσσηνίας και αφού συνέλαβαν το Νομάρχη Δημήτριο Χρηστίδη, τον στρατιωτικό διοικητή Αντώνη Μαυρομιχάλη και τον Δημόσιο Ταμία, τους οδήγησαν στο Πάνω Ψάρι, όπου τους φυλάκισαν.
Στη θέση των αρχών που καταργήθηκαν δημιουργήθηκε μια "Πατριωτική Επιτροπή", για να «αντιπροσωπεύσει τον λαόν της επαρχίας Τριφυλίας εις την περίστασιν ταύτην και ως πληρεξούσιοι αυτών διορίζονται να αναφέρωσιν όπως κρίνωσιν αρμοδιότερον τα παράπονα και τας ικεσίας του λαού τούτου, προς ανόρθωση των καταπατηθέντων αυτού δικαίων».
Την 31η Ιουλίου η "Πατριωτική Επιτροπή", εξέδωσε δύο προκηρύξεις, μετά από δημόσια συνέλευση, από τις οποίες η πρώτη, που υπογραφόταν από έντεκα επαναστάτες, απευθυνόταν στον ελληνικό λαό, ενώ η δεύτερη απευθυνόταν στον Όθωνα και υπογραφόταν από 71 έγκριτους πολίτες όλων των τμημάτων της Επαρχίας Τριφυλίας και του Τμήματος Ζούρτσας της Επαρχίας Ολυμπίας. Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα από την πρώτη προκήρυξη:
«ο Λαός της Επαρχίας Τριφυλίας, αγανακτισμένος και απελπισμένος από τις καταχρήσεις των Διοικητικών και Δικαστικών Αρχών, μη δυνάμενος πλέον να υποφέρει τα υπερβολικά βάρη και τον παράνομο τρόπο της εισπράξεως του περί αποδεκατώσεως φόρου, παραδειγματιζόμενος από την παράνομον και αυθαίρετον σύλληψιν και φυλάκισιν των συμπατριωτών ημών και φοβούμενοι καθ' εκάστην περί της ασφάλειας της προσωπικής του ελευθερίας, με αγανάκτησιν μας δε μαθόντες τον επηρεασμόν και την παράνομον επέμβασιν της εξουσίας εις το εν Ναυπλία δικαστήριον, υπό του οποίου άνθρωποι προσφιλέστατοι εις την πατρίδα δια υποθετικά και ανύπαρκτα εγκλήματα κατεδικάσθησαν εις την εσχάτην τιμωρίαν, απεφασίσαμεν να ανακτήσωμεν τα πολιτικά μας δίκαια δια της δυνάμεως, του μόνου και τελευταίου μέσου προς εδραίωσιν του καταπιεζομένου λαού. Επί τούτου λαβόντες τα όπλα εις τας χείρας, συνελάβαμε τας διοικητικάς και λοιπάς Αρχάς τας εν τη πόλει της Κυπαρισσίας, συνεννοούμενοι κατά τούτο και με τας πλησιεστέρας επαρχίας, επί σκοπώ του να ζητήσωμεν επιμόνως την ανόρθωσιν των δικαίων ημών». Παρότρυνε δε τους πληρεξουσίους της «Πατριωτικής Επιτροπής» Τριφυλίας να προωθήσουν τη συνταγματική μοναρχία.
Ο Θεόδωρος Γρηγορίου Κανελόπουλος1 γεννήθηκε στην Σπηλιά Τριφυλίας, τον Ιούλιο του 1907. Τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο στην Σπηλιά, και το Γυμνάσιο στην Κυπαρισσία. Σπούδασε στην Φιλοσοφική Σχολή (Κλασσικό τμήμα) του Πανεπιστημίου Αθηνών, λαβών το πτυχίο με βαθμό «Άριστα». Υπηρέτησε στο ιππικό, ώς έφεδρος αξιωματικός. Στον Β ́ Παγκόσμιο πόλεμο, ώς υπίλαρχος, συνελήφθη αιχμάλωτος στη Δράμα από τους Γερμανούς. Απέδρασε όμως και πίσω από τις γραμμές τών εισβολέων κατέγραφε σημαντικά ιστορικά ντοκουμέντα. Πρωτοδιωρίσθηκε καθηγητής στο Γυμνάσιο Φιλιατρών, όπου υπηρέτησε τα περισσότερα χρόνια της σταδιοδρομίας του, ώς Γυμνασιάρχης και Λυκειάρχης. Επίσης υπηρέτησε στα Γυμνάσια Κοπανακίου, Γαργαλιάνων και Νέων Λιοσίων Αθηνών, απ' όπου συνταξιοδοτήθηκε μετά από 36 χρόνια υπηρεσίας.
Παντρεύτηκε την δασκάλα Μαρία Κ. Οικονομοπούλου, με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά, την Πασχαλία, τον Γρηγόριο, τον Κωνσταντίνο και την Αναστασία, η οποία πέθανε σε ηλικία 4 ετών.
Επί σειράν ετών πραγματοποίησε πολλά ταξίδια στην Βόρεια Ελλάδα, από χωριό σε χωριό, καθώς και στην Βουλγαρία, Γιουγκοσλαβία και Τουρκία. Συναντήθηκε με πολλούς Έλληνες της διασποράς και συνέλεξε πολύτιμα ιστορικά και λαογραφικά στοιχεία, τα οποία και κατέγραφε. Η απόκτησις αυτών τών στοιχείων πραγματοποιήθηκε με μεγάλες πεζοπορίες και πολλούς κινδύνους. Τα στοιχεία αυτά, παροιμίες, λέξεις, παρωνύμια, τοπωνύμια, ανέκδοτα, απετέλεσαν δική του συλλογή. Πίστευε ότι το έδαφος της Τριφυλίας είναι κατάσπαρτο από μύθους, θρύλους, παραδόσεις κ.τ.λ., «τα οποία άφωνα λαλούν διά την ιστορικήν ζωήν της γενέτειράς μας». Εξέφρασε δε την λύπη του, γιατί δεν μπόρεσε να εκδώση την συλλογή του.
Η επιτυχία της συλλογής αυτής οφείλεται σε σημαντικό βαθμό, στο γεγονός ότι ήταν γνώστης πολλών ξένων γλωσσών, Γαλλικά, Γερμανικά, Αγγλικά. Πλην τούτων μπορούσε να συννενοήται με όσους ωμιλούσαν την Ιταλική, Ρωσσική και Τουρκική γλώσσα. Μέρος της προσπάθειάς του, δηλ. της συλλογής ιστορικών και λαογραφικών στοιχείων, συνδέονται με την ζωή και το έργο του Καπετάν Άγρα, εκδίδοντας υπέρ αυτού του εθνομάρτυρος το ομότιτλο βιβλίο2. Τούτο το βιβλίο χαρακτηρίστηκε «κιβωτός της φιλοπατρίας», το δε άλλο βιβλίο «Παναγιά η Γοργοπηγή Πρώτης Τριφυλίας»3, «κιβωτός της Ορθοδοξίας»4.
Στο συγγραφικό του έργο συγκαταλέγονται και πολλά άρθρα και επιστολές σε εφημερίδες και περιοδικά, καθώς και στο μηνιαίο μαθητικό περιοδικό του Γυμνασίου Φιλιατρών, με τον τίτλο «Λουλούδια»5, του οπoίoυ την επιμέλεια είχε ο Κανελόπουλος. Απέθανε στις 6 Ιανουαρίου του 2004, ημέρα των Αγίων Θεοφανείων.
Στις 30 Μαρτίου 1827, η Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, εξέλεξε τον Ιωάννη Καποδίστρια ως Κυβερνήτη της Ελλάδας, με θητεία επτά ετών. Ο Κυβερνήτης, αφού επισκέφθηκε κατά σειρά την Αγία Πετρούπολη, το Λονδίνο και το Παρίσι, κατευθύνθηκε, στη συνέχεια, στην Αγκώνα, όπου έφτασε στις 8 Νοεμβρίου. Εκεί, όπως είχε κανονιστεί, θα επιβιβαζόταν σε αγγλικό πλοίο για να έρθει στην Ελλάδα, με μια ενδιάμεση στάση στην αγγλοκρατούμενη Κέρκυρα, για να προσκυνήσει τους τάφους των προγόνων του.
Και τότε άρχισαν τα παράδοξα. Αφού τον κράτησαν στην Αγκώνα σε αναμονή 49 μέρες(!), στη συνέχεια, το πλοίο που τον παρέλαβε, τον μετέφερε, αντί για την Ελλάδα, στην Μάλτα! Εκεί, αφού δέχθηκε τις διπλωματικές "νουθεσίες" του ναυάρχου Κόδριγκτον, επιβιβάστηκε, στις 14 Ιανουαρίου, στο αγγλικό πολεμικό πλοίο Warspite 74. Με συνοδεία δύο ακόμη πολεμικών πλοίων, ενός γαλλικού κι ενός ρωσικού, στις 18 Ιανουαρίου 1828 (δέκα μήνες μετά την απόφαση της Γ' Εθνοσυνέλευσης), έφτασε επιτέλους στο Ναύπλιο, όπου ανέλαβε καθήκοντα.
Με μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε η ημερίδα με θέμα: ''ΝΤΡΕΔΕΣ: ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ 1821" την Τετάρτη, 13 Μαρτίου 2019 και ώρα 18:30, στις κεντρικές εγκαταστάσεις του New York College, Αμαλίας 38, Σύνταγμα.
Ήταν μια εκδήλωση που έγινε για πρώτη φορά και διοργανώθηκε από την Ομοσπονδία Συλλόγων - Συνδέσμων Τριφυλίας με την υποστήριξη του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, του Παντείου Πανεπιστημίου και του Εκπαιδευτικού Ομίλου New York College.
Η προσέλευση του κόσμου ήταν πολύ μεγάλη και ο κόσμος γέμισε τις δύο αίθουσες ασφυκτικά, ενώ πολλοί ήταν αυτοί που έφυγαν επειδή δεν μπόρεσαν να εισέλθουν στον χώρο. Αυτό έγινε γιατί άλλαξε το πρόγραμμα της εκδήλωσης που ήταν προγραμματισμένη να γίνει σε άλλο χώρο, λόγω των καιρικών συνθηκών.
Η εκδήλωση, την οποία συντόνιζε ο δημοσιογράφος Κώστας Μαρδάς, ξεκίνησε με τον χαιρετισμό του προέδρου της Ομοσπονδίας Συλλόγων - Συνδέσμων Τριφυλίας, κ. Παναγιώτη Λούτου.
Στη συνέχεια χαιρετισμό απεύθυνε ο πρόεδρος και ιδρυτής του Εκπαιδευτικού Ομίλου New York College, κ. Ηλίας Φούτσης, ο οποίος έχει καταγωγή ντρέδικη. Ο κ. Φούτσης δήλωσε πως δεν περίμενε τόσο κόσμο και ζήτησε συγγνώμη για τη στενότητα του χώρου. Επίσης δεσμεύτηκε η επόμενη ημερίδα να πραγματοποιηθεί στο κτίριο της Παλαιάς Βουλής.
Χαιρετισμούς επίσης απεύθυναν: ο αρχιμανδρίτης, κ. Σεραφείμ, εκπρόσωπος του μητροπολίτη Τριφυλίας & Ολυμπίας κ.κ. Χρυσοστόμου, ο οποίος διάβασε μήνυμα του μητροπολίτη, η βουλευτής Μεσσηνίας, κα Παναγιώτα Κοζομπόλη, ο πρώην υφυπουργός Εθνικής Άμυνας, κ. Γιάννης Λαμπρόπουλος, ο δήμαρχος Οιχαλίας, κ. Αριστείδης Σταθόπουλος, ο οποίος και ζήτησε η επόμενη ημερίδα να πραγματοποιηθεί στο Σουλιμά, πράγμα που έγινε δεκτό από την Ομοσπονδία και ο πρώην πρέσβης στην Ουάσινγκτον, κ. Χρήστος Παναγόπουλος.
Τη σκυτάλη έλαβαν οι αξιόλογοι ομιλητές με πρώτο ομιλητή τον κ. Στάθη Παρασκευόπουλο, επίτιμο Πάρεδρο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και επίτιμο πρόεδρο του Συνδέσμου Ιστορικών Συγγραφέων, ο οποίος μίλησε για την Επανάσταση στην Τριφυλία από τους Ντρέδες.
Στη συνέχεια τον λόγο έλαβε ο δεύτερος ομιλητής, κ. Άγγελος Συρίγος, αν. καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Συγκριτικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο, ο οποίος μίλησε για την ιστορική παρουσία των Ντρέδων στη Μεσσηνία και τον ρόλο τους στην επανάσταση του 1821. Ο κ. Συρίγος έχει κι αυτός καταγωγή ντρέδικη.
Τρίτος ομιλητής ο κ. Γιαννάκης Γκρίτζαλης, κοινωνιολόγος - εργασιολόγος, π. Καθηγητής ΤΕΙ Αθήνας -απόγονος του μεγάλου αγωνιστή Γιαννάκη Γκρίτζαλη-, οποίος μίλησε για τη μεγάλη προσφορά των Ντρέδων το 1821 χωρίς ανάλογη αναγνώριση.
Τελευταία ομιλήτρια ήταν, η δρ. Μαρία Κουρή, λέκτωρ Πολιτιστικής Διαχείρισης, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, η οποία μίλησε για τις σύγχρονες μορφές διαχείρισης της μνήμης της Επανάστασης. Η περίπτωση Καλαμάτα 1821: Δρόμοι Ελευθερίας.
Στο τελευταίο μέρος της εκδήλωσης ο συντονιστής της εκδήλωσης, κ. Μαρδάς, ζήτησε από το κοινό αν θέλει κάποιος να τοποθετηθεί εκφράζοντας την άποψή του δημόσια.
Στο βήμα ανέβηκε ο κ. Σταύρος Παπασταυρόπουλος, πρώην δήμαρχος Λαυρίου, ο οποίος έχει καταγωγή ντρέδικη, η κα Λαμπροπούλου, κόρη του Παναγιώτη Λαμπρόπουλου από το Χαλκιά, συγγραφέα του βιβλίου «Οι ΝΤΡΕΔΕΣ ΤΑ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΑ ΤΟΥ ΜΩΡΗΑ», η Αλεξάνδρα Τασιγιώργου, συγγραφέας του βιβλίου «ΣΤΗ ΧΟΥΦΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ. Σουλιμά - Σουλιμοχώρια», ο Δημήτρης Αθανασόπουλος, συγγραφέας του βιβλίου «ΝΤΡΕΔΕΣ. ΟΙ ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ».
Την εκδήλωση τίμησαν επίσης με την παρουσία τους ο αντιδήμαρχος Οιχαλίας, κ. Αθανάσιος Ν. Κόλλιας, ο αρχιμανδρίτης κ. Γαβριήλ, εκπρόσωπος του αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερωνύμου, η πρώην βουλευτής Μεσσηνίας, κα Νάντια Γιαννακοπούλου, ο πρώην βουλευτής Ηλείας, κ. Μιχάλης Κατρίνης, ο επιχειρηματίας, κ. Κώστας Αρνόκουρος, ο κ. Λεωνίδας Παπακώστας, ο οποίος έχει με τα τραγούδια του υμνήσει τους Ντρέδες, ο υποψήφιος δήμαρχος Οιχαλίας, κ. Γιάννης Αδαμόπουλος, πρόεδροι κι εκπρόσωποι συλλόγων, δημοτικοί και περιφερειακοί υποψήφιοι και πλήθος κόσμου.
Χαιρετισμό απέστειλαν ο πρώην πρωθυπουργός, κ. Αντώνης Σαμαράς και ο υποψήφιος βουλευτής Μεσσηνίας, κ. Μίλτος Χρυσομάλλης.
Την εκδήλωση έκλεισε ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας κ. Λούτος, ο οποίος αφού ευχαρίστησε τους ομιλητές και τον κόσμο που παρευρέθηκε, ζήτησε συγγνώμη για τη στενότητα του χώρου κι έδωσε τη διαβεβαίωση πως οι επόμενες ημερίδες με θέμα τους Ντρέδες θα συνεχιστούν ως το 2021 με τη συμπλήρωση των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821. Η ομοσπονδία Τριφυλίας έχει σημαία τους Ντρέδες τόνισε χαρακτηριστικά.
Η εκδήλωση αυτή, που είναι και η πρώτη που γίνεται στην ιστορία, αποτελεί πρόταση του συμπατριώτης μας από το Ρίπεσι (Κεφαλόβρυση) πρώην Νομαρχιακού Συμβούλου Μεσσηνίας και εκ' των ιδρυτικών μελών της Ομοσπονδίας Συλλόγων - Συνδέσμων Τριφυλίας, κ. Σταύρου Σταθόπουλου, του οποίου η συμβολή υπήρξε καθοριστική για την υλοποίηση της.
Τον ευχαριστούμε θερμά για την πρωτοβουλία αυτή κι ευχόμαστε να υπάρξει ανάλογη συνέχεια, γιατί τέτοιες εκδηλώσεις αποτελούν μεγάλη τιμή αλλά και υποχρέωση για όλους εμάς τους Σουλιμαίους και Σουλιμοχωρίτες - απογόνους των Ντρέδων, και πρέπει να τις αγκαλιάζουμε όλοι.
Όλη η εκδήλωση από το anodorio.blogspot.gr για όσους δεν μπόρεσαν να την παρακολουθήσουν από κοντά.
Περί των ιερών σπηλαίων της Ευρυνόμης και της Δήμητρος Μέλαινας στον ποταμό της Νέδας στην Τριφυλία. Απόσπασμα από την ταινία τεκμηρίωσης "Προολύμπιες θεότητες" με τον Ισπανό Ελληνιστή και Ερευνητή ΠΕΔΡΟ ΟΛΑΓΙΑ.
Η Επαναστατημένη Τριφυλία κατά την τουρκοκρατία και το 1821.
Ιωάννης Δ. Μπουγάστος
Φιλόλογος- Θεολόγος
Ο Θεόδωρος Γρηγορίου Κανελόπουλος1 γεννήθηκε στην Σπηλιά Τριφυλίας, τον Ιούλιο του 1907. Τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο στην Σπηλιά, και το Γυμνάσιο στην Κυπαρισσία. Σπούδασε στην Φιλοσοφική Σχολή (Κλασσικό τμήμα) του Πανεπιστημίου Αθηνών, λαβών το πτυχίο με βαθμό «Άριστα». Υπηρέτησε στο ιππικό, ώς έφεδρος αξιωματικός. Στον Β ́ Παγκόσμιο πόλεμο, ώς υπίλαρχος, συνελήφθη αιχμάλωτος στη Δράμα από τους Γερμανούς. Απέδρασε όμως και πίσω από τις γραμμές τών εισβολέων κατέγραφε σημαντικά ιστορικά ντοκουμέντα. Πρωτοδιωρίσθηκε καθηγητής στο Γυμνάσιο Φιλιατρών, όπου υπηρέτησε τα περισσότερα χρόνια της σταδιοδρομίας του, ώς Γυμνασιάρχης και Λυκειάρχης. Επίσης υπηρέτησε στα Γυμνάσια Κοπανακίου, Γαργαλιάνων και Νέων Λιοσίων Αθηνών, απ' όπου συνταξιοδοτήθηκε μετά από 36 χρόνια υπηρεσίας.
Παντρεύτηκε την δασκάλα Μαρία Κ. Οικονομοπούλου, με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά, την Πασχαλία, τον Γρηγόριο, τον Κωνσταντίνο και την Αναστασία, η οποία πέθανε σε ηλικία 4 ετών.
Επί σειράν ετών πραγματοποίησε πολλά ταξίδια στην Βόρεια Ελλάδα, από χωριό σε χωριό, καθώς και στην Βουλγαρία, Γιουγκοσλαβία και Τουρκία. Συναντήθηκε με πολλούς Έλληνες της διασποράς και συνέλεξε πολύτιμα ιστορικά και λαογραφικά στοιχεία, τα οποία και κατέγραφε. Η απόκτησις αυτών τών στοιχείων πραγματοποιήθηκε με μεγάλες πεζοπορίες και πολλούς κινδύνους. Τα στοιχεία αυτά, παροιμίες, λέξεις, παρωνύμια, τοπωνύμια, ανέκδοτα, απετέλεσαν δική του συλλογή. Πίστευε ότι το έδαφος της Τριφυλίας είναι κατάσπαρτο από μύθους, θρύλους, παραδόσεις κ.τ.λ., «τα οποία άφωνα λαλούν διά την ιστορικήν ζωήν της γενέτειράς μας». Εξέφρασε δε την λύπη του, γιατί δεν μπόρεσε να εκδώση την συλλογή του.
Η επιτυχία της συλλογής αυτής οφείλεται σε σημαντικό βαθμό, στο γεγονός ότι ήταν γνώστης πολλών ξένων γλωσσών, Γαλλικά, Γερμανικά, Αγγλικά. Πλην τούτων μπορούσε να συννενοήται με όσους ωμιλούσαν την Ιταλική, Ρωσσική και Τουρκική γλώσσα. Μέρος της προσπάθειάς του, δηλ. της συλλογής ιστορικών και λαογραφικών στοιχείων, συνδέονται με την ζωή και το έργο του Καπετάν Άγρα, εκδίδοντας υπέρ αυτού του εθνομάρτυρος το ομότιτλο βιβλίο2. Τούτο το βιβλίο χαρακτηρίστηκε «κιβωτός της φιλοπατρίας», το δε άλλο βιβλίο «Παναγιά η Γοργοπηγή Πρώτης Τριφυλίας»3, «κιβωτός της Ορθοδοξίας»4.
Στο συγγραφικό του έργο συγκαταλέγονται και πολλά άρθρα και επιστολές σε εφημερίδες και περιοδικά, καθώς και στο μηνιαίο μαθητικό περιοδικό του Γυμνασίου Φιλιατρών, με τον τίτλο «Λουλούδια»5, του οπoίoυ την επιμέλεια είχε ο Κανελόπουλος. Απέθανε στις 6 Ιανουαρίου του 2004, ημέρα των Αγίων Θεοφανείων.
H ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΤΡΙΦΥΛΙΑΣ
Η Ιστορία αυτή της Τριφυλίας του Θεοδώρου Γρ. Κανελόπουλου φέρει τον τίτλο «Η επαναστατημένη Τριφυλία κατά την Τουρκοκρατίαν και το 1821». Συνεγράφη δε στο «χωρίον Σπηλιά, Ιούλιος του 1938».
Το κείμενο αυτής της Ιστορίας με μερικές παραλείψεις δημοσιεύθηκε στο «Λεύκωμα Επαρχίας Τριφυλίας 1938»6. Εκτείνεται δε σε δύο περιόδους: «Περίοδος πρώτη Τουρκοκρατία», και «Περίοδος δευτέρα. Η Επανάστασις του 1821». Η πρώτη καλύπτει την χρονική περίοδο 1459- 1460, μέχρι το 1821, η δε δεύτερη την επανάστασι από το 1821.
Στην πρώτη περίοδο παρέχονται στοιχεία περί της Φραγκοκρατίας στην Πελοπόννησο, την προέλασι των Τούρκων και τη φυγή του Θωμά Παλαιολόγου, ο τρόπος της οποίας ενόχλησε πολύ τους Τριφυλίους. Επισημαίνεται δε το γεγονός ότι η Πελοπόννησος μετά την κατάλυσι της Φραγκοκρατίας (1430) εθεωρείτο χώρα ελληνική υπό την κυριαρχία των αδελφών Παλαιολόγων. Η δε Τριφυλία κατά τη διανομή απετέλεσε επαρχία του δυναστικού τμήματος του Παλαιολόγου Θωμά, ο οποίος είχε ώς έδρα του την Κυπαρισσία.
1. Τα μετά την άλωσιν
Οι Τούρκοι μετά την υποδούλωση όλων των μερών του Βυζαντινού Κράτους στράφηκαν κατά των Δεσποτών της Πελοποννήσου το 1459- 1460. Δυστυχώς, υπογραμμίζει ο συγγραφεύς, ο Θωμάς Παλαιολόγος ασχολήθηκε με την απόδρασί του, παρά με τον τρόπο αμύνης των κτήσεών του. Βλέποντας τον κίνδυνον κατέφυγε με την οικογένειά του στην Πύλο, μετά στο λιμάνι των Γαργαλιάνων, τον Μάραθον ή Μάραθιν, και τέλος στην Κέρκυρα και από εκεί στην Ρώμη χωρίς να επιστρέψη πλέον στην Ελλάδα.
Η κατάληψις της Κυπαρισσίας και των περιχώρων της είχε ως αποτέλεσμα την τρομερή αφαίμαξι του πληθυσμού της «Δέκα χιλιάδες κάτοικοι», γράφει ο συγγραφεύς, «παραδίδονται και οδηγούνται εις Κωνσταντινούπολιν και συνοικίζονται εκεί»7. Η μετακίνησις αυτή του πληθυσμού δημιούργησε θρύλους στις σχέσεις των Κυπαρισσίων και ομογενών εκπατρισθέντων. «Πολλαί περιπέτειαι αναγνωρίσεως συγγενών δύνανται να τροφοδοτήσουν ολοκλήρους τόμους ιστορικών μυθιστορημάτων» κατά το σχετικό σχόλιο του Κανελόπουλου. Αυτά τα γεγονότα ήταν η απαρχή μιας σκοτεινής και μακράς χειμερινής περιόδου για την Τριφυλία.
Εβλιγιά Τσελεμπή στο κάστρο της Αρκαδιάς το 1668- Evliya Çelebi
O Εβλιγιά Τσελεμπή 1, γιος του αρχιχρυσοχόου της αυλής του σουλτάνου, Ντερβίς Μεχμέτ Ζιλλή, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 25 Μαρτίου 1611 (10 Μουχαρέμ 1020) και απεβίωσε πιθανότατα το 1683.
Οι πληροφορίες για τον ίδιο και την οικογένειά του αντλούνται από το έργο του, το περίφημο Seyahatname (Ταξιδιωτικό) ή Tarih-i Seyyah (Ιστορία του Ταξιδιού), που αποτελείται από δέκα βιβλία.
Ο ίδιος στο πρώτο και δεύτερο βιβλίο του διηγείται ένα όνειρο, που-κατ’ αυτόν αποδίδει την κλίση του στα ταξίδια σε θεϊκό χάρισμα.
Ονειρεύτηκε, συγκεκριμένα, ότι βρισκόταν στο τζαμί του Αχή Τσελεμπή, με σκοπό να προσκυνήσει τον προφήτη Μωάμεθ και μέσα στη σύγχυσή του, αντί να ζητήσει την ευλογία του (sefa'at), μπερδεύτηκε και του ζήτησε ταξίδια (seyahat).
Ο προφήτης, αφού τον ευλόγησε, του ανέθεσε να ταξιδέψει σε ολόκληρη την οθωμανική αυτοκρατορία και να καταγράψει τις εντυπώσεις του.
'Τα ταξίδια του Εβλιγιά Τσελεμπή"
(Οι περιηγήσεις του Εβλιγιά Τσελεμπή άρχισαν από την Κωνσταντινούπολη και τα περίχωρά της το 1630 ή 1631 και ολοκληρώθηκαν, με βάση το δέκατο βιβλίο του, στην Αίγυπτο, το Σουδάν και την Αιθιοπία)
Ο Εβλιγιά Τσελεμπή2, αναμφίβολα συγκαταλέγεται μεταξύ των μεγάλων περιηγητών των τελευταίων αιώνων, γιατί το μεγάλο οδοιπορικό του έργο αποτελεί ανεκτίμητη πηγή ιστορικών πληροφοριών για τις χώρες που επισκέφτηκε και για τα γεγονότα που ενδεχόμενα εκεί διεδραματίστηκαν. Ιδιαίτερα για ό,τι αφορά την τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, κάθε πληροφορία που μας έρχεται είναι ευπρόσδεκτη και είναι φυσικό να αποκτά εξαιρετικό ενδιαφέρον, γιατί συμπληρώνει, μεγάλα άγνωστα κενά της ζωής του λαού μας κατά τη σκοτεινή αυτή περίοδο της δουλείας του.