από π. Χερουβείμ Βελέτζας
Ἡ πρόταση γιά τήν κατάργηση τοῦ «θρησκευτικοῦ» ὅρκου, κάθε φορά πού τίθεται ἐπί τάπητος ἡ ἀναθεώρηση κάποιων ἄρθρων τοῦ Συντάγματος, ἐπανέρχεται ἀπό διάφορους κύκλους μέ διαφορετικά, κατά περίπτωση, πολιτικά ἤ ἰδεολογικά κίνητρα καί αἰτιάσεις. Τά πρῶτα, βεβαίως, δέν εἶναι πάντοτε εὐδιάκριτα, μέ ἀποτέλεσμα νά καθίσταται εὔκολη ἡ παρερμηνεία ἀκόμα καί τῶν πλέον ἀγαθῶν προθέσεων· οἱ λόγοι ὅμως πού ἐπικαλοῦνται εἶναι πασίδηλοι καί ἐφ’ ὅσον τίθενται, καθίστανται αὐτομάτως ἀντικείμενο συζητήσεως καί κριτικῆς, μέ βάση τήν λογική καί τά κατά περίπτωση δεδομένα. Καί τά ἐπιχειρήματα πού προτάσσονται σέ αὐτή τήν καθ’ ὅλα πολιτική συζήτηση, διακρίνονται σέ τρεῖς ὁμάδες: σέ θεολογικά, μέ ἀφετηρία τήν σχετική ἀπαγόρευση τοῦ Εὐαγγελίου· σέ ἱστορικά, ἐπειδή «τόν ἐπέβαλαν οἱ Βαυαροί»· καί σέ πολιτικά, ἐπειδή εἶναι ἀνάγκη νά προστατέψουμε τό οὐδετερόθρησκο κράτος καί νά προχωρήσουμε σέ διαχωρισμό ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Ἡ θεολογική διάσταση τοῦ πράγματος ἔχει ἀναλυθεῖ διεξοδικά πολλές φορές, ἡ ἀπαγόρευση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀπόλυτη: «Πάλιν ἠκούσατε ὅτι ἐρρέθη τοῖς ἀρχαίοις, οὐκ ἐπιορκήσεις, ἀποδόσεις δὲ τῷ Κυρίῳ τοὺς ὅρκους σου. Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν μὴ ὀμόσαι ὅλως· μήτε ἐν τῷ οὐρανῷ, ὅτι θρόνος ἐστί τοῦ Θεοῦ· μήτε ἐν τῇ γῇ, ὅτι ὑποπόδιόν ἐστι τῶν ποδῶν αὐτοῦ· μήτε εἰς Ἱεροσόλυμα, ὅτι πόλις ἐστί τοῦ μεγάλου βασιλέως· μήτε ἐν τῇ κεφαλῇ σου ὀμόσῃς, ὅτι οὐ δύνασαι μίαν τρίχα λευκὴν ἢ μέλαιναν ποιῆσαι. ἔστω δὲ ὁ λόγος ὑμῶν ναὶ ναί, οὒ οὔ· τὸ δὲ περισσὸν τούτων ἐκ τοῦ πονηροῦ ἐστιν.» (Ματθ. ε´, 33-37). Ἑπομένως, ὅσοι ἐπικαλοῦνται τό Εὐαγγέλιο, χρωστοῦν νά ἀντιτίθενται σέ κάθε μορφῆς ὅρκο, εἴτε περιλαμβάνει ἐπίκληση στό θεῖο εἴτε στήν τιμή καί στήν συνείδηση ἑνός ἑκάστου. Εἶναι δέ ἀπορίας ἄξιο, πῶς γίνεται ἀπό τήν μία μεριά ἡ Ἐκκλησία, κλῆρος καί πιστοί, νά ἀνέχονται τόν ὅρκο εἰς βάρος μάλιστα τῶν πεποιθήσεών τους (θά ἐπανέλθουμε σέ αὐτό), καί ἀπό τήν ἄλλη οἱ πολιτικοί, καί μάλιστα μέ περισσό σθένος ὅσοι δηλώνουν ἄθεοι, νά αὐτοανακηρύσσονται σέ προστάτες τῶν πιστῶν καί ὑπερασπιστές τῶν Γραφῶν.