Πριν από 2.500 χρόνια ο Αριστοτέλης υποστήριξε πως «δεν υπάρχει καμία μεγάλη ιδιοφυΐα χωρίς κάποια δόση παράνοιας». Σήμερα ο ισχυρισμός του αποδεικνύεται επιστημονικά καθώς πολυάριθμες μελέτες αποδεικνύουν πως η ευφυΐα σχετίζεται με την μελαγχολία.
Η μελαγχολία θεωρείται από την αρχαιότητα, στοιχείο διάκρισης.
O πρώτος ορισμός της δόθηκε από τον Iπποκράτη τον 5ο π.X. αιώνα που τη συσχέτιζε με τη «μέλαινα χολή», ένα από τα τέσσερα υγρά συστατικά του ανθρώπινου σώματος. Ο Aριστοτέλης πρώτος παρατήρησε ότι εξέχουσες μορφές της φιλοσοφίας, της πολιτικής και των τεχνών συνέβαινε να είναι μελαγχολικοί. Υποστηρίζει ότι οι «περιττοί», όσοι δηλαδή διέπρεψαν στη φιλοσοφία, στην πολιτική, στην ποίηση και τις τέχνες ήταν μελαγχολικοί.
Στον δειγματολογικό κατάλογο πρώτος μνημονεύεται ο Ηρακλής, και ακολουθούν ο Λύσανδρος ο Λακεδαιμόνιος, ο Αίας ο Τελλαμώνιος, ο Βελλεροφόντης, ο Εμπεδοκλής, ο Πλάτων και ο Σωκράτης. Ο Ηρακλής έζησε τα δυο παροξυσμικά περιστατικά του κράματος της μαύρης χολής. Ένα παθολογικό του χαρακτηριστικό αφορά στο φόνο των παιδιών του τα οποία διαπέρασε με βέλος σε μια κρίση μανίας (εξ ου και η τραγωδία του Ευριπίδη «Ηρακλής μαινόμενος» στην οποία ο Ηρακλής σκοτώνει και τη γυναίκα του).
Ο Ιπποκράτης μιλάει επίσης για την «Ηράκλεια Νόσο». Ο Κικέρων στο Tusculanae disputations αποδίδει στον Αριστοτέλη την άποψη ότι όλοι οι ιδιοφυείς είναι μελαγχολικοί, αλλά και ο Σενέκας στο De tranquillitate animae αναφέρει πως κατά τον Αριστοτέλη η ιδιοφυία είναι ανάμικτη με την παραφροσύνη.