Βίκτορ Ιβανόφ, Οικογένεια
Οι γονείς σήμερα διστάζουν να πουν στο ανήλικο παιδί τι είναι ωφέλιμο και τι βλαβερό, αφού οι ίδιοι αμφιβάλλουν για όλα, κάτι που είναι εντελώς της μόδας. Αν όμως ως γονιός μιμείσαι τους νέους, δεν μπορείς να επιδράσεις πάνω τους. Κι εκεί είναι το πρόβλημα.
του Βασίλη Καραποστόλη από το in.gr
Αλλοτε στην Ελλάδα, ενώ η κοινωνία διαμελιζόταν, μέσα στα σπίτια η συσπείρωση των ατόμων κρατούσε καλά. Την ώρα που τα κόμματα, οι παρατάξεις, τα συμφέροντα συγκρούονταν μεταξύ τους, η οικογένεια μαζεμένη γύρω από το τραπέζι επιβεβαίωνε πως τα μέλη της θα ζούσαν συνασπισμένα και με οδηγό τους ένα ομαδικό ένστικτο επιβίωσης.
Την εγγύηση την έδιναν οι γονείς, και τα παιδιά δεν είχαν παρά να τη δεχτούν. Να όμως που οι καιροί άλλαξαν τόσο πολύ ώστε σήμερα οι γονείς μπροστά στα παιδιά τους μασάνε τα λόγια τους. Φοβούνται μήπως κάνουν κάποιο ασυγχώρητο λάθος.
Μήπως προτείνουν κάτι που θα θυμίζει συμβουλές γιαγιάδων. Διστάζουν να πουν στο ανήλικο τι είναι ωφέλιμο και τι βλαβερό, αφού οι ίδιοι αμφιβάλλουν για όλα και αφού βλέπουν πώς στο κάτω κάτω η αμφιβολία είναι εντελώς της μόδας.
Κι όταν είσαι με τη μόδα υποτίθεται ότι είσαι με το μέρος της νεότητας. Ωστόσο, δεν αποφεύγονται τα εμπόδια. Αν ως γονιός μιμείσαι τους νέους, δεν μπορείς να επιδράσεις πάνω τους. Εκεί είναι το πρόβλημα.
Εστω κι έτσι όμως, θα μπορούσαν όλα αυτά τα ετερόκλητα και θορυβώδη να εξεταστούν και να κριθούν.
Προϋπόθεση θα ήταν να μάθουν τα παιδιά από τον πατέρα και τη μητέρα να θέτουν τις κατάλληλες ερωτήσεις απέναντι στις καταστάσεις και στα πράγματα.
Το μικρό παιδί ρωτά συχνά «τι κάνουμε μ’ αυτό;». Ο γονιός πρέπει να το βοηθήσει να προχωρήσει στο «τι χρειάζεται αυτό;» και έπειτα στο σχολείο αναμένεται να κάνει ένα βήμα πιο πέρα ρωτώντας «πού οδηγεί η χρήση του;». Μια σειρά από βήματα πριν φθάσουμε στο αν κάτι είναι καλό ή κακό και για ποιους.