που δεν τους δίνει, πέρα ως πέρα, καμμιά σημασία η ζωή,
κι` ο θάνατος δεν στέργει
όλως διόλου
ναν τα ξέρη.
Νίκος Εγγονόπουλος (21 Οκτωβρίου 1907 - 31 Οκτωβρίου 1985)
Ζωγράφος, σκηνογράφος και ποιητής.
Θεωρείται ένας από τους μείζονες εκπροσώπους της γενιάς του '30, ενώ αποτέλεσε και έναν από τους κύριους εκφραστές του υπερρεαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα.
Το 1958 του απονεμήθηκε το Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης
Το κρατικό βραβείο ποίησης θα του απονεμηθεί αργότερα για δεύτερη φορά το 1979 καθώς και το παράσημο του Ταξιάρχη του Φοίνικος.
“Τα σώματά μας θα χαθούν θα σβήσουν, από μας θα μείνει μέχρι της συντέλειας των αιώνων αυτό το “σε αγαπώ” που σου ψιθύρισα στις ώρες τις πιο κρυφές.”
Νίκος Εγγονόπουλος
Σαν Σ Η Μ Ε Ρ Α γεννήθηκε ο Νίκος Εγγονόπουλος.
Διαβάστε τα πάντα στο μεγάλο αφιέρωμα του nikosonline.gr Ο μεγάλος υπερρεαλιστής ποιητής και ζωγράφος: https://bit.ly/2pY7KWH
Simón Bolívar Μπολιβάρ είσαι ωραίος, ωραίος σαν Έλληνας Είσαι του Ρήγα, του Ρήγα Φεραίου παιδί, Του Αντωνίου Οικονόμου και του Πασβαντζόγλου αδελφός Είσαι ο λευτερωτής της νότιας Αμερικής Ένα μονάχα είναι γνωστό, πως είμαι γιος σου.
Την ίδια Μέρα, 29 Απριλίου ήρθε στη ζωή και έφυγε ο μεγάλος Αλεξανδρινός,1863- 1933
Ν. ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ: "Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ" 1948
Η μοναδική ιστορία του πίνακα
Το έργο του Νίκου Εγγονόπουλου, έχει διαστάσεις 30x40 εκατοστά. Έγραφε ο ίδιος ο Εγγονόπουλος στο «Καβάφης, ο Τέλειος»: «Κάποτε μου έδειξε ο γλύπτης Τόμπρος μια φωτογραφία που είχε πάρει στο νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού μετά την εγχείρηση. Ήταν πολύ καταπονημένος αλλά είχε μια φλόγα μέσα του, αυτή τη θεϊκή φλόγα. Και αυτή τη φωτογραφία δεν ήθελα να την αφήσω έτσι και με τον πίνακα μου την καθάρισα. Ο Καβάφης ακόμη και στα γηρατειά του ήταν έφηβος, ωραίος, δε μπορούσε ποτέ να ήταν κουρασμένος.»
Ηταν το έτος 1948 όταν ο Εγγονόπουλος ζωγράφισε το πορτρέτο, με βάση τη φωτογραφία του 1932. Επηρεασμένος από καβαφική αναφορά στον «ένδοξό μας βυζαντινισμό» χρησιμοποιεί βυζαντινή τεχνοτροπία. Ακόμη και η χειρονομία του Καβάφη θυμίζει παραλλαγμένη κίνηση αγίων που ευλογούν
Φυσικά ο Εγγονόπουλος δεν μένει πιστός στον βυζαντινό κώδικα. Μένει πιστός στην εσωτερική του διαρκή σχέση με τον Καβάφη, με το βλέμμα που ο ίδιος επιθυμεί όλος ο κόσμος να δει τον ποιητή: το πρόσωπο ζωντανεύει, τα μαλλιά πυκνώνουν και γίνονται ξανά μαύρα, τα χείλη γίνονται πιο σαρκώδη, ενώ το πράσινο φουλάρι δίνει κίνηση και ελπίδα στο τελικό αποτέλεσμα.
Δήμος Μούτσης - ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΟΥ ΠΡΩΙΟΥ - Χρήστος Λετονός
Ποίηση : Κωνσταντίνου Καβάφη Μουσική : Δήμος Μούτσης Ερμηνεία Χρήστος Λετονός
Πρώτη έκδοση σε δίσκο 33 στροφών 1975
Εδώ ας σταθώ κι ας δω κι εγώ τη φύση λίγο θάλασσα του πρωιού κι ανέφελου ουρανού λαμπρά μαβιά και κίτρινη όχθη Ολα ωραία και μεγάλα φωτεισμένα λαμπρά μαβιά και κίτρινη όχθη
Αναρωτιόμουνα
κάποτε πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν νειάτα χωρίς ποίηση − άνθρωποι
νέοι, δηλαδή, που διατρέχουν την πλάση χωρίς να τους έχει συνεπάρει το
ρίγος της.
Ακόμα πιο εμφατική η απορία μου, όταν
επρόκειτο για μια ποίηση που καταφάσκει στη χαρά της ζωής, την
τραγουδάει κιόλας μέχρι τη σωματική της έκφανση − όπως η ποίηση του
Ελύτη ας πούμε ή (να, εδώ) του Εγγονόπουλου.
Σήμερα που με την ποίηση ασχολούνται
ακόμα λιγώτεροι νέοι, σήμερα που με την ποίηση ασχολούμαστε ακόμα
λιγώτερο οι άνθρωποι, ξανασκύβοντας σε μια τέτοια σαγήνη των λέξεων
νομίζω ότι μπορώ και να πιθανολογώ την απάντηση:
Έστω και όταν φέρνει σε πρώτο αντίκρυσμα την ηδονική των σχέσεων διάσταση, η μεγάλη ποίηση εμπεριέχει πάντα αφομοιωμένη και μιαν ασκητικότητα
(σημασιών όσο και − ναι − αισθημάτων) των οποίων, ακριβώς, το δ ι α λ ε
κ τ ι κ ό σ υ ν α π ά ν τ η μ α είναι εκείνο που εκλύει τις αιτίες της
βαθειάς μας μέθεξης.
Δεν διανύουμε ασφαλώς καιρούς πρόσφορους για μια τέτοια μας συνθετικότητα,
σήμερα μάλιστα ακόμα λιγώτερο απ' όσο εχθές, και τούτος είναι ίσως ο
αθέατος λόγος για τον οποίο τη χ α ρ ά (εν προκειμένω, τη χαρά της
ποιήσεως) τη φ ο β ό μ α σ τ ε: Δεν πιστεύουμε ότι θα χωρέσει εντός μας!
Εξ ού και αυτοπεριοριζόμαστε μακριά της...
Ο σύγχρονος άνθρωπος, καθ' όλα τα άλλα, έχει διαπλαστεί από τους ποιητές − θέλω να πω, έχει διαπλαστεί από τους διανοούμενους.
Το ότι οι ποιητές μας αυτοί γεννούσαν ένα κόσμο από τον οποίο θα απέβαινε εξορισμένη
η ποίηση, κυρίως αρμόδιοι να το επισημάνουν θα μπορούσαν να είναι οι
φιλόσοφοι. Η Πηγή ωστόσο της Απώλειας δεν ήταν ότι τάχα δεν είχαμε, εν
τω μεταξύ, φιλοσόφους. Η πηγή της απώλειας ήταν ότι οι φιλόσοφοί μας
είχαν ήδη προλάβει (στο πεδίο των θεμελιωδών μας κατανοήσεων) να
μετονομάσουν το σκοτάδι σε φως, να μετονομάσουν το φως σε σκοτάδι.
Σκληρές προφανώς διαπιστώσεις.
Όμοια με σκληρές, άλλωστε, τις τροπές των καιρών. Πρώτη εφεδρεία
παρηγορίας, σε μια τέτοια στιγμή, η απεραντοσύνης της μεγάλης μας
ποίησης. Όπως αυτή λοιπόν του Νίκου Εγγονόπουλου, την οποία εικονογραφεί
με πραγματικό κινηματογραφικό μεγαλείο, στο φιλμ (παραγωγής 1990, για
την ΕΡΤ) που ακολουθεί, ο Γιάννης Σμαραγδής.
Εις θέσιν επιλόγου, το εξαιρετικό Περί ύψους, του ίδιου ποιητή:
Περί ύψους
Νίκος Εγγονόπουλος
Ο Ιταλός πυροτεχνουργός έχει
εγκαταστήσει το λιτό κι απέριττο, το φτωχικό εργαστήριό του, επί της
κορυφής του αττικού λόφου. Εκεί ασχολείται νυχθημερόν με τα άπειρα
πειράματά του και με την παρασκευή των διάφορων προϊόντων του
επιτηδεύματός του: