Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΑΡΑΠΟΣΤΟΛΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΑΡΑΠΟΣΤΟΛΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2024

Μια γενιά σε μια νύχτα



από Βασίλης Καραποστόλης


17 Νοεμβρίου 2023


Για να μιλήσει κανείς σήμερα σ΄ έναν νέο σχετικά με την εξέγερση του Πολυτεχνείου, πρέπει πρώτα απ΄ όλα να ξεπεράσει τις αναστολές του. Έχει απέναντί του έναν ακροατή με μειωμένη εξ αρχής την προσοχή του- δεν φαίνεται να βρίσκει ισχυρό λόγο για να τεντώσει τ΄ αυτιά του. Ν΄ ακούσει, άλλωστε, τι; Ότι κάποια περιστατικά, ασυνήθιστα και γεμάτα ένταση, συνέβησαν «κάποτε». Εκεί οφείλεται η αμηχανία του αφηγητή. Καταλαβαίνει ότι πρόκειται να αναφερθεί σε συμβάντα που μοιάζουν ανεπίστρεπτα. Καταλαβαίνει επίσης ότι έχει κι αυτός την ευθύνη του που κυριάρχησε αυτή η εντύπωση.

Η γενιά του Πολυτεχνείου απέφυγε να μιλήσει για τον εαυτό της κι αυτό το πληρώνει χρόνο με τον χρόνο. Υπερασπίστηκε πίσω από εκείνα τα θρυλικά κάγκελα την ελευθερία, αλλά εγκατέλειψε στη συνέχεια την προσπάθεια να κάνει απολογισμό, να υπογραμμίσει τα σημαντικά και να παραμερίσει τα ασήμαντα. Δίστασε να επωμιστεί ώς το τέλος το νόημα της πράξης της. Εξ ου και η αμηχανία της όταν εκλήθη να μεταγγίσει αυτό το νόημα στους νεώτερους.

Από μιαν άποψη το πρόβλημα φαίνεται ότι ήταν σύμφυτο με τις περιστάσεις. Το γεγονός ότι στην εξέγερση πρωτοστάτησε η ηλικία των είκοσι ετών καθόρισε και την κατοπινή δυσκολία των πρωτεργατών ν΄ αναλάβουν έναν επιπλέον ρόλο. Υπήρξαν αγωνιστές και έπρεπε τον επόμενο κιόλας χρόνο ν΄ αρχίσουν να «επεξηγούν» τον αγώνα τους. Τους το ζητούσε η μεταπολίτευση. Ήταν όμως πολύ νέοι, πάρα πολύ νέοι για να φερθούν σαν Πατέρες, Καθοδηγητές, Ηγέτες. Προϋπόθεση για να ασκήσεις ηγεμονία είναι να περηφανεύεσαι σ΄ έναν ορισμένο βαθμό για αυτό που κάνεις ή έκανες. Κι αυτό η γενιά του Πολυτεχνείου ούτε καν το επιχείρησε γιατί δεν ήξερε να παρουσιάσει ως αντικείμενο θαυμασμού τη στάση της: το κουράγιο, το θάρρος μπροστά στον κίνδυνο, την αντοχή στο μαρτύριο. Είναι παράξενο: οι άνθρωποι που πραγματοποίησαν το εξαιρετικό, μπέρδεψαν τα λόγια τους όταν τους ρώτησαν γι΄ αυτό. Η δυσκολία τους, ωστόσο, μοιάζει λιγότερο παράξενη όταν σκεφτούμε ότι βυθίστηκαν πολύ σύντομα, μετά την πτώση της χούντας, σε μια εποχή στην οποία η λέξη ηρωικό απωθούσε, γιατί μύριζε παλιές ρητορείες. Ταυτίστηκε το ηρωικό με το μυθικό, το ψευδοδιογκωμένο, το εξωανθρώπινο. Έτσι, αυτά τα παιδιά που ωρίμασαν σε μια νύχτα αντιμετωπίζοντας τα τανκς, καταδικάστηκαν στη συνέχεια να κυκλοφορούν σαν πλάσματα που τα παρήγαν οι έκτακτες συνθήκες- θεωρήθηκαν απλώς προϊόντα μιας φαντασμαγορικής συγκυρίας.

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2024

Βασίλης Καραποστόλης: Σκέψεις για την πολιτισμική ανασυγκρότηση της χώρας



Θα σας εκθέσω μερικές σκέψεις μου σχετικά με το πολιτισμικό απόθεμα της χώρας μας και τις δημιουργικές δυνάμεις που μας απομένουν μετά την καταστροφική κρίση που έπληξε τον τόπο και ακόμη διαρκεί. Ήδη με τη χρησιμοποίηση του όρου απόθεμα ξεπροβάλλει δυσοίωνο ένα πρόβλημα. Ένα απόθεμα πόρων, αξιών και δυνάμεων για να λειτουργεί πραγματικά ως τέτοιο προϋποθέτει ότι υπάρχει μια θέληση και μια ανάγκη ανθρώπινη που προσφεύγει σ’ αυτό και ζητά ενίσχυση. Πρέπει να υπάρχει από τη μεριά εκείνου ο οποίος δοκιμάζεται μια κίνηση συνειδητή προς τις διαθέσιμες εφεδρείες, ώστε αυτές οι εφεδρείες να δράσουν τονωτικά.

Κι εδώ ακριβώς προβάλλει η δυσκολία: είναι μια από τις κύριες συνέπειες των κρίσεων –που ποτέ δεν περιορίζονται στον οικονομικό τομέα– να παραλύει η θέληση, πιο συγκεκριμένα, να τραυματίζεται η ικανότητα των πληγέντων να επιλέγουν. Τι τους χρειάζεται πιο πολύ; Τι είναι πρωτεύον και τι δευτερεύον; Τι να αφήσουν στην άκρη και τι να επιδιώξουν με επιμονή; Όλα αυτά μοιάζουν περίπου μάταια. Σε μια πτώχευση εκείνο ακριβώς που κυριαρχεί είναι η εντύπωση πως σχεδόν εκλείπουν τα περιθώρια επιλογών: ό,τι έχεις να κάνεις το ορίζουν οι περιστάσεις και πίσω από τις περιστάσεις διακρίνεται εύκολα η βούληση κάποιων άλλων, αυτών που έχουν τη δύναμη να επωφεληθούν εις βάρος σου.

Υπό τέτοιες συνθήκες το να μιλά κανείς για πολιτισμική ανασυγκρότηση ηχεί παράδοξο, εφόσον πολιτισμός χωρίς την αυτενέργεια των δημιουργών δεν νοείται. Ο δημιουργός έχει εξ ορισμού να προκρίνει και να αποκλείσει, να θέσει όρια ο ίδιος στον εαυτό του, να ασκηθεί εφαρμόζοντας μια ορισμένη οικονομία στα μέσα που διαθέτει. Η δημιουργία γεννιέται πάντα μέσα στους περιορισμούς, είναι μια πράξη εκούσια στους κόλπους της αναγκαιότητας. Αν, αντιθέτως, οι περιορισμοί επιβληθούν απ’ έξω, τα πράγματα αλλάζουν πολύ. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για μια συμφορά του κράτους που θίγει τις τύχες καθενός, κι όχι ειδικά των επίδοξων δημιουργών. Τότε οι στερήσεις και η δυστυχία εκτός από το να πιέζουν υλικά τους πολίτες φαίνεται ότι και τους ταπεινώνουν. Είναι σαν να τους λένε ότι οι όποιες αποφάσεις τους δεν έχουν στο εξής κανένα βάρος· το αν εξαθλιωθούν περαιτέρω ή θα κρατηθούν σε μια υποφερτή κατάσταση, δεν εξαρτάται καθόλου από τι σκέπτονται και το αν θα δράσουν. Το θέμα είναι εάν και πώς θα αντιδράσει σ’ έναν τέτοιο υποβιβασμό ένα άτομο ή ένας λαός.

Αξίζει εδώ να θυμηθούμε την προειδοποίηση του Περικλή όταν απευθύνεται στους συμπολίτες του που χειμάζονται από τον λοιμό, στα πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου. Τους λέει ότι «αίσχιον δε έχοντας αφαιρεθήναι ή κτωμένους ατυχήσαι» (είναι μεγαλύτερη ντροπή να αφήνεις να σου αφαιρούν αυτό που έχεις από το να μην αποκτάς αυτό που επιδιώκεις). Κρατώντας το στο νου μας αυτό, ας σκεφτούμε τη δική μας κατάσταση σήμερα. Το κρίσιμο ερώτημα είναι: τι είναι στ’ αλήθεια αυτό που «έχουμε»; Ή καλύτερα: τι είναι αυτό που θέλουμε να «έχουμε» και να είναι τόσο σίγουρο μέσα μας ώστε να είναι δύσκολο ή αδύνατο να μας το στερήσουν; Το ερώτημα αυτό μας φέρνει κατ’ ευθείαν στο ζήτημα του πολιτισμικού αποθέματος.

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2024

Ένας τόπος γεμάτος πνεύματα

Ανάμεσα σε έναν λαό και στον τόπο όπου κατοικεί συνάπτονται πάντα σχέσεις αμοιβαίας επίδρασης. Η φυσιογνωμία του τόπου διαπλάθει αργά και σταθερά τον χαρακτήρα των κατοίκων και αντιστρόφως, με τον μόχθο και τα έργα τους οι κάτοικοι σημαδεύουν και μεταβάλλουν τους όγκους από πέτρα και άργιλο, τις υδάτινες ροές, τον αιγιαλό και τις λίμνες, ό,τι περιβάλλει την ανθρώπινη παρουσία και της δίνει έδαφος για να σταθεί. Στην ελληνική περίπτωση το πρώτο που παρατηρεί σήμερα κανείς είναι ότι η ανθρώπινη παρουσία δείχνει να μην έχει την παραμικρή επίγνωση για το τι οφείλει στο περιβάλλον της. Τώρα που το καλοκαίρι ξανάρχεται, όχι τόσο ως διακριτή εποχή του χρόνου(μια και από μετεωρολογική άποψη οι διαφορές ανάμεσα στις εποχές πάνε να καταργηθούν) όσο ως μία περίοδος όπου απλώς θα αλλάξουν για λίγο οι συνήθειες των ανθρώπων, γίνεται πιο φανερό ότι αυτά που η φύση σμίλεψε μες στις ψυχές επί αιώνες εξαλείφονται με ραγδαίο ρυθμό. Τι προσέφερε το ελλαδικό τοπίο; Απαλότητα στις γραμμές, συχνές εναλλαγές στη μορφολογία της στεριάς και των θαλάσσιων περιοχών, διαύγεια στην ατμόσφαιρα. Και τι ανταπέδωσε ο πληθυσμός; Συνήθως ανυπόμονες, σπασμωδικές και βίαιες επεμβάσεις, μια έφοδο κατά κύματα της προχειρότητας εναντίον της γης που κάποτε ονομαζόταν τροφός. Να στρέφεσαι εναντίον της τροφού σου είναι, βέβαια, αχαριστία σε βαθμό ωμότητας. Πώς όμως να μην είναι κάποιος αχάριστος όταν αγνοεί αυτά που χρωστά;

Οι καταπατητές δημοσίων εκτάσεων, οι κατασκευαστές εξαμβλωματικών κτισμάτων, οι ακόρεστοι επιχειρηματίες για τους οποίους οι παραλίες δεν είναι παρά προαύλια των ξενοδοχείων τους όπου το θαλάσσιο λουτρό σερβίρεται πριν από τα αναψυκτικά και τις μπύρες, ίσα-ίσα για να ανοίξει η όρεξη στους πελάτες για περισσότερο φαγητό και χαύνωση μισοξαπλωμένη μπροστά σε γαλάζιο φόντο, όλα αυτά και άλλα πολλά κατέληξαν να είναι αντιπροσωπευτικά του πώς αντιλαμβάνονται πολλοί στην χώρα μας το φυσικό αγαθό. Ασφαλώς, υπάρχουν και εκείνοι που ενοχλούνται από τη στάση αυτή. Το μεγάλο όμως όπλο της παράταξης των αδηφάγων είναι η υπόσχεση ότι, όπως όλα τα τερπνά πράγματα, έτσι και η φύση μπορεί να μας έλθει στο πιάτο και χωρίς προσπάθεια ο κατάκοπος και αγχωμένος κάτοικος της πόλης να απολαύσει αυτή τη γεύση και τη δροσιά που, άλλοτε, κερδιζόταν μόνο αν κάποιος περιδιάβαζε αρκετά σ’έναν αγρό, έστριβε σ’ ένα μονοπάτι, ξεδιψούσε από μια πηγή στο ξέφωτο ενός δάσους ή βουτούσε στα νερά ενός κολπίσκου κρυμμένου στα ριζά των βράχων.

Είναι αλήθεια ότι η πρόταση των εμπόρων της θερινής αναψυχής είναι δελεαστική. Όταν νιώθει κανείς κουρασμένος τείνει να ζητήσει την ξεκούραση, χωρίς να σκέπτεται μήπως το φάρμακο επιδεινώσει την πάθηση. Γιατί, στην πραγματικότητα, η πάθηση δεν είναι άλλη από την ανία που έρχεται όταν κάποιος έχει αφεθεί ακριβώς στην εντύπωση ότι «έρχονται» όλα απ’έξω προς το μέρος του, και τα καλά και τα κακά. Το να είσαι πανδέκτης στη ζωή είναι αρρώστια, αν δεν έχεις τη διάθεση να μετασχηματίσεις τίποτα. Αλλά αυτό δεν είναι που πιο πολύ από όλα τιμωρεί η φύση; Με κάθε τρόπο, με κάθε μήνυμα μας λέει πως αν δεν ενεργήσουμε, εκφυλιζόμαστε. Υποχρεωμένο το ζώο να αναζητήσει την τροφή του, το ίδιο και το φυτό που απλώνει τις ρίζες του εκεί όπου οι χυμοί στο υπέδαφος είναι πλουσιότεροι. Το ότι λείπουν τα αναγκαία στο έμβιο όν δεν είναι έλλειψη καθηλωτική, είναι όρος για να αναπτυχθεί και να φθάσει σ’ αυτό που έχει τη δυνατότητα να γίνει. Η φύση λοιπόν απευθύνει πάντα ένα κάλεσμα προς τον άνθρωπο. Δεν βρίσκεται αντίκρυ και γύρω του για να πλαισιώνει μεγαλοπρεπώς την ύπαρξη του. Ούτε είναι απλώς το θέατρο της δράσης του. Τον καλεί να δράσει, αλλά αφού προηγουμένως έχει μαθητεύσει κοντά της και έχει αρχίσει να καταλαβαίνει ότι πίσω από τις συντυχίες υπάρχουν αιτίες, πίσω από τα συμβάντα υπάρχουν νόμοι, νόμοι, ωστόσο, που αφήνουν μερικές φορές και ορισμένα κενά. Σε κάθε περίπτωση έργο του ανθρώπου είναι να ενεργήσει στους κόλπους της φύσης με τη συνείδηση ότι υπόκειται σε κάποιες αρχές που τον υπερβαίνουν, χωρίς να τον δυναστεύουν υποχρεωτικά. Εκεί έγινε το μεγάλο λάθος.

Νόμισε η ανθρωπότητα ότι έπρεπε να δαμάσει τη φύση, όπως θα δάμαζε ένα αγρίμι για να το μετατρέψει σε κατοικίδιο. Η φύση όμως δεν θα φθάσει ποτέ στην κατάσταση να εξαρτάται απόλυτα από το αν την ταΐζει και την συντηρεί ο άνθρωπος. Την εκπροσωπεί περισσότερο το γεράκι παρά η όρνιθα. Αυτό άλλωστε δεν δηλώνει και το μούδιασμα της ανθρωπότητας σήμερα μπροστά στο φαινόμενο της κλιματικής κρίσης; Είναι σαν να της επιτίθεται, ορμώντας μέσα απ’τα σύννεφα, κάτι κακόβουλο και νοσηρό, μια εκδικητική δύναμη που πάει να ακυρώσει οτιδήποτε επινόησαν οι ανθρώπινοι εγκέφαλοι με την ακράδαντη πεποίθηση ότι, όπως ο πλανήτης γη, έτσι και οι γαλαξίες είναι ένα πεδίο ανοιχτό για αυτούς, χωρίς μυστικά. Και κυρίως χωρίς έναν Νου πολύ πιο σύνθετο και πολύ πιο πλατύ από τον δικό τους για να τους κρίνει, όπως έκρινε, κάποτε, το πέταγμα του Ικάρου και τον φρενήρη καλπασμό του Βελλεροφόντη.

Στη διάθεση των Ελλήνων, κατά την αρχαιότητα, υπήρχε πάντα αυτή η προειδοποίηση. Την έστελναν οι χρησμοί, οι μύθοι, οι ιδέες. Χάρη στα τοπία της χώρας τους γινόταν ανάγλυφη και προσιτή-την άγγιζες- η έννοια της αρμονίας, της ισορροπίας, το ζύγισμα των δυνάμεων. Πόσα διδάγματα δεν πήρε η σκέψη και η τέχνη από τις καμπύλες των λόφων και των βουνών, από τον καμβά τον σχηματισμένο με πέλαγα και νησιά, από τη διαφάνεια στην ατμόσφαιρα χάρη στην οποία το ανθρώπινο μάτι μπορούσε να διασχίζει απρόσκοπτα την απόσταση ανάμεσα στα επίγεια άχθη και την αιώνια ηρεμία των αστεριών; Δεν ήταν μόνο ο ποιητής, ο στοχαστής, ο γλύπτης που μπορούσαν να αναβλέψουν σε όσα υπάρχουν πολύ πάνω από τα κεφάλια τους. Για τον ταπεινό χωρικό ήταν επίσης μία διέξοδος που την γνώριζε καλά. Υπήρχαν στιγμές που καθισμένος στο κατώφλι του σπιτιού του το σούρουπο ανέβαινε με το βλέμμα του ως εκείνα τα αιθέρια ύψη όπου για λίγο τα λαντευόταν, έπειτα ισορροπούσε, και κατέβαινε πάλι στη γη με το αίσθημα πως δεν τα ρυθμίζει όλα η αδυσώπητη Ανάγκη. Πάνω στα πράγματα αφήνει το ανεξίτηλο ίχνος του και κάτι άλλο που, όπως το διαισθάνθηκε πρώτος ο πρόγονος του, ο βοσκός Ησίοδος, αγκαλιάζει ερωτικά το κάθε πλάσμα, το κάθε άνθος, το κάθε θαλάσσιο κύμα, το κάθε φύσημα του ανέμου. Ό,τι υπάρχει παρουσιάζεται για να αγαπηθεί. Υπό τον όρο ότι ο άνθρωπος θα αποσπάσει το αξιαγάπητο από το βλαβερό και απεχθές στον κόσμο. Το καλό πρέπει να αποτραβηχτεί, να γλυτώσει από το κακό. Πράγμα που σημαίνει πως απαιτείται θέληση, απόφαση και γνώση. Είναι αυτό που θα’ θελαν να αποφύγουν οι σύγχρονοι άνθρωποι, αυτό που κάνει επίσης τους Έλληνες ,τόσο ασκημένους κατά τα άλλα στην προσπάθεια, να οπισθοχωρούν. Δεν έχουν το κουράγιο να δράσουν, γιατί δεν διακρίνουν πια μέσα στη φύση ένα πνεύμα με το οποίο θα ήταν δυνατόν να συνομιλήσουν.

Παρασκευή 26 Απριλίου 2024

Τι στοιχίζει στη ζωή να προσγειώνεται




από Βασίλης Καραποστόλης


Είναι μια αλήθεια που δύσκολα ομολογείται ότι ο άνθρωπος του καιρού μας αντέχει όλο και λιγότερο τους πόνους. Είτε το σώμα του υποφέρει είτε η ψυχή, του φαίνεται και στις δύο περιπτώσεις ότι τον έχει αρπάξει μια μέγγενη από την οποία είναι αδύνατο να ξεφύγει. Είναι μήπως η ατσάλινη μοίρα του πόνου; Όχι, δεν πρόκειται για εξωτερική δύναμη. Ο αιχμάλωτος νιώθει πως παραδόθηκε σε ό,τι του συνέβη με μια παθητικότητα που αρχικά ξάφνιασε και τον ίδιο. Πώς είναι δυνατόν την ώρα που προσφέρονται τόσα αναλγητικά, που τόσοι γιατροί και ψυχοθεραπευτές υπόσχονται την ανακούφιση, οι πάσχοντες να μην πιστεύουν πια ότι υπάρχει περίπτωση να νιώσουν υγιείς;

Υγεία για το σώμα είναι τα όργανα να λειτουργούν καλά. Για την ψυχή υγεία είναι να ελπίζει. Σε τι; Πρώτα από όλα, στο ότι είναι ικανή να αναμορφώνει, σε ένα βαθμό, την πραγματικότητα. Αν έχει προκύψει κάτι δυσάρεστο, να μπορεί η βούληση να δώσει μιαν απάντηση: να ζητήσει δηλαδή από την νόηση να συλλάβει μια πλευρά των συμβάντων που να αντισταθμίζει κάπως την δυσαρέσκεια ή την οδύνη, με τρόπο όμως που να κάνει πιστευτή την εναλλακτική εικόνα της κατάστασης. Πρέπει να πιστέψουμε ότι ανάμεσα στα λιθάρια και τους βράχους της πραγματικότητας παλεύει να ξεμυτίσει κάποιο λουλούδι, σαν κι εκείνον τον ανθεκτικό «αμάραντο» του δημοτικού τραγουδιού. Αυτό θα σήμαινε ότι ο άνθρωπος που υποφέρει δεν «παίζει» με τη φαντασία του, αλλά την παίρνει τόσο σοβαρά όσο παίρνει και τις οδηγίες των γιατρών. Η φαντασία του θα ήταν τότε ένα γιατρικό παρασκευασμένο από τον ίδιο, από τις δικές του δυνάμεις και από το ενδόμυχο εκείνο πείσμα που όταν εκδηλώνεται μαρτυρεί την ορμή της ζωής, και όταν απουσιάζει μαρτυρεί πως η ζωή παρέλυσε.

Στις μέρες μας τίποτα δεν είναι περισσότερο ορατό απ’ αυτό που η βιομηχανία της διασκέδασης προσπαθεί να κρύψει: πως η ζωή των ανθρώπων σέρνεται από μέρα σε μέρα, και πως απέναντι στις δυσκολίες δεν αντιτάσσεται παρά μόνο η ανησυχία τους για το πώς θα αποφευχθούν τα χειρότερα - που θεωρείται σίγουρο ότι θα έρθουν. Προφανώς, μέσα σ’ αυτή τη σύγχυση δεν υπάρχει περιθώριο για να κάνει μια οποιαδήποτε κίνηση ανασυγκρότησης η φαντασία. Πώς να αναπλάσει κανείς νοερά την πραγματικότητα, αν έχει την αίσθηση πως από μόνος του και προ πολλού υπονόμευσε την ικανότητά του να βλέπει τα πράγματα από διαφορετικές γωνίες, να τους ρίχνει άλλο φως αυτό που τους δίνει η εξωτερική εμπειρία; Όταν πριν από μερικές δεκαετίες ο Μαρκούζε μιλούσε για τον «Μονοδιάστατο Άνθρωπο» κατά βάση αυτή την αναπηρία προέβλεπε. Ήταν η απαρχή μιας εξέλιξης που σήμερα έφτασε στο σημείο της κορύφωσης. Ο άνθρωπος του καιρού μας δείχνει ανίκανος να φανταστεί κάτι καλύτερο απ’ αυτό που υφίσταται, και για να μην το παραδεχθεί αναγορεύει την προσαρμοστικότητα σε προτέρημα. Όποιοι συμβιβαστούν το γρηγορότερο με τα παθήματά τους, θεωρείται πως έχουν και μεγαλύτερες πιθανότητες να τα βιώσουν ως υποφερτά, ή αναπόφευκτα, ή συνηθισμένα, ή τέλος πάντων ως ένα κακό που δεν εξοντώνει εκείνους που του υποκλίνονται. Να γονατίζεις μπροστά σ’ αυτό που σε κάνει να υποφέρεις, είναι μια ταπείνωση που δύσκολα μεταμφιέζεται. Παρ’ όλα αυτά, σήμερα πάμπολλα μέσα διατίθενται για αυτόν τον σκοπό.

Ονομάζουν την ταπείνωση πρακτική δεξιότητα για να μην την πουν χαμαιλεοντισμό. Αλλά όποια ορολογία και να επινοηθεί, όποια βοήθεια και αν προσφέρει η ψυχολογική παραφιλολογία, το βέβαιο είναι ότι ο άνθρωπος απεμπόλησε την εσωτερική του δύναμη με την οποία, άλλοτε, πολεμούσε της αντιξοότητες. Ας σκεφθούμε μόνο της υπηρεσίες που του είχαν προσφέρει σε παλαιότερες εποχές η πνευματική δραστηριότητα και η τέχνη. Μέχρι την έλευση του προηγούμενου αιώνα όποια κατεύθυνση και αν έπαιρνε ο στοχασμός, διατηρούσε μέσα του την πεποίθηση πως χάρη στην διορατικότητα, τη μεθοδικότητα και την ευφυία ο κόσμος δεν είναι μια ύλη συμπαγής και αμετάλλακτη. Διασπάται, ανασκευάζεται﮲ η ανθρώπινη ενέργεια ετίθετο υπεράνω της ύλης, και υπεράνω της ανθρώπινης ενέργειας ετίθετο ο ίδιος ο άνθρωπος. Τι είδους άνθρωπος όμως; Ήταν αυτός που επιθυμούσε να δράσει. Όχι για να «αποφορτιστεί» από κάποια ένταση μέσα του, αλλά για να αφήσει πάνω στα πράγματα τη σφραγίδα των δυνατοτήτων του. Ήταν ευεργετικό για εκείνον αν το πετύχαινε. Θα έβλεπε τότε μπροστά του δημιουργήματα που θα τον βεβαίωναν πως αν και ο άνθρωπος είναι θνητός, τα έργα του μπορούσαν να είναι αθάνατα. Ονειρευόταν μια ανάσταση μέσα από ό,τι είχε χτίσει, είχε γράψει, είχε συνθέσει. Αν ερχόταν και μια ανάσταση σαν και αυτή που ανήγγειλε ο Χριστός, ακόμη καλύτερα. Όμως προτού φθάσουν εκεί οι καρδιές, προτού σκιρτήσουν από την επαγγελία της μέλλουσας ζωής, χρειαζόταν να δείξουν πως ήταν ικανές να δονηθούν, πως δεν ήταν ήδη ραγισμένες καμπάνες

Η Συνέχεια ΕΔΩ....

ΠΗΓΗ:https://antifono.gr/zoi/?fbclid=IwZXh0bgNhZW0CMTEAAR3DA3nP1t1Q9KiIlvT2OYcKOYJ2qc4WoIEZi4JLkjzirqGiE4ibkkRm5TE_aem_AR7BLYtEKTzUUuyjHAEN_SD2ozbrQcRIn060PbU9IH0zyXo7xrlbiaZWwx9iYnXQGYUgiQ89wGl-4SNcpgsZ4yx5
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Τετάρτη 20 Δεκεμβρίου 2023

Η ελληνική οικογένεια υπό παραίτηση



Του Βασίλη Καραποστόλη

     Οι καιροί άλλαξαν τόσο πολύ ώστε σήμερα οι γονείς μπροστά στα παιδιά τους μασάνε τα λόγια τους. Φοβούνται μήπως κάνουν κάποιο ασυγχώρητο λάθος. Μήπως προτείνουν κάτι που θα θυμίζει συμβουλές γιαγιάδων. Διστάζουν να πουν στο ανήλικο τι είναι ωφέλιμο και τι βλαβερό, αφού οι ίδιοι αμφιβάλλουν για όλα και αφού βλέπουν πώς στο κάτω κάτω η αμφιβολία είναι εντελώς της μόδας. Κι όταν είσαι με τη μόδα υποτίθεται ότι είσαι με το μέρος της νεότητας… Αν ως γονιός μιμείσαι τους νέους, δεν μπορείς να επιδράσεις πάνω τους. Εκεί είναι το πρόβλημα.

   Πασχίζοντας να φανούν «ανοικτοί σε όλα», πολλοί γονείς αφήνουν τελικά την πόρτα του σπιτιού ορθάνοιχτη σε κάθε ρεύμα, σε κάθε σύνθημα απ’ έξω, σε κάθε συγκεχυμένη ιδέα…   

Είναι τόσες οι δουλειές που τους κυνηγούν – και που τις κυνηγούν επίσης – που δεν προλαβαίνουν να κατασταλάξουν σε μία γνώμη, σε μία υπόδειξη. Στο μεταξύ, τα ανήλικα περιμένουν. Και χωρίς να το αντιληφθούν οι γονείς, καταλαβαίνουν πως εδώ δεν υπάρχει τίποτα για να αντισταθεί στις ορέξεις τους...


   ‘Ολη η τέχνη της διαπαιδαγώγησης βρίσκεται εδώ. Είναι το πώς να οδηγήσεις το παιδί μέσα σε μια συνήθεια, αποφεύγοντας τις πολλές συζητήσεις, αφού δεν είναι για την ηλικία του το να συμφωνεί ή να διαφωνεί με επιχειρήματα…

   Φυσικά, δεν εννοούμε πως είναι άκαρπο να γίνεται συζήτηση μαζί τους. Αλλά το καθετί στην ανατροφή τους είναι καλύτερα να γίνεται στην ώρα του. Πώς μπορεί να διδαχθεί η εντιμότητα, η συμπόνια προς τους αδύναμους, η συνέπεια στις σχέσεις τους; Είναι δυνατόν να έχουν τέτοια συναισθήματα προτού η ίδια η ζωή τούς δείξει τι σημαίνει ηθική;

Σάββατο 27 Μαΐου 2023

Το Θάρρος η Αγάπη ο Στοχασμός


Κλικ στην εικόνα 

Βασίλης Καραποστόλης 


Η ομάδα του Φιλοsόfa συζητά με τον καθηγητή και συγγραφέα Βασίλη Καραποστόλη για
το ποια είναι η σημασία του θάρρους; 
Πώς μπορεί η αγάπη να γίνει στάση ζωής; 
Τι πρότυπα θέτουμε και πώς μας επηρεάζουν; 
και την παθητική αντιμετώπιση της ζωής

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2022

Ο παλμός του κόσμου: Αγώνες της αγάπης στον καιρό μας



Ο Βασίλης Καραποστόλης με αφορμή το νέο βιβλίο του: Ο παλμός του κόσμου: Αγώνες της αγάπης στον καιρό μας (εκδόσεις Πατάκη) απαντά στις ερωτήσεις του αντιφώνου:

Tι είδους αρρώστια είναι η έλλειψη κινητήρων της ζωής για την ανθρωπότητα;

Τι σημαίνει να έχει κανείς ιδεώδη;

Μπορεί η αγάπη να γίνει δύναμη αλλαγής του κόσμου;

Παρασκευή 29 Απριλίου 2022

Β. Καραποστόλης: Η θέση των Χριστιανών απέναντι στα Κοινά



Βασίλης Καραποστόλης, ομότ. καθηγητής Φιλοσοφίας της Επικοινωνίας & του Πολιτισμού, Τμήματος Επικοινωνίας & ΜΜΕ του ΕΚΠΑ Από την Η 3η Πανελλήνια Θεολογική Συνάντηση του Πανελλήνιου Θεολογικού Σύνδεσμου «Καιρός» που πραγματοποιήθηκε στην τον Σεπτεμβρίου του 2019.

Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2022

1821-2021: Αναμέτρηση με την μεγαλοσύνη




Ο Βασίλης Καραποστόλης, στα πλαίσια μιας αποκλειστικής του συνομιλίας με το Αντίφωνο, αναφορικά προς την 200στή επέτειο της Εθνικής Επανάστασης, απαντά κατ’ αρχήν στο ερώτημα ποιά είναι η σχέση μας σήμερα με την επανάσταση του ΄21 και ποιές πτυχές των αγωνιστών μας εμπνέουν σήμερα.

Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2021

Ο κινέζικος Δράκος υψώνει ανάστημα στη Δύση




του Βασίλη Καραποστόλη 

Η πανδημία επανέφερε την Κίνα στο κέντρο της δημόσιας σφαίρας και γιατί από εκεί μας ήλθε ο ιός και γιατί εκεί, με τα αυστηρά μέτρα που έλαβαν, τιθάσευσαν την εξάπλωσή του, σε αντίθεση με τη Δύση. Τι είναι, όμως, η Κίνα; Τι είναι οι Κινέζοι; Παρά το πέρασμα των αιώνων οι Ευρωπαίοι μπροστά στο φαινόμενο εξακολουθούν να σηκώνουν του ώμους μπροστά στον κινέζικο Δράκο.

Προκαλεί αμηχανία αυτός ο τεράστιος αριθμός που αντιπροσωπεύει τον πληθυσμό της, αυτές οι “μάσκες” που φαίνεται να φορούν οι άνθρωποι που την κατοικούν. Για δεκαετίες στους δυτικούς παρατηρητές έδιναν την εντύπωση μισο-κοιμισμένων πλασμάτων, σκόπιμα μισο-κοιμισμένων. Τι κρυβόταν πίσω από τα σχιστά τους μάτια, πίσω από τις αργές κινήσεις τους που ξαφνικά αποκάλυπταν μια επιδεξιότητα και μια εγρήγορση αντίστοιχη με τις απρόβλεπτες αλλαγές στη ζωή τους;

Η λευκή φυλή αναρωτιόταν μάταια για το τι επιδιώκει η αλλόκοτη κίτρινη φυλή, στην οποία αποδίδονταν τα πιο αντιφατικά χαρακτηριστικά: ωμότητα και λεπτότητα, δεισιδαιμονία και περίσκεψη, πανουργία και απλοϊκότητα. Τίποτα όμως δεν ήταν πιο ακατανότητο για τους δυτικούς από το γεγονός ότι ένας κόσμος, όπως ο κινέζικος, με μεγάλες ανακαλύψεις και εφευρέσεις στο ενεργητικό του κατά το παρελθόν, δεν είχε επιδιώξει να εκμεταλλευτεί ως το έπακρο τις νοητικές του ικανότητες.

Περιηγητές, μελετητές, εμπορευόμενοι, στρατιωτικοί, απορούσαν πώς είναι δυνατόν αυτοί που ανακάλυψαν την πυρίτιδα, την πυξίδα, την τυπογραφία να μη σπεύσουν να αναπτύξουν τις εφαρμογές των ευρημάτων τους στη γεωργία, τη ναυσιπλοϊα, τη μηχανική. Αρκέστηκαν να φθάσουν ως ένα ορισμένο σημείο. Γιατί; Στο ερώτημα ήταν αδύνατο να δοθεί απάντηση. Διότι το ίδιο το ερώτημα εμπεριείχε μια προκατάληψη του δυτικού πολιτισμού που τον εμπόδιζε να καταλάβει την άλλη αντίληψη.

Ο άλλοτε ασθενής

Η συνέχεια εδώ...


Ο κινέζικος Δράκος υψώνει ανάστημα στη Δύση

Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2020

Οι νέοι φυγάδες – Στις ρίζες της ελληνικής παρακμής

Καραποστόλης Βασίλης

Είναι αλλόκοτο το θέαμα μιας κοινωνίας που ενώ απειλείται, αφήνει τις λίγες δυνάμεις της να σκορπίζουν, λες και δεν είναι δικές της και δεν της στοιχίζει να χάνονται. Μοιάζει σαν ο εγκέφαλος να μη μπορεί να δώσει τις απαραίτητες εντολές στους μυς και στα νεύρα. Όλα δείχνουν πως σ’ αυτήν την αδυναμία έχει αιχμαλωτισθεί η ελληνική κοινωνία.

Πελαγωμένη, παρακολουθεί τους βραχίονές της να απεργούν επιδεικτικά. Βλέπει μια μεγάλη μερίδα της νέας γενιάς να κλείνει τα μάτια της στην πραγματικότητα και να τρέχει προς τα εκεί όπου ακούγονται θόρυβοι, δυνατή μουσική, σε μια αναταραχή μέσα στην οποία πασχίζει να βουλιάξει, ώστε να μη σκέπτεται τίποτα το δυσάρεστο, απ’ αυτά που βασανίζουν τους μεγαλύτερους.

Εδώ και καιρό, και βέβαια όχι μόνον στη χώρα μας, η διασκέδαση έγινε το όπιο που πίνοντάς το οι ζωηρές ηλικίες νιώθουν πως κάτι κάνουν, χωρίς να κάνουν τίποτα. Πράγματι, η διασκέδαση και το παιχνίδι προσφέρουν από τη φύση τους μια μετατόπιση της ενέργειας: από την εργασία, τον μόχθο, τις έγνοιες και τις ευθύνες, μετακινείται κανείς σε μια σφαίρα όπου μπορεί παίζοντας να ξεκουραστεί μέσα στο άσκοπο.

Παίζει ή σταματά το παιχνίδι, χορεύει ή σταματά να χορεύει, τραγουδά ή σταματά να  τραγουδά. Η ευχέρεια να μην υπακούει σε επιταγές, να διαλέγει εκείνο που τη μια ή την άλλη στιγμή τον προσελκύει περισσότερο, είναι ανακουφιστική. Ποιος θα το αμφισβητούσε; Είναι άλλο όμως αυτό και άλλο να απορροφηθεί ολόκληρος μέσα στα διαλείμματα της καθημερινής ζωής. Το πρόβλημα βρίσκεται ακριβώς εδώ. Στο ότι μια ολόκληρη γενιά φαίνεται να θέλει να κλειστεί μέσα σε έναν κόσμο φτιαγμένο από ακτίνες λέϊζερ, ξέχειλα ποτήρια μπύρας, ήχους μεταλλικής μουσικής, οθόνες κινητών που φωσφορίζουν συνθηματικά και εκεί να μείνει όσο το δυνατόν περισσότερο.

Εκδίκηση εναντίον της χώρας

Εκείνο που θα έπρεπε να απασχολεί περισσότερο την κοινωνία δεν είναι ότι οι νέοι θέλγονται από τις μορφές αυτής της καλά οργανωμένης μαγείας. Αυτό συνέβαινε και παλαιότερα και είναι ως ένα βαθμό φυσικό. Δεν ήταν όμως ποτέ, όπως σήμερα, τόσο σφοδρή η επιθυμία τους να "ξεφύγουν" από τα νύχια της πραγματικότητας και να παραδοθούν σε ένα είδος παραζάλης, την οποία, ωστόσο, υπερασπίζονται εντελώς συνειδητά και με μια γλώσσα που δεν σηκώνει αντιρρήσεις.

Δεν θέλουν να ακούσουν τίποτα για υποχρεώσεις. Ισχυρίζονται πώς έχουν κάθε δικαίωμα να κρίνουν οποιοδήποτε "πρέπει" τους βάζουν μπροστά τους. Σύμφωνοι. Όμως, σχεδόν πάντα η κρίση τους είναι ίδια: λένε πως δεν είναι δική τους δουλειά να λύσουν ζητήματα που όφειλαν να τα είχαν λύσει οι γονείς τους, ή το κράτος. Θεωρούν πως δικαιούνται απολύτως να μέμφονται τις προηγούμενες γενιές για τα λάθη τους, την απρονοησία τους, ή και τις ιδέες τους που δεν τις εγκατέλειψαν έγκαιρα, όταν είδαν πως είχαν φθαρεί.

Η αλήθεια είναι ότι πολλά από τα παράπονα των νεώτερων είναι βάσιμα. Δεν παρέχουν όμως επαρκή δικαιολογία για να μετατραπούν τα παράπονα σε εκδίκηση εναντίον της χώρας. Γιατί όταν η χώρα έχει ανάγκη την εγρήγορση κι εσύ της πετάς κατάμουτρα την νωθρότητά σου, την εκδικείσαι. Όποιος κατέχεται από το πάθος της εκδίκησης δεν αρκείται σε σκέψεις, θέλει να βλάψει κιόλας με συγκεκριμένες πράξεις.

Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2020

Σύγχρονοι θεατές, αρχαία αινίγματα

Καραποστόλης Βασίλης

Οι κερκίδες των αρχαίων θεάτρων γέμισαν –με τις δέουσες αποστάσεις λόγω κορονοϊού– κι αυτό το καλοκαίρι που σιγά-σιγά αφήνουμε πίσω. Οι θεατές προσέρχονταν, τακτοποιούνταν στις θέσεις τους, παρακολουθούσαν την παράσταση και επισφράγιζαν το τέλος της με ένα χειροκρότημα που πιο πολύ και από το να ανταμείβει τους ηθοποιούς, σκεπάζει τις πολλές απορίες που γεννήθηκαν στο κοινό.
Είναι, πράγματι, αδύνατον να μην απορήσει ο σύγχρονος θεατής για τον τρόπο, με τον οποίο οι ήρωες στην αττική τραγωδία βιώνουν τα πάθη τους. Τα βιώνουν φωναχτά! Τους βλέπουμε να ανακοινώνουν αυτά που εμείς θα θεωρούσαμε μύχιες υποθέσεις μας, σε μια περίεργη ομάδα συμπολιτών τους που τους περιτριγυρίζει, τους ακούει, τους θέτει ερωτήματα και τους δίνει τη γνώμη της.
Είναι ο χορός, αυτό που περισσότερο από οτιδήποτε άλλο δυσκολεύεται να καταλάβει σήμερα ο θεατής. Γιατί να παρουσιάζονται οπωσδήποτε αυτοί οι μεσολαβητές; Γιατί να ανακόπτουν κάθε τόσο την δράση; Αν ήταν ειλικρινείς, οι περισσότεροι από τους θεατές θα ομολογούσαν ότι το νόημα που έχουν οι παρεμβολές του χορού τους ξεφεύγει. Το πολύ-πολύ να δεχθούν τον παρηγορητικό του ρόλο. Κατανοητό να δέχεται ο ήρωας εκδηλώσεις συμπαθείας ή οίκτου από κάποιους που δεν βρίσκονται στην ίδια μ’ εκείνον οδυνηρή κατάσταση.

Το νόημα του Χορού

Αυτό το καταλαβαίνει ο θεατής. Του το έχει μάθει, άλλωστε, η εποχή του πως οι άλλοι είναι αρκετά χρήσιμοι, όταν μπορούν να του πουν δυο λόγια συμπονετικά, για να μη νιώσει πως είναι ολότελα μόνος. Αλλά πέρα απ’ τα λόγια συμπαράστασης υπάρχουν και οι παραινέσεις. Ο χορός συμβουλεύει τον ήρωα, του υπενθυμίζει πράγματα που μες τα πάθη του τα ξεχνά. Και είναι τότε που στις κερκίδες αρχίζουν να πλανώνται ερωτήματα.
Ποιοι είναι αυτοί, που όλοι μαζί, με μια φωνή, υποδεικνύουν στους ήρωες το τι θα πράξουν; Δεν είναι ένας ή δύο κοντινοί φίλοι, δεν είναι ούτε και κάποιοι ειδικοί στη χορήγηση συνταγών ευτυχίας. Σαν κι αυτούς που στις μέρες μας πληρώνονται για να δείχνουν στους πελάτες τους πώς να παίρνουν μια απόφαση, πώς να στεριώνουν ένα γάμο, ή πώς να βρίσκουν τη σιγουριά που τους λείπει.

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2020

Φλερτ με ραντεβού ή με μηνύματα;

Καραποστόλης Βασίλης

Γνωστή εταιρεία κινητών τηλεφώνων είχε πριν χρόνια προτρέψει με τηλεοπτικές διαφημίσεις τους νέους να «στέλνουν μηνύματα» αντί να κανονίζουν ραντεβού μεταξύ τους. Γιατί να ξοδεύουν έτσι τα λεφτά τους; Πολύ πιθανό όταν βγουν και συναντήσουν το πρόσωπο που τους ενδιαφέρει η όλη υπόθεση να μην καταλήξει εκεί που θα ήθελαν. Θα έχουν τότε σπαταλήσει το χαρτζιλίκι τους άδικα σε κεράσματα.
Ενώ αν κρατηθούν σε απόσταση, αν διασταυρώσουν πρώτα τα γραπτά τους σήματα, θα φανεί αν αξίζει τον κόπο να γίνει το επόμενο βήμα. Λάθος λοιπόν να τρέχει κανείς στα τυφλά, επειδή του γυάλισε κάποιο πρόσωπο. Πιο έξυπνο να κάνει προκαταρκτικούς ελέγχους. Στην αρχή το φιλτράρισμα, μετά η απόφαση για τη συνάντηση.
Ας αναλογιστούμε τι θα συνέβαινε αν η διαφήμιση αυτή -και οι παρόμοιές της- έπειθαν εντελώς και μονίμως το κοινό τους. Χιλιάδες νέοι προσήλυτοι στην ερωτική συγκίνηση θα προετοιμάζονταν για την τελική έξοδο, κάνοντας στα δωμάτιά τους αλλεπάλληλα τεστ για τους άλλους. Ένας πληθυσμός που του λένε πως δεν πρέπει να βιάζεται, που πρέπει να ξέρει τι πληρώνει και πώς. Να τα κάνει τι, όμως, αυτά που εξοικονομεί; Δεν είναι βέβαια πρόβλημα αυτό. Θα του υποδείξουν αργότερα να προμηθευτεί το ερχόμενο, ακόμη πιο εξελιγμένο μοντέλο κινητού, ή το ακόμη πιο κατσούφικο CD που θα του μιλήσει για απιστίες, μοναξιές και αδιέξοδα μπλεξίματα.
Έτσι από την αναβολή της επιθυμίας περνάμε εύκολα στην παροχέτευσή της. Αντί να σπεύσει κανείς να αντικρύσει κάποιον κατά πρόσωπο, πληροφορείται πως είναι καλύτερα να προπονείται με κουμπιά και κωδικούς, να κάνει παρέα με τηλέφωνα και οθόνες. Πριν βγει για την εμπειρία, οφείλει να είναι εξοπλισμένος, όπως είναι κάθε υποψήφιος για οποιαδήποτε δουλειά.
Το να αρχίζεις επομένως μια σχέση είναι σαν να "προσλαμβάνεις" τον άλλο τη στιγμή που κι αυτός προσλαμβάνει εσένα. Τα προσόντα έχουν από πριν καταγραφεί. Ενδιαφέροντα, προτιμήσεις, το τι σου αρέσει, το τι μου αρέσει. Στο τέλος, από την επεξεργασία των στοιχείων προκύπτει ένας δείκτης-οδηγία που λέει: «Με τον (την) Α συνέχισε, δεν βλάπτει» ή «Με τον (την) Β σταμάτησε, ψάξε αλλού».
Αλλά το να ψάχνουν εξ αποστάσεως οι νέοι τους συντρόφους τους είναι κάτι τόσο αφύσικο όσο το να παίρνει κάποιος στα είκοσί του χρόνια πόζα ανθρώπου κορεσμένου απ’ όλα. Για να φθάσει ένας άνδρας ή μια γυναίκα στο σημείο να κουράζεται από τις άμεσες επαφές πρέπει να έχει φορτωθεί ως τότε κάμποσα βάρη. Εξομολογήσεις, εκμυστηρεύσεις, πολιορκίες που αρχικά διεγείρουν και κατόπιν πιέζουν αφόρητα. Γύρω στα πενήντα κερδίζεις το δικαίωμα να επιλέγεις ποιους θα δεις και ως πού θα προχωρήσεις μαζί τους.

Επιχείρηση γοητείας

Όταν το καλοκαίρι ρέει στις φλέβες μας – Η βελανιδιά και τα φωτοβολταϊκά


Καραποστόλης Βασίλης
Αυτό το καλοκαίρι δεν μπορούμε να 'μαστε απλώς παραθεριστές. Δεν μπορούμε να περάσουμε ξώφαλτσα δίπλα στη φύση. Είναι ανάγκη να πάρουμε κάποια διδάγματα απ’ ό,τι μας ξεπερνάει και μας αγκαλιάζει ταυτόχρονα. Είμαστε μέρος της φύσης. Αυτά δεν λένε στους μαθητές τα βιβλία; Όμως, τι είδους μέρος του όλου είμαστε, αφού δεν ξέρουμε τι να κάνουμε μέσα στο όλον;
Η ύπαιθρος μάς γνέφει, μας κάνει πράσινα σινιάλα, αλλά εμείς μαγκωνόμαστε, λες και τα σήματα έρχονται από εξωγήινα πλάσματα. Ο σύγχρονος παραθεριστής οπισθοχωρεί μπροστά σε τέτοια καλέσματα. Υπάρχουν μάλιστα στιγμές που το θρόισμα των φύλλων, το λίκνισμα του κλωναριού, το πέταγμα ενός πουλιού να του φαίνονται τόσο άσχετα με τις προσωπικές υποθέσεις του, ώστε να κλείνει τα παντζούρια του παραθύρου του για να βουλιάξει στη δική του, την αποκλειστικά ανθρώπινη ησυχία του.
Αλλά το να έχεις στις βαλίτσες σου τις υποθέσεις σου και το να θέλεις να βρεις την ησυχία σου, είναι πράγματα ασυμβίβαστα μεταξύ τους. Παρ’ όλα αυτά, έξω από το παράθυρο ο άνεμος εξακολουθεί να πνέει και τα νυχτοπούλια επιμένουν κάτι να λένε. Εάν ο παραθεριστής άκουγε τι διαμηνύουν, εάν ήθελε ν’ ανοίξει τ’ αυτιά του και ν’ ακούσει αυτούς τους ήχους που άνοιγαν πάντα τις πύλες της νύχτας, εάν το μυαλό δεχόταν ν’ αφεθεί σε ό,τι αινιγματικό υπάρχει γύρω του, τότε πραγματικά θα λέγαμε ότι το καλοκαίρι αρχίζει να ρέει στις φλέβες τού ανθρώπου.

Καλοκαίρι και αυτοεγκατάλειψη

Υπάρχει λοιπόν εμπλοκή στον εγκέφαλο, εμπλοκή στο νευρικό σύστημα. Όλος ο οργανισμός σφίγγεται πάνω στις συνήθειές του, αρνείται να λυθεί. Το πρόβλημα του σύγχρονου παραθεριστή δεν είναι άλλο από μια δυσκολία στην αυτοεγκατάλειψη. Του είναι αδύνατο να παραδώσει τον εαυτό του σε δυνάμεις που δεν τις γνωρίζει καλά. Τι είναι γι’ αυτόν όλα τούτα τα φυτά και τα ζώα τριγύρω; Είναι ένας κόσμος που πιθανόν υπακούει σε νόμους, αλλά ο επισκέπτης της εξοχής έχει μάθει ότι οι νόμοι που διέπουν τη ζωή αυτών των πλασμάτων διαφέρουν από τους νόμους, τους οποίους ο ίδιος "κατασκευάζει" για να ρυθμίζουν τις σχέσεις με τους ομοίους του.
Ο άνθρωπος είναι για να κατασκευάζει, η φύση είναι για να υπάρχει. Έτσι είπαν. Αλλά τι γίνεται όταν ο άνθρωπος νιώσει την ανάγκη να υπάρχει, χωρίς να φτιάχνει απολύτως τίποτα; Όταν δεν θέλει πια ο δραστήριος να είναι δραστήριος; Μια έντονη διάθεση μπορεί τότε να γεννηθεί. Είναι η ώρα του καλοκαιριού. Με όλους τους ιστούς του, με όλες τις ίνες του το κορμί παρακαλάει τον εγκέφαλο να του επιτρέψει να ξαπλώσει καταγής, να κυλιστεί στο χώμα, να μείνει εκεί ακίνητο. Τι λύτρωση!

Παρασκευή 24 Ιουλίου 2020

Η "θανατηφόρα" ευελιξία – Η "ρευστή" εργασία δεν παράγει ποιότητα

Καραποστόλης Βασίλης

Να γίνετε ευέλικτοι… Ιδού τι ζητούν σήμερα οι περιστάσεις, οι ανάγκες, η οικονομία, τα ήθη. Η λέξη ευελιξία δεν ηχεί άσχημα κατ’ αρχήν. Την ακούει κανείς και στο νου του έρχονται  εικόνες γεμάτες από κίνηση και πλαστικότητα. Αλλά αμέσως οι εικόνες εξαφανίζονται από τη στιγμή που η λέξη συνδεθεί με συγκεκριμένες ενέργειες, οι οποίες επιβάλλεται να γίνουν. Πρέπει να ενεργούμε ευέλικτα, να σκεφτόμαστε ευέλικτα, να φερόμαστε ευέλικτα. Η επιταγή είναι αμείλικτη και φέρει τη σφραγίδα του οικονομικού επείγοντος.
Εδώ και πολύ καιρό, το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα έδειχνε πως αυτά που παλαιότερα αποτελούσαν αρρυθμίες στη λειτουργία του, άρχισαν να γίνονται ο κυρίαρχος ρυθμός του, ένας ρυθμός άτακτος, σπασμωδικός που αυξομείωνε απότομα την παραγωγή, που νέκρωνε απότομα ολόκληρους κλάδους και απαιτούσε γρήγορα την αναζωογόνηση άλλων.
Όλο και συχνότερα οι εργαζόμενοι ήταν υποχρεωμένοι είτε να μετακινούνται σε νέες θέσεις εργασίας, είτε να μένουν χωρίς εργασία, κεραυνοβολημένοι από απρόβλεπτες αλλαγές. Σήμερα, το κεραυνοβόλημα έγινε κανόνας. Και για να ελεγχθεί κάπως ο αριθμός των θυμάτων, οι πολιτικοί, οι επιχειρήσεις, ακόμη και η εκπαίδευση ζητούν από τους  εργαζόμενους να  γίνουν περισσότερο ευέλικτοι.
Αυτό γενικά σημαίνει να μπορούν να  ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις μιας καινούργιας δουλειάς, χρησιμοποιώντας "δεξιότητες" που δεν είχαν ως τότε. Πράγμα που στη συνέχεια σημαίνει πως είναι υποχρεωμένοι να προετοιμάζονται, να βρίσκονται σε εγρήγορση, να είναι πρόθυμοι να ξεχάσουν όσα είχαν μάθει για να τα αντικαταστήσουν με άλλα τα οποία  θα είναι κι αυτά προσωρινά.

Όταν η γνώση γίνεται προσωρινή