Εκεί σαν μπω, μες σ’ εκκλησία των Γραικών…
ο νους μου πιαίνει σε τιμές μεγάλες της φυλής μας,
στον ένδοξό μας Βυζαντινισμό.
Κ. Καβάφης, Στην εκκλησία
του Γιώργου Καραμπελιά, απόσπασμα από το βιβλίο του, Η αποστασία των διανοουμένων, Εναλλακτικές Εκδόσεις 2012.
Η νεώτερη εθνοαποδομητική ιστοριογραφία κυριάρχησε στους πανεπιστημιακούς και ακαδημαϊκούς χώρους, από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, προπαντός κατά την εικοσαετία –1990-2010–, την εποχή της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης. Αυτή η σχολή σκέψης επιδιώκει να αποδείξει πως δεν υπάρχει ιστορική συνέχεια των σημερινών Ελλήνων ως έθνους, από την αρχαιότητα, το Βυζάντιο, αλλά ακόμα και από την Τουρκοκρατία το νεώτερο ελληνικό έθνος αποτελεί, κατ’ αυτήν, ένα καινοφανές ιστορικό δημιούργημα. Κατά συνέπεια, και η επανάσταση του ’21 δεν αποτελεί τον ξεσηκωμό ενός πανάρχαιου έθνους με στόχο την απελευθέρωσή του και την κατάκτηση μιας αυτόνομης κρατικής υπόστασης, αλλά συνιστά, στην πραγματικότητα, την καταστατική πράξη της εθνογένεσης του νεώτερου ελληνισμού.
Συναφώς, η νέα ιστοριογραφία πρέπει να αποδομήσει την έννοια της ιστορικής συνέχειας των Ελλήνων –, προϋπόθεση για τη μεταβολή του ’21 και του ελληνικού κράτους σε αφετηρία της εθνογένεσής τους, και να ερμηνεύσει την εθνική απελευθέρωση των Ελλήνων όχι ως ενδογενές αίτημα της ελληνικής κοινωνίας –μια και δεν υπάρχει «συνέχεια»– αλλά ως αντανάκλαση και επίδραση της γαλλικής Επανάστασης και του νεώτερου ευρωπαϊκού εθνικισμού.
*****
Κατά την περίοδο που προηγείται της Επαναστάσεως του 1821, η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων θεωρούσε τον νεώτερο ελληνισμό συνέχεια του Βυζαντίου, την δε Κωνσταντινούπολη ως την ιστορική πρωτεύουσα του έθνους και «κληρονόμο» της αρχαίας Αθήνας. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος αποτελεί καθολικό σύμβολο του γένους και οι μεγάλοι Βυζαντινοί αυτοκράτορες παίρνουν τη θέση τους δίπλα στους ήρωες της αρχαιότητας και τον Αλέξανδρο.