Άγγελος ή διάβολος;
«Δεν το αρνούμαι πως όταν θέλω γίνομαι άγγελος
και όταν θέλω διάβολος»
Γεώργιος Καραϊσκάκης
του Γιώργου Καραμπελιά από το Άρδην τ. 109
Παρότι, ως προς την επίδραση της Οκτωβριανής Επανάστασης και του σταλινισμού στην Ελλάδα, οι αρνητικές συνέπειες είναι πάρα πολλές, θα αρχίσουμε παραθέτοντας τις θετικές όψεις.
Αναμφίβολα, το κομμουνιστικό κίνημα, με όλες τις στρεβλώσεις του, ταυτίστηκε ή εξέφρασε προνομιακά τους λαϊκούς και εργατικούς αγώνες ενάντια στην εκμετάλλευση και την ανισότητα[1], η δε Σοβιετική Ένωση αποτελούσε το παράδειγμα και το υπόδειγμα της δυνατότητας των απλών και φτωχών ανθρώπων να πάρουν στα χέρια τους τις τύχες τους. Επί πλέον, η «κομμουνιστική απειλή» είχε μια ουσιώδη επίδραση στην προώθηση του κοινωνικού κράτους, από την πλευρά των κυβερνήσεων, ώστε να αντιμετωπιστεί η πρόκληση του κομουνιστικού κινήματος. Ακόμα και η εργατική νομοθεσία της κυβέρνησης Μεταξά οφείλει πάρα πολλά στην αποτροπή του «κομμουνιστικού κινδύνου».
Ιδιαίτερης σημασίας υπήρξε η αναβάθμιση της αυτοπεποίθησης και της υπερηφάνειας των λαϊκών τάξεων, η υποχώρηση της μοιρολατρίας και η αυτοσυνείδησή τους ως των αυθεντικών φορέων του μέλλοντος. Υπερηφάνεια που λειτουργούσε ως ένας μηχανισμός κοινωνικής αναβάθμισης των λαϊκών τάξεων και ενίσχυε τον εγγραμματισμό και τη συμμετοχή στα πολιτικά δρώμενα ανθρώπων αποκλεισμένων από την πολιτική και κοινωνική ζωή.
Το γεγονός ότι λαϊκοί άνθρωποι και προλετάριοι μπορούσαν να φθάσουν ακόμα και στην ηγεσία των χωρών τους (ο Τίτο ξεκίνησε ως εργάτης χαλυβουργίας) αποτελούσε ένα ισχυρότατο κίνητρο κοινωνικής επιβεβαίωσης. Ιδιαίτερο ρόλο δε διαδραμάτισε στην αναβάθμιση του ρόλου των γυναικών και της νεολαίας. Η επονίτισσα που πρωτοστατεί στις κινητοποιήσεις της Αθήνας, και η αντάρτισσα του Ε.Λ.Α.Σ., αποτέλεσαν ένα πανίσχυρο σύμβολο, ανοίγοντας ουσιαστικά ένα νέο δρόμο για τις Ελληνίδες γυναίκες.[2] Όσο για τον ρόλο της νεολαίας, και εδώ η συμβολή του υπήρξε καθοριστική, η ΕΠΟΝ έφτασε τα 600.000 μέλη, η δε συντριπτική πλειοψηφία των πολιτικών και στρατιωτικών στελεχών της Αντίστασης αποτελούνταν από νέους κάτω των είκοσι πέντε ή τριάντα χρόνων[3].
Αποφασιστική ήταν η συμβολή του για την εμψύχωση του ελληνικού λαού ενάντια στους ξένους κατακτητές και την ενεργή συμμετοχή στην Αντίσταση. Οι τεράστιες θυσίες, το αγωνιστικό φρόνημα και η άφοβη αντιμετώπιση των κατακτητών έτειναν να διαμορφώσουν ένα νέο πρότυπο αγωνιστικότητας[4].