Του Σωτήρη Μητραλέξη
Τι να πρωτοσημειώσει κανείς για άνθρωπο που κυριολεκτικά σου έχει αλλάξει άρδην τη ζωή σου, τις προτεραιότητές σου, τον τρόπο που βλέπεις τον κόσμο, τη σκέψη σου — τι να πρωτοπείς, όταν είναι πραγματικά εντελώς αδύνατον να φανταστείς πώς θα ήσουν σήμερα αν δεν τον είχες συναντήσει.
Για το (κυρίως) έργο του Χρήστου Γιανναρά θα ήθελα να σημειώσω πολύ λίγα, διότι πολλοί έχουμε γράψει αρκετά αλλού (το κατ’ εμέ κυρίως αγγλιστί, μια παλιά μικρή ελληνιστί μου σύνοψη της σκέψης του είναι το κειμενάκι «Πρόσωπο, Έρως, Κριτική Οντολογία»: θα το έγραφα διαφορετικά σήμερα). Δύσκολα συνοψίζεται, διότι είναι ένας ιδιαίτερα πολυπρισματικός στοχαστής. Η ασύλληπτη επιδραστικότητα των βιβλίων του και της παρουσίας του στην Ελλάδα είναι γνωστή για όσους έχουν μάτια, όπως και ο φθόνος που αυτή παρήγαγε (αυτόν τον φθόνο για τον Γιανναρά τον συναντούσα εμφανή, τακτικά και εγγράφως σε αποκλειστικά ελλαδικές ακαδημαϊκές εκλογές μου). Η διεθνής πρόσληψη της σκέψης του βρίσκεται σε αλματώδη άνοδο, ιδίως μετά το άνοιγμα στον αγγλόφωνο χώρο την τελευταία μία-μιάμιση δεκαετία (κυρίως γαλλικής και δευτερευοντως γερμανικής παιδείας ο Γιανναράς γαρ): τα συνέδρια στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης το 2013 και του πανεπιστημίου του Cambridge το 2017, καθώς και οι τόμοι που προέκυψαν εξ αυτών, είναι μόνο επιφαινόμενα μιας διεθνούς πρόσληψης εν τω (ταχέως) γίγνεσθαι. Διευκρινίζω ότι δεν ήταν σημαντικός ΕΠΕΙΔΗ είχε επίδραση στην Ελλάδα ή ΕΠΕΙΔΗ έχει διεθνή πρόσληψη, αλλά λόγω της ίδιας της πρωτοτυπίας, του πλούτου και συνεισφοράς της σκέψης του: θεωρώ αδιαμφισβήτητο ότι, επί της ουσίας, είναι ο σημαντικότερος Έλληνας στοχαστής του τελευταίου μισού αιώνα, hands down. Εν πάση περιπτώσει αυτά θα φανούν στο μέλλον, και από το μέλλον, όχι στους τριήμερους κύκλους των φεησμπουκικών αψιμαχιών.
Ναι, είναι σημαντική η διάκριση ανάμεσα στο κυρίως έργο και στις επιφυλλίδες, εβδομαδιαίες ή βιβλιοδετημένες (δεν είναι αυτές τα βιβλία του). Πολλοί τον πρωτογνωρίσαμε από τις παλιές επιφυλλίδες, και προσωπικά ευγνωμονώ γι’ αυτό — αλλά μετά γνωρίσαμε μια ασύλληπτα ευρύτερη και φωτεινότερη προσωπικότητα. Ο Μότσαρτ μπορεί να ήταν επιπροσθέτως και κηπουρός, αλλά συνηθίζουμε να τον θυμόμαστε για τη Μουσική του, όχι για τις βουκαμβίλιες του, ούτε επειδή εκείνη τη συγκεκριμένη βουκαμβίλια ενδεχομένως την πετσόκοψε. Πέρα από τη σπορά των προσωπικών σχέσεων και το κάρπισμά τους —που είναι το πραγματικά Αιώνιο—, αυτό που θα μείνει θα είναι το κυρίως έργο, της κυρίως σκέψης, των κυρίως βιβλίων και μελετημάτων· όχι επειδή οι επιφυλλίδες ήταν ή καλές ή κακές ή ό,τι, αλλά επειδή αυτή είναι η φύση των πραγμάτων. Τις δε απλουστευτικές συζητήσεις του φουμπού περί των ακριβών και δεδομένων και αυστηρών ορίων πεδίων όπως η φιλοσοφία και η θεολογία (να μας πει και η θρησκευτική στροφή της φαινομενολογίας τη γνώμη της, ο Ζαν-Λυκ Μαριόν, ή η πρόσληψη π.χ. του Λακάν από πεδία άλλα της ψυχανάλυσης) τις θεωρώ εντελώς εξω-ακαδημαϊκές, δηλωτικές παχυλής άγνοιας βασικών (καίτοι πολύπλοκων) ζητημάτων τόσο περί φιλοσοφίας όσο και θεολογίας (άρα, προσόν εκλογιμότητας σε ακαδ. θέση). Και έξω από τα τείχη της ακαδημίας όμως, εν γένει η πλούσια σκέψη αφορά πολλά πεδία και η ασήμαντη σκέψη κανένα. (Επίσης, και παρά τις κάποτε εργοστασιακές μου ρυθμίσεις και στα δύο θέματα, εμμέσως πλην όμως σαφέστατα ο Χρήστος Γιανναράς με δίδαξε ότι είναι εντελώς αδύνατον να είσαι Χριστιανός και δεξιός ταυτόχρονα: αυτό θα ξενίσει κάποιους, αλλά αυτή είναι η μαρτυρία μου. Και με δίδαξε να ελέγχω κριτικά τις αυθεντίες μου, κατά προτίμηση να μην έχω καθόλου αυθεντίες, πρωτίστως συμπεριλαμβανομένου του ιδίου).