Ν. Εγγονόπουλος «Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης».
Γράφει ο Στέλιος Κούκος
Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Φώτα – Ολόφωτα»! Τι θαυμάσιος τίτλος διηγήματος! Τον διαβάζεις και ο νους, η καρδιά και η ψυχή σου αγάλλονται! Μια χαρά, για να μην πω χάρη σε κατακλύζει και αγωνιάς να το διαβάσεις με μιας όλο και να το απολαύσεις!
Πολύ σύντομα, όμως, αναφωνείς μα είναι αυτό αυτό διήγημα για τα Φώτα; Ποια Ολόφωτα; Μάλλον, για Κατασκότεινα πρόκειται! Τι είναι όλη αυτή η παρωδία, έστω τραγωδία μέρα που είναι; Πιο πολύ με κατάμαυρο θρίλερμοιάζει! Και μας το έχει ξανακάνει αυτό άλλοτε εν μέσω θέρους εκείνη την φορά. Δεν είναι πράγματα αυτά! Διαβάστε το κείμενο που ακολουθεί και αν δεν έχω δίκαιο πέστε μου…
Το παπαδιαμαντικό αυτό θρίλερ των Θεοφανείων το οποίο δημοσιεύτηκε το 1894 αρχίζει με τον κινδυνεύοντα επί κυμάτων Κωσταντή τον Πλαντάρη που μαζί με τον δεκαεφταετή ναύτη του Τσότσο και τον ζωέμπορο Πραματή ταξιδεύουν ή καλύτερα θαλασσοπνίγονται επί της μικρής βάρκας του πρώτου.
Η χρονική στιγμή, ήτοι Φώτα ή κοντά στα Φώτα ή περίοδος Φώτων δεν φανερώνεται αμέσως, παρά όταν ο αναγνώστης φτάσει στην πέμπτη παράγραφο. Ήδη, όμως, ο τίτλος του διηγήματος προδιαγράφει την χρονική στιγμή.
Εν τω μεταξύ, ο συγγραφέας μάς ενημερώνει το τι ακριβώς συμβαίνει στην θάλασσα με τους επιβαίνοντες στην βάρκα και μας κόβει την ανάσα, περιγράφοντας την πάλη του κυβερνήτη της, Κωνσταντή Πλαντάρη, με τα κύματα ο οποίος πλαντάζει μαζί με τους άλλους δύο στην τρικυμιώδη θάλασσα! Άλλωστε τι Πλαντάρης θα ήταν αν δεν πλάνταζε! Και να το λεπτό χιούμορ του σκιαθίτη συγγραφέα! Κάνουν, όμως, τέτοια πράγματα εν μέσω άμεσου κινδύνου βυθίσεως της βάρκας και αύτανδρου πνιγμού των επιβαινόντων;
Και δεν σταματά εκεί το… μακάβριο χιούμορ του, αφού ο ζωέμπορος Πραματής δεν φαίνεται να θρηνεί για την πραμάτειά του, γιατί προφανώς κινδυνεύει η ίδιά του η ζωή. (Αλλά η πραμάτεια προδιαγράφει τον ίδιο τον άνθρωπο: Πραματής. Μάλιστα)!