8 Φεβρουαρίου του 1972 έφυγε ο μεγάλος Ρεμπέτης
ρεμπέτικου, καθώς έκανε γνωστό το είδος λόγω της
μεγάλης επιτυχίας που είχαν τα δισκογραφημένα
τραγούδια του. Καθιέρωσε την ορχήστρα με μπουζούκια
και μπαγλαμάδες. Η περίοδος λίγο πριν τον Β' Παγκόσμιο
Πόλεμο είναι ίσως η παραγωγικότερή του.
Οι ρεμπέτες μάς δίδαξαν γλώσσα!
ΣYNEΔPIΟ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓIAΣ 2006
«Γοητευτικός γλωσσοπλάστης», όπως και κάθε λαϊκός δημιουργός, έγινε ο ρεμπέτης Μάρκος Βαμβακάρης. «Εγώ δεν είμαι ποιητής τραγούδια να ταιριάζω / κι αν μου τα φέρνει ο ναργιλές / σας τα παρουσιάζω» απολογούνταν στιχουργικά ο «αγράμματος» - εκδοροσφαγέας το επάγγελμα - ρεμπέτης.
Χρειάστηκε να περάσουν αρκετές δεκαετίες από την εποχή των διώξεων του ρεμπέτικου και λιγότερες από την κοινωνική απαξίωση των εκπροσώπων του για να φτάσουμε στη χθεσινή ανατρεπτική εικόνα ενός πανεπιστημιακού αμφιθεάτρου με εκατοντάδες γλωσσολόγους, φιλολόγους και φοιτητές που διδάσκονται την άλλη γλώσσα του ρεμπέτικου μέσα και από ηχητικά αποσπάσματα - παραδείγματα.
Με τα «Αγγελοκαμωμένη μου» και «γαϊτανόφρυδή μου» και «ζουρλοπαινεμένης γέννα» και «αν δεν τό 'χεις το αρζάν θα σου πούν αλεβουζάν» και «ουζάρω» και «όταν συμβεί στα πέριξ φωτιές να καίνε» δίδαξαν (ερήμην τους...) τα δικά τους ελληνικά μέσα από δίσκους γραμμοφώνου ο Μάρκος Βαμβακάρης και ο Γιάννης Παπαϊωάννου και η Ρόζα Εσκενάζυ και η Μαρίκα Νίνου τους συνέδρους του 9ου Πανελλήνιου Συνέδριου Γλωσσολογίας στη Θεσσαλονίκη.
«Ευχαριστώ το Θεό που ο Μακρυγιάννης δεν έμαθε γράμματα» δήλωνε ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης, και τη ρήση του επικαλέστηκε ο καθηγητής της Νεοελληνικής Γλώσσας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Χρήστος Τσολάκης, για να σχολιάσει την ανατρεπτική εισήγηση του μελετητή του ρεμπέτικου Πάνου Σαββόπουλου, ο οποίος κατέληξε:
Οι ρεμπέτες χρησιμοποίησαν ή έπλασαν λέξεις απούσες από τα επίσημα λεξικά («κακίστρα», «μαγίστρα», «καπετανεύω» κ.ά.), δανεισμένες από την καθαρεύουσα («όταν συμβεί στα πέριξ»), λέξεις της καθαρεύουσας ή των Γραφών παραποιημένες («Θα τα κάνω γης Μαριάμ» αντί «γης Μαδιάμ»), ξένες παραποιημένες (ο «τζέντελμαν» αντί τζέντλεμαν και ο «ντελμπετέρης» αντί του τουρκο-περσικής προελεύσεως ντερμπεντέρης), ενώ υπέβαλαν σε γοητευτικά πάθη τα φωνήεντα (το «α» γίνεται «ε» και το «ε» γίνεται «η» κι έτσι προκύπτει το «ανεστενάζω» αντί αναστενάζω ή «κατηντήσει» αντί καταντήσει).