Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΣΙΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΣΙΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2024

Tο άλογο




στον Μιχάλη Γκανά

του Δημήτρη Κοσμόπουλου


Πάλι το γνωστό άλογο, μαύρο και λαμπερό, στο μικρό πάρκο απέναντι, την ώρα που, ποιός ξέρει από ποιούς συμφωνημένο, έπαψαν να περνούν, λυσσασμένα κύματα, τ’ αυτοκίνητα.

Mε κοίταξε μασώντας τα πυκνά φύλλα του μεσημεριού και ένευε με κινήματα περήφανα της κεφαλής του σαν να μου έλεγε: «Θυμάσαι;»

Tο χειρότερο είναι ότι έβλεπα μια κατακόκκινη ανοιχτή πληγή στην αριστερή του παρειά και σταγόνες αίμα να πέφτουν στο ταλαίπωρο χώμα, πάνω σε σκουπίδια και χαρτιά.

Όμως το παράπονο της υπομονής του παλληκαρίσιο, καυτό όπως η μεσημεριανή αλκή. Mασώντας αυτά τα αόρατα φύλλα, μπαίνει στον δρόμο κι αρχίζει να τον διασχίζει αποφασιστικά, την ώρα που ξεχύνεται, ουρλιάζοντας, η αύρα της αστυνομίας.

Στα μάτια του σπιθίζουν δάκρυα σκληρά, διαμάντια. Kατά τα άλλα, ανέβηκα κι εγώ στο λεωφορείο, με τον υπόλοιπο κόσμο· την ώρα που το άλογο σπάραζε κάτω απ’ τους τροχούς και με το βλέμμα έψελνε την εξόδιο ακολουθία.

Aύριο, ίσως να το προλάβω.


ΣΦΥΡΙΓΜΑ

και τούτο του Γκανά

Μια μέρα του Γενάρη χαμηλή

ο ουρανός εφάνταζε χαλί

χάλκινο, στάχτινο, απλωμένο

σε χρόνο αλλοιώτικο και ξένο.

Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2024

Συγκλονιστικό:Ο Ρίτσος απαγγέλει στο Πολυτεχνείο και χιλιάδες λαού τραγουδούν στην πρώτη επέτειο


51 χρόνια μετά...

17 Νοέμβρη 1973

51 χρόνια μετά...


          ____****____

Ποιοι βγήκαν των Βαΐων
να με δεχτούν;
Ποιοι με άλειφαν μύρο τη ματιά τους
τις παραμονές των Αγίων;
Ριπές οι μνήμες — χαρακιές
και το μπλουτζίν αγριεμένο..

Αυτό το μήνα η πανσέληνος
είναι τυφλή·
στον τόπο μου ξένος
ούτε ’Αφέντης ο Θεός
ούτε ο Αγαπημένος…

Κωστής Μοσκώφ

 "Για τον Έρωτα και την Επανάσταση (1989)"

Από Γερομοριά 


ΠΗΓΗ-Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2024

Μικρό, πικρό, σημείωμα για τον Μιχάλη Γκανά



του ΗΛΙΑ ΜΑΛΕΒΙΤΗ


Φωτογραφία μου στα χέρια που θα πας
κοίταξε μη δακρύσεις…

Μητριά Πατρίδα

Πλημμύρισαν τα ΜΚΔ χτες από στίχους του Μιχάλη Γκανά, με το που μαθεύτηκε ο θάνατός του στα 80 του χρόνια. Ακούγονται λέξεις όπως: κορυφαίος, πρώτος, μεγαλύτερος των εν ζωή Ελλήνων ποιητών. Από ποιους; Μήπως από θεσμικούς παράγοντες, κρατικούς φορείς, ιδρύματα ή το λογοτεχνικό σινάφι; (Ο πρωθυπουργός ήταν απασχολημένος με τη σύνταξη επικήδειου μηνύματος για τον Βαρδή Βαρδινογιάννη).

Ποιοι λοιπόν εξυμνούν το έργο του Μιχάλη Γκανά; Μα το ευρύ, πλατύ κοινό που αγάπησε την ποίησή του και τους στίχους του, που τους τραγούδησε τόσες και τόσες φορές σε τόσες περιστάσεις, ξανά και ξανά· το μέγα πανελλήνιον.

Διαβάζω: «Το 1994 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το βιβλίο του Παραλογή, το 2009 με το Βραβείο Καβάφη, το 2011 με το βραβείο Ίδρυμα Πέτρου Χάρη (Ακαδημίας Αθηνών) για το σύνολο του έργου του». Στην ίδια την Ακαδημία βέβαια (όπου υπέβαλε υποψηφιότητα ασφαλώς, όπως και όλοι οι άλλοι), δεν κρίθηκε άξιος να συμπεριληφθεί. Βγήκε τρίτος και καταϊδρωμένος. Μα μέχρι και τα ογδόντα χρόνια του, το ελληνικό κράτος δεν θέλησε να του επιδαψιλεύσει την τιμή του Ειδικού ή του Μεγάλου Βραβείου για το έργο του, την οποία κέρδισαν συγγραφείς πολύ ασημότεροί του. Έτι ζων, δεν ευτύχησε να δει τα αθρόα αφιερώματα των εκατοντάδων σελίδων με τα οποία τιμήθηκαν άλλοι συγκαιρινοί ομότεχνοί του από τον λογοτεχνικό κόσμο και το σινάφι. Δεν γράφτηκαν γι’ αυτόν ογκώδεις μελέτες πανεπιστημιακών ούτε επιτιμοποιήθηκε από τις φιλοσοφικές σχολές μας. Παρ’ όλα αυτά, λογιάζεται ως μεγάλος ποιητής, μετά τον θάνατό του, απ’ το πλατύ, μεγάλο κοινό της πατρίδας. Ίσως κι η ίδια η πατρίδα να επαίρεται σε λίγο, τώρα πια μετά τον θάνατό του.

Παρ’ ότι η Μητριά Πατρίδα (1981, εκδ. “Κείμενα”) αναφέρεται στην Ουγγαρία (όπου έζησε ως παιδί μαζί με την οικογένειά του εξόριστοι μεταξύ ’48 και ’54), θαρρώ πως ακούγεται στ’ αυτιά μας και σαν ταιριαστή ονομασία της φυσικής του/μας πατρίδας ίσαμε σήμερα.

ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Σ’ αυτό τον τόπο
δεν βρίσκω εύκολα τον Νότο,
να ξέρω από πού φυσάει,
ούτε τη Δύση
σαν θεία να με νουθετήσει,
τα ’χω χαμένα
και στροβιλίζομαι σαν σβούρα
μες στο κενό και τη θολούρα.

Σ’ αυτό τον τόπο
δεν βρίσκω εύκολα τον τρόπο,
να πω το ναι να προχωρήσω,
γιατί το όχι
έχει μακρύτερη απόχη
και παραπαίω
ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο
και σ’ ένα ίσως επενδύω.

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2024

Κωστής Μοσκώφ: Για τον Έρωτα και την Επανάσταση (1989)



Για τον Έρωτα και την Επανάσταση (1989)

1

Ποιοι βγήκαν των Βαΐων
να με δεχτούν;
Ποιοι με άλειφαν μύρο τη ματιά τους
τις παραμονές των Αγίων;
Ριπές οι μνήμες — χαρακιές
και το μπλουτζίν αγριεμένο..
Αυτό το μήνα η πανσέληνος
είναι τυφλή·
στον τόπο μου ξένος
ούτε ’Αφέντης ο Θεός
ούτε ο Αγαπημένος…

«Λεμονάκι, λεμονάκι μυρωδάτο…»

Ποιος λοιπόν θα βάλει
τα παιδιά να κοιμηθούν;
Ποιος θα πυκνώσει τα όνειρα;
Η ποίηση,
Πράξη
καιρών
λυπημένων…
Βάζω στις λέξεις πυρκαγιά
να φωτίσω το σκοτάδι μου…

***

«Περίμενες
τους φανοστάτες
να ανάψουν».
Και κάποιον, τέλος,
«τοις κείνων ρήμασι πειθόμεναν»
«με ένα πουκάμισο καλοπλυμένο»
να περάσει
οδεύοντας
για το ικρίωμα…
«Όμως κανείς δεν πέρασε»
-— οι φανοστάτες δεν άναψαν
η πόλη δεν είχε κτιστεί
και Εσύ
δεν είχες ποτέ αγαπήσει…

***

Πέρασαν εκατό χρόνια μοναξιάς
να σ αγαπάω’
Γέρασα τώρα,
δε σκύβω στο πηγάδι,
μην αντικρίσω τον Καιρό…
Έβαλα
το μαχαίρι
στη θήκη του
τίποτα πια δεν περιμένω

***

Που ξέρεις,
μπορεί ό θάνατος και να νικήσει·
το Καράβι μας
αραγμένο αιώνες τώρα στο λιμάνι
—μέσα στην ιστορία νεκρό—
να σαπίσει,
φορτωμένο τόση μοναξιά…

Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2024

O Μιχάλης Γκανάς για την ποίηση και την ζωή



Ο ποιητής μιλά για την τέχνη του και την ζωή του. Τη σειρά των συναντήσεων επιμελείται και συντονίζει ο ποιητής Δημήτρης Κοσμόπουλος. 
Η συνάντηση έγινε στον χώρο βιβλίου και πολιτισμού Εν Πλω, στον κύκλο συζητήσεων με δημιουργούς (ποιητές, πεζογράφους, μουσικούς και ζωγράφους),  παρουσιάζονται στο αναγνωστικό κοινό με το έργο τους και την αντανάκλασή του στην καθημερινότητά μας.

Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2024

Μιχάλης Γκανάς διαβάζει Μιχάλη Γκανά...




Μιχάλης Γκανάς διαβάζει Μιχάλη Γκανά...

 ...Aπο τη βιογραφία του στην κρατική τηλεόραση 




Ο Μιχάλης Γκανάς γεννήθηκε στον Τσαμαντά Θεσπρωτίας το 1944. Από το 1962 ζει και εργάζεται στην Αθήνα, όπου ήρθε για να σπουδάσει Νομικά. Βιβλιοπώλης για μια δεκαπενταετία, συνεργάστηκε αργότερα με την Κρατική τηλεόραση ως επιμελητής λογοτεχνικών εκπομπών και Σεναριογράφος. Από το 1989 είναι κειμενογράφος σε διαφημιστική Εταιρεία. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες, ενώ στίχοι του έχουν μελοποιηθεί από γνωστούς Έλληνες και ξένους συνθέτες: Μ. Θεοδωράκης, Ν. Μαμαγκάκης, Ν. Ξυδάκης, Δ. Παπαδημητρίου, Ν. Κυπουργός, G. Bregovic, A. Dinkjian κ.α. Μετέφρασε τις "Νεφέλες" του Αριστοφάνη για το Θέατρο Τέχνης - Κάρολος Κουν και τους "Επτά επί Θήβας" του Αισχύλου για το ΔΗΠΕΘΕ Πατρών. 

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2024

Τα χέρια – Μιχάλης Γκανάς

Εβδομήντα χρόνια τα κουβαλάει μαζί της και ποτέ δεν γύρισε να τα κοιτάξει…Και τι δεν τράβηξαν αυτά τα χεράκια, στα κρύα και στα λιοπύρια, στη φωτιά, στα νερά, στα χώματα, στα κάτουρα και στα σκατά…





Κοιτάζει τα χέρια της. Πώς έγιναν έτσι; Πού βρέθηκαν τόσες φλέβες, τόσες ελιές και σημάδια, τόσες ρυτίδες στα χέρια της;
Εβδομήντα χρόνια τα κουβαλάει μαζί της και ποτέ δεν γύρισε να τα κοιτάξει. Ούτε τότε που ήταν χλωρά, ούτε που μέστωσαν, ούτε που μαράθηκαν, ώσπου ξεράθηκαν.
Όλα αυτά τα χρόνια η έγνοια της ήταν αλλού, όχι στα χέρια της: μην κοπεί, μην καεί, μην τρυπηθεί, μην το παρακάνει το βράδυ με τον άντρα της –όποτε τύχαινε, μια στις τόσες– κι ακούσει πάλι τα λόγια του, καρφί στην καρδιά της “πού τα ‘μαθες αυτά μω γυναίκα;”
Κοιτάζει τα χέρια της σαν να τα βλέπει πρώτη φορά. Ξένα της φαίνονται, καθώς κάθονται άνεργα πάνω στη μαύρη ποδιά της, σαν προσφυγάκια. Έτσι της έρχεται να τα χαϊδέψει.
Και τι δεν τράβηξαν αυτά τα χεράκια, στα κρύα και στα λιοπύρια, στη φωτιά, στα νερά, στα χώματα, στα κάτουρα και στα σκατά. Πέντε χρόνια κατάκοιτη η πεθερά της, αλύχτησε ώσπου να της βγει η ψυχή.

Κοιτάζει πάλι τα χέρια της. Τι θα τα κάνει; Να τα κρύψει κάτω από την ποδιά της να μην τα βλέπει, να τα χώσει στην περούκα της διπλανής, που κοιμάται με το κεφάλι γουλί, να τα βάλει στις μάλλινες κάλτσες που της έφερε ο γιος της μόλις του ‘πε ότι κρυώνει εδώ στο γηροκομείο που την έριξε η μοίρα της; Τόσα χρόνια δεν γύρισε να τα κοιτάξει και τώρα δεν μπορεί να πάρει τα μάτια της από πάνω τους. Κι όταν δεν τα κοιτάει ή κάνει πως δεν τα κοιτάει, την κοιτάνε αυτά.
Άνεργα χέρια, τι περιμένεις, αφού δεν έχουν δουλειά κάθονται και κοιτάνε. Δεν είναι που κοιτάνε, άσ’ τα να κοιτάνε, είναι που κοιτάνε σαν να θέλουνε κάτι. Ξέρει τι θέλουν: να τα χαϊδέψει.
Δεν θα τους κάνει τη χάρη. Ντρέπεται, γριά γυναίκα, να χαϊδεύεται στα καλά καθούμενα.
Τα κοιτάζει κλεφτά και βλέπει μια σκουριά από καφέ στο δεξί. Σηκώνεται και πάει στο μπάνιο, πιάνει το μοσχοσάπουνο και πλένει τα χέρια της. Τα πλένει, τα ξαναπλένει, δεν λέει ν’ αφήσει το σαπούνι, της αρέσει έτσι που γλιστρούν απαλά, το ένα μέσα στο άλλο, “κοίτα”, λέει, “που μ’ έβαλαν να τα χαϊδέψω θέλοντας και μη, τα σκασμένα” και γελάει από μέσα της που δεν την κοιτάνε τώρα όπως πριν, χαμένα μέσα στους αφρούς και τα χάδια, σαν να ‘χουν κλείσει τα μάτια, μην τους πάει σαπούνι και τα πάρουν τα δάκρυα.
Μιχάλης Γκανάς 


ΠΗΓΗ: http://www.katiousa.gr
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Μιχάλης Γκανάς, Αμνησία

Μιχάλης Γκανάς, Αμνησία

Η κάθε μέρα σαν τη γομολάστιχα
σβήνει την προηγούμενη και πάει.
Άλλοτε σβήνει την επόμενη,
καμιά φορά ολόκληρη βδομάδα.

Βροχές θυμάμαι και πουλιά
και ιστορίες που δεν έζησα ποτέ μου.

Τις νύχτες γράφεται το μέλλον μου,
τα φοβερά καθέκαστα της επομένης,
και πρέπει να ξυπνάω στις εφτά,
με την ψυχή στα δόντια να γυρίζω,
για να προλάβω τις παραγγελίες.

Χιόνια θυμάμαι και βουνά
και εξορίες που δεν έζησα ποτέ μου.

Λησμόνησα τους ίδιους τους γονείς μου,
πώς ήτανε και ποιοι και πόσοι.
Κοιτάζω γράμματα, φωτογραφίες,
δεν ξεχωρίζω ζωντανούς και πεθαμένους.
Γριές και γέροι και παιδιά,
μεσήλικες θλιμμένοι.

Μάτια θυμάμαι και φωνές,
πρόσωπα που δε γνώρισα ποτέ μου.

 

Μιχάλης Γκανάς, Αμνησία, από την ποιητική συλλογή Γυάλινα Γιάννενα, Καστανιώτης 1989

+ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ - Τρίπτυχο για τον Μιχάλη Γκανά



*
Γεννημένος στον Τσαμαντά Θεσπρωτίας το 1944, ο Μιχάλης Γκανάς, ποιητική φωνή κορυφαία της γλώσσας μας, γιορτάζει εφέτος τα 80 του χρόνια. Με αφορμή την επέτειο, αναδημοσιεύουμε εδώ τρία παλιότερα κείμενα του Κώστα Κουτσουρέλη αφιερωμένα στο έργο του, πρωτότυπο και μεταφραστικό.
~.~

του ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Ι. Τα ποίηματα 1978-2012

Τους σημερινούς ποιητές, και δικαίως, το ευρύ κοινό τους έχει πάρει από στραβό μάτι. Τους θεωρεί στριφνούς, δύσκολους, ακατάδεκτους. Δύσκολα τους πιάνει στο χέρι του. Αλλά και οι ποιητές από τη μεριά τους, δεν σκοτίζονται και πολύ για αναγνώστες κι απήχηση, μόνη ευγενική φιλοδοξία που τρέφουν είναι να εκφράσουν το ακατάβλητό τους εγώ. Τόσο που και όταν ακόμη, μία στις τόσες, κάποιος από τη συντεχνία κατορθώνει να σπάσει τον κλοιό, να γίνει γνωστός, οι συνάδελφοί του δεν του το συγχωρούν.


Τη δημοτικότητα της Κικής Δημουλά, λ.χ., πολλοί ομότεχνοί της τη θεωρούν ύποπτη, δεν είναι λίγοι όσοι της κουνούν το δάχτυλο δημόσια ότι στα τελευταία της βιβλία έχει βάλει νερό στο κρασί της, ότι επαναλαμβάνεται, ότι αυτοπροβάλλεται υπέρμετρα κ.ο.κ., κ.ο.κ… Από την άλλη, υπάρχουν ποιητές που στους κύκλους των μυημένων θεωρούνται σπουδαίοι, αλλά το όνομά τους κυκλοφορεί λίγο πολύ σαν έγγραφο διαβαθμισμένο, απρόσιτο στους πολλούς. Ο Βύρων Λεοντάρης είναι, αλίμονο, η πιο εξέχουσα τέτοια περίπτωση.

Ο Μιχάλης Γκανάς δεν ανήκει ούτε στη μια ούτε στην άλλη κατηγορία. Το αργότερο από την Παραλογή (1993), αν όχι ήδη από τα Γυάλινα Γιάννενα (1989), έδωσε βιβλία που και διαβάστηκαν και θαυμάστηκαν πολύ, από αναγνώστες κάθε λογής, επαΐοντες και κοινούς. Του απονεμήθηκαν βραβεία και έπαθλα αλλά τραγουδήθηκε κι από χιλιάδες. Κατόρθωσε να γίνει περίοπτος τόσο εντός όσο και εκτός του κλειστού λογοτεχνικού περιβόλου. Ποιος από τους νεώτερους, τους συνηλικιώτες του έστω, μπορεί να ισχυριστεί κάτι αντίστοιχο;

+ Μιχάλης Γκανάς

ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ - ΤΩΝ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΩΝ

Ας πούμε ένα τραγούδι σιγανό,
καθώς αρμόζει στους κεκοιμημένους,
ενώ φτερά πουλιών γεμίζουν τον αέρα
κι αυτοί περνούν σκυφτοί
σηματοδότες και βγαίνουν σε υπόγειες
διαβάσεις.
Πάλι σκοτάδι, πάλι της ψυχής
τ’ απόκρημνα φαράγγια
κι ο ήλιος με παλάμες κάρβουνο
να τους πατάει,
ώσπου βουτάνε στα νερά και κρύβονται.
Κι όμως γελούσαν στα νοσοκομεία,
δε βρίσκανε το φαγητό του γούστου τους,
βλέπανε τηλεόραση, έκαναν σχέδια
για ένα μέλλον που κανείς δεν τους υπόσχονταν.
Ούτε οι γιατροί με το φθαρμένο κύρος
ούτε οι δικοί τους με την αναπόδεικτη αγάπη
και μόνον οι οροί τούς λέγαν την αλήθεια
στάζοντας μέρα και νύχτα
τα χημικά του χάρου μες στο αίμα τους.
Ας πούμε ένα τραγούδι σιγανό,
καθώς φτερά πουλιών γεμίζουν τον αέρα
κι αυτοί βουτάνε στα νερά και κρύβονται,
ενώ το φως επάνω
τρέχει σε πλάτες και μαλλιά
και συντηρεί τα ζώα και τα χόρτα,
μα προπαντός τα λέπια του.

Μιχάλης Γκανάς: Ποίηση και Ζωή




Ο ποιητής Μιχάλης Γκανάς, μιλώντας στη λέσχη ανάγνωσης του Δήμου Ασπροπύργου τον Ιούνιο του 2018 αφηγείται ότι σφυρηλατήθηκε μέσα από τα βιώματά του, διατρέχει τις παιδικές του μνήμες και τις περιπέτειες της οικογένειάς του, μιλά ιδιαίτερα για τη σχέση με την μητέρα του όπως και τον δεσμό του με την γη της Ηπείρου, ενώ κατονομάζει τον πόνο αλλά και την αθανασία ως πηγές της έμπνευσής του.

Τέλλος Άγρας Πέθανε με τον τρόπο που πέθανε σαν σήμερα το 1944

Του Μπάμπη Ανδριανόπουλου 

Ο θάνατός του, πρελούδιο της δεκεμβριανής τραγωδίας που θα ακολουθούσε...

Ο Οδυσσέας Ελύτης αναφέρει το όνομα του Τέλλου Άγρα δίπλα σε αυτό του Κώστα Καρυωτάκη στο βιβλίο του με τίτλο:"Ανοιχτά Χαρτιά" για να καταδείξει τις διαφορές της δικής του ποιητικής γενιάς με την προηγούμενη που εκπροσωπούν κατ' αυτόν οι δύο προαναφερθέντες.
Γεγονός ιδιαίτερα τιμητικό για τον αδικοχαμένο και μάλλον παραγνωρισμένο Τέλλο Άγρα.
Και βέβαια, οι ενδυματολογικές αναφορές δεν έχουν να κάνουν με αυτό καθ'εαυτό το ένδυμα παρά με ό,τι μεταφορικά υπονοούν για τις αντίστοιχες ποιητικές φόρμες.

"Να κάτι που δεν αποτελούσε δυσαρμονία με τα λευκά, ανοιχτά πουκάμισα που αρχίσαμε τα χρόνια εκείνα οι πιο τολμηρό να φοράμε. Κι ο Άγρας, ο Καρυωτάκης, αυτοί φορούσανε ακόμη διπλά γιλέκα και κολάρα σκληρά"

ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ (Το χρονικό μιας δεκαετίας)

Εμείς γνωρίσαμε τον ποιητή από τα Αναγνωστικά και τα Ανθολόγια των μαθητικών χρόνων με την οικειότητα και τη γαλήνη που μας πρόσφεραν οι στίχοι του.
Και από κάποιες μελοποιήσεις σαν κι αυτή του σπουδαίου Γιάννη Σπανού από τη Β' Ανθολογία του.

Ένα πουλί


Πουλί από κλώνο μισερό
πιάστηκε το `να σου φτερό
με τ’ άλλο σου σπαράζεις
και κρέμεσαι και κράζεις

Μα εκεί που σκάλωσες πουλί
βοήθεια ανθρώπου δεν βολεί
μήδε κι ανθρώπου χέρι
να σε γλιτώσει ξέρει

Αναίσθητα είναι τα κλαδιά
ξερά κλαδιά χωρίς καρδιά
σκοτείνιασε θ’ αρχίσει
να λιανοψιχαλίσει

Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2024

Μάρ Ἐφραίμ τοῦ Σύρου, Ὀκτώ Ὕμνοι τοῦ Παραδείσου Posted by il Notaro




*

Μετάφραση-Εἰσαγωγή: Νατάσα Κεσμέτη

Εἰς Μνημόσυνον Δημητρίου Β. Τριανταφυλλίδη (1959-2024)

Ὁ Μάρ Ἐφραίμ, ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος, πολυγραφότατος ὕμνογράφος καί θεολόγος τοῦ 4ου αἰῶνα, τιμᾶται σέ ὁλόκληρο τόν χριστιανικό κόσμο. Ἀνακηρυγμένος ἀπό τούς ρωμαιοκαθολικούς ὡς Δάσκαλος τῆς Ἑκκλησίας, εἶναι ἰδιαιτέρως προσφιλής στήν Ὀρθόδοξη Συριακή Ἐκκλησία. Ἔγραψε ποικίλους ὕμνους, ποιήματα καί ὁμιλίες σέ στίχους, ὅπως ἐπίσης βιβλικές ἑρμηνεῖες σέ πεζό. Οἱ ἐργασίες του αὐτές, πού ἔχουν ἐπίσης χαρακτηρισθεῖ ὡς «πρακτική θεολογία», ἀποτελοῦσαν θεμελιακά ἔργα σέ ταραγμένους καιρούς. Ἦσαν τόσο δημοφιλῆ ὥστε, αἰῶνες μετά τήν κοίμησή του, χριστιανοί συγγραφεῖς έξέδιδαν ψευδεπίγραφα ἔργα μέ το ὄνομά του. Ἡ μεγάλου εὔρους μαρτυρία του φανερώνει τήν πρώιμη μορφή τῆς χριστιανοσύνης, στήν ὁποία οἱ ἰδέες τῆς Δύσης δέν ἔπαιζαν κανένα σημαίνοντα ρόλο. Ἔχει ἀναγνωριστεῖ ὡς ὁ πιό σημαντικός ἀπό ὅλους τούς Πατέρες τῆς Συριακῆς Ἐκκλησιαστικῆς παράδοσης.

Ὁ σερ Σεμπάστιαν Μπρόκ, παγκόσμια αὐθεντία στά ἀφορῶντα τήν ἀραμαϊκή γλώσσα καί τήν συριακή γραμματεία, ἔχει δώσει μιάν ἔξοχη εἰσαγωγή ὡς πρός τόν τρόπο σκέψης τοῦ Μάρ Ἐφραίμ. Εἰδικά γιά τούς Ὕμνους τοῦ Παραδείσου ὀφείλεται νά τονιστεῖ ὅτι μᾶς μαθαίνει πῶς νά βλέπουμε τήν πραγματικότητα ὄχι μέ τά μάτια ἑνός ἑλληνιστῆ, ἀλλά μέ τά μάτια κάποιου ἀνήκοντος στήν ὁμάδα τῶν ἀρχαίων λαῶν: ἀπογόνων τοῦ Σήμ (γιοῦ τοῦ Νῶε) στήν Ἐγγύς Ἀνατολή καί τήν Ἀφρική, καί ἔχοντος σημιτική νοοτροπία. Πράγμα πού σημαίνει ὅτι στήν ἑλληνιστική ἀντίληψη προτεραιότητα εἶχε ἡ Μορφή, ἡ ὁποία καί ἀποτελοῦσε τό Πραγματικό. Δέν γνωρίζουμε ἄν ὁ Μάρ Ἐφραίμ θά συμφωνοῦσε ἤ ὄχι. Αὐτό ὅμως πού βλέπουμε στόν Ἐφραίμ δέν εἶναι Μορφές ἀλλά Σύμβολα. Ἐπιπλέον συχνά μετακινεῖ ται ἀπό τό ἀτομικό στό συλλογικό. Ἀκριβῶς στο σημεῖο αὐτό ὁ Σεμπάστιαν Μπρόκ διευκρινίζει:
Για τήν σημιτική νοοτροπία τῶν βιβλικῶν συγγραφέων καί τῶν Σύρων ποιητῶν, ὅπως ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ, εἶναι πάρα πολύ ἁπλή καί εὔκολη ἡ μετακίνηση ἀπό το συλλογικό στό ἀτομικό, καί ἀπό το ἀτομικό στό συλλογικό.

«...μου ῾σβησε το φανάρι και πια δε βλέπω, ούτε να δείξω τίποτα κι ούτε να περπατήσω.....''


ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΕΦΥΓΕ

«...μου ῾σβησε το φανάρι και πια δε βλέπω, ούτε να δείξω τίποτα κι ούτε να περπατήσω.....''

«Να με θυμόσαστε - είπε.
Χιλιάδες χιλιόμετρα περπάτησα
χωρίς ψωμί, χωρίς νερό, πάνω σε πέτρες κι αγκάθια,
για να σας φέρω ψωμί και νερό και τριαντάφυλλα...
 Την ομορφιά, ποτές μου δεν την πρόδωσα... Όλο το βιος μου, το μοίρασα δίκαια...
Μερτικό εγώ δεν κράτησα. Πάμπτωχος..
 Μ’ ένα κρινάκι του αγρού, τις πιο άγριες
 νύχτες μας φώτισα...
Να με θυμάστε!!».

- Ο Γιάννης Ρίτσος έφυγε από τη ζωή στις 11 Νοεμβρίου 1990, αφήνοντας πίσω του 50 ανέκδοτες ποιητικές συλλογές... Ενταφιάστηκε τρεις μέρες αργότερα, στη γενέτειρά του, την  Μονεμβασιά...

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2024

Αποχαιρετισμός στον Βαγγέλη Πισσία

Του Γιώργου Κυριακού 

*η οργή που την έλεγαν γαλήνη*

Στη μυριόκαλη πέτρα, στην καρδιά του νοτιά, 
στη Μεγάλη Αλεξάνδρεια ένας ψίθυρος - πόνος,                                
στης μπουνάτσας το χρώμα, στης αλήθειας το κλάμα 
“γκασταρμπάιντερ”, φωνάζεις! τώρα δεν είσαι μόνος.

Τα νερά του ανάβαλου τώρα πια σε μιλάνε 
κι οι στροφές της ανάγκης στον χορό της ημέρας, 
οι πληγές χωρίς καύκαλο ανοιχτές στο φανάρι, 
WADI GAZA, τον ξέρεις, ήταν ένας αέρας.

Mare Nostrum πνιγμένοι κι αν δεν είχες ελπίδα, 
εσύ λάξεψες βράχους με το βλέμμα ανθρωπίσιο, 
στα ποτάμια του χρόνου, στα πηγάδια, στους βάλτους, 
Σενεγάλη πατρίδα πως τον κράταγες ίσιο;

“Βλάπτουν (βλέπεις) κι οι τρεις, την Συρία το ίδιο”, 
σε σκοτάδι βαθύ PAX ROMANA - σαφώς 
πόσο μοιάζουν θαρρώ οι διάττοντες οι λάμψεις, 
αργυρώνητοι μάγοι πώς μας κρύβουν το φως;

Αν η πείνα θολώνει για καθάριο ψωμί 
Αν την λένε αφέλεια, και σπουδή και ρεγάλο
στη βραχνάδα σου ψάχνω του Θεού τα μεράκια 
και του χάρου τα άντερα τώρα δα θα τα βγάλω. 

Μα γελάς; τι να πω στον τρατάρη του δίκιου; 
θα σε δω στην Κερύνεια να μιλάς στο λιμάνι, 
στο καστράκι του Άργους κι από εκεί στο Θολό. 
Μα τι άλλο να θέλει της οργής το χαρμάνι; 

Ποια πλευρά της σελήνης; ποιο στενό καλντερίμι; 
ποια αιτία θα δώσει τη λαλιά στο πουλί;
Ψηλαφίζεις το σύννεφο ούτε αυτό τελειώνει. 
Τα κομμάτια σου δίνεις στη μικρή μας αυλή.

Ζαν-Νικολά-Αρτύρ Ρεμπώ


Του Μπάμπη Ανδριανόπουλου 

Έκλεισε τους λογαριασμούς του με την ποίηση στα είκοσί του

Συνέχισε τους λογαριασμούς με τη ζωή ως τα τριαντεπτά του

Ως τις 10 Νοεμβρίου του 1891

Πάντα πλάνης και ανέστιος

Μαζί με το σαράκι του, αυτό που (περι)γράφει ο Αλκαίος

Με την παντοτινή βροχή στη μνήμη (του) ...


  "Η βροχή που βρέχει τα πάντα"


η βροχή που βρέχει για πάντα
χωμάτινες υγρές καρδιές
μέσα από το τζάμι που θολώνει
και στάλες,
δροσερές στάλες που πίνουν το φθαρτό

Όχι
Δεν ήρθα εδώ να περιμένω
Η ζωή έχει χώμα που μυρίζει άστρα
έχει την 
ύλη αδιάφορη 
στο ξεχασμένο κοχύλι
πάνω στις σπείρες που διαγράφεται το νέφος
η πόλη 
κι ο δρόμος

Όχι
Δεν εξελίσσομαι από τους καθορισμούς τους
Μια δύναμη με ωθεί στο ανείπωτο
στο έγκλημα το ποιητικό
εκεί που θα υπάρχω απλά για να υπάρχω
ακούγοντας
τις μελωδίες που έφτιαξα εγώ για τον κόσμο
μέσα στον κόσμο

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2024

Σαν σήμερα στα 1869 πεθαίνει στο Λάουθ της Αγγλίας ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ.


Του Δημήτρη Σταματάκη

Κατάφερε να συνάψει όλα τα διεστώτα μέλη του Ελληνισμού: Όμηρο, Λυρικούς, Τραγικούς, Ευαγγέλια με Βυζάντιο, Εκκλησιαστική Παράδοση, καθώς και Δημοτικό τραγούδι με Κρητική Λογοτεχνία!

Η νεοκλασικιστική του παιδεία και η ρομαντική του ψυχοσύνθεση συμπλέκουν στην ποίησή του το δραματικό με το ειδυλλιακό, το παγανιστικό με το χριστιανικό, τα αρχαιοελληνικά πρότυπα με την σύγχρονη επαναστατική επικαιρότητα, τον πουριτανισμό και τον λανθάνοντα ερωτισμό.

Η αυστηρότητα στη φόρμα των στίχων του συμπλέει με τη μελαγχολία, την κλασικιστική φόρμα και το ρομαντικό περιεχόμενο. Με την σύζευξη ορατή ακόμα και στη γλώσσα (αρχαΐζουσα με βάση την δημοτική) αλλά και στη μετρική του (αρχαϊκή στροφή και μέτρο που συχνά δημιουργεί, σε δεύτερο επίπεδο, δεκαπεντασύλλαβους).

Πολιτικότατος και στρατευμένος για την Ελλάδα, την Γλώσσα και την Διαχρονία της. Γι' αυτό και κατεξοχήν ΕΘΝΙΚΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ!

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2024

Οι τελευταίοι: Οι μάσκες κάποτε θα τελειώσουν, σαν τα τραγούδια και τις γιορτές ~ Τάσος Λειβαδίτης (ανάλυση και video ηχογραφημένη ποιητική συλλογή)




Ήταν 30 Οκτωβρίου του 1988 όταν έφυγε ο ποιητής της ανθρωπιάς και της επανάστασης, ο πιο ερωτικός και πολυτραγουδισμένος ποιητής, Τάσος Λειβαδίτης. Μια μεγάλη φυσιογνωμία στον χώρο των γραμμάτων.... και… επειδή είναι και αγαπημένος μας, ιδού ένα βαθύτατα πολιτικό ποίημά του.

♦ Οι τελευταίοι: 

Οι μάσκες κάποτε θα τελειώσουν, σαν τα τραγούδια και τις γιορτές ~ 

Τάσος Λειβαδίτης (ανάλυση και video ηχογραφημένη ποιητική συλλογή)  ►


Όλο το αφιέρωμα στο σύνδεσμο:

Τάσος Λειβαδίτης! (20 Απριλίου 1922 - 30 Οκτωβρίου 1988)



Πόση ιδεολογία (αλλά και πολιτική σοφία) κατάφερε να συμπυκνώσει μέσα σε 7 μόνο λέξεις o μπαγάσας ο  Αναστάσιος-Παντελεήμων Λειβαδίτης!
 (20 Απριλίου 1922 - 30 Οκτωβρίου 1988)

Καλημέρα μοιράζομαι

Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2024

Παύλος Παυλίδης - ΕΡΧΟΜΑΣΤΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΡΙΖΟΝΤΑ

Σειρά σκέψεων "O m n i a   s u n t   c o m m u n i a"

Ερχόμαστε Από Τον Ορίζοντα 

Παύλος Παυλίδης  



Ο Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι θα ξαναγίνει της μόδας γύρω στο έτος 2150
Ο Τζέιμς Τζόις θα μετενσαρκωθεί σε κινεζάκι το έτος 2124
Ο Τόμας Μαν θα μετατραπεί σε φαρμακοποιό από το Εκουαδόρ το έτος 2101
Ο Έζρα Πάουντ θα εξαφανιστεί από ορισμένες βιβλιοθήκες το έτος 2089
Ο Σέσαρ Βαγιέχο θα διαβάζεται στα τούνελ το έτος 2045
Ο Λουί-Φερντινάν Σελίν θα μπει στο καθαρτήριο το έτος 2094
Η ποίηση δεν θα εξαφανιστεί, η ποίηση δεν θα εξαφανιστεί
Ο Πιερ Πάολο Παζολίνι θα μετατραπεί σε άγιο προστάτη της φυγής το έτος 2100

Στα ερείπια του κόσμου που χάνεται
Θα φυτρώσουν λουλούδια παράξενα
Θ' ανεβούν ν' αγκαλιάσουν τα κτίρια
Και θα μπαίνουνε απ' τα παράθυρα

Στα ερείπια του κόσμου που χάνεται
Τα σκυλιά θα ουρλιάξουν απόκοσμα
Θα παγώσουνε λίμνες ολόκληρες
Και οθόνες θα σβήσουν απότομα

Θα χτυπάνε και θα καταστρέφεται
Θα αντέχουμε, θα ξαναχτίζουμε
Όσο εσείς πιο ρηχά θα μας σέρνετε
Τόσο εμείς πιο βαθιά θ' αρμενίζουμε