Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΣΙΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΗΣΙΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 5 Μαΐου 2024

Δεύτε Λάβετε Φώς, Χριστός Ανέστη, Χρόνια Πολλά!




Τάκης Βαρβιτσιώτης

Φως υπερούσιο
Απρόσιτο φως
Από ποια ύψη κατεβαίνεις
Σ' αυτή την καταματωμένη γη
Όπου σέρνονται ακόμα οι άνθρωποι
Ανάμεσα στον τρόμο και την ελπίδα
Άσπιλο φως
Που δεν έχεις ούτε αρχή ούτε τέλος
Και που η μέρα παρατείνει την ηγεμονία της
Για να σε διαφυλάξει
Πότε λοιπόν θα κατορθώσεις
Ν' αποδιώξεις το βαθύ
Βαθύ σκοτάδι αυτού του κόσμου. 


🎨Χρήστος Μπόκορος 

Παρασκευή 3 Μαΐου 2024

Νίκος Καροῦζος - Μεγάλη Παρασκευή



Νίκος Καροῦζος

Ἰησοῦς & Ποιήματα

Μεγάλη Παρασκευή

(17 Ἀπριλίου 1987)

~.~

Χρονικὸ τῆς Ἀταραξίας


Ὁ δασόβιος ἐρημίτης ὁδηγοῦσε μ’ ἀόρατη
λεπτὴ κλωστὴ τὸν ἦχο μιᾶς μέλισσας ὅταν ὁλόγυρα
παίζοντας τὸ σουραῦλι της ἡ σαύρα
δυνάμωνε τὸ πράσινο καὶ ἡ σκέψη
δρασκέλιζε τὴν ἀκέραστη μόνωση
ποὺ δὲν ἀπείλησε ποτὲ τὰ λουλούδια.

Τὰ τείχη τοῦ ἔαρος ἄραγε τ’ ἀρώματα
τ’ ἀρίφνητα μῦρα διανοίγονται;

Στοχάσου λιγάκι δίχως ἀνταλλάγματα:
δίχως ἀλήθεια καὶ ψέμα.

Στοχάσου πὼς ὅλα τὰ ζώπυρα
κοιμοῦνται σ’ ἐγρήγορση δίχως ἐκτόπισμα
στὴν ἄνθηση ποὺ ξεραίνει τὸ βιός της ὥστε νὰ ξανάρθει.

Πᾶσα πνοὴ καὶ πᾶσα νύχτα δὲ γνώρισε
μητέρα καὶ μάμμη καὶ προμάμμη ―
τὴν προέλευση τὴ θέλει τὸ μυαλό μας καὶ χανόμαστε
σ’ ἀνύπαρχτα βάθη καὶ μεγέθη τῆς ἀπουσίας
ὅταν ἀκόμη κ’ ἡ φωτιὰ τεμπελιάζει
μ’ ὅλα της τα τριξίματα
μ’ ὅλες τὶς φλόγες ποὺ βγάζει καὶ τ’ ἀποκαΐδια.

Θὰ σπάσω σήμερα τὶς ἀνέστιες φόρμες
τὴ στέγη θὰ ρίξω καὶ θ’ ἁπλώσω περίλυπα
στὴν ἀσκέπαστην ἐνέργεια τῆς ἀθανασίας
ἐκεῖ ποὺ λαλοῦσαν ἀνέκαθεν οἱ τυφλὲς
εἰκόνες τῶν πλασμάτων τὴν πολυμίλητη βουβαμάρα
τὴν ἀπόδειξη κείνου ποὺ δὲν ἀποδείχνεται
τὴν ἀπάρνηση τοῦ θριάμβου τῆς γλώσσας.

Ὁ παρείσαχτος νοῦς ὀποὺ χάραξε τραύματα
καὶ τὰ λέμε φαράγγια
ὀποὺ δίδαξε θαύματα καὶ τὰ λέμε κρημνὰ τῆς ἀνάγκης
ἤτανε κάποτε κι αὐτὸς ἀνίκητος ἀπ’ τὶς νίκες του
τὶς μεγάλες κι ἀνθρώπινες τὶς ὑπερύμνητες
εἶχε κι αὐτὸς ὁλάκερη στὰ πλήθια μόριά του τὴν εἰρήνη
στ’ ἀμπέλια τῶν κεραυνῶν ἐκτοξεύοντας
τὴ λάμψη τῆς ἀγάπης.

Ἡ φρόνηση πού ’χε κάψει τ’ ἄστρα κι ἀφανίστη χαράματα
τὸν πόνο τὸν ξεκούμπισε
τὸν ἔβαλε στὴ μαύρη ἁλυσίδα…

Τεράστιες ὧρες ἀγκαλιάζονταν τότε ἀναμεταξύ τους
καὶ πικράθηκεν ὁ χάρος ὁ χαραμοφάης
καθὼς ἡ Παναγία κυλιότανε στὰ κιτρολέμονα
κ’ εἶχε δέσει τὸ δαίμονα
στὰ θεόρατα γιασεμιὰ τῆς χαρμολύπης.

Κυριακή 28 Απριλίου 2024

Γεώργιος Δροσίνης — Ἡ Πατρίδα μας

wheat-field-with-reaper-and-sun-1889

«Ξένε ποὺ μόνος κι ἔρημος
σὲ ξένους τόπους τρέχεις,
πές μου, ποιὸς εἶναι ὁ τόπος σου
καὶ ποιὰ πατρίδα ἔχεις;»

«Τὴ μακρινὴ πατρίδα μου
πάντα ποθῶ στὰ ξένα.
Ἐκεῖ τὰ χρόνια τῆς ζωῆς
περνοῦν εὐλογημένα.

Ἐκεῖ κι ὁ θάνατος γλυκός,
κι ἀφοῦ κανεὶς πεθάνει,
ἔχει στὸ μνῆμα του Σταυρό,
καντήλι καὶ λιβάνι.

Στ᾿ ἀγαπημένο μου χωριὸ
χαρὲς πάντα καὶ γέλια,
στ᾿ ἁλώνια τραγουδιῶν φωνὲς
ξεφάντωμα στ᾿ ἀμπέλια.

Κι ὅταν χορεύει ἡ λεβεντιὰ
στῆς Πασχαλιᾶς τὴ μέρα,
βροντοκοπᾶ τὸ τύμπανο
καὶ κελαηδεῖ ἡ φλογέρα.

Στὴ μακρινὴ Πατρίδα
ἔχει εὐωδιὰ καὶ χάρη
τὸ ταπεινότερο δεντρί,
τὸ πιὸ φτωχὸ χορτάρι.

Στοὺς κλώνους τῆς ἀμυγδαλιᾶς,
σμίγουν ἀνθοὶ καὶ χιόνια
καὶ φέρνουνε τὴν ἄνοιξη
γοργὰ τὰ χελιδόνια.

Στῶν μαγεμένων της βουνῶν
τὰ μαρμαρένια πλάγια,
γλυκολαλοῦν οἱ πέρδικες
καὶ κλαίει ἡ κουκουβάγια.

Ἡ ἀσημένια θάλασσα
μ᾿ ἀφροὺς τὴν περιζώνει
κι ὁ οὐρανὸς μὲ τ᾿ ἄστρα του
τὴ χρυσοστεφανώνει.

Τὴ μακρινὴ Πατρίδα μου,
πρὶν ἡ σκλαβιὰ πλακώσει,
τὴ δόξαζ᾿ ἡ παλληκαριά,
τὴ φώτιζεν ἡ γνώση.

Καὶ τώρ᾿ ἀπὸ τὴ μαύρη γῆ,
τὴ γῆ τὴ ματωμένη,
πρόβαλε πάλ᾿ ἡ ἐλευθεριὰ
σὰν πρῶτα ἀντρειωμένη».

«Φτάνει τὴ χώρα ποὺ μοῦ λές,
τὴ γνώρισα, τὴν εἶδα,
τὴ μακρινὴ Πατρίδα σου
ἔχω κι ἐγὼ Πατρίδα».

Σάββατο 20 Απριλίου 2024

Μάνος Χατζιδάκης




Ο κυρ Αντώνης πάει καιρός 
που ζούσε στην αυλή

μ' ένα κρεβάτι, ένα κανάτι
και με κρασί πολύ.

Είχε δυο μάτια γαλανά
κι αχτένιστα μαλλιά,

κι ένα λουλούδι πάντα φορούσε
στα ρούχα τα παλιά.

Αχ κυρ Αντώνη πώς σ' αγαπάμε
και μαζί σου τ' άστρα μετράμε,

τις φωτιές για σένα πηδάμε
ώσπου να 'ρθει βροχή

και τον καημό σου πάντα ξεχνάμε,
σαν πουλιά μαζί τριγυρνάμε,

σαν παιδιά με σένα γελάμε
σαν κάνεις προσευχή.

Μα ο κυρ Αντώνης βιάζεται 
να πάει να κοιμηθεί,

γιατί το βράδυ στα όνειρά του
θέλει να θυμηθεί

ό,τι ποτέ δεν έζησε 
μες στ' όνειρό του ζει

μα η νύχτα φεύγει και λυπημένο
τον βρίσκει η χαραυγή.

Μα ένα βράδυ ο κυρ Αντώνης
στρώνει να κοιμηθεί,

κι όταν ξυπνάμε τον καρτεράμε
στην πόρτα να βρεθεί.

Μα ο κυρ Αντώνης δε θα βγει
ποτέ του στην αυλή,

αφού για πάντα μες στ' όνειρό του
θέλησε πια να ζει.

Μάνος Χατζιδάκις

ΠΗΓΗ:https://www.facebook.com/share/p/XktX51qwhvM8rza8/
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Παρασκευή 22 Μαρτίου 2024

Ντίνος Χριστιανόπουλος



Είμαι ολιγογράφος.
Έχω γράψει 320 ποιήματα.
Τα μισά είναι δύο στίχοι το καθένα. 

Άντε τώρα εσύ να χτίσεις
ποιητικό έργο με δύο στιχάκια...

Κάποτε είχαν γράψει σε τοίχο 
ένα δικό μου ποίημα, 
απ' αυτά τα μικρά που έχω γράψει: 

''Τα πρόβατα απήργησαν.
Ζητούν καλύτερες συνθήκες σφαγής''

- Χαρήκατε;

- Τι να χαρώ; Δε βαριέσαι...
Τα ποιήματα είναι για να κυκλοφορούν.

- Είστε 75 χρονών.
Θυμάστε τον εαυτό σας στα 15;

- Πώς δεν τον θυμάμαι!
Δεκατεσσάρων χρονών 
άρχισα να γράφω ημερολόγιο, 

το οποίο κρατώ καθημερινά 
μέχρι και σήμερα.

- Ήσασταν παιδί συνεσταλμένο;
- Πάρα πολύ συνεσταλμένο.

- Είχατε επίγνωση 
της ομοφυλοφιλίας σας;

- Ναι, βέβαια. Δεν τολμούσα 
φυσικά να το πω σε κανέναν. 

Ήταν ''Η επιθυμία που δεν τολμά να πει 
τ' όνομά της'' - έτσι το λέγαν οι παλιοί.

Το ένιωθα όμως. Το ζούσα.
Δεν είχα απλώς επίγνωση αλλά επιμονή.

- Και δεν ερχόταν αυτό
σε ισχυρή κόντρα με το κατηχητικό; 

- Εγώ μπορεί να ήμουν στο κατηχητικό,
αλλά την ίδια στιγμή μπορεί να ήμουν 
και εντελώς αντίθετος με το κατηχητικό.

Στο κατηχητικό πήγα εννέα χρονών.
Η μαμά μου με έστειλε εκεί 
για να πάρω μερικά μαθήματα ηθικής. 

Αργότερα όμως εγώ το πήρα πολύ ζεστά
και η μάνα μου ενοχλούνταν:

''Είπαμε να πας στα κατηχητικά αλλά 
όχι και να είσαι με το σταυρό στο χέρι!''

Λίγο αργότερα, το '41 - '42, 
ήμασταν από τις πρώτες οικογένειες 

Δευτέρα 18 Μαρτίου 2024

Ο χαρταετός στην ποιήση και τη ζωγραφική



Μίκης Θεοδωράκης - Χαρταετοί 



Η Έλλη Λαμπέτη απαγγέλει το ποίημα ο Χαρταετός από την Μαρία Νεφέλη του Οδυσσέα Ελύτη.


Κι όμως ήμουν πλασμένη για χαρταετός.



Χαρταετός – Η ιστορία του

Ο ουρανός την Καθαρά Δευτέρα γεμίζει από χαρταετούς. Πολύχρωμοι και πολυγωνικοί, με τις φουντωτές ναζιάρικες ουρές τους, υψώνονται στον ουρανό σαν προάγγελοι της Άνοιξης και βέβαια ως ένδειξη του τέλους της Αποκριάς.

Ο χαρταετός, παιχνίδι για μικρούς και μεγάλους και απαραίτητο συστατικό της Καθαρής Δευτέρας, φαίνεται πως άνοιξε τα πολύχρωμα φτερά του πριν από τρεις χιλιάδες χρόνια, περίπου στα 1.000 π.Χ.
Δεν είναι γνωστή η ακριβής χρονική στιγμή και η τοποθεσία, που ο πρώτος χαρταετός ανέβηκε στον ουρανό, όμως πιθανότατα οι Κινέζοι έκαναν την αρχή με μια κατασκευή που αντέγραφε τη μορφή των πουλιών.



 
Από τις αρχές του κόσμου ο άνθρωπος ονειρευόταν να πετάξει σαν τα πουλιά – ένα όνειρο που φαίνεται σε γραπτά και εικόνες που χρονολογούνται από το 500 π.Χ. Οι χαρταετοί, λοιπόν, έκαναν την εμφάνιση τους στην Κίνα πριν από 3.000 χρόνια. Εκεί ήταν διαθέσιμα και τα κατάλληλα υλικά για την κατασκευή τους: καλάμια bambou για το πλαίσιο και μετάξι για το πανί και την ουρά.

Με αφετηρία την Άπω Ανατολή ο χαρταετός πέρασε τη δική του «Οδύσσεια» ακολουθώντας αρχαίες διαδρομές και υιοθετήθηκε από όλες σχεδόν τις ηπείρους, αποκτώντας νέες μορφές και δημιουργώντας μύθους, καθώς έκανε την εμφάνισή του στους διάφορους πολιτισμούς.
Οι ανατολικοί λαοί τους έδωσαν ζωντανές μορφές (ψάρια, πουλιά, δράκοντες κ.λπ.). Άλλοι έδεναν σ’ αυτούς (γραμμένες πάνω σε μικρότερο χαρτί) τις αρρώστιες και τις συμφορές και τις άφηναν να φύγουν μακριά, άλλοι έστελναν προς τα επάνω τις ευχές και τις επιθυμίες τους, και άλλοι προσάρμοζαν μικρές φλογέρες στο κεφάλι του αετού, για να σφυρίζουν και να διώχνουν τα κακά πνεύματα. Τέλος, άλλοι σήκωναν ομαδικά τους αετούς, σαν προσευχή στον ουρανό και έψαλλαν ύμνους.

Στην ελληνική αρχαιότητα, τον 4ο αιώνα π.Χ., ο μαθηματικός και αρχιμηχανικός Αρχύτας (440-360 π.Χ.), από τον Τάραντα της Νότιας Ιταλίας, καλός φίλος του Πλάτωνα και οπαδός του Πυθαγόρα, χρησιμοποίησε στην αεροδυναμική του τον χαρταετό και λέγεται ότι ήταν ο εφευρέτης του.

Σάββατο 16 Μαρτίου 2024

Κ.Π. Καβάφης: “Μανουήλ Κομνηνός”



Κ.Π. Καβάφης: “Μανουήλ Κομνηνός”


Ο βασιλεύς κυρ Μανουήλ ο Κομνηνός
μια μέρα μελαγχολική του Σεπτεμβρίου
αισθάνθηκε τον θάνατο κοντά. Οι αστρολόγοι
(οι πληρωμένοι) της αυλής εφλυαρούσαν
που άλλα πολλά χρόνια θα ζήσει ακόμη.
Ενώ όμως έλεγαν αυτοί, εκείνος
παληές συνήθειες ευλαβείς θυμάται,
κι απ’ τα κελλιά των μοναχών προστάζει
ενδύματα εκκλησιαστικά να φέρουν,
και τα φορεί, κ’ ευφραίνεται που δείχνει
όψι σεμνήν ιερέως ή καλογήρου.

Ευτυχισμένοι όλοι που πιστεύουν,
και σαν τον βασιλέα κυρ Μανουήλ τελειώνουν
ντυμένοι μες στην πίστι των σεμνότατα.


ΠΗΓΗ-Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δευτέρα 11 Μαρτίου 2024

"Συνέδριο" Καθημερινής





Σαράντα σβέρκοι βωδινοὶ μὲ λαδωμένες μποῦκλες
σκεμπέδες, σταβροθόλωτοι καὶ βρώμιες ποδαροῦκλες
ξετσίπωτοι, ἀκαμάτηδες, τσιμπούρια καὶ κορέοι
ντυμένοι στὰ μαλάματα κ᾿ ἐπίσημοι κι ὡραῖοι.

Σαράντα λύκοι μὲ προβιὰ (γι᾿ αὐτοὺς χτυπᾷ ἡ καμπάνα)
καθένας γουρουνόπουλο, καθένας νταμιτζάνα!
Κι ἀπὲ ρεβάμενοι βαθιὰ ξαπλώσανε στὸ τζάκι,
κι ἀβάσταγες ἐνιώσανε φαγοῦρες στὸ μπατζάκι.

Ὄξ᾿ ὁ κοσμάκης φώναζε: «Πεινᾶμε τέτοιες μέρες»
γερόντοι καὶ γερόντισσες, παιδάκια καὶ μητέρες
κ᾿ οἱ τῶν ἐπίγειων ἀγαθῶν σφιχτοὶ νοικοκυρέοι
ἀνοῖξαν τὰ παράθυρα καὶ κράξαν: «Εἶστε ἀθέοι».

Κώστας Βάρναλης - Πρωτοχρονιάτικο

Σχόλιο του Γιώργου Μαργαρίτη για το Συνέδριο" Καθημερινής

ΠΗΓΗ: https://www.facebook.com/share/WEpJnjGSPDQ8URCo/
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Κυριακή 3 Μαρτίου 2024

Ο «Αποχαιρετισμός» του Γιάννη Ρίτσου στον Γρηγόρη Αυξεντίου


"Τέλειωσαν πια τα ψέματα – δικά μας και ξένα
 Η φωτιά η παντάνασσα πλησιάζει. 
Δεν μπορείς πια Να ξεχωρίσεις αν καίγεται σκοίνος ή φτέρη ή θυμάρι. 
Η φωτιά πλησιάζει.
Κι όμως πρέπει να προφτάσω να ξεχωρίσω,
Να δω, να υπολογίσω, να σκεφτώ – ( για ποιόν; Για μένα;Για τους άλλους; ) Πρέπει. Μου χρειάζεται πριν απ’ το θάνατό μου μια ύστατη γνώση, η γνώση του θανάτου μου, για να μπορέσω να πεθάνω.
΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄

Άλλες αναρτήσεις για τον ήρωα Γρηγόρη Αυξεντίου ΕΔΩ

΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄΄
...Μην κλαίτε. Και ξέρω τώρα, όσο ποτέ,
Πως είναι δυνατή η ελευθερία. Γεια σας.
Τούτη την ώρα δεν τρομάζω τα μικρά ή μεγάλα λόγια –
Μπορώ να σκουπίσω τα μάτια μου στη σημαία μας
Μια και το ξέρω : στην απόλυτη στιγμή μου
μες απ’ το στόμιο του θανάτου οι συναγωνιστές μου
θα παραλάβουν απ’ τα χέρια μου φλεγόμενη
τη σημαία του ανένδοτου αγώνα, φλεγόμενη σαν πύρινο άλογο ικανό να διασχίσει το άπειρο και το θάνατο σαν άσβηστη δάδα μέσα σ’ όλες τις νύχτες των σκλάβων,
φλεγόμενη η σημαία μας σα μέγα αστραφτερό δισκοπότηρο για την Άγια Μετάληψη του Κόσμου.
Μπορώ να επαναλάβω :

” Λάβετε, φάγετε, τούτο εστί το σώμα μου και το αίμα μου – το σώμα και το αίμα του Γρηγόρη Αυξεντίου
ενός φτωχόπαιδου, 29 χρονώ, απ’ το χωριό Λύση,
οδηγού ταξί το επάγγελμα,
πούμαθε στη Μεγάλη Σχολή του Αγώνα τόσα μόνο γράμματα όσα να φτιάχνουν τη λέξη
” Ε Λ Ε Υ Θ Ε Ρ Ι Α “"

3 Μαρτίου 1957.

Στην Κύπρο μαίνεται ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας εναντίον των βρετανών με στόχο την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. 
Ο εικοσιεννιάχρονος υπαρχηγός της ΕΟΚΑ Γρηγόρης Αυξεντίου μετά από προδοσία,περικυκλώνεται μέσα στο κρησφύγετο του, από βρετανούς στρατιώτες. Διατάζει τους συντρόφους του να παραδοθούν και συνεχίζει να πολεμάει μόνος του μέχρι που οι αντίπαλοί του με τη βοήθεια ελικοπτέρου τον καίνε ζωντανό. 

Το γεγονός αυτό συγκλόνισε τον μεγάλο ποιητή Γιάννη Ρίτσο ο οποίος έγραψε ένα από τα συγκλονιστικότερα ποιήματα του με τίτλο «Αποχαιρετισμός».

Ακούστε τον ίδιο τον ποιητή να το απαγγέλλει:



Ολόκληρο το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου στο τέλος της ανάρτησης :

Στις 5 Μαρτίου 1957, μέρα Τρίτη, οι πρωινές αθηναϊκές εφημερίδες έγραψαν :

Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2024

Νόημα, μορφή και περιεχόμενο στο «Μυθιστόρημα» του Σεφέρη

Του Νίκου Ξένιου


Ο Σεφέρης / Σχέδιο Πάβλος Χαμπίδης


«...να ελέγ­ξει κα­νείς, να τα­κτο­ποι­ή­σει και να δώ­σει μορ­φή και ση­μα­σία στο απέ­ρα­ντο πα­νό­ρα­μα μα­ταιό­τη­τας και αναρ­χί­ας που εί­ναι η σύγ­χρο­νη ιστο­ρία»

ΣΕΦΕ­ΡΗΣ, 1974a: 353

Το ποίημα "Μυθιστόρημα" του Γιώργου Σεφέρη 


H μι­κρα­σια­τι­κή κα­τα­στρο­φή και η προ­σφυ­γιά, η συρ­ρί­κνω­ση του ελ­λη­νι­σμού και η απο­μά­γευ­ση της Με­γά­λης Ιδέ­ας, η πο­λι­τι­κή αστά­θεια και η απο­γο­ή­τευ­ση συν­θέ­τουν, για τον Γιώρ­γο Σε­φέ­ρη, έναν νέο μύ­θο, ση­μείο ανα­φο­ράς για τους ξε­ρι­ζω­μέ­νους μι­κρα­σιά­τες.[1] Οι κο­ρό­νες για την πα­τρί­δα, η Με­γά­λη Ιδέα και οι εφή­με­ρες ιδε­ο­λο­γί­ες δεν φαί­νε­ται να τον επη­ρε­ά­ζουν όταν, φέ­ρο­ντας την ψυ­χι­κή ταυ­τό­τη­τα του «ξέ­νου» και νιώ­θο­ντας απο­στρο­φή προς τη δρά­ση των πο­λι­τι­κών της επο­χής του, ανα­κα­τα­σκευά­ζει τους ιδρυ­τι­κούς μύ­θους της φυ­λής, επι­στρα­τεύ­ει τη λαϊ­κή φα­ντα­σία για τον πό­λε­μο της Τροί­ας, για τους Αρ­γο­ναύ­τες, για τον Με­γα­λέ­ξαν­δρο, απο­τυ­πώ­νο­ντας πα­ράλ­λη­λα και τις ιδε­ο­λο­γι­κές συ­νέ­πειες της κα­τα­στρο­φής. Στην Αγ­γλία, ήδη από το κα­λο­καί­ρι του 1933, έχει επι­χει­ρή­σει μια πρώ­τη σύν­θε­ση του Μυ­θι­στο­ρή­μα­τος, που θα ολο­κλη­ρω­θεί στην Αθή­να τον Δε­κέμ­βριο του 1934. Στην ποι­η­τι­κή αυ­τή συλ­λο­γή ο νο­μπε­λί­στας ποι­η­τής θα αξιο­ποι­ή­σει την πο­λύ­πλευ­ρη επα­φή του με την ευ­ρω­παϊ­κή πρω­το­πο­ρία και την αρ­χαιο­γνω­σία του, σε μια σύν­θε­ση όπου το ελ­λη­νι­κό έν­δο­ξο πα­ρελ­θόν έρ­χε­ται σε κα­τά­φω­ρη αντί­θε­ση με το αβέ­βαιο μέλ­λον του ελ­λη­νι­σμού. Αυ­τή εί­ναι η βα­σι­κή το­πο­θέ­τη­ση του Ερα­το­σθέ­νη Γ. Κα­ψω­μέ­νου (Η ποι­η­τι­κή μυ­θο­λο­γία του Σε­φέ­ρη, Εται­ρεία Κρη­τι­κών Σπου­δών, Ίδρυ­μα Ερ. Κα­ψω­μέ­νου).


Α. Το νό­η­μα του «Μυ­θι­στο­ρή­μα­τος»: το τα­ξί­δι της επι­στρο­φής

Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2024

Τάσος Λειβαδίτης, «Το πατρικό σπίτι»


Piet Mondrian @artistmondrian Farm near Duivendrecht


Τάσος Λειβαδίτης, «Το πατρικό σπίτι»


Βάδιζα ώρες. Ίσως είχα ξεπεράσει όλα τα όρια, όταν ένα σπίτι βρέθηκε μπροστά μου. «Θεέ μου, το πατρικό μου σπίτι!» ψιθύρισα. Ανέβηκα τρέχοντας τα σκαλιά, μου άνοιξε η ίδια η μητέρα μου, ταράχτηκα, αλλά ντράπηκα να της πω ότι ήταν πεθαμένη. Στα χέρια της κρατούσε ένα μικρό μύλο του καφέ που της είχαν χαρίσει όταν ήταν νιόνυφη. Και γύριζε το χερούλι του μύλου με τέτοια σοβαρότητα που μου ’ρχόταν να κλαίω. Στον τοίχο ήταν κρεμασμένο ένα ημερολόγιο, που όπως φύσηξε απ’ την ανοιχτή πόρτα, το ημερολόγιο άρχισε να διαλύεται, σκόρπισαν τα ξεθωριασμένα φύλλα του «γιατί, μητέρα», της λέω – «κι όμως μ’ αγαπούσατε». 

Τότε είδα τον αδελφό μου, που είχε πεθάνει κι αυτός, αλλά κατά έναν περίεργο τρόπο κοιμόταν ακόμα στο σπίτι, ο πατέρας, μάλιστα, ήταν τόσες οι ανάγκες μας που προσπαθούσε, αν και νεκρός κι εκείνος, να τον ξυπνήσει για να πάει να εργαστεί, «μα εργάζομαι αλλού, πατέρα» έλεγε ο αδελφός μου, τέλος πριν κατεβώ τη σκάλα πρόφτασα να δω μια γριά υπηρέτριά μας, απ’ τους παλιούς καιρούς, πεθαμένη κι εκείνη, να κλείνει βιαστικά τις κουρτίνες στα παράθυρα αυτού του μυστηριώδους σπιτιού που δεν ήξερα πού βρίσκεται, ούτε θα μάθαινα ποτέ…

(Από τη συλλογή «Τα χειρόγραφα του φθινοπώρου», εκδ. Κέδρος, 1990 / εκδ. Μετρονόμος, 2018)

Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2024

“Ο Γενάρης του 1904”-Κωνσταντίνος Καβάφης



A οι νύχτες του Γενάρη αυτουνού,
που κάθομαι και ξαναπλάττω με τον νου
εκείνες τες στιγμές και σ’ ανταμώνω,
κι ακούω τα λόγια μας τα τελευταία κι ακούω τα πρώτα.

Aπελπισμένες νύχτες του Γενάρη αυτουνού,
σαν φεύγ’ η οπτασία και μ’ αφήνει μόνο.
Πώς φεύγει και διαλύεται βιαστική —
πάνε τα δένδρα, πάνε οι δρόμοι, πάν’ τα σπίτια, πάν’ τα φώτα·
σβήνει και χάνετ’ η μορφή σου η ερωτική.

Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993

ΠΗΓΗ: to tetragwno

Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Πέμπτη 4 Ιανουαρίου 2024

Ζαχαρίας Παπαντωνίου, Η Προσευχή του Ταπεινού



Κύριε, σαν ήρθεν η βραδιά σου λέω την προσευχή μου:
Άλλη ψυχή δεν έβλαψα στον κόσμο απ’ τη δική μου.
Εκείνοι που με πλήγωσαν ήταν αγαπημένοι.
Την πίκρα μου τη βάστηξα· μου δίνεις και την ξένη.

Μ’ απαρνηθήκαν οι χαρές. Δεν τις γυρεύω πίσω.
Προσμένω τα χειρότερα. Είν’ αμαρτία να ελπίσω.
Σαν ευτυχία την αγαπώ της νύχτας τη φοβέρα.
Στην πόρτα μου άλλος δε χτυπά κανείς απ’ τον αγέρα.
Δεν έχω δόξα. Είν’ ήσυχα τα έργα που έχω πράξει.

Άκουσα τη γλυκιά βροχή, τη δύση έχω κοιτάξει,
έδωκα στα παιδιά χαρές, σε σκύλους λίγο χάδι,
ζευγάδες καλησπέρισα που γύριζαν το βράδυ.

Τώρα δεν έχω τίποτα, να διώξω ή να κρατήσω.
Δεν περιμένω ανταμοιβή· πολύ ’ναι τέτοια ελπίδα!
Ευδόκησε ν’ αφανιστώ, χωρίς να ξαναζήσω.
Σ’ ευχαριστώ για τα βουνά και για τους κάμπους που είδα.


Ζαχαρίας Παπαντωνίου (1877 – 1940)

Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2023

Τάσος Λειβαδίτης, «Αλλά τα βράδια»




Ποίηση: Τάσος Λειβαδίτης

Μουσική: Γιώργος Τσαγκάρης

Απόδοση: Βασίλης Παπακωνσταντίνου και Γιώργος Μιχαλακόπουλος




Και να που φτάσαμε εδώ
χωρίς αποσκευές
μα μ’ ένα τόσο ωραίο φεγγάρι.

Κι εγώ ονειρεύτηκα έναν καλύτερο κόσμο
φτωχή ανθρωπότητα, δεν μπόρεσες
ούτε ένα κεφάλαιο να γράψεις ακόμα.
Σα σανίδα από θλιβερό ναυάγιο
ταξιδεύει η γηραιά μας ήπειρος.

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη…

Βέβαια αγάπησε τα ιδανικά της ανθρωπότητας,
αλλά τα πουλιά
πετούσαν πιο πέρα.
Σκληρός, άκαρδος κόσμος,
που δεν άνοιξε ποτέ μιαν ομπρέλα
πάνω απ’ το δέντρο που βρέχεται.

Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2023

«Κύριε, αμάρτησα ενώπιον σου: ονειρεύτηκα πολύ. Έτσι ξέχασα να/ζήσω.»

Τάσος Λειβαδίτης — Περιπλανήσεις (I)

«Κύριε, αμάρτησα ενώπιον σου: ονειρεύτηκα πολύ. Έτσι ξέχασα να/ζήσω.»








Κύριε, αμάρτησα ενώπιον σου: ονειρεύτηκα πολύ. Έτσι ξέχασα να
ζήσω.

Μόνο καμιά φορά μ' ένα μυστικό που το 'χα μάθει από παιδί
ξαναγύριζα στον αληθινό κόσμο
αλλά εκεί κανείς δε με γνώριζε.

 Σαν τους θαυματοποιούς που όλη
τη μέρα χαρίζουν τ' όνειρο στα παιδιά
και το βράδυ γυρίζουν στις σοφίτες τους πιο φτωχοί κι απ’ τους
αγγέλους —
ο άλλος αδελφός μου πέθανε στο γηροκομείο κι όταν πήγαινα να
τον δω, μου ζητούσε λίγα χρήματα τόσο παρακλητικά
που ο θάλαμος ευωδίαζε Χριστούγεννα.

 Και συχνά διέσχιζα έναν
επικίνδυνο δρόμο για να προλάβω ένα φάντασμα
ή τις νύχτες έψαχνα απεγνωσμένα μέσα στο παρελθόν μήπως και
βρω μια λεπτομέρεια
που να με δικαιώνει. 

Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2023

Κωστής Μοσκώφ: Για τον Έρωτα και την Επανάσταση (1989)



Για τον Έρωτα και την Επανάσταση (1989)

1

Ποιοι βγήκαν των Βαΐων
να με δεχτούν;
Ποιοι με άλειφαν μύρο τη ματιά τους
τις παραμονές των Αγίων;
Ριπές οι μνήμες — χαρακιές
και το μπλουτζίν αγριεμένο..
Αυτό το μήνα η πανσέληνος
είναι τυφλή·
στον τόπο μου ξένος
ούτε ’Αφέντης ο Θεός
ούτε ο Αγαπημένος…

«Λεμονάκι, λεμονάκι μυρωδάτο…»

Ποιος λοιπόν θα βάλει
τα παιδιά να κοιμηθούν;
Ποιος θα πυκνώσει τα όνειρα;
Η ποίηση,
Πράξη
καιρών
λυπημένων…
Βάζω στις λέξεις πυρκαγιά
να φωτίσω το σκοτάδι μου…

***

«Περίμενες
τους φανοστάτες
να ανάψουν».
Και κάποιον, τέλος,
«τοις κείνων ρήμασι πειθόμεναν»
«με ένα πουκάμισο καλοπλυμένο»
να περάσει
οδεύοντας
για το ικρίωμα…
«Όμως κανείς δεν πέρασε»
-— οι φανοστάτες δεν άναψαν
η πόλη δεν είχε κτιστεί
και Εσύ
δεν είχες ποτέ αγαπήσει…

***

Πέρασαν εκατό χρόνια μοναξιάς
να σ αγαπάω’
Γέρασα τώρα,
δε σκύβω στο πηγάδι,
μην αντικρίσω τον Καιρό…
Έβαλα
το μαχαίρι
στη θήκη του
τίποτα πια δεν περιμένω

***

Που ξέρεις,
μπορεί ό θάνατος και να νικήσει·
το Καράβι μας
αραγμένο αιώνες τώρα στο λιμάνι
—μέσα στην ιστορία νεκρό—
να σαπίσει,
φορτωμένο τόση μοναξιά…

Πέμπτη 16 Νοεμβρίου 2023

50 χρόνια μετά...

17 Νοέμβρη 1973

50 χρόνια μετά...




          ____****____



Ποιοι βγήκαν των Βαΐων
να με δεχτούν;
Ποιοι με άλειφαν μύρο τη ματιά τους
τις παραμονές των Αγίων;
Ριπές οι μνήμες — χαρακιές
και το μπλουτζίν αγριεμένο..

Αυτό το μήνα η πανσέληνος
είναι τυφλή·
στον τόπο μου ξένος
ούτε ’Αφέντης ο Θεός
ούτε ο Αγαπημένος…

Κωστής Μοσκώφ

 "Για τον Έρωτα και την Επανάσταση (1989)"

Από Γερομοριά 


ΠΗΓΗ-Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2023

Ο έπαινος της ημέρας για την εκδήλωση προς τιμήν του Κ. Σημίτη



Κ.Π. Καβάφης, «Η Σατραπεία» 


Τι συμφορά, ενώ είσαι καμωμένος
για τα ωραία και μεγάλα έργα
η άδικη αυτή σου η τύχη πάντα
ενθάρρυνσι κι επιτυχία να σε αρνείται·
να σ' εμποδίζουν ευτελείς συνήθειες,

10

και μικροπρέπειες, κι αδιαφορίες.
Και τι φρικτή η μέρα που ενδίδεις
(η μέρα που αφέθηκες κι ενδίδεις),
και φεύγεις οδοιπόρος για τα Σούσα,
και πιαίνεις στον μονάρχην Αρταξέρξη

15

που ευνοϊκά σε βάζει στην αυλή του,
και σε προσφέρει σατραπείες και τέτοια.
Και συ τα δέχεσαι με απελπισία
αυτά τα πράγματα που δεν τα θέλεις.
Άλλα ζητεί η ψυχή σου, γι' άλλα κλαίει·

20 

τον έπαινο του Δήμου και των Σοφιστών,
τα δύσκολα και τ' ανεκτίμητα Εύγε·

την Αγορά, το Θέατρο, και τους Στεφάνους.

Αυτά πού θα σ' τα δώσει ο Αρταξέρξης,
αυτά πού θα τα βρεις στη σατραπεία·

  
και τι ζωή χωρίς αυτά θα κάμεις.
_____________

ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ γράφτηκε το 1910.
 Παρά το γεγονός ότι μπορούμε να διακρίνουμε συγκεκριμένους ιστορικούς υπαινιγμούς, ο ποιητής μάς πληροφορεί ότι δεν υπονοεί κατανάγκη το Θεμιστοκλή ή το Δημάρατο.
 Έτσι το ποίημα αποχτά μια γενικότητα διαχρονική.


ΠΗΓΗ-Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2023

Τα συνθήματα του λαού για κείνους που φεύγουν γελαστοί και ο φόβος στα μάτια των τυράννων


Γιώργος Τασιόπουλος 


Το Ισραήλ έχει δολοφονήσει 721 παλαιστίνια παιδιά στη Γάζα από τις 7 Οκτωβρίου

Δηλαδή πάνω από 100 παιδιά την ημέρα

Αλλά η ανταποκρίτρια της ΕΡΤ με "υψηλό ηθικό" και χαμόγελα στηρίζει τους Ισραηλινούς στρατιώτες που ετοιμάζονται για την εθνοκάθαρση στη Γάζα. (σύνδεσμος από Χ στο τέλος της ανάρτησης).

Χθες ήταν το Αρτσάχ που δεν μίλησε κανείς, σύμμαχος του Αζερμπαϊτζάν το Ισραήλ.

 Γιατί όχι αύριο και στην Κύπρο;

Τι δίκαιο του ισχυρού χαράζει τους νέους γεωπολιτικούς χάρτες!

Ντροπή!





"Σ’ αυτή τη γη υπάρχει κάτι που αξίζει να το ζήσεις
Ο ερχομός του Απρίλη
Η μυρωδιά του ψωμιού την αυγή
Αυτά που λένε οι γυναίκες για τους άντρες
Τα γραπτά του Αισχύλου
Η αρχή του έρωτα
Το χορτάρι πάνω σε μια πέτρα
Μητέρες που ζουν με το σκοπό της φλογέρας
Και ο φόβος των κατακτητών για τη μνήμη

***
Σε αυτή τη γη υπάρχει κάτι που αξίζει να το ζήσεις
Το τέλος του Σεπτέμβρη
Μια γυναίκα που ανθίζει μετά τα σαράντα
Η ώρα του ήλιου στη φυλακή
Σύννεφα που σχηματίζουν πελώριες μορφές
Τα συνθήματα του λαού για κείνους που φεύγουν γελαστοί
και ο φόβος στα μάτια των τυράννων

***
Σε αυτή τη γη υπάρχει κάτι που αξίζει να το ζήσεις

Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2023

Ράινερ Μαρία Ρίλκε, «Φθινοπωρινή μέρα»

[Μετάφραση: Ιωάννα Αβραμίδου]



«Κύριε, ήρθε η ώρα. Το καλοκαίρι ήταν πολύ μεγάλο. 
Άφησε τον ίσκιο σου πάνω απ” τα ηλιακά ρολόγια, 
και στα λιβάδια ξαμόλα τους ανέμους. 

Διέταξε τους τελευταίους καρπούς γεμάτοι να 'ναι, 
δώστους ακόμα δυο μέρες ζεστές σαν νότου, 
στην τελειότητα ώθησέ τους και κυνήγα 
στο δυνατό κρασί την στερνή γλύκα 

Όποιος δεν έχει τώρα σπίτι, πια δεν θα χτίσει. 

Όποιος τώρα μόνος είναι, θα παραμείνει για πολύ, 
θα ξαγρυπνά, θα διαβάζει, 
θα γράφει γράμματα μακροσκελή 
και στις αλέες θα περιφέρεται εδώ και κει 
ανήσυχος, όταν τα φύλλα στροβιλίζονται.» 



ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΣ - Ο ΟΚΤΩΒΡΗΣ ΣΗΜΑΙΑ ΣΤΑ ΜΠΑΛΚΟΝΙΑ