Στον Δημήτριο Τριανταφυλλόπουλο - 20 Ιουλίου 2019
Είχε τριακόσια στρέμματα γης υπό κατοχήν
και τον πατέρα της στα βάθη της Ανατολής.
Θα παντρευόταν ευτυχώς ένα καλό παιδί.
Κατά την τελετή του μυστηρίου
δεν πρόσεξε κανένας τον πατέρα της.
Μπήκε απ’ το νάρθηκα κρυφά και στάθηκε
πίσω από μια κολόνα και καμάρωνε.
Ύστερα σκούπισε με το μανίκι του
το ξεσκισμένο και φτωχό του δάκρυ.
Τον πήρανε για ηλίθιο του χωριού
και τον αφήκανε στην ησυχία του.
Τελειώνει ο γάμος, και να χαίρεστε τα στέφανα.
Παίρνουν κουφέτα και λουκούμια, μπαίνουν
καθένας στ’ αυτοκίνητό του, χάνονται.
Ο στοργικός πατέρας πάει κι αυτός
στην Πράσινη Γραμμή, περνά σκυφτός
παίρνει ξανά τη θέση του στο χώμα.
Το καλοκαίρι του 1974 η λαίλαπα του τουρκικού Αττίλα άφησε πίσω της χιλιάδες νεκρούς (ανάμεσά τους και 1500 αγνοούμενοι), το 37,5% της πατρικής μας γης υπό κατοχήν και γύρω στις 200.000 πρόσφυγες. Ο τόπος πλημμύρισε με χιλιάδες εποίκους από την Ανατολία. Τούτο δίνει μια ιδέα του ιστορικού πλαισίου, στο οποίο εντάσσεται το ποίημα «Στα στέφανα της κόρης του» που πρόκειται να σχολιάσω. Ανήκει στην ποιητική μου συλλογή «Θόλος» (1989) που εστιάζει στο θέμα των αγνοουμένων.
Ο τίτλος της συλλογής είχε ως αφετηρία μια ιδέα του μηχανικού, μαθηματικού και αρχιτέκτονα Μπάκμινστερ Φούλερ, για ένα θόλο γεωδαιτικό, που να καλύπτει τη γη και να ρυθμίζει τον καιρό και την ατμόσφαιρα. Κι έλεγα με το νου μου: Αν είναι στο χέρι του ανθρώπου να το κατορθώσει, πόσο μάλλον ο Παντοκράτωρ στο θόλο του Ουρανού! Και ήρθε μπροστά μου το σχήμα της Εκκλησίας, που συμβολίζει τον Ουρανό με το φρικτό θυσιαστήριό του, εκεί όπου γευόμαστε το σώμα και το αίμα του Σωτήρος. Πρόσκληση στο Δείπνο της Βασιλείας του Θεού ένιωσα να μας κάνουν, κατά κάποιον τρόπο, και οι αγνοούμενοι, γιατί κι αυτοί σχετίζονται με τη «ζωή του πράγματος», τη ζώσα δηλαδή κοινωνία. Ο άρτος και ο οίνος της σωματικής τους θυσίας τους καθιστά φορείς του Παντοκράτορος − ακριβέστερα Εκείνος γίνεται φορέας τους. «Η όραση ολόκληρου του σώματος του Χριστού ξεπερνάει φανερά το χρόνο και το χώρο», λέει ο Πάυλος Ευδοκίμοφ.Το πρόσωπο του Χριστού τέμνει την ιστορία και καθιστά τη μεθιστορία ορόσημο εσχατολογικό της πρωταρχικής του κόσμου ιερότητας.
Για να δηλωθεί, τουλάχιστον θεωρητικά, ένα τέτοιο «μυστήριο», είναι αναγκαία και μια θεολογικού τύπου ποιητική διατύπωση. Η θεολογία, για να το πω διαφορετικά, είναι από τη φύση της συνυφασμένη με την ποίηση, καθότι μέσω αυτής εκφράζει πληρέστερα κάτι το οποίο, και ως πράξη ζωής, είναι αδιαίρετα ποιητικό.
Θέλω να ελπίζω ότι το ποίημα «Στα στέφανα της κόρης του» εμπεριέχει δυνητικά, στον ευσύνοπτο χώρο της κυπριακής τραγωδίας, ανθρωποφάνεια Θεού και ιεροφάνειαανθρώπου. Ο πειρασμός για μια τέτοια προσέγγιση δεν δεσμεύει, ούτε φυσικά εξαντλεί το ποίημα, που μπορεί να αναγνωστεί από ποικίλες γωνίες. Ωστόσο μένω με την αίσθηση ότι ηιεροφάνεια αποτελεί τον κεντρικό πυλώνα του. Νιώθω επομένως την ανάγκη να διερευνήσω και αυτή την εν δυνάμει θεολογική πτυχή του. Το παραθέτω: