από Δημήτρης Γ. Ιωάννου
Πρόσφατα διάβασα το βιβλίο του Κάι Νίλσεν «Εισαγωγή στη Φιλοσοφία της Θρησκείας», το οποίο και υποστήριζε ότι ο περί Θεού λόγος δεν είναι καν δυνατός, γιατί η έννοια «Θεός» είναι ασυνάρτητη και αλλοπρόσαλλη.
Πώς μπορούμε να πιστέψουμε ένας δόγμα, ότι ο Θεός είναι και Τρία και Ένα, ότι ο Χριστός έχει δύο φύσεις, ότι ο Θεός μπορεί και είναι στοργικός χωρίς να έχει σώμα, ότι είναι εξωχρονικό Ον κ.λπ.; Η ίδια η λέξη «Θεός» δεν έχει στην πραγματικότητα νόημα.
Περαιτέρω, ο συγγραφέας υποστήριζε την γνωστή άποψη ότι ό,τι δεν είναι επαληθεύσιμο με ορθολογικές μεθόδους δεν μπορεί να θεωρηθεί αληθινό. Πώς θα επαληθεύαμε ή θα διαψεύδαμε το γεγονός ότι «ο Θεός είναι εξωχρονικό Ον» ή «ο Θεός είναι παντοδύναμος»; Δεν υπάρχει ορθολογική διαδικασία που θα επιβεβαίωνε ή θα κατέρριπτε έναν τέτοιο ισχυρισμό. Άρα, ο περί Θεού λόγος, η Θρησκεία δεν έχει νόημα.
Περαιτέρω, ο συγγραφέας υποστήριζε την γνωστή άποψη ότι ό,τι δεν είναι επαληθεύσιμο με ορθολογικές μεθόδους δεν μπορεί να θεωρηθεί αληθινό. Πώς θα επαληθεύαμε ή θα διαψεύδαμε το γεγονός ότι «ο Θεός είναι εξωχρονικό Ον» ή «ο Θεός είναι παντοδύναμος»; Δεν υπάρχει ορθολογική διαδικασία που θα επιβεβαίωνε ή θα κατέρριπτε έναν τέτοιο ισχυρισμό. Άρα, ο περί Θεού λόγος, η Θρησκεία δεν έχει νόημα.
Οι άνθρωποι αυτοί δείχνουν πόσο φτωχή είναι η αντίληψή τους για την πραγματικότητα. Πιο συγκεκριμένα, ο άνθρωπος δεν είναι ένα ον που στηρίζεται αποκλειστικά, για να ενεργήσει και να λειτουργήσει, στην «ορθολογικότητα». Πρώτα απ’ όλα, ξεκινάμε λέγοντας ότι έχουμε μία διαρκή αίσθηση του εαυτού μας ως της αυτής πάντοτε πραγματικότητας, αισθανόμαστε δηλαδή ότι είμαστε το ίδιο ον που είμαστε πριν από πέντε λεπτά, πέντε μήνες, πενήντα χρόνια. Η αίσθηση αυτή δεν είναι στην πραγματικότητα ορθολογική. Έχουμε την μνήμη, θα πει κάποιος, η οποία μας βοηθά να ταυτίζουμε αυτό που είμαστε τώρα με ό,τι είμαστε πριν πενήντα χρόνια. Τι μας ωθεί όμως να πιστεύουμε στην αξιοπιστία της μνήμης; Θα μπορούσαμε να θυμόμαστε διάφορα πράγματα από το παρελθόν, όπως κάνουν μερικά ζώα, χωρίς να έχουμε αυτή την πολύτιμη αίσθηση διαρκούς ταυτότητας του εγώ, επίγνωσης ότι είμαστε εσαεί το ίδιο ον. Η αίσθηση της ταυτότητας, αν το καλοσκεφθούμε, είναι πάνω από την πραγματικότητα της μνήμης. Φαινομενολογικά, η αίσθηση της ταυτότητας προβάλλει και εισδύει μέσα στην ύπαρξή μας, ως τα πλέον βαθύτερα στρώματα του είναι μας, και δεν αποτελεί ένα συμπέρασμα που εξάγει ο εαυτός μας βάσει εμπειρίας, αλλά το θεμέλιο και την πηγή της αυτοσυνειδησίας. Η μνήμη έρχεται αρωγός της αυτοσυνειδησίας και δεν είναι η πηγή της. Το βασικό αυτό αίσθημα είναι πηγή της ορθολογικότητας και όχι αποτέλεσμά της. Σκεφθείτε κάποιον που θα έψαχνε να τεκμηριώσει με ορθολογικές αποδείξεις ότι είναι το ίδιο ον που ήταν πριν και μερικές δεκαετίες, όταν στο σώμα του και στην ψυχή του έχουν αλλάξει ένα σωρό πράγμα. Από νεογνό έφτασε να αποτελεί έναν ώριμο άνδρα, από κάποιο ον του οποίου ο νους είναι «tabula rasa» έφτασε να είναι ένας άνθρωπος γεμάτος γνώσεις, εμπειρίες και βιώματα, ένα ενσυνείδητο ον. Καθώς ανανεώνονται διαρκώς τα κύτταρα του οργανισμού μας και αλλάζει βαθέως ο ψυχισμός μας, κάποιος θα μπορούσε ευλόγα να πει ότι το νεογνό με τον ώριμο άνδρα, μολονότι υφίσταται μια συνέχεια στον χρόνο της συγκεκριμένης ύπαρξης, είναι δύο διαφορετικά όντα.