Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΥΛΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΥΛΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2024

Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΤΕΣΣΑΡΩΝ




Αναρτήθηκε στο Αντίφωνο το Α΄ μέρος μιας συζήτησης αφιερωμένης σε μια πολύ ιδιόμορφη και πολύ ενδιαφέρουσα θεολογική παρέα. Είναι οι Βασίλης Αδραχτάς (Vasilis Adrahtas), Δημήτρης Αρκάδας, Δημήτρης Μπεκριδάκης και Δημήτρης Ουλής (Dimitris Oulis). Συζητούμε μαζί για την κοινή πνευματική περιπέτειά τους, για τη «δική τους» θεολογική ματιά, όπως τη διαμόρφωσαν – ή μάλλον, όπως αυτή τους διαμόρφωσε – σαν παρέα με έναν κοινό θεολογικό προβληματισμό.

Είναι μια ιστορία που αρχίζει κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1990, όταν οι τέσσερεις είχαν ήδη ολοκληρώσει τις αρχικές θεολογικές τους σπουδές, και κλείνει έναν πρώτο κύκλο στις αρχές του νέου αιώνα, με τα πρώτα προσωπικά τους βιβλία. Από κει και πέρα ο καθένας έχει τη δική του πορεία, κρατώντας πάντα την επαφή και τον διάλογο με τους υπόλοιπους.

Αυτό που τους ένωσε εξ αρχής και συνεχίζει να τους ενώνει είναι η σπουδή της χριστιανικής θεολογίας σε στενή συνάφεια με τις σύγχρονες ανθρωπιστικές επιστήμες και με τις προκλήσεις της σύγχρονης πραγματικότητας.


Στο Α΄ μέρος η συζήτηση ξεκινά από το κοινό βιβλίο των Δ. Αρκάδα και Δ. Μπεκριδάκη «Λόγος Σκληρός: Κεφάλαια τοξικής θεολογίας» (Εξάντας, 2002), εστιάζοντας σε αυτό που οι ίδιοι μάς περιγράφουν ως κρίση της εκκλησίας, της ενορίας και της θεολογίας στα χρόνια της αρχιερατείας Χριστόδουλου.

Υπ’ αυτό το πρίσμα θέτουν υπό το φως της κριτικής πολλά από τα σύγχρονα θεολογικά μας «αυτονόητα». Σιγά Σιγά η συζήτηση επεκτείνεται με τη συνδρομή και των υπόλοιπων της παρέας. Γίνεται λόγος για τον εθνοκεντρισμό και τον αναχρονιστικό φονταμενταλισμό των «συντηρητικών», αλλά και για την πρόσδεση της «προοδευτικής» θεολογίας στον φιλελευθερισμό και στους νεοφιλελεύθερους μύθους του ατομισμού, του δικαιωματισμού και της «νέας πνευματικότητας». Πολλά μάλιστα από τα φαινόμενα της δήθεν hardcore-ορθόδοξης θεολογίας, όπως ο «γεροντισμός», η «θεραπευτική θεολογία» και πολλά άλλα, δεν τα αποδίδουν τόσο σε μια εμμονή στην πραγματική παράδοση, όσο σε μια ιδιότυπη αιχμαλωσία των «παραδοσιακών» από το εκσυγχρονιστικό πνεύμα του new age και από τη λογική του θεάματος. Κεντρικό ερώτημα σε όλη τη συζήτηση είναι το «υποκείμενο της ιερότητας».

Τρίτη 19 Μαρτίου 2024

Εκ βάθους κοιλίας





Του Δημήτρη Ουλή 

Να τελειώνουμε κάποτε με αυτήν την υποκρισία. Δεν έχει νόημα να νηστεύεις τα αυγά και το τυρί, όταν νηστεύεις την πατρίδα, τη ζωή και τα όνειρά σου. Δεν έχει καμία σημασία αν βάζεις λάδι στο ρεβίθι, όταν έχεις ξεπουληθεί εκατό φορές ραγιάς και τσουτσέκι. Αρκεί η νηστεία που μας επιβάλλουν τα μνημόνια. Όποιος θέλει περισσότερη, αν δεν παραδεχτεί τη μαζοχιστική του παρέκκλιση, ας μας εξηγήσει τουλάχιστον το νόημα της πράξης του. Πού αποσκοπεί, επιτέλους, η νηστεία; Στη χαλιναγώγηση των παθών μας; Στην καθυπόταξη του «δαίμονα» της κοιλίας μας; Μα, αποτελεί κοινό τόπο της εμπειρίας μας ότι η νηστεία δεν κατευνάζει τα πάθη, αλλά τα βάζει απλώς σε παρένθεση – και επομένως μακροπρόθεσμα, τα διεγείρει. Το βλέπουμε ξεκάθαρα στην περίπτωση του φαγητού: πέφτουμε το Πάσχα σαν τα όρνεα πάνω στους οβελίες, τα κοκορέτσια, τα αυγά και τη μαγειρίτσα, όχι επειδή καταφέραμε να δαμάσουμε την κοιλία μας, αλλά επειδή αναστείλαμε απλώς για σαράντα μέρες την κατανάλωσή τους. Και τώρα, την τεσσαρακοστή πρώτη, είμαστε πλέον έτοιμοι να πάρουμε τη ρεβάνς.

Η αναβολή της ικανοποίησης ισχυροποιεί την επιθυμία, μας λέει η ψυχανάλυση. Εξ ου και η νηστεία εξυπηρετεί θαυμάσια τα προτάγματα του καταναλωτισμού. Ακόμα πιο εξοργιστική από τη νηστεία, ωστόσο, θεωρώ τη μεταμοντέρνα σκηνοθεσία της – δηλαδή την προσομοίωσή της. Διότι τι άλλο συνιστά εν τέλει ο θεσμός της ««Mac Σαρακοστής», πέρα από μία προσομοίωση νηστείας; Ένας ολόκληρος ιδεολογικός μηχανισμός έχει στηθεί (συχνά με την ανοχή της επίσημης Εκκλησίας), προκειμένου να μας πείσει ότι, λίγο-πολύ, νηστεία σημαίνει αλλαγή διαιτολογίου. Τίποτε το ιδιαιτέρως ασκητικό δεν πιστεύω εν τούτοις ότι υπάρχει σε ένα χάμπουργκερ με μπιφτέκι λαχανικών ή σόγιας. Και καμία ιδιαίτερη πνευματικότητα δεν μπορώ να προσποριστώ από τα φρέσκα θαλασσινά, τα χταποδάκια, τις γαρίδες και τις «νηστίσιμες» μακαρονάδες, οι οποίες κοσμούν αυτήν την περίοδο τόσο συχνά το μεσημεριανό μας τραπέζι. Εχω ανάγκη από πολύ σοβαρότερα κριτήρια για να νοηματοδοτήσω την πρακτική της νηστείας. Ειδάλλως, αισθάνομαι απλώς ότι επιδίδομαι σε αυτοεμπαιγμό.